Ο επικεφαλής της Siemens καταγγέλλει χάος, γραφειοκρατία και απώλεια τεχνολογικού πλεονεκτήματος
Αίσθηση προκάλεσε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Siemens, Roland Busch, κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής της Süddeutsche Zeitung στο Βερολίνο, δηλώνοντας ότι, υπό το σημερινό επιχειρηματικό περιβάλλον, θα προτιμούσε να δημιουργήσει μια εταιρεία στις Ηνωμένες Πολιτείες παρά στη Γερμανία.
Η τοποθέτηση του επικεφαλής της Siemens, μιας από τις ιστορικότερες και πιο αναγνωρισμένες γερμανικές βιομηχανίες, θεωρείται ενδεικτική της όλο και βαθύτερης κρίσης στο επιχειρηματικό κλίμα της χώρας.
Η προσωπικότητα του Busch, ηγέτη μιας βασικής ευρωπαϊκής τεχνολογικής εταιρείας με στενούς δεσμούς με τη βιομηχανική πολιτική της Γερμανίας, δίνει βαρύτητα στην ανησυχία που εκφράζει.
Ο Busch επεσήμανε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά και η Γερμανία ειδικότερα αντιμετωπίζουν σοβαρούς διαρθρωτικούς περιορισμούς.
Μεταξύ αυτών, χαρακτήρισε τον αργό ρυθμό ψηφιοποίησης ως βασικό εμπόδιο, που επιτείνεται από περίπλοκους κανονισμούς και δυσκίνητη γραφειοκρατία.
Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτά τα στοιχεία δυσχεραίνουν την υιοθέτηση καινοτομιών, επιβραδύνουν τις εγκρίσεις έργων και καθιστούν την Ευρώπη λιγότερο ελκυστική για εγκαταστάσεις υψηλής τεχνολογίας.
Όπως τόνισε ο Busch, από τα δύο δισεκατομμύρια ευρώ σε κεφαλαιουχικές επενδύσεις που πραγματοποίησε η Siemens τα τελευταία χρόνια, τα μισά αφορούσαν τη Γερμανία, ωστόσο η διατήρηση αυτής της δυναμικής δεν είναι δεδομένη για το μέλλον.
Η διοίκηση της εταιρείας δυσκολεύεται να δικαιολογήσει στους μετόχους νέες επενδύσεις σε μια χώρα όπου η ανταγωνιστικότητα έχει φτάσει στο χαμηλότερο επίπεδό της εδώ και δεκαετίες.
Τι δείχνουν τα στοιχεία
Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν την ανησυχία του: έρευνες του Οκτωβρίου δείχνουν ότι πάνω από το ένα τρίτο των γερμανικών βιομηχανικών εταιρειών ανέφεραν επιδείνωση της θέσης τους στις παγκόσμιες αγορές έναντι ανταγωνιστών εκτός ΕΕ.
Ο Klaus Wohlrabe, Διευθυντής Έρευνας στο Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών του Μονάχου (IFO), σημείωσε ότι η Γερμανία δεν είχε ποτέ στο παρελθόν τόσο χαμηλό επίπεδο ανταγωνιστικότητας, κάτι που καταδεικνύει την ύπαρξη πολλαπλών ανεπίλυτων προβλημάτων.
Η εικόνα είναι σύνθετη: υψηλό κόστος ενέργειας, έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, αργός ψηφιακός μετασχηματισμός του δημόσιου τομέα και έντονη διοικητική πίεση στις επιχειρήσεις.
Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση αναγνωρίζει την κατάσταση.
Η Υπουργός Οικονομίας, Katharina Reiche, υπογράμμισε την ανάγκη για εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο της Ατζέντας 2030, καλώντας σε επανεξέταση κανονισμών, αναβάθμιση υποδομών, επιτάχυνση διαδικασιών και τόνωση ιδιωτικών επενδύσεων.
Ωστόσο, η παραδοσιακά αργή λήψη αποφάσεων στη Γερμανία εγείρει αμφιβολίες για την ταχεία εφαρμογή ουσιαστικών αλλαγών.
Οι οικονομολόγοι επισημαίνουν ότι η τρέχουσα κρίση δεν είναι ξαφνικό φαινόμενο, αλλά το αποτέλεσμα ετών πολιτικών και εταιρικών επιλογών.
Ο Jürgen Matthes τονίζει ότι οι γερμανικές εταιρείες καθυστέρησαν να εκσυγχρονίσουν τις παραγωγικές διαδικασίες, ενώ οι αρχές έμειναν πίσω σε μεταρρυθμίσεις αγοράς εργασίας, ενέργειας και ψηφιακών υπηρεσιών.
Ως συνέπεια, η Γερμανία χάνει σταδιακά το τεχνολογικό της πλεονέκτημα και εμφανίζει μειωμένη ευελιξία σε σύγκριση με τις ΗΠΑ και ορισμένες ασιατικές οικονομίες, όπου η ανάπτυξη βιομηχανικών υποδομών και η καινοτομία προχωρούν ταχύτερα.
Ο πρώην Διευθύνων Σύμβουλος της Volkswagen, Matthias Müller, έκανε αυστηρή κριτική, αναφέροντας ότι η αποβιομηχάνιση της χώρας βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, λόγω στρατηγικών σφαλμάτων, υπερπολιτικοποίησης της οικονομίας και αποφάσεων που δεν ευθυγραμμίζονται με τις ανάγκες της αγοράς.
Η δήλωση του Roland Busch αποτελεί σαφές σήμα ότι ακόμη και οι μεγαλύτερες και πιο παραδοσιακές γερμανικές εταιρείες δεν θεωρούν πλέον τη χώρα ως εγγυημένη πλατφόρμα ανάπτυξης.
Στο πλαίσιο του αυξανόμενου παγκόσμιου ανταγωνισμού, η θέση αυτή μπορεί να αποτελέσει αφετηρία για επανεξέταση στρατηγικών τόσο από τις επιχειρήσεις όσο και από την κυβέρνηση.
www.bankingnews.gr
Η τοποθέτηση του επικεφαλής της Siemens, μιας από τις ιστορικότερες και πιο αναγνωρισμένες γερμανικές βιομηχανίες, θεωρείται ενδεικτική της όλο και βαθύτερης κρίσης στο επιχειρηματικό κλίμα της χώρας.
Η προσωπικότητα του Busch, ηγέτη μιας βασικής ευρωπαϊκής τεχνολογικής εταιρείας με στενούς δεσμούς με τη βιομηχανική πολιτική της Γερμανίας, δίνει βαρύτητα στην ανησυχία που εκφράζει.
Ο Busch επεσήμανε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά και η Γερμανία ειδικότερα αντιμετωπίζουν σοβαρούς διαρθρωτικούς περιορισμούς.
Μεταξύ αυτών, χαρακτήρισε τον αργό ρυθμό ψηφιοποίησης ως βασικό εμπόδιο, που επιτείνεται από περίπλοκους κανονισμούς και δυσκίνητη γραφειοκρατία.
Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτά τα στοιχεία δυσχεραίνουν την υιοθέτηση καινοτομιών, επιβραδύνουν τις εγκρίσεις έργων και καθιστούν την Ευρώπη λιγότερο ελκυστική για εγκαταστάσεις υψηλής τεχνολογίας.
Όπως τόνισε ο Busch, από τα δύο δισεκατομμύρια ευρώ σε κεφαλαιουχικές επενδύσεις που πραγματοποίησε η Siemens τα τελευταία χρόνια, τα μισά αφορούσαν τη Γερμανία, ωστόσο η διατήρηση αυτής της δυναμικής δεν είναι δεδομένη για το μέλλον.
Η διοίκηση της εταιρείας δυσκολεύεται να δικαιολογήσει στους μετόχους νέες επενδύσεις σε μια χώρα όπου η ανταγωνιστικότητα έχει φτάσει στο χαμηλότερο επίπεδό της εδώ και δεκαετίες.
Τι δείχνουν τα στοιχεία
Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν την ανησυχία του: έρευνες του Οκτωβρίου δείχνουν ότι πάνω από το ένα τρίτο των γερμανικών βιομηχανικών εταιρειών ανέφεραν επιδείνωση της θέσης τους στις παγκόσμιες αγορές έναντι ανταγωνιστών εκτός ΕΕ.
Ο Klaus Wohlrabe, Διευθυντής Έρευνας στο Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών του Μονάχου (IFO), σημείωσε ότι η Γερμανία δεν είχε ποτέ στο παρελθόν τόσο χαμηλό επίπεδο ανταγωνιστικότητας, κάτι που καταδεικνύει την ύπαρξη πολλαπλών ανεπίλυτων προβλημάτων.
Η εικόνα είναι σύνθετη: υψηλό κόστος ενέργειας, έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, αργός ψηφιακός μετασχηματισμός του δημόσιου τομέα και έντονη διοικητική πίεση στις επιχειρήσεις.
Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση αναγνωρίζει την κατάσταση.
Η Υπουργός Οικονομίας, Katharina Reiche, υπογράμμισε την ανάγκη για εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο της Ατζέντας 2030, καλώντας σε επανεξέταση κανονισμών, αναβάθμιση υποδομών, επιτάχυνση διαδικασιών και τόνωση ιδιωτικών επενδύσεων.
Ωστόσο, η παραδοσιακά αργή λήψη αποφάσεων στη Γερμανία εγείρει αμφιβολίες για την ταχεία εφαρμογή ουσιαστικών αλλαγών.
Οι οικονομολόγοι επισημαίνουν ότι η τρέχουσα κρίση δεν είναι ξαφνικό φαινόμενο, αλλά το αποτέλεσμα ετών πολιτικών και εταιρικών επιλογών.
Ο Jürgen Matthes τονίζει ότι οι γερμανικές εταιρείες καθυστέρησαν να εκσυγχρονίσουν τις παραγωγικές διαδικασίες, ενώ οι αρχές έμειναν πίσω σε μεταρρυθμίσεις αγοράς εργασίας, ενέργειας και ψηφιακών υπηρεσιών.
Ως συνέπεια, η Γερμανία χάνει σταδιακά το τεχνολογικό της πλεονέκτημα και εμφανίζει μειωμένη ευελιξία σε σύγκριση με τις ΗΠΑ και ορισμένες ασιατικές οικονομίες, όπου η ανάπτυξη βιομηχανικών υποδομών και η καινοτομία προχωρούν ταχύτερα.
Ο πρώην Διευθύνων Σύμβουλος της Volkswagen, Matthias Müller, έκανε αυστηρή κριτική, αναφέροντας ότι η αποβιομηχάνιση της χώρας βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, λόγω στρατηγικών σφαλμάτων, υπερπολιτικοποίησης της οικονομίας και αποφάσεων που δεν ευθυγραμμίζονται με τις ανάγκες της αγοράς.
Η δήλωση του Roland Busch αποτελεί σαφές σήμα ότι ακόμη και οι μεγαλύτερες και πιο παραδοσιακές γερμανικές εταιρείες δεν θεωρούν πλέον τη χώρα ως εγγυημένη πλατφόρμα ανάπτυξης.
Στο πλαίσιο του αυξανόμενου παγκόσμιου ανταγωνισμού, η θέση αυτή μπορεί να αποτελέσει αφετηρία για επανεξέταση στρατηγικών τόσο από τις επιχειρήσεις όσο και από την κυβέρνηση.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών