Τελευταία Νέα
Ελλάδα

Credit Suisse: Οριακές οι πιθανότητες διάλυσης της ευρωζώνης – Οι τέσσερις παράγοντες που θα κρίνουν την ταχύτητα εξόδου από την κρίση – Τι θα συμβεί σε περίπτωση που τελικά υπάρξει ευρωπαϊκή διάσπαση

tags :
Credit Suisse: Οριακές οι πιθανότητες διάλυσης της ευρωζώνης – Οι τέσσερις παράγοντες που θα κρίνουν την ταχύτητα εξόδου από την κρίση – Τι θα συμβεί σε περίπτωση που τελικά υπάρξει ευρωπαϊκή διάσπαση
Μόλις στο 5% εκτιμά ότι είναι η πιθανότητα διάλυσης της ευρωζώνης η Credit Suisse, στην τελευταία 51σέλιδη σύντομη και αναθεωρημένη έκθεση της για το 2012, η οποία τιτλοφορείται «Surprises for 2012» (Εκπλήξεις για το 2012), στην οποία και αναλύει μεταξύ άλλων τις συνθήκες και τις προοπτικές της ευρωζώνης.
Σύμφωνα με τους αναλυτές της ελβετικής τράπεζας, αν και πολλοί σχολιαστές θεωρούν ότι η Ευρώπη έχει μπροστά της ένα πολύ δύσκολο 2012 λόγω του κινδύνου διάσπασης της, το κόστος μιας τέτοιας εξέλιξης είναι τόσο υψηλό που αποτελεί ένα ισχυρό κίνητρο ώστε οι ηγέτες να κάνουν αυτά που χρειάζεται για να μην συμβεί. Μάλιστα, το άμεσο κόστος για τον πυρήνα της Ευρώπης θα είναι περίπου 600 δις. ευρώ επιπλέον από το κόστος των διάσωση της περιφέρειας, ενώ το έμμεσο κόστος είναι υπερπολλαπλάσιο.
Η Credit Suisse ωστόσο, με το ποσοστό του 5% που δίνει, περιλαμβάνει και τον κίνδυνο να συμβεί, αφού μέσα σε μία ζώνη 17 χωρών, η οποία διαθέτει πάνω από 100 πολιτικά κόμματα, δεν είναι δύσκολο να υπάρξει κάποιο… ατύχημα. Δεν είναι μακριά στο παρελθόν η εμπειρία στις ΗΠΑ, όπου το καλοκαίρι έφτασε το δημόσιο κοντά στη στάση πληρωμών, με τα δύο μόλις κόμματα να μην μπορούν να συμφωνήσουν στην αύξηση του ορίου του χρέους.
Βραχυπρόθεσμα, σύμφωνα με την Credit Suisse, η λύση για την ευρωζώνη είναι είτε η οικονομική ανάπτυξη (η οποία καθιστά τη χρηματοδότηση του χρέους πολύ πιο εύκολο) ή, ελλείψει αυτής, η νομισματοποίηση του χρέους. Έχοντας όμως υπόψιν τις εκτιμήσεις για σημαντική επιβράδυνση της ανάπτυξης σχεδόν σε ολόκληρη την ευρωζώνη το 2012, η καλύτερη λύση για τη βιωσιμότητα της ζώνης του ευρώ είναι πραγματικά να μοιραστούν τα βάρη του χρέους μεταξύ των χωρών, αναφέρει η CS.
Βραχυπρόθεσμα, η αμοιβαιοποίηση του χρέους μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω είτε ποσοτικής χαλάρωσης και της αύξησης των αγορών κρατικού χρέους από την ΕΚΤ, είτε μέσω της ενίσχυσης των πράξεων επαναγοράς των κρατικών ομολόγων σε χαμηλότερες τιμές. Ωστόσο, κάθε μία από αυτές τις μορφές αλληλασφάλισης του χρέους ενδέχεται να είναι υπερβολικά αργή. Αν η ΕΚΤ ενεργεί ως Bundesbank, τότε το σχέδιο ποσοτικής χαλάρωσης μπορεί να αποδειχθεί αναποτελεσματικό, αφού τα υφεσιακά φαινόμενα εξελίσσονται πολύ πιο γρήγορα. Την ίδια ώρα, η ΕΚΤ εμφανίζεται απρόθυμη να εντείνει τις αγορές κρατικών ομολόγων μέχρι να υπάρξει αποτέλεσμα στην προσπάθεια δημοσιονομικής εξυγίανσης, ενώ σοβαρές εκκρεμότητες υπάρχουν και στην προσπάθειας βελτίωσης του συμφώνου σταθερότητας που στοχεύει στη δημοσιονομική εναρμόνιση.
Σε μακροπρόθεσμη βάση, η σταθερότητα της Ευρωζώνης θα απαιτήσει ισχυρότερη δημοσιονομική ενοποίηση, τελικά, με αποκορύφωμα την εισαγωγή ευρωομολόγων, αναφέρει η Credit Suisse. Αυτό βραχυπρόθεσμα θα μπορούσε να γίνει με μία απλή διακρατική συμφωνία, αλλά μακροπρόθεσμα θα απαιτούσε αλλαγή Συνθήκης. Οποιαδήποτε όμως τροποποίηση της Συνθήκης θα απαιτούσε τη διενέργεια δημοψηφισμάτων ή κοινοβουλευτική έγκριση σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Έτσι, σύμφωνα με την ελβετική επενδυτική, η επιβίωση της ζώνης του ευρώ θα εξαρτηθεί από τέσσερις βασικούς παράγοντες:
-Κατά πόσο μπορούν οι πολιτικές ηγεσίες στις αδύναμες χώρες της Ευρωζώνης μπορούν να προχωρήσουν στις απαραίτητες ενέργειες για τη δημοσιονομική τους προσαρμογής
-Ο βαθμός απώλειας της εθνικής κυριαρχίας. Σε βάθος χρόνου πρέπει οι χώρες να αποδεχτούν ότι οι ευρωπαϊκές αρχές πρέπει να αποφασίζουν σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες της (και τα πρόστιμα)
-Η εμφάνιση ακραίων πολιτικών κομμάτων
Για πρώτη φορά, υπάρχουν κάποιες φωνές στον πυρήνα της Ευρώπης που ζητεί την έξοδο από την Ευρωζώνη. Στη Γαλλία, η Μαρί Λεπέν του Εθνικού Μετώπου, ενώ και στις Κάτω Χώρες, η κυβέρνηση μειοψηφίας στηρίζεται στις ψήφους των αντιευρωπαϊστών Geert Wilders
-Ο αντίκτυπος μιας υποβάθμισης στον πυρήνα της Ευρώπης
Ακόμη και τα μέλη του πυρήνα της Ευρώπης έχουν ανησυχητικά βασικά οικονομικά μεγέθη. Το Βέλγιο έχει δημόσιο χρέος πάνω από 101% του ΑΕΠ και την πιο υπερτιμημένη αγορά ακινήτων στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ, η Γαλλία, η οποία έχει τη δεύτερη πιο κλειστή οικονομία της Ευρωζώνης μετά την Ελλάδα, έχει δημοσιονομικό έλλειμμα 6,4% του ΑΕΠ, και με συνολικό δημόσιο χρέος πάνω από 100% του ΑΕΠ το τρέχον έτος.
Εάν κάποια από τις προβληματικές χώρες οδηγήσει σε υποβαθμίσεις χωρών στον πυρήνα της Ευρώπης, δεν αποκλείεται να ξεκινήσει ένας κύκλος αμφισβητήσεων για την αξία της παραμονής στην ευρωζώνη. Εάν η Γερμανία, για παράδειγμα, υποβαθμιζόταν, η κοινή γνώμη θα στρεφόταν έναντι του ευρώ.
-Πώς το γερμανικό δημόσιο και κοινή γνώμη θα αντιδράσει όταν η ΕΚΤ ξεκινήσει ένα νέο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης;
Ο παραδοσιακός φόβος του πληθωρισμού είναι ακόμα εμφανής στη Γερμανία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αποδυνάμωση του ευρώ στις αρχές του 2010, η οποία βοήθησε στην ισχυρή ανάκαμψη της γερμανικής οικονομίας δεν έχει ακόμη εκτιμηθεί.

Συνέπειες διάσπασης του ευρώ

Αν η ευρωζώνη διασπαστεί τότε το άμεσο κόστος για να πυρήνας της Ευρώπης θα είναι 600 δις. ευρώ (δεδομένου ότι οι καθαρές υποχρεώσεις προς τρίτου είναι στο 100% του ΑΕΠ στην περιφέρεια της Ευρώπης, εκτός Ιταλίας, και ως εκ τούτου, πιθανή υποτίμηση κατά 50% του ευρωπαϊκού νομίσματος θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση αυτών των υποχρεώσεων σε 200% του ΑΕΠ και χρεοκοπία του μισού περίπου ιδιωτικού τομέα και των υποχρεώσεων της κυβέρνησης στον πυρήνα της Ευρώπης.
Η διαδικασία της διάσπασης θα είναι οδυνηρή καθώς:
(i)Θα παγώσουν οι καταθέσεις για μια μακρά χρονική περίοδο (στην περίπτωση της Αργεντινής, ήταν για ένα χρόνο) για να σταματήσει τη φυγή κεφαλαίων
(ii)Τα νέα νομίσματα θα υποτιμηθούν
(iii)Θα επιβληθούν έλεγχοι του εμπορίου στις περιφερειακές χώρες της Ευρώπης
(iv) το ΑΕΠ στην Ευρώπη θα μπορούσε εύκολα να μειωθεί κατά 5% έως 10%. Στην περίπτωση της Αργεντινής, το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 20%, ο πληθωρισμός αυξήθηκε στο 40% και αυτό ήταν σε μια οικονομία που το δημόσιο χρέος ήταν μόνο 50% περίπου του ΑΕΠ και η επίδραση του ιδιωτικού τομέα ήταν περίπου 25%.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης