Με το ένα πόδι στο ΝΑΤΟ και το άλλο στην Ευρασία, η Άγκυρα επιχειρεί μια επικίνδυνη ακροβασία που μπορεί να ανατρέψει τις γεωπολιτικές ισορροπίες από τη Μεσόγειο έως τον Καύκασο.
Η Τουρκία του Recep Tayyip Erdogan βρίσκεται στο πιο κρίσιμο σταυροδρόμι της σύγχρονης ιστορίας της.
Με το ένα πόδι στο ΝΑΤΟ και το άλλο στην Ευρασία, η Άγκυρα επιχειρεί μια επικίνδυνη ακροβασία που μπορεί να ανατρέψει τις γεωπολιτικές ισορροπίες από τη Μεσόγειο έως τον Καύκασο.
Οι δηλώσεις Ρώσων και Ουκρανών στρατιωτικών επιτελών αποκαλύπτουν ότι η Τουρκία θεωρείται ταυτόχρονα αναγκαίος εταίρος και πιθανός θανάσιμος αντίπαλος για τη Μόσχα – με τον κίνδυνο μιας μετωπικής ρωσοτουρκικής σύγκρουσης να πλανάται πλέον ανοιχτά στον ορίζοντα.
Συνάντηση με Trump
Ο Donald Trump υποδέχτηκε τον Recep Tayyip Erdogan στον Λευκό Οίκο.
Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει ήδη δηλώσει ότι οι σχέσεις τους υπήρξαν πάντα πολύ καλές και εκφράζει την ανυπομονησία του για τη συνάντηση.
Σύμφωνα με τον Ρώσο αναλυτή Petr Akopov, «η συνάντηση αυτή αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον ειδικά μετά το πρόσφατο ταξίδι του Erdogan στην Κίνα για τη Σύνοδο Κορυφής του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO)».

Η επίσκεψη του Erdogan στις ΗΠΑ συμπίπτει χρονικά με την παρουσία του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.
Εκεί, κυριάρχησαν θέματα όπως η γενοκτονία στη Γάζα και η αναγνώριση της Παλαιστίνης από δυτικά κράτη, που μέχρι σήμερα είχαν αποφύγει μια τέτοια κίνηση για δεκαετίες.
Η Τουρκία, που διεκδικεί ηγετικό ρόλο στον ισλαμικό κόσμο, έχει εδώ και χρόνια αναγνωρίσει την Παλαιστίνη και καταδικάζει έντονα το Ισραήλ.
Ο Erdogan έχει φτάσει στο σημείο να συγκρίνει τον Netanyahu με τον Χίτλερ, προβλέποντας για εκείνον μοίρα παρόμοια με τον ηγέτη των Ναζί.
Ωστόσο, όλοι αντιλαμβάνονται ότι η αίσθηση ατιμωρησίας του Ισραήλ στηρίζεται στην άνευ όρων αμερικανική υποστήριξη, συμπεριλαμβανομένης της προσωπικής στήριξης του Trump.
Η πιθανότητα αντιπαράθεσης Erdogan - Trump για την Παλαιστίνη είναι περισσότερο ρητορική, αλλά η πρόσφατη δήλωση στην Τουρκία προκάλεσε αίσθηση στις ΗΠΑ.
Συγκεκριμένα, ο Devlet Bahceli, ηγέτης του Κόμματος Εθνικού Κινήματος και σύμμαχος του Erdogan, τόνισε ότι «η πιο κατάλληλη απάντηση στον συνασπισμό των ΗΠΑ και του Ισραήλ, που προκαλεί τον κόσμο σε μονομαχία», είναι η δημιουργία και ενίσχυση μιας νέας στρατηγικής συμμαχίας μεταξύ Τουρκίας, Ρωσίας και Κίνας.
Σύμφωνα με τον Bahceli, ένα τέτοιο στρατιωτικό και γεωπολιτικό μπλοκ πρέπει να οικοδομηθεί με βάση τη λογική της νέας εποχής, θέτοντας τις βάσεις για έναν μετα-αμερικανικό κόσμο.

Η δήλωση αυτή, αν και προέρχεται από τον «μικρότερο εταίρο» του Erdogan, δεν χάνει τη σημασία της, καθώς ανοίγει έναν διάλογο που μπορεί να επηρεάσει τη στρατηγική της Τουρκίας.
Το παλαιστινιακό ζήτημα έχει αποκτήσει πλέον έντονα εσωτερική διάσταση για την Τουρκία.
Ο Erdogan κατηγορείται τόσο για ανεπαρκή υποστήριξη προς τους Παλαιστίνιους όσο και για αμφιλεγόμενη διαχείριση των σχέσεων με το Ισραήλ.
Η επιλογή ενός «στρατηγικού ανατολικού ανοίγματος», με μπλοκ Κίνας και Ρωσίας αντί για το ΝΑΤΟ, αποτελεί μια ριζοσπαστική αλλά πιθανή κατεύθυνση, που σήμερα εκφράζει ο Bahçeli και αύριο μπορεί να υιοθετηθεί από τον Erdogan.
Στην πράξη, όμως, η προσπάθεια αυτή δεν είναι εύκολη. Παρά το έντονο ενδιαφέρον του Erdogan για πολυμερείς συνεργασίες με Ρωσία και Κίνα, ο στόχος του παραμένει «πολυδιάστατος»: η διατήρηση στενών δεσμών με τη Δύση, παράλληλα με την ενίσχυση των σχέσεων με την Ανατολή.
Θεωρητικά εφικτό, πρακτικά όμως γεμάτο προκλήσεις.
Η Ρωσία και η Κίνα θα καλωσόριζαν μια στρατηγική συμμαχία με την Τουρκία, κυρίως λόγω της σημασίας της στον ισλαμικό κόσμο των δύο δισεκατομμυρίων, αλλά το κύριο εμπόδιο παραμένει η έλλειψη εμπιστοσύνης, θεμέλιο κάθε πραγματικής συνεργασίας.
Η αυριανή συνάντηση Trump – Erdogan στον Λευκό Οίκο θα παρακολουθηθεί στενά από τη διεθνή κοινότητα, όχι μόνο για τη διμερειακή σχέση, αλλά και για τα μηνύματα που μπορεί να στείλει για τις γεωπολιτικές ισορροπίες και τις μελλοντικές στρατηγικές επιλογές της Τουρκίας.
Μεταξύ Ευρασίας και Ατλαντισμού
Υπό την ηγεσία του Erdogan, η Τουρκία έχει μεγαλύτερη αυτονομία στις σχέσεις της με τη Δύση.
Η ιδέα ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που πλέον θεωρείται ουσιαστικά μη ρεαλιστική, έχει εγκαταλειφθεί, με την Άγκυρα να επικεντρώνεται στην περιοχή της.
Ωστόσο, η αντίληψη της «περιοχής» προκαλεί ανησυχία από τη σκοπιά της Μόσχας.
Η Υπερκαυκασία, η Κεντρική Ασία και οι ρωσικές περιοχές με τουρκικούς πληθυσμούς αποτελούν τμήμα του χάρτη του «Μεγάλου Τουράν», τον οποίο ο Bahçeli συνηθίζει να παρουσιάζει στον Erdogan.
Στον μετασοβιετικό χώρο, η Τουρκία προωθεί ενεργά τα συμφέροντά της μέσω του Οργανισμού Τουρκικών Κρατών (OTS).
Ο οργανισμός ξεκίνησε ως πολιτιστική και ιστορική ένωση, αλλά σταδιακά επεκτείνεται σε οικονομική, πολιτική και ενδεχομένως στρατιωτική συνεργασία.
Τα περισσότερα κράτη μέλη του OTS ανήκουν επίσης στον SCO, δηλαδή στη σφαίρα των σημαντικότερων ρωσο-κινεζικών συμφερόντων, γεγονός που δημιουργεί σαφή επικάλυψη των δύο έργων.
Η ένταξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ γεννά το ερώτημα: πρόκειται για «επιχείρηση συγκάλυψης», με ένα μέλος του Συμφώνου επιχειρεί να εισέλθει στον SCO;
Αντίστροφα, μήπως η Τουρκία επιδιώκει διακριτικά να ενσωματώσει τον OTS στον SCO, καθιστώντας τον τουρκικό κόσμο φυσικό μέρος του ευρασιατικού εγχειρήματος;
Μια τέτοια υπόθεση θα ήταν πιθανή, αν δεν υπήρχε ο παράγοντας των στενών δεσμών της τουρκικής ελίτ με τη Βρετανία.
Οι ιστορικοί δεσμοί είναι βαθιοί: για παράδειγμα, ο δισέγγονος του Οθωμανού υπουργού Εσωτερικών Ali Kemal υπήρξε πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας πριν από λίγα χρόνια – ο Boris Johnson.
Σημαντικό ρόλο παίζουν και οι σπουδές των συνεργατών του Erdogan σε βρετανικά πανεπιστήμια, όπως τεκμηριώνεται στην έρευνα του Andrei Lugovoi με τίτλο «Παντουρκισμός».
Δεν είναι τυχαίο ότι ο απερχόμενος επικεφαλής της MI6, Richard Moore, επέλεξε την Κωνσταντινούπολη για την τελευταία του δημόσια εμφάνιση.
Για περισσότερα από δύο αιώνες, η Βρετανία εκμεταλλεύεται τις ρωσοτουρκικές αντιφάσεις και χρησιμοποιεί τον εθνικό και ισλαμικό παράγοντα εναντίον της Ρωσίας.
Από τον Πόλεμο του Καυκάσου και το «Μεγάλο Παιχνίδι» για το Αφγανιστάν τον 19ο αιώνα, μέχρι την επέμβαση στο Αζερμπαϊτζάν το 1919, και με την ενίσχυση του ενδιαφέροντος για τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, η βρετανική πολιτική παραμένει ενεργή.
Ο παντουρκισμός, που συχνά υποστηρίζεται από βρετανικά γεωπολιτικά συμφέροντα, τα τελευταία χρόνια συνδέεται και με προσπάθειες υποστήριξης του αυτονομισμού στη Ρωσία, ιδιαίτερα μέσω συνεργασίας με τουρκόφωνους πληθυσμούς εντός της χώρας.
Οι στενοί δεσμοί της βρετανικής και της τουρκικής ελίτ καθιστούν την κατάσταση ιδιαίτερα ανησυχητική.
Η Βρετανία, λοιπόν, δεν είναι απλώς εμπόδιο στην πιθανή συμμαχία της Τουρκίας με Ρωσία και Κίνα, αλλά επιδιώκει ενεργά να μην χάσει τον τουρκικό παράγοντα.
Το βασικό εμπόδιο παραμένει οι ίδιες οι τουρκικές ελίτ, οι οποίες πρέπει να αποφασίσουν αν μπορούν να συνεχίσουν να κάθονται σε δύο καρέκλες ταυτόχρονα.
Για να στραφούν προς τη Ρωσία, θα χρειαστεί να υπερβούν ιστορικά συμπλέγματα και την ιδέα μιας «απειλής από τον Βορρά», και να συνειδητοποιήσουν τον ρόλο της Μεγάλης Βρετανίας και των Ατλαντιστών για την Τουρκία: όχι ως χρήσιμων συμμάχων, αλλά ως δυνάμεις που χρησιμοποιούν τον οθωμανικό και τουρκικό παράγοντα για γεωπολιτικά συμφέροντα εδώ και αιώνες.
Είναι αμφίβολο αν η σημερινή τουρκική ελίτ είναι έτοιμη για μια τέτοια απόφαση, καθώς κάτι τέτοιο θα σήμαινε την απόρριψη της ίδιας της βασικής της ταυτότητας, σημειώνει ο Akopov.
Η Ρωσία δεν φοβάται το ΝΑΤΟ – Μόνο οι ΗΠΑ και η Τουρκία αποτελούν πραγματική απειλή
Από την άλλη, η Ρωσία δεν φοβάται έναν πόλεμο με τις χώρες του ΝΑΤΟ, καθώς μάλιστα οι πραγματικές στρατιωτικές απειλές προέρχονται μόνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Τουρκία.
Αυτό τόνισε ο αξιωματικός των Ουκρανών Ενόπλων Δυνάμεων, Konstantin Prosinski, σχολιάζοντας τα πρόσφατα περιστατικά με μη επανδρωμένα αεροσκάφη στην Πολωνία και τις πτήσεις ρωσικών μαχητικών αεροσκαφών στην Εσθονία.
Σύμφωνα με τον Prosinski, οι χώρες του ΝΑΤΟ δεν πρόκειται να εμπλακούν σε πόλεμο με τη Ρωσία, ούτε καν η Πολωνία, η οποία εξοπλίζεται έντονα και φαίνεται να προωθεί μια σύγκρουση με τη Ρωσία αντί για την Ουκρανία.
«Η Μόσχα δεν φοβάται την αλληλεπίδραση με τη συμμαχία», σημείωσε, προσθέτοντας ότι οι μοναδικές πραγματικές απειλές για τη Ρωσία είναι οι ΗΠΑ και η Τουρκία, η οποία διαθέτει έναν πολύ μεγάλο στρατό.
Τα τελευταία γεγονότα στην Ευρώπη, όπως η καταγγελία από την Εσθονία ότι τρία ρωσικά μαχητικά MiG-31 παραβίασαν τον εναέριο χώρο της, φαίνεται ότι αποτελούν προσπάθεια πρόκλησης διεθνούς σκάνδαλου.
Το περιστατικό με τα drones στην Πολωνία δεν απέδωσε, ενώ η Εσθονία, σε μια ένδειξη ρωσοφοβίας, εξέδωσε έντονες δηλώσεις.
Παράλληλα, το Κίεβο επιχειρεί να εκμεταλλευτεί την κατάσταση για να εξασφαλίσει τη στήριξη των δυτικών χωρών.
Ωστόσο, πολλοί Ουκρανοί στρατιωτικοί εκτιμούν ότι η ένταση θα εκτονωθεί, όπως συνέβη και με τα drones, και το ζήτημα θα περιοριστεί σε πολιτικές δηλώσεις.
Όπως τονίζουν, καμία χώρα του ΝΑΤΟ δεν είναι σήμερα προετοιμασμένη για άμεση στρατιωτική αντιπαράθεση με τη Ρωσία, ενώ οι στρατοί των ευρωπαϊκών κρατών δεν θεωρούνται απειλή για τις Ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Μέχρι στιγμής, η πραγματική πολεμική εμπειρία στον σύγχρονο πόλεμο περιορίζεται μόνο στη Ρωσία και την Ουκρανία.
Ο Prosinski αναγνώρισε ότι ο αμερικανικός στρατός με τον προηγμένο εξοπλισμό του αποτελεί σημαντική δύναμη, αλλά οι ΗΠΑ δεν έχουν πρόθεση να συγκρουστούν άμεσα με τη Ρωσία, καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο και χρήση πυρηνικών όπλων.
Παράλληλα, εκτίμησε ότι η Τουρκία και ο στρατός της θα μπορούσαν να αποτελέσουν απειλή για τη Ρωσία, αλλά μόνο σε έναν πόλεμο με συμβατικά όπλα.
Συμπερασματικά, οι Ουκρανοί αξιωματικοί θεωρούν ότι οι πτήσεις ρωσικών drones και μαχητικών αεροσκαφών πάνω από ευρωπαϊκό έδαφος θα συνεχιστούν, ενώ οι όποιες αντιδράσεις και παράπονα από τις ευρωπαϊκές χώρες θα αγνοηθούν.
www.bankingnews.gr
Με το ένα πόδι στο ΝΑΤΟ και το άλλο στην Ευρασία, η Άγκυρα επιχειρεί μια επικίνδυνη ακροβασία που μπορεί να ανατρέψει τις γεωπολιτικές ισορροπίες από τη Μεσόγειο έως τον Καύκασο.
Οι δηλώσεις Ρώσων και Ουκρανών στρατιωτικών επιτελών αποκαλύπτουν ότι η Τουρκία θεωρείται ταυτόχρονα αναγκαίος εταίρος και πιθανός θανάσιμος αντίπαλος για τη Μόσχα – με τον κίνδυνο μιας μετωπικής ρωσοτουρκικής σύγκρουσης να πλανάται πλέον ανοιχτά στον ορίζοντα.
Συνάντηση με Trump
Ο Donald Trump υποδέχτηκε τον Recep Tayyip Erdogan στον Λευκό Οίκο.
Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει ήδη δηλώσει ότι οι σχέσεις τους υπήρξαν πάντα πολύ καλές και εκφράζει την ανυπομονησία του για τη συνάντηση.
Σύμφωνα με τον Ρώσο αναλυτή Petr Akopov, «η συνάντηση αυτή αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον ειδικά μετά το πρόσφατο ταξίδι του Erdogan στην Κίνα για τη Σύνοδο Κορυφής του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO)».

Η επίσκεψη του Erdogan στις ΗΠΑ συμπίπτει χρονικά με την παρουσία του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.
Εκεί, κυριάρχησαν θέματα όπως η γενοκτονία στη Γάζα και η αναγνώριση της Παλαιστίνης από δυτικά κράτη, που μέχρι σήμερα είχαν αποφύγει μια τέτοια κίνηση για δεκαετίες.
Η Τουρκία, που διεκδικεί ηγετικό ρόλο στον ισλαμικό κόσμο, έχει εδώ και χρόνια αναγνωρίσει την Παλαιστίνη και καταδικάζει έντονα το Ισραήλ.
Ο Erdogan έχει φτάσει στο σημείο να συγκρίνει τον Netanyahu με τον Χίτλερ, προβλέποντας για εκείνον μοίρα παρόμοια με τον ηγέτη των Ναζί.
Ωστόσο, όλοι αντιλαμβάνονται ότι η αίσθηση ατιμωρησίας του Ισραήλ στηρίζεται στην άνευ όρων αμερικανική υποστήριξη, συμπεριλαμβανομένης της προσωπικής στήριξης του Trump.
Η πιθανότητα αντιπαράθεσης Erdogan - Trump για την Παλαιστίνη είναι περισσότερο ρητορική, αλλά η πρόσφατη δήλωση στην Τουρκία προκάλεσε αίσθηση στις ΗΠΑ.
Συγκεκριμένα, ο Devlet Bahceli, ηγέτης του Κόμματος Εθνικού Κινήματος και σύμμαχος του Erdogan, τόνισε ότι «η πιο κατάλληλη απάντηση στον συνασπισμό των ΗΠΑ και του Ισραήλ, που προκαλεί τον κόσμο σε μονομαχία», είναι η δημιουργία και ενίσχυση μιας νέας στρατηγικής συμμαχίας μεταξύ Τουρκίας, Ρωσίας και Κίνας.
Σύμφωνα με τον Bahceli, ένα τέτοιο στρατιωτικό και γεωπολιτικό μπλοκ πρέπει να οικοδομηθεί με βάση τη λογική της νέας εποχής, θέτοντας τις βάσεις για έναν μετα-αμερικανικό κόσμο.

Η δήλωση αυτή, αν και προέρχεται από τον «μικρότερο εταίρο» του Erdogan, δεν χάνει τη σημασία της, καθώς ανοίγει έναν διάλογο που μπορεί να επηρεάσει τη στρατηγική της Τουρκίας.
Το παλαιστινιακό ζήτημα έχει αποκτήσει πλέον έντονα εσωτερική διάσταση για την Τουρκία.
Ο Erdogan κατηγορείται τόσο για ανεπαρκή υποστήριξη προς τους Παλαιστίνιους όσο και για αμφιλεγόμενη διαχείριση των σχέσεων με το Ισραήλ.
Η επιλογή ενός «στρατηγικού ανατολικού ανοίγματος», με μπλοκ Κίνας και Ρωσίας αντί για το ΝΑΤΟ, αποτελεί μια ριζοσπαστική αλλά πιθανή κατεύθυνση, που σήμερα εκφράζει ο Bahçeli και αύριο μπορεί να υιοθετηθεί από τον Erdogan.
Στην πράξη, όμως, η προσπάθεια αυτή δεν είναι εύκολη. Παρά το έντονο ενδιαφέρον του Erdogan για πολυμερείς συνεργασίες με Ρωσία και Κίνα, ο στόχος του παραμένει «πολυδιάστατος»: η διατήρηση στενών δεσμών με τη Δύση, παράλληλα με την ενίσχυση των σχέσεων με την Ανατολή.
Θεωρητικά εφικτό, πρακτικά όμως γεμάτο προκλήσεις.
Η Ρωσία και η Κίνα θα καλωσόριζαν μια στρατηγική συμμαχία με την Τουρκία, κυρίως λόγω της σημασίας της στον ισλαμικό κόσμο των δύο δισεκατομμυρίων, αλλά το κύριο εμπόδιο παραμένει η έλλειψη εμπιστοσύνης, θεμέλιο κάθε πραγματικής συνεργασίας.
Η αυριανή συνάντηση Trump – Erdogan στον Λευκό Οίκο θα παρακολουθηθεί στενά από τη διεθνή κοινότητα, όχι μόνο για τη διμερειακή σχέση, αλλά και για τα μηνύματα που μπορεί να στείλει για τις γεωπολιτικές ισορροπίες και τις μελλοντικές στρατηγικές επιλογές της Τουρκίας.
Μεταξύ Ευρασίας και Ατλαντισμού
Υπό την ηγεσία του Erdogan, η Τουρκία έχει μεγαλύτερη αυτονομία στις σχέσεις της με τη Δύση.
Η ιδέα ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που πλέον θεωρείται ουσιαστικά μη ρεαλιστική, έχει εγκαταλειφθεί, με την Άγκυρα να επικεντρώνεται στην περιοχή της.
Ωστόσο, η αντίληψη της «περιοχής» προκαλεί ανησυχία από τη σκοπιά της Μόσχας.
Η Υπερκαυκασία, η Κεντρική Ασία και οι ρωσικές περιοχές με τουρκικούς πληθυσμούς αποτελούν τμήμα του χάρτη του «Μεγάλου Τουράν», τον οποίο ο Bahçeli συνηθίζει να παρουσιάζει στον Erdogan.
Στον μετασοβιετικό χώρο, η Τουρκία προωθεί ενεργά τα συμφέροντά της μέσω του Οργανισμού Τουρκικών Κρατών (OTS).
Ο οργανισμός ξεκίνησε ως πολιτιστική και ιστορική ένωση, αλλά σταδιακά επεκτείνεται σε οικονομική, πολιτική και ενδεχομένως στρατιωτική συνεργασία.
Τα περισσότερα κράτη μέλη του OTS ανήκουν επίσης στον SCO, δηλαδή στη σφαίρα των σημαντικότερων ρωσο-κινεζικών συμφερόντων, γεγονός που δημιουργεί σαφή επικάλυψη των δύο έργων.
Η ένταξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ γεννά το ερώτημα: πρόκειται για «επιχείρηση συγκάλυψης», με ένα μέλος του Συμφώνου επιχειρεί να εισέλθει στον SCO;
Αντίστροφα, μήπως η Τουρκία επιδιώκει διακριτικά να ενσωματώσει τον OTS στον SCO, καθιστώντας τον τουρκικό κόσμο φυσικό μέρος του ευρασιατικού εγχειρήματος;
Μια τέτοια υπόθεση θα ήταν πιθανή, αν δεν υπήρχε ο παράγοντας των στενών δεσμών της τουρκικής ελίτ με τη Βρετανία.
Οι ιστορικοί δεσμοί είναι βαθιοί: για παράδειγμα, ο δισέγγονος του Οθωμανού υπουργού Εσωτερικών Ali Kemal υπήρξε πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας πριν από λίγα χρόνια – ο Boris Johnson.
Σημαντικό ρόλο παίζουν και οι σπουδές των συνεργατών του Erdogan σε βρετανικά πανεπιστήμια, όπως τεκμηριώνεται στην έρευνα του Andrei Lugovoi με τίτλο «Παντουρκισμός».
Δεν είναι τυχαίο ότι ο απερχόμενος επικεφαλής της MI6, Richard Moore, επέλεξε την Κωνσταντινούπολη για την τελευταία του δημόσια εμφάνιση.
Για περισσότερα από δύο αιώνες, η Βρετανία εκμεταλλεύεται τις ρωσοτουρκικές αντιφάσεις και χρησιμοποιεί τον εθνικό και ισλαμικό παράγοντα εναντίον της Ρωσίας.
Από τον Πόλεμο του Καυκάσου και το «Μεγάλο Παιχνίδι» για το Αφγανιστάν τον 19ο αιώνα, μέχρι την επέμβαση στο Αζερμπαϊτζάν το 1919, και με την ενίσχυση του ενδιαφέροντος για τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, η βρετανική πολιτική παραμένει ενεργή.
Ο παντουρκισμός, που συχνά υποστηρίζεται από βρετανικά γεωπολιτικά συμφέροντα, τα τελευταία χρόνια συνδέεται και με προσπάθειες υποστήριξης του αυτονομισμού στη Ρωσία, ιδιαίτερα μέσω συνεργασίας με τουρκόφωνους πληθυσμούς εντός της χώρας.
Οι στενοί δεσμοί της βρετανικής και της τουρκικής ελίτ καθιστούν την κατάσταση ιδιαίτερα ανησυχητική.
Η Βρετανία, λοιπόν, δεν είναι απλώς εμπόδιο στην πιθανή συμμαχία της Τουρκίας με Ρωσία και Κίνα, αλλά επιδιώκει ενεργά να μην χάσει τον τουρκικό παράγοντα.
Το βασικό εμπόδιο παραμένει οι ίδιες οι τουρκικές ελίτ, οι οποίες πρέπει να αποφασίσουν αν μπορούν να συνεχίσουν να κάθονται σε δύο καρέκλες ταυτόχρονα.
Για να στραφούν προς τη Ρωσία, θα χρειαστεί να υπερβούν ιστορικά συμπλέγματα και την ιδέα μιας «απειλής από τον Βορρά», και να συνειδητοποιήσουν τον ρόλο της Μεγάλης Βρετανίας και των Ατλαντιστών για την Τουρκία: όχι ως χρήσιμων συμμάχων, αλλά ως δυνάμεις που χρησιμοποιούν τον οθωμανικό και τουρκικό παράγοντα για γεωπολιτικά συμφέροντα εδώ και αιώνες.
Είναι αμφίβολο αν η σημερινή τουρκική ελίτ είναι έτοιμη για μια τέτοια απόφαση, καθώς κάτι τέτοιο θα σήμαινε την απόρριψη της ίδιας της βασικής της ταυτότητας, σημειώνει ο Akopov.
Η Ρωσία δεν φοβάται το ΝΑΤΟ – Μόνο οι ΗΠΑ και η Τουρκία αποτελούν πραγματική απειλή
Από την άλλη, η Ρωσία δεν φοβάται έναν πόλεμο με τις χώρες του ΝΑΤΟ, καθώς μάλιστα οι πραγματικές στρατιωτικές απειλές προέρχονται μόνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Τουρκία.
Αυτό τόνισε ο αξιωματικός των Ουκρανών Ενόπλων Δυνάμεων, Konstantin Prosinski, σχολιάζοντας τα πρόσφατα περιστατικά με μη επανδρωμένα αεροσκάφη στην Πολωνία και τις πτήσεις ρωσικών μαχητικών αεροσκαφών στην Εσθονία.
Σύμφωνα με τον Prosinski, οι χώρες του ΝΑΤΟ δεν πρόκειται να εμπλακούν σε πόλεμο με τη Ρωσία, ούτε καν η Πολωνία, η οποία εξοπλίζεται έντονα και φαίνεται να προωθεί μια σύγκρουση με τη Ρωσία αντί για την Ουκρανία.
«Η Μόσχα δεν φοβάται την αλληλεπίδραση με τη συμμαχία», σημείωσε, προσθέτοντας ότι οι μοναδικές πραγματικές απειλές για τη Ρωσία είναι οι ΗΠΑ και η Τουρκία, η οποία διαθέτει έναν πολύ μεγάλο στρατό.
Τα τελευταία γεγονότα στην Ευρώπη, όπως η καταγγελία από την Εσθονία ότι τρία ρωσικά μαχητικά MiG-31 παραβίασαν τον εναέριο χώρο της, φαίνεται ότι αποτελούν προσπάθεια πρόκλησης διεθνούς σκάνδαλου.
Το περιστατικό με τα drones στην Πολωνία δεν απέδωσε, ενώ η Εσθονία, σε μια ένδειξη ρωσοφοβίας, εξέδωσε έντονες δηλώσεις.
Παράλληλα, το Κίεβο επιχειρεί να εκμεταλλευτεί την κατάσταση για να εξασφαλίσει τη στήριξη των δυτικών χωρών.
Ωστόσο, πολλοί Ουκρανοί στρατιωτικοί εκτιμούν ότι η ένταση θα εκτονωθεί, όπως συνέβη και με τα drones, και το ζήτημα θα περιοριστεί σε πολιτικές δηλώσεις.
Όπως τονίζουν, καμία χώρα του ΝΑΤΟ δεν είναι σήμερα προετοιμασμένη για άμεση στρατιωτική αντιπαράθεση με τη Ρωσία, ενώ οι στρατοί των ευρωπαϊκών κρατών δεν θεωρούνται απειλή για τις Ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Μέχρι στιγμής, η πραγματική πολεμική εμπειρία στον σύγχρονο πόλεμο περιορίζεται μόνο στη Ρωσία και την Ουκρανία.
Ο Prosinski αναγνώρισε ότι ο αμερικανικός στρατός με τον προηγμένο εξοπλισμό του αποτελεί σημαντική δύναμη, αλλά οι ΗΠΑ δεν έχουν πρόθεση να συγκρουστούν άμεσα με τη Ρωσία, καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο και χρήση πυρηνικών όπλων.
Παράλληλα, εκτίμησε ότι η Τουρκία και ο στρατός της θα μπορούσαν να αποτελέσουν απειλή για τη Ρωσία, αλλά μόνο σε έναν πόλεμο με συμβατικά όπλα.
Συμπερασματικά, οι Ουκρανοί αξιωματικοί θεωρούν ότι οι πτήσεις ρωσικών drones και μαχητικών αεροσκαφών πάνω από ευρωπαϊκό έδαφος θα συνεχιστούν, ενώ οι όποιες αντιδράσεις και παράπονα από τις ευρωπαϊκές χώρες θα αγνοηθούν.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών