γράφει : Αλεξάνδρα Τόμπρα
Μέχρι τα 200 δισ. ευρώ μπορεί να φτάσει η ικανότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να απορροφήσει τυχόν ζημίες που μπορεί να προκληθούν από το νέο πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων (ΟΜΤ) που ανακοινώθηκε χτες, σύμφωνα με την τελευταία ανάλυση της Hélène Rey (καθηγήτρια στο London Business School), στην οποία και θέτει ορισμένα σημαντικά ερωτήματα για την ίδια την ΕΚΤ.
Το πρώτο ερώτημα είναι το ύψος του κινδύνου που η ΕΚΤ μπορεί να επωμιστεί. Η ανάλυση της έδειξε, ότι η ΕΚΤ είναι σε θέση να στηρίξει ενδεχόμενες απώλειες από τις αγορές κρατικών ομολόγων, ενώ σε κάποιο βαθμό μπορεί να χρησιμοποιήσει την καθαρή παρούσα αξία των μελλοντικών ροών των ομολόγων. Η κάλυψη των ζημιών εξαρτάται από το πόσο εύκολα μπορεί να μειώσει τα μερίσματα που θα πρέπει να πληρώσει στις κυβερνήσεις. Θεωρητικά, η ικανότητα απορρόφησης ζημιών είναι από 2-3 τρις. ευρώ, αλλά αυτό είναι πιθανό ένα υπερβολικό ποσό. Κατά την εκτίμησή της, οι πιο λογικές ζημίες που θα μπορούσε να επωμιστεί η ευρωτράπεζα είναι της τάξης των 200 δις. ευρώ. Ωστόσο, αυτό που χρειάζεται, κατά την άποψή της, είναι μια αυτόματη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης: δηλαδή, μια ελάχιστη δημοσιονομική ένωση που θα μπορούσε να σταθεί πίσω από την κεντρική τράπεζα.
Αυτό έχει συνέπειες για την ικανότητα της ΕΚΤ να θέσει ένα ανώτατο όριο για το κόστος δανεισμού των κρατών με συμμετοχή σε νέες μαζικές αγορές ομολόγων. Όπως είπε η Rey, η ΕΚΤ μπορεί μόνο να αποδεχτεί απώλειες, εάν οι χώρες πραγματικά έχουν τηρήσει τις δεσμεύσεις τους. Δηλαδή, μόνο αν είναι σε μια κατάσταση στην οποία το χρέος είναι βιώσιμο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η κεντρική τράπεζα μπορεί να κατευθύνει τις αγορές προς το καλό σενάριο, και τα επιτόκια να υποχωρήσουν. Αν μια χώρα είναι πραγματικά αφερέγγυος (με έναν τρόπο που δεν εξαρτάται από τις προσδοκίες), τότε η κεντρική τράπεζα δεν μπορεί κατά τρόπο μαγικό να διαλύσει τις αμφιβολίες της αγοράς. Αποφασίζοντας να θέσει ανώτατο όριο αποδόσεις των κρατικών ομολόγων, απλά θα μεταφέρει τις απώλειες από την πτώχευση της χώρας στον ισολογισμό της.
Τέλος, παραμένουν δύο ακόμη ανησυχίες. Από τη μία πλευρά, η ΕΚΤ πρέπει να εξαντλήσει κάθε πολιτική αντίσταση για να δικαιολογήσει τις αγορές ομολόγων και τη χαλαρή νομισματική πολιτική, η οποία είναι απολύτως αναγκαία. Από την άλλη, η συνεχιζόμενες αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ μπορεί να μειώσουν την πίεση για τις κυβερνήσεις να σταματήσουν τις μεταρρυθμίσεις. Αυτά τα δύο στοιχεία πρέπει να απαντηθούν άμεσα, ανέφερε η Rey.
www.bankingnews.gr
Αυτό έχει συνέπειες για την ικανότητα της ΕΚΤ να θέσει ένα ανώτατο όριο για το κόστος δανεισμού των κρατών με συμμετοχή σε νέες μαζικές αγορές ομολόγων. Όπως είπε η Rey, η ΕΚΤ μπορεί μόνο να αποδεχτεί απώλειες, εάν οι χώρες πραγματικά έχουν τηρήσει τις δεσμεύσεις τους. Δηλαδή, μόνο αν είναι σε μια κατάσταση στην οποία το χρέος είναι βιώσιμο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η κεντρική τράπεζα μπορεί να κατευθύνει τις αγορές προς το καλό σενάριο, και τα επιτόκια να υποχωρήσουν. Αν μια χώρα είναι πραγματικά αφερέγγυος (με έναν τρόπο που δεν εξαρτάται από τις προσδοκίες), τότε η κεντρική τράπεζα δεν μπορεί κατά τρόπο μαγικό να διαλύσει τις αμφιβολίες της αγοράς. Αποφασίζοντας να θέσει ανώτατο όριο αποδόσεις των κρατικών ομολόγων, απλά θα μεταφέρει τις απώλειες από την πτώχευση της χώρας στον ισολογισμό της.
Τέλος, παραμένουν δύο ακόμη ανησυχίες. Από τη μία πλευρά, η ΕΚΤ πρέπει να εξαντλήσει κάθε πολιτική αντίσταση για να δικαιολογήσει τις αγορές ομολόγων και τη χαλαρή νομισματική πολιτική, η οποία είναι απολύτως αναγκαία. Από την άλλη, η συνεχιζόμενες αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ μπορεί να μειώσουν την πίεση για τις κυβερνήσεις να σταματήσουν τις μεταρρυθμίσεις. Αυτά τα δύο στοιχεία πρέπει να απαντηθούν άμεσα, ανέφερε η Rey.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών