«Η συμβολή μας για την πολιτική σταθερότητα παραμένει επιλογή του κόμματος μας. Η αποφυγή πρόωρων εκλογών είναι μια ανάγκη που πρώτη η Δημοκρατική Αριστερά ανέδειξε. Δε θέλαμε και δε θέλουμε να παρασύρουμε την Ελλάδα σε εκλογές και πάλι εκλογές. Σε αυτό παραμένουμε σταθεροί. Όπως όταν είμαστε στη κυβέρνηση έτσι και τώρα. Θέλουμε να δούμε την ίδια στάση ευθύνης από όλους. Όχι μόνο τώρα, αλλά και μετά το καλοκαίρι και κατόπιν».
Αυτό δήλωσε ο Φώτης Κουβέλης, μιλώντας στην συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της Δημοκρατικής Αριστεράς ενώ αναρωτιέται επίσης τι στάση θα κρατήσει το ΠΑΣΟΚ, όταν έρθουν στη Βουλή οι δύο προτάσεις νόμου για την ΕΡΤ και για το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, τις οποίες είχε συνυποβάλλει από κοινού με τη ΔΗΜΑΡ.
Αυτό δήλωσε ο Φώτης Κουβέλης, μιλώντας στην συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της Δημοκρατικής Αριστεράς ενώ αναρωτιέται επίσης τι στάση θα κρατήσει το ΠΑΣΟΚ, όταν έρθουν στη Βουλή οι δύο προτάσεις νόμου για την ΕΡΤ και για το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, τις οποίες είχε συνυποβάλλει από κοινού με τη ΔΗΜΑΡ.
Σύμφωνα με τον κ. Κουβέλη «με τη στήριξη και τη συμμετοχή μας στην κυβέρνηση δεν εκχωρήσαμε την αυτονομία μας και τις ενέργειές μας ούτε στον κ. Σαμαρά, ούτε στον κ. Βενιζέλο και στα κόμματά τους. Ότι κάναμε την τελευταία εβδομάδα είναι σε πλήρη, σε ευθεία αντιστοίχηση με τις προγραμματικές δεσμεύσεις μας.
Ότι ακριβώς λέγαμε τότε , τα ίδια, μέχρι κεραίας, λέμε τώρα». Αναφερόμενος στο μαύρο στις συχνότητες της ΕΡΤ επισημαίνει «Είναι η εικόνα που τραυμάτισε τη δημοκρατική νομιμότητα και εξέθεσε διεθνώς τη χώρα.
Λέγαμε ''Δε μπορεί μια κυβέρνηση να αποφασίζει μόνη της ερήμην των άλλων''.
Φτάσαμε, όμως, στο σημείο ο πρωθυπουργός όχι απλώς ερήμην των άλλων, αλλά ερήμην ΚΑΙ των ίδιων των κυβερνητικών εταίρων του, και μάλιστα παρά τη ρητή και κατηγορηματική αντίθεση των εταίρων, να εκδίδει πράξεις νομοθετικού περιεχομένου μόνο με τους υπουργούς της ΝΔ και να κλείνει εν μια νυκτί την ΕΡΤ.
Εν μια νυκτί, αλλά αυτή η νύκτα εξελίσσεται σε σκοτάδι διαρκείας. Τρεις εβδομάδες συμπληρώνονται τη Δευτέρα με μαύρες οθόνες.
Με αυταρχισμό όμως δεν προωθείς μεταρρύθμιση. Προκαλείς απορρύθμιση.
Δεν το λέγαμε μόνο εμείς.
Το διέτασσε το ίδιο το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Ακόμη και η απόφαση της προσωρινής διαταγής του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας να ενεργοποιηθούν οι συχνότητες, δεν έτυχε εφαρμογής. Το «μαύρο» είναι ακόμα στις οθόνες μας. Ποια νομιμότητα επιδεικνύουν και ποιο σεβασμό στην απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου της χώρας;».
«Το ζήτημα της ΕΡΤ είναι η κορυφή του παγόβουνου. Δεν πρέπει να ερμηνεύεται μεμονωμένα και αποκομμένα από ένα γενικότερο περιβάλλον σωρευτικά επαναλαμβανόμενων περιστατικών μονοκομματικής αυθαιρεσίας.
Σε πολλά και σημαντικά ζητήματα της ασκούμενης πολιτικής ο κ. Σαμαράς μετέτρεψε την τρικομματική κυβέρνηση σε μονοκομματική. Επιχείρησε ακόμη και σε θέματα που δεν ανήκουν στον πυρήνα των μνημονιακών δεσμεύσεων να βάλλει τη στενή ιδεολογικοπολιτική σφραγίδα της Νέας Δημοκρατίας. Διαμόρφωσε ένα περιβάλλον μη ισότιμων σχέσεων μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων.
Το πρόβλημα πλέον δεν ήταν τα επιμέρους πεδία εφαρμογής του κυβερνητικού έργου, αλλά η ίδια η δυσλειτουργία και το έλλειμμα βασικής συναντίληψης της συγκυβέρνησης.
Η συμπεριφορά αυτή αφορά και στον ''αντιρατσιστικό νόμο''. Λέγαμε τον Ιούνιο του 2012 στις προγραμματικές δηλώσεις μας:
''Η ελληνική κοινωνία έχει ανάγκη ενός νέου πλαισίου για την ασφάλεια των πολιτών και την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος, με όρους κοινωνίας, χωρίς ρατσισμούς και ξενοφοβίες''.
Όσα έγιναν και όσα δεν έγιναν με το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, που προώθησε ο Υπουργός Δικαιοσύνης Αντώνης Ρουπακιώτης, δείχνουν ότι εμείς στεκόμαστε με πλήρη συνέπεια στο γόνιμο έδαφος της απόκρουσης του ρατσισμού και της απομόνωσης του ναζισμού.
Αντίθετα , η στροφή της Ν.Δ. προς το ακροατήριο της Χρυσής Αυγής προκάλεσε την μετατόπιση της θέσης της από το δεν χρειάζεται ''αντιρατσιστικός νόμος'' στο να γίνουν , μετά τη διεθνή κατακραυγή , «νομοθετικές βελτιώσεις» του υφιστάμενου πλαισίου.
Με πλήρη συνέπεια αξιώσαμε να προωθηθούν νέοι θεσμοί. Το αντιρατσιστικό ήταν ένας τέτοιος θεσμός. Άλλοι χρησιμοποίησαν διχαστικούς τόνους. Άλλοι τον έστειλαν στις ελληνικές καλένδες.
Όμως και εδώ τα γραπτά μένουν. Και οι υπογραφές μένουν. Όλοι οι βουλευτές της ΔΗΜΑΡ και όλοι οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ έχουν βάλει την υπογραφή τους στην πρόταση νόμου Ρουπακιώτη. Και αυτή η πρόταση θα έλθει στη Βουλή. Και αυτή θα είναι άλλη μία στιγμή της αλήθειας.
Οι συσχετισμοί των δυνάμεων στη Βουλή είναι γνωστοί. Καμία πλειοψηφία, όμως, δε μπορεί να παραγράψει την ηθική στην πολιτική. Κανένα άθροισμα δεν κρύβει την ευθύνη για κάθε ένα κόμμα και για κάθε ένα βουλευτή ξεχωριστά».
Σύμφωνα με τον κ. Κουβέλη « Ο Αντώνης Μανιτάκης έδωσε τη μάχη της διοικητικής μεταρρύθμισης με προσήλωση στο κράτος δικαίου, με πρόγραμμα, λογική και κριτήρια. Αντίθετα, οι Υπουργοί της Νέας Δημοκρατίας που επόπτευαν τα Υπουργεία με τους περισσότερους εργαζόμενους, δεν έκαναν τίποτα για την προώθηση της μεταρρύθμισης και την προετοιμασία της κινητικότητας, ακριβώς για να μην ταράξουν το δικό τους σύστημα. Από κοινού οι βουλευτές της ΔΗΜΑΡ και του ΠΑΣΟΚ κατέθεσαν πρόταση νόμου για την καταψήφιση της πράξης νομοθετικού περιεχομένου για την ΕΡΤ- και μάλιστα με αναδρομικά αποτελέσματα – και πρόταση για τον αντιρατσιστικό νόμο. Αυτές οι προτάσεις βρίσκονται στη Βουλή. Όταν θα έρθουν για συζήτηση και ψηφοφορία τι θα κάνουν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ;
«Στον ένα χρόνο της συμμετοχής μας στην κυβέρνηση συμβάλλαμε στο να αποκρουστούν μέτρα, να αναδειχθεί η ανάγκη σύνδεσης της δημοσιονομικής προσαρμογής με την ανάπτυξη και να τεθεί για πρώτη φορά άμεσα το κοινωνικό ζήτημα. Πετύχαμε τη ρύθμιση , στη νέα συμφωνία που υπήρξε , να αναγνωριστεί ότι το 70% ενδεχόμενης υπερκάλυψης των δημοσιονομικών στόχων να κατευθύνεται στην κοινωνική πολιτική», σύμφωνα με τον κ. Κουβέλη.
Από την άλλη πλευρά, το κόστος που πλήρωσε η ελληνική κοινωνία είναι μεγάλο .
Μετά από πέντε συνεχόμενα χρόνια ύφεσης η κατάσταση των πολιτών είναι οριακή. Το 1,5 εκατομμύριο ανέργων συνιστά μια θλιβερή ευρωπαϊκή πρωτιά. Τα κενά στο σύστημα κοινωνικής προστασίας και το κοινωνικό κράτος διευρύνθηκαν. Το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα.
Το ζήτημα επομένως για την οικονομική πολιτική σήμερα είναι τούτο:
Τι θα κυριαρχήσει; Μια λογιστική προσέγγιση της οικονομίας, όπου το βάρος πέφτει αποκλειστικά στο δημοσιονομικό σκέλος, αδιαφορώντας για το κοινωνικό κόστος ή η αναδιάταξη των προτεραιοτήτων προκειμένου να ενισχυθεί η διάσταση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, της ανάπτυξης και της κοινωνικής προστασίας;
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, απαιτείται να ξαναδούμε το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, όχι τόσο σε ό,τι αφορά το ποσοτικό του σκέλος αλλά κυρίως σε ό,τι αφορά το ποιοτικό του. Η κυβέρνηση πρέπει να αξιοποιήσει τις δυνατότητες που τις δίνουν οι πρόσφατές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προκειμένου να εντάξει το κόστος από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών στους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς. Πρέπει επίσης να αξιοποιήσει τη συζήτηση που γίνεται σήμερα τόσο στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσο και στο Ευρωκοινοβούλιο, προκειμένου να πείσει ότι όταν δημοσιονομικοί στόχοι έρχονται σε πρόσκαιρη σύγκρουση με την ανάγκη μεταρρυθμίσεων η επιλογή πρέπει να είναι υπέρ των μεταρρυθμίσεων. Προκειμένου να πείσει ότι η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους αποτελεί άμεση προτεραιότητα η οποία δεν μπορεί να περιμένει.
Να το πούμε απλά. Το πρόγραμμα προσαρμογής δεν θα βγει οικονομικά και κοινωνικά και μετά θα αλλάξει. Αν δεν αλλάξει, δεν θα μπορέσει να οδηγήσει στην κάλυψη των δημοσιονομικών στόχων. Και βεβαίως πρέπει να γίνει σαφές ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για άλλες περικοπές μισθών, συντάξεων, επιδομάτων ή περαιτέρω φορολόγηση των εργαζομένων και των μικρομεσαίων. Οι επιπλέον πόροι μπορούν να προέλθουν μόνο μέσα από την ανάπτυξη και από την ενίσχυση της ζήτησης.
Αυτό που χρειάζεται τώρα η χώρα μας είναι ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα με τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, ώστε να υλοποιηθούν αναπτυξιακές παρεμβάσεις και επενδυτικές πρωτοβουλίες, που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας σε νέους τομείς και για νέους ανθρώπους. Ο στόχος μηδενισμού του ελλείμματος πρέπει να στηριχθεί σε ένα αναπτυξιακό κύμα με κινητοποίηση όλων των εσωτερικών δυνάμεων και με τη μόχλευση κεφαλαίων από το εξωτερικό. Σήμερα είναι όσο ποτέ άλλοτε αναγκαίο η δημοσιονομική εξυγίανση να συνοδευτεί με την αναπτυξιακή διαδικασία και τη λήψη μέτρων για την υποστήριξη της κοινωνικής συνοχής.
Οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται ο τόπος δεν πρέπει να παραμείνουν απλές διακηρύξεις κενές περιεχομένου. Κάποιες από αυτές έχουν ήδη ξεκινήσει, ενώ σε άλλες υπάρχουν καθυστερήσεις. Για μας η μάχη για τις μεταρρυθμίσεις αφορά και το προχώρημα τους αλλά και τον χαρακτήρα που θα έχουν. Δίνουμε τη μάχη ώστε οι μεταρρυθμίσεις να επαναθεμελιώσουν τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα και όχι να τα αφυδατώσουν. Με δεδομένη την υποστήριξη μας στις μεταρρυθμίσεις και την επιδίωξη να αποτελέσουμε δύναμη προώθησής τους, εργαζόμαστε ώστε αυτές να έχουν δημοκρατικό χαρακτήρα και στο περιεχόμενο αλλά και στη μορφή με την οποία θα προωθηθούν.
Σήμερα λοιπόν υποστηρίζουμε πως πρώτον πρέπει να αποφευχθούν πάση θυσία νέα μέτρα που θα περικόψουν το εισόδημα των πολιτών. Δεύτερον είναι απαραίτητη μία αναδιαπραγμάτευση σημείων του προγράμματος που θα λαμβάνει υπόψη τις αποδεδειγμένες αστοχίες του προγράμματος και θα διορθώνει τις λανθασμένες εκτιμήσεις. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν επίσημες παραδοχές αστοχιών, λανθασμένων εκτιμήσεων και αρνητικών επιπτώσεων και παρόλα αυτά να μην μεταβάλλεται το πρόγραμμα προσαρμογής στο ελάχιστο. Τρίτον είναι αναγκαία η κατάρτιση ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης που θα αντικαταστήσει το μνημόνιο στην πορεία του χρόνου, καθώς το μνημόνιο δεν θα είναι για πάντα εδώ. Είναι χρέος δικός μας, των Ελλήνων, να ετοιμάσουμε ένα σχέδιο για την μεταμνημονιακή Ελλάδα. Ένα σχέδιο όπου θα ενσωματώνει την πολυετή εμπειρία της οικονομικής κρίσης, θα αποκλείει την επανάληψη λαθών του παρελθόντος που μας οδήγησαν σε αυτή και θα βασίζεται σε ιδέες και προτάσεις προωθημένες που θα μεταβάλουν ριζικά την εικόνα της χώρας. Υπάρχουν διεθνώς παραδείγματα τέτοιων συλλογικών σχεδιασμών και προσπαθειών που είχαν ευτυχές τέλος.
Η χώρα πρέπει να δώσει τη μάχη για την παραμονή της στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Η ΔΗΜΑΡ θα είναι παρούσα σε αυτή τη μάχη με το δικό της διακριτό στίγμα. Δεν απομακρύνεται κατ' ελάχιστον από την πολιτική των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων. Δεν απομακρύνεται από την πολιτική αναζήτηση των λύσεων μέσα στην Ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Η παρουσία μας σε αυτήν την προσπάθεια θα είναι ενεργή. Με σαφήνεια και προγραμματική δέσμευση.
Εμείς δεν αλλάζουμε τη στάση μας έναντι των αναγκών της χώρας. Παραμένουμε μια υπεύθυνη πολιτική δύναμη , μια επισπεύδουσα δύναμη των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων, των εξυγιαντικών λύσεων, του ευρωπαϊκού δρόμου της χώρας, με δημοκρατία και κοινωνική συνοχή. Ως τέτοια δύναμη θέλουμε να γίνουμε καταλύτης των λύσεων για την προώθηση πολιτικών εξόδου από την κρίση»….
www.bankingnews.gr
Ότι ακριβώς λέγαμε τότε , τα ίδια, μέχρι κεραίας, λέμε τώρα». Αναφερόμενος στο μαύρο στις συχνότητες της ΕΡΤ επισημαίνει «Είναι η εικόνα που τραυμάτισε τη δημοκρατική νομιμότητα και εξέθεσε διεθνώς τη χώρα.
Λέγαμε ''Δε μπορεί μια κυβέρνηση να αποφασίζει μόνη της ερήμην των άλλων''.
Φτάσαμε, όμως, στο σημείο ο πρωθυπουργός όχι απλώς ερήμην των άλλων, αλλά ερήμην ΚΑΙ των ίδιων των κυβερνητικών εταίρων του, και μάλιστα παρά τη ρητή και κατηγορηματική αντίθεση των εταίρων, να εκδίδει πράξεις νομοθετικού περιεχομένου μόνο με τους υπουργούς της ΝΔ και να κλείνει εν μια νυκτί την ΕΡΤ.
Εν μια νυκτί, αλλά αυτή η νύκτα εξελίσσεται σε σκοτάδι διαρκείας. Τρεις εβδομάδες συμπληρώνονται τη Δευτέρα με μαύρες οθόνες.
Με αυταρχισμό όμως δεν προωθείς μεταρρύθμιση. Προκαλείς απορρύθμιση.
Δεν το λέγαμε μόνο εμείς.
Το διέτασσε το ίδιο το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Ακόμη και η απόφαση της προσωρινής διαταγής του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας να ενεργοποιηθούν οι συχνότητες, δεν έτυχε εφαρμογής. Το «μαύρο» είναι ακόμα στις οθόνες μας. Ποια νομιμότητα επιδεικνύουν και ποιο σεβασμό στην απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου της χώρας;».
«Το ζήτημα της ΕΡΤ είναι η κορυφή του παγόβουνου. Δεν πρέπει να ερμηνεύεται μεμονωμένα και αποκομμένα από ένα γενικότερο περιβάλλον σωρευτικά επαναλαμβανόμενων περιστατικών μονοκομματικής αυθαιρεσίας.
Σε πολλά και σημαντικά ζητήματα της ασκούμενης πολιτικής ο κ. Σαμαράς μετέτρεψε την τρικομματική κυβέρνηση σε μονοκομματική. Επιχείρησε ακόμη και σε θέματα που δεν ανήκουν στον πυρήνα των μνημονιακών δεσμεύσεων να βάλλει τη στενή ιδεολογικοπολιτική σφραγίδα της Νέας Δημοκρατίας. Διαμόρφωσε ένα περιβάλλον μη ισότιμων σχέσεων μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων.
Το πρόβλημα πλέον δεν ήταν τα επιμέρους πεδία εφαρμογής του κυβερνητικού έργου, αλλά η ίδια η δυσλειτουργία και το έλλειμμα βασικής συναντίληψης της συγκυβέρνησης.
Η συμπεριφορά αυτή αφορά και στον ''αντιρατσιστικό νόμο''. Λέγαμε τον Ιούνιο του 2012 στις προγραμματικές δηλώσεις μας:
''Η ελληνική κοινωνία έχει ανάγκη ενός νέου πλαισίου για την ασφάλεια των πολιτών και την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος, με όρους κοινωνίας, χωρίς ρατσισμούς και ξενοφοβίες''.
Όσα έγιναν και όσα δεν έγιναν με το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, που προώθησε ο Υπουργός Δικαιοσύνης Αντώνης Ρουπακιώτης, δείχνουν ότι εμείς στεκόμαστε με πλήρη συνέπεια στο γόνιμο έδαφος της απόκρουσης του ρατσισμού και της απομόνωσης του ναζισμού.
Αντίθετα , η στροφή της Ν.Δ. προς το ακροατήριο της Χρυσής Αυγής προκάλεσε την μετατόπιση της θέσης της από το δεν χρειάζεται ''αντιρατσιστικός νόμος'' στο να γίνουν , μετά τη διεθνή κατακραυγή , «νομοθετικές βελτιώσεις» του υφιστάμενου πλαισίου.
Με πλήρη συνέπεια αξιώσαμε να προωθηθούν νέοι θεσμοί. Το αντιρατσιστικό ήταν ένας τέτοιος θεσμός. Άλλοι χρησιμοποίησαν διχαστικούς τόνους. Άλλοι τον έστειλαν στις ελληνικές καλένδες.
Όμως και εδώ τα γραπτά μένουν. Και οι υπογραφές μένουν. Όλοι οι βουλευτές της ΔΗΜΑΡ και όλοι οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ έχουν βάλει την υπογραφή τους στην πρόταση νόμου Ρουπακιώτη. Και αυτή η πρόταση θα έλθει στη Βουλή. Και αυτή θα είναι άλλη μία στιγμή της αλήθειας.
Οι συσχετισμοί των δυνάμεων στη Βουλή είναι γνωστοί. Καμία πλειοψηφία, όμως, δε μπορεί να παραγράψει την ηθική στην πολιτική. Κανένα άθροισμα δεν κρύβει την ευθύνη για κάθε ένα κόμμα και για κάθε ένα βουλευτή ξεχωριστά».
Σύμφωνα με τον κ. Κουβέλη « Ο Αντώνης Μανιτάκης έδωσε τη μάχη της διοικητικής μεταρρύθμισης με προσήλωση στο κράτος δικαίου, με πρόγραμμα, λογική και κριτήρια. Αντίθετα, οι Υπουργοί της Νέας Δημοκρατίας που επόπτευαν τα Υπουργεία με τους περισσότερους εργαζόμενους, δεν έκαναν τίποτα για την προώθηση της μεταρρύθμισης και την προετοιμασία της κινητικότητας, ακριβώς για να μην ταράξουν το δικό τους σύστημα. Από κοινού οι βουλευτές της ΔΗΜΑΡ και του ΠΑΣΟΚ κατέθεσαν πρόταση νόμου για την καταψήφιση της πράξης νομοθετικού περιεχομένου για την ΕΡΤ- και μάλιστα με αναδρομικά αποτελέσματα – και πρόταση για τον αντιρατσιστικό νόμο. Αυτές οι προτάσεις βρίσκονται στη Βουλή. Όταν θα έρθουν για συζήτηση και ψηφοφορία τι θα κάνουν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ;
«Στον ένα χρόνο της συμμετοχής μας στην κυβέρνηση συμβάλλαμε στο να αποκρουστούν μέτρα, να αναδειχθεί η ανάγκη σύνδεσης της δημοσιονομικής προσαρμογής με την ανάπτυξη και να τεθεί για πρώτη φορά άμεσα το κοινωνικό ζήτημα. Πετύχαμε τη ρύθμιση , στη νέα συμφωνία που υπήρξε , να αναγνωριστεί ότι το 70% ενδεχόμενης υπερκάλυψης των δημοσιονομικών στόχων να κατευθύνεται στην κοινωνική πολιτική», σύμφωνα με τον κ. Κουβέλη.
Από την άλλη πλευρά, το κόστος που πλήρωσε η ελληνική κοινωνία είναι μεγάλο .
Μετά από πέντε συνεχόμενα χρόνια ύφεσης η κατάσταση των πολιτών είναι οριακή. Το 1,5 εκατομμύριο ανέργων συνιστά μια θλιβερή ευρωπαϊκή πρωτιά. Τα κενά στο σύστημα κοινωνικής προστασίας και το κοινωνικό κράτος διευρύνθηκαν. Το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα.
Το ζήτημα επομένως για την οικονομική πολιτική σήμερα είναι τούτο:
Τι θα κυριαρχήσει; Μια λογιστική προσέγγιση της οικονομίας, όπου το βάρος πέφτει αποκλειστικά στο δημοσιονομικό σκέλος, αδιαφορώντας για το κοινωνικό κόστος ή η αναδιάταξη των προτεραιοτήτων προκειμένου να ενισχυθεί η διάσταση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, της ανάπτυξης και της κοινωνικής προστασίας;
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, απαιτείται να ξαναδούμε το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, όχι τόσο σε ό,τι αφορά το ποσοτικό του σκέλος αλλά κυρίως σε ό,τι αφορά το ποιοτικό του. Η κυβέρνηση πρέπει να αξιοποιήσει τις δυνατότητες που τις δίνουν οι πρόσφατές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προκειμένου να εντάξει το κόστος από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών στους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς. Πρέπει επίσης να αξιοποιήσει τη συζήτηση που γίνεται σήμερα τόσο στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσο και στο Ευρωκοινοβούλιο, προκειμένου να πείσει ότι όταν δημοσιονομικοί στόχοι έρχονται σε πρόσκαιρη σύγκρουση με την ανάγκη μεταρρυθμίσεων η επιλογή πρέπει να είναι υπέρ των μεταρρυθμίσεων. Προκειμένου να πείσει ότι η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους αποτελεί άμεση προτεραιότητα η οποία δεν μπορεί να περιμένει.
Να το πούμε απλά. Το πρόγραμμα προσαρμογής δεν θα βγει οικονομικά και κοινωνικά και μετά θα αλλάξει. Αν δεν αλλάξει, δεν θα μπορέσει να οδηγήσει στην κάλυψη των δημοσιονομικών στόχων. Και βεβαίως πρέπει να γίνει σαφές ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για άλλες περικοπές μισθών, συντάξεων, επιδομάτων ή περαιτέρω φορολόγηση των εργαζομένων και των μικρομεσαίων. Οι επιπλέον πόροι μπορούν να προέλθουν μόνο μέσα από την ανάπτυξη και από την ενίσχυση της ζήτησης.
Αυτό που χρειάζεται τώρα η χώρα μας είναι ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα με τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, ώστε να υλοποιηθούν αναπτυξιακές παρεμβάσεις και επενδυτικές πρωτοβουλίες, που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας σε νέους τομείς και για νέους ανθρώπους. Ο στόχος μηδενισμού του ελλείμματος πρέπει να στηριχθεί σε ένα αναπτυξιακό κύμα με κινητοποίηση όλων των εσωτερικών δυνάμεων και με τη μόχλευση κεφαλαίων από το εξωτερικό. Σήμερα είναι όσο ποτέ άλλοτε αναγκαίο η δημοσιονομική εξυγίανση να συνοδευτεί με την αναπτυξιακή διαδικασία και τη λήψη μέτρων για την υποστήριξη της κοινωνικής συνοχής.
Οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται ο τόπος δεν πρέπει να παραμείνουν απλές διακηρύξεις κενές περιεχομένου. Κάποιες από αυτές έχουν ήδη ξεκινήσει, ενώ σε άλλες υπάρχουν καθυστερήσεις. Για μας η μάχη για τις μεταρρυθμίσεις αφορά και το προχώρημα τους αλλά και τον χαρακτήρα που θα έχουν. Δίνουμε τη μάχη ώστε οι μεταρρυθμίσεις να επαναθεμελιώσουν τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα και όχι να τα αφυδατώσουν. Με δεδομένη την υποστήριξη μας στις μεταρρυθμίσεις και την επιδίωξη να αποτελέσουμε δύναμη προώθησής τους, εργαζόμαστε ώστε αυτές να έχουν δημοκρατικό χαρακτήρα και στο περιεχόμενο αλλά και στη μορφή με την οποία θα προωθηθούν.
Σήμερα λοιπόν υποστηρίζουμε πως πρώτον πρέπει να αποφευχθούν πάση θυσία νέα μέτρα που θα περικόψουν το εισόδημα των πολιτών. Δεύτερον είναι απαραίτητη μία αναδιαπραγμάτευση σημείων του προγράμματος που θα λαμβάνει υπόψη τις αποδεδειγμένες αστοχίες του προγράμματος και θα διορθώνει τις λανθασμένες εκτιμήσεις. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν επίσημες παραδοχές αστοχιών, λανθασμένων εκτιμήσεων και αρνητικών επιπτώσεων και παρόλα αυτά να μην μεταβάλλεται το πρόγραμμα προσαρμογής στο ελάχιστο. Τρίτον είναι αναγκαία η κατάρτιση ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης που θα αντικαταστήσει το μνημόνιο στην πορεία του χρόνου, καθώς το μνημόνιο δεν θα είναι για πάντα εδώ. Είναι χρέος δικός μας, των Ελλήνων, να ετοιμάσουμε ένα σχέδιο για την μεταμνημονιακή Ελλάδα. Ένα σχέδιο όπου θα ενσωματώνει την πολυετή εμπειρία της οικονομικής κρίσης, θα αποκλείει την επανάληψη λαθών του παρελθόντος που μας οδήγησαν σε αυτή και θα βασίζεται σε ιδέες και προτάσεις προωθημένες που θα μεταβάλουν ριζικά την εικόνα της χώρας. Υπάρχουν διεθνώς παραδείγματα τέτοιων συλλογικών σχεδιασμών και προσπαθειών που είχαν ευτυχές τέλος.
Η χώρα πρέπει να δώσει τη μάχη για την παραμονή της στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Η ΔΗΜΑΡ θα είναι παρούσα σε αυτή τη μάχη με το δικό της διακριτό στίγμα. Δεν απομακρύνεται κατ' ελάχιστον από την πολιτική των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων. Δεν απομακρύνεται από την πολιτική αναζήτηση των λύσεων μέσα στην Ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Η παρουσία μας σε αυτήν την προσπάθεια θα είναι ενεργή. Με σαφήνεια και προγραμματική δέσμευση.
Εμείς δεν αλλάζουμε τη στάση μας έναντι των αναγκών της χώρας. Παραμένουμε μια υπεύθυνη πολιτική δύναμη , μια επισπεύδουσα δύναμη των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων, των εξυγιαντικών λύσεων, του ευρωπαϊκού δρόμου της χώρας, με δημοκρατία και κοινωνική συνοχή. Ως τέτοια δύναμη θέλουμε να γίνουμε καταλύτης των λύσεων για την προώθηση πολιτικών εξόδου από την κρίση»….
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών