Τελευταία Νέα
Απόψεις - Άρθρα

Λέκκας (Οικονομολόγος): Η παγίδα των εμπορικών ελλειμμάτων - Μαθήματα από την Ιστορία και το δολάριο

Λέκκας (Οικονομολόγος): Η παγίδα των εμπορικών ελλειμμάτων - Μαθήματα από την Ιστορία και το δολάριο

Γράφει ο
Σαράντος Λέκκας
Οικονομολόγος

Η αντιμετώπιση των ελλειμμάτων στο εμπορικό ισοζύγιο αλλά και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αντιμετωπίζεται με τρεις και μόνο τρόπους, είτε μεμονωμένα είτε συνδυαστικά.
Δασμοί, επιδοτήσεις, υποτίμηση και οι τρεις τρόποι έχουν τα πλεονεκτήματα τους όσο και τα μειονεκτήματα τους, όπως και  οι τρεις τρόποι ως δράση για την αντιμετώπιση του προβλήματος σχεδόν πάντα επιφέρουν την αντίδραση των εμπορικών εταίρων που θίγονται.
Οι δασμοί αυξάνουν το κόστος των εισαγωγών επιφέρουν έσοδα αλλά τροφοδοτούν τον πληθωρισμό.
Οι επιδοτήσεις ενισχύουν τις εξαγωγές αλλά επιβαρύνουν ως επιπλέον δαπάνες τον δημοσιονομικό τομέα.
Η υποτίμηση ενισχύει τις εξαγωγές φρενάροντας τις εισαγωγές όμως πυροδοτεί τον πληθωρισμό και καταληκτικά αυξάνει τα επιτόκια.
Όπως είδαμε με τους δασμούς Trump η δράση φέρνει την αντίδραση και την αντίστοιχη αύξηση των δασμών από την πλευρά αυτών που θίγονται οπότε η όλη αντιπαράθεση ανάγεται σε  παίγνιο μηδενικού αθροίσματος (zero-sum game).
Στην ισοπαλία δηλαδή για όσους δεν έχουν σχέση με παίγνια και στην μη αντιμετώπιση του προβλήματος.
Ο Αυστριακός οικονομολόγος, Eugen von Bohm – Bawerk, είχε διατυπώσει ότι «το πιο επιβλητικό δίχτυ της εξουσίας δεν μπορεί ποτέ να επηρεάσει τίποτα σε αντίθεση με τους οικονομικούς νόμους της αξίας, της τιμής και της διανομής. Η εξουσία πρέπει πάντα να είναι σύμφωνη με αυτούς, δεν μπορεί να τους ακυρώσει μπορεί απλώς να τους επιβεβαιώσει και να τους εκπληρώσει».
Ψιλά γράμματα για τον Trump όπου η υπερβολική  χρησιμοποίηση της όποιας δύναμης θεωρείται μονόδρομος και ιδεατή επιλογή για την αντιμετώπιση των ελλειμμάτων στο εμπορικό ισοζύγιο.
Άρα εάν αφήσουμε στην άκρη δασμούς και επιδοτήσεις εκείνο που απομένει είναι η εξωτερική αναπροσαρμογή της αξίας του νομίσματος, η υποτίμηση του.
Πρακτική που έρχεται σε αντίθεση με όσα συμφώνησαν το 1976 στο Kingston της Τζαμάικα τα κράτη-μέλη του ΔΝΤ δηλαδή ότι: «η συναλλαγματική ισοτιμία θα πρέπει να δικαιολογείται από τα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας, ενώ οι χώρες θα πρέπει να αποφεύγουν να χειρίζονται τις συναλλαγματικές ισοτιμίες για την ρύθμιση του ισοζυγίου πληρωμών ή για την απόκτηση αθέμιτου ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος».
Τι γίνεται όμως όταν η χώρα που έχει το πρόβλημα εκδίδει το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα όπως οι ΗΠΑ με το δολάριο;
Σε αυτή την περίπτωση επειδή νομοτελειακά τα ελλείμματα δεν μπορούν εκ των πραγμάτων να αποφευχθούν τότε όταν  η ενίσχυση του αποθεματικού νομίσματος  είναι σημαντικότατη και τα ελλείμματα τείνουν να ξεφύγουν από κάθε έλεγχο η λύση δίνεται μόνο μέσα από την διεθνή συνεργασία σε συναλλαγματικό και επιτοκιακό επίπεδο.
Το είδαμε με την συμφωνία Plaza Accord του 1985 όταν στις 22 Σεπτεμβρίου,  Γαλλία, Δυτική Γερμανία, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ συμφώνησαν στην υποτίμηση του αμερικανικού δολαρίου.
Την 5ετία που είχε προηγηθεί ο δείκτης του  δολαρίου είχε ανατιμηθεί  από τα επίπεδα των 88 μονάδων, καλοκαίρι του 1980, στα επίπεδα των  131,6 μονάδων τον Μάρτιο του 1985.
Ο Δείκτης δολαρίου ΗΠΑ αποτελεί το κορυφαίο σημείο αναφοράς για τη διεθνή τιμή του δολαρίου ΗΠΑ, μετρώντας την αξία του δολαρίου ΗΠΑ σε σχέση με  6 νομίσματα: Ευρώ, Γιέν, Λίρα, Ελβετικό Φράγκο, Δολάριο Καναδά και την Κορόνα Σουηδίας.
Βέβαια η ανατίμηση του δολαρίου έναντι μεμονωμένων νομισμάτων ήταν ακόμη μεγαλύτερη , όπως έναντι του φράγκου κατά 150%, έναντι του μάρκου κατά 100% και έναντι του γιέν κατά 34%.

Lekkas1.JPG

Η συμφωνία είχε άμεσα αποτελέσματα, η υποτίμηση που είχε ξεκινήσει από τον Μάρτιο του 1985 όταν και άρχισαν οι διαπραγματεύσεις  ήταν σημαντικότατη με αποτέλεσμα τον Φεβρουάριο του 1987 οι G7 να οδηγηθούν στην συμφωνία του Λούβρου όπου συμφωνήθηκε να μην υπάρξει περαιτέρω υποτίμηση του δολαρίου.
Ο δείκτης του δολαρίου είχε βρεθεί κάτω από τις 90 μονάδες οπότε σε επίπεδο συναλλαγματικής ισοτιμίας το αμερικανικό νόμισμα είχε βρεθεί σε επίπεδα που δεν δημιουργούσαν προβλήματα στις εξαγωγές.
Το ερώτημα είναι εάν τα τρέχοντα επίπεδα του δείκτη δολαρίου δημιουργούν την αίσθηση του ισχυρού νομίσματος και εάν συνηγορούν προς μια νέα συμφωνία τύπου Plaza.
Ο σημερινός δείκτης της ισχύος του δολαρίου είναι σαφέστατα πολύ μικρότερος από αυτόν της 5ετιας 1980-1985 και αρκετά μικρότερος της περιόδου 2002-2004.
Σήμερα βρίσκεται κοντά στις 100 μονάδες κάτι δεν που συνηγορεί προς την κατεύθυνση μιας νέας συμφωνίας.

Lekkas2.JPG

Βέβαια από το καλάθι των νομισμάτων που καθορίζουν την ισχύ του δολαρίου απουσιάζουν νομίσματα χωρών με μεγάλο συναλλακτικό υπόβαθρο σε ότι αφορά τις εμπορικές συναλλαγές των ΗΠΑ όπως το νομίσματα της Κίνας, του Βιετνάμ, της Νότιας Κορέας, ενώ υπάρχουν άλλα όπως της Σουηδίας που έχουν μικρή βαρύτητα.
Η πρόσθεση αυτών ενδεχόμενα  θα αλλάξει τα σημερινά δεδομένα πλην όμως με βάση τα υφιστάμενα στοιχεία το αμερικανικό νόμισμα δεν είναι ανατιμημένο ή τουλάχιστον δεν έχει ενισχυθεί σε επίπεδα που επιβάλλον μια νέα διεθνή συμφωνία υποτίμησης του.
Από την άλλη πλευρά γνωρίζοντας ότι το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου των ΗΠΑ τον Μάρτιο του 2025 έφτασε τα 140,5 δις δολάρια πράγμα που συνιστά ιστορικό ρεκόρ ή ότι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών κατά το 2024 έφτασε στα επίπεδα του 3,9% δηλαδή σε επίπεδα υψηλότερα της περιόδου 1983-1987 τότε θα ήταν υποκριτικό να μην δεχόμαστε ότι υπάρχει πρόβλημα.
Πρόβλημα υπάρχει και είναι μεγάλο, πρόβλημα που εν μέρει οφείλεται στο παγκόσμιο ρόλο του δολαρίου, πρόβλημα που μπορεί να περιοριστεί όμως με την διεθνή συνεργασία, όχι σε επίπεδο αναπροσαρμογής των ισοτιμιών αλλά σε επίπεδο αποδοχής των χωρών που έχουν πλεονάσματα να ενισχύσουν την εγχώρια ζήτηση τους διευρύνοντας τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα.
Βλέποντας με νηφάλιο τρόπο τους προσδιοριστικούς παράγοντες που συμβάλουν στην εξωτερική αξία ενός νομίσματος και κυρίως γνωρίζοντας ότι σε βάθος χρόνου αυτό που καθορίζει κυρίως την αξία ενός νομίσματος είναι το επιτόκιο σήμερα παρατηρούμε ότι το επιτόκιο του δολαρίου είναι στο 4,5% και των βασικών του εμπορικών εταίρων στο 3,0% για την Κίνα, στο 2,75% για τον Καναδά και 8,0% για το Μεξικό.

Lekkas3_1.JPG

Οι επιτοκιακές συνθήκες που είχαν προηγηθεί της συμφωνίας της Plaza ήταν πρωτόγνωρες για τα διεθνή δεδομένα.
Το 1979 ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ ήταν 11% , το επόμενο έτος 13% και στα μέσα του 1983 ήταν 2,5%.
Τι οδήγησε στην πτώση του; Απλά η στιβαρή πολιτική του προέδρου της Κεντρικής Τράπεζα Πόλ Βόλκερ ο οποίος αύξησε τα επιτόκια έως το 20% το 1980, βέβαια με σημαντικές απώλειες, όπως ύφεση , ανεργία στο 10% στα τέλη του 1982, αύξηση της αξίας του δολαρίου και εξ αυτού μείωση των εξαγωγών.
Η συναλλαγματική στρέβλωση οδήγησε το δείκτη ισχύος του δολαρίου στα μεγαλύτερα ιστορικά επίπεδα των 131,6 μονάδων κατά τον Μάρτιο του 1985 όμως αυτό το αποτέλεσμα δεν οφείλονταν στα εξωτερικά ελλείμματα αλλά στην αύξηση του επιτοκίου σε εξωπραγματικά επίπεδα.
Σήμερα, Μεξικό, Κίνα και Καναδάς αποτελούν την ρίζα του κακού και οφείλουν να συνεργαστούν όπως συνεργάστηκαν την δεκαετία του ΄80 η Ιαπωνία που κυριαρχούσε στο παγκόσμιο εμπόριο και η Γερμανία.
Εάν δούμε ιστορικά το θέμα και τα αποτέλεσμα της Plaza τότε θα διαπιστώσουμε ότι παρά την υποτίμηση του μάρκου την περίοδο της συμφωνίας τα πλεονάσματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας όχι μόνο δεν μειώθηκαν αλλά και αυξήθηκαν, ενώ παρά την υποτίμηση του Γιέν τα πλεονάσματα της Ιαπωνίας δεν μετατράπηκαν σε ελλείμματα, απλά περιορίστηκαν.
Αυτό δείχνει ότι μόνο οι αναδιατάξεις σε επίπεδο ισοτιμιών δεν λύνουν ο πρόβλημα εάν δεν συνδυαστούν με μια σειρά ουσιαστικών παρεμβάσεων στο εσωτερικό των χωρών με τα υψηλά πλεονάσματα.
Πόσο μάλλον όταν αντί ανατίμησης παρατηρείται υποτίμηση των νομισμάτων των σημαντικότερων εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ όπως με το Πέσο του Μεξικού, το οποίο από τα επίπεδα των 24,9 πέσων ανά δολάριο που καταγράφονταν  προ 5ετίας βρίσκεται σήμερα κοντά  στα 18,45 πέσο ενώ είχε βρεθεί και χαμηλότερα στα επίπεδα των 16,53 πέσων τον Απρίλιο του 2024 , καταγράφοντας μια ανατίμηση  της τάξεως του 35% περίπου από τα προ 5ετιας επίπεδα η οποία όμως από τα χαμηλότερα επίπεδα του Απριλίου 2024 έχει αναστραφεί σε υποτίμηση της τάξεως του 10,4%.
Η κοινή προσέγγιση των προβλημάτων είναι βασική προϋπόθεση επίλυσης τους, με τις  ΗΠΑ να οφείλουν απάντηση στο γιατί τα επιτόκια τους είναι από τα υψηλοτέρα διεθνώς και τα μεγαλύτερα της τελευταίας δεκαετίας.
Οι ευθύνες τους στην δημοσιονομική εκτροπή είναι μεγάλες όπως και στο ότι αρέσκονται να εξυπηρετούν τα συμφέροντα της χρηματοοικονομικής ελίτ που επωφελείται από την άνοδο του δολαρίου.
Το αμερικανικό νόμισμα με την αποθεματική του διάσταση σαφέστατα δημιουργεί ελλείμματα στο εξωτερικό ισοζύγιο, αυτό δεν μπορεί να αλλάξει, είναι το πεπρωμένο των αποθεματικών νομισμάτων και το τίμημα που πληρώνουν οι χώρες που το εκδίδουν.
Εκείνο που μπορεί να αλλάξει είναι η νοοτροπία της εσωτερικής σπατάλης και της κακώς εννοούμενης υπεροχής στην βάση του νομίσματος που χρησιμοποιείται διεθνώς για τις παγκόσμιες συναλλαγές.
Οι ευθύνες του εκτροχιασμού των εξωτερικών ελλειμμάτων των ΗΠΑ πέρα από ένα σημείο είναι αποκλειστικά αποτέλεσμα ενός καταστροφικά ενδημικού χειρισμού του τρόπου δηλαδή που αντιλαμβάνονται την πρωτοκαθεδρία στην παγκόσμια οικονομική και γεωπολιτική σκηνή.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης