γράφει : Πέτρος Λεωτσάκος
Κατά τα τελευταία δέκα χρόνια, είμαστε μάρτυρες μιας απίστευτης έκρηξης πληροφόρησης, μέσων επικοινωνίας και στοιχείων, ως απόρροια της παγκοσμιοποίησης και της προόδου της τεχνολογίας.....
Με αυτά προκύπτει μια ανόμοια και κακόφωνη σύνθεση Πρώτων Ειδήσεων από τα παγκόσμια μέσα και τις γνώμες των ειδικών – από τις πιο απίθανες ειδικότητες και τα πιο απρόσμενα μέρη τού κόσμου – τα οποία επιφέρουν διακυμάνσεις και εντάσεις στις αγορές, επιπρόσθετες σε αυτές που μέχρι πρόσφατα αντιμετώπιζε ένας επενδυτής.
Παλαιότερα είχαμε κάποια στοιχεία διαφοροποίησης των επενδυτικών ευκαιριών που προστάτευαν τον επενδυτή από τη διακύμανση και τις εντάσεις των αγορών – αλλά, στις μέρες μας, το να επενδύσεις σε αντίθετα επενδυτικά προϊόντα ή σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές, δεν παρέχει πια την ίδια προστασία και διαφοροποίηση. Κατά το μεγαλύτερο μέρος τού 2011, οι χρηματαγορές είχαν επικεντρωθεί στα τεκταινόμενα της Ευρωπαϊκής Κρίσης Χρέους και άσχετα από το αν ένας επενδυτής είχε τοποθετηθεί σε προϊόντα όπως χρυσό, μετοχές, ομόλογα, πετρέλαιο ή νομίσματα, οι τιμές και αυτών των προϊόντων καθορίζονταν από τα νέα από την Ευρώπη μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα και, παράδοξα, κάποιες φορές προς την ίδια κατεύθυνση.
Αυτή η νέα κατάσταση έχει δημιουργήσει μια χρηματαγορά η οποία είναι πραγματικά παγκόσμια και ο καλύτερος τρόπος να προσαρμοστεί σ’αυτήν ένας επενδυτής είναι να την αποδεχθεί όπως είναι, με τις ιδιαιτερότητές της - και γρήγορα.
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΡΙΣΗ ΧΡΕΟΥΣ
Όταν άρχιζε η Ευρωπαϊκή Κρίση Χρέους, περίπου δυο χρόνια πριν, η Γερμανία, ως κυρίαρχος παίκτης, είχε δύο εναλλακτικούς δρόμους για να πετύχει τον ένα και βασικό στόχο της των Ηνωμένων Πολιτειών τής Ευρώπης: ο πρώτος ήταν η άμεση αλλαγή των δημοσιονομικών κανόνων τής Ευρωπαϊκής Ένωσης και τής Ευρωζώνης με αυστηρή κατεύθυνση προς την Ομοσπονδοποίηση τής Ευρωζώνης, κάτι που θα απαιτούσε και μεταφορά κεφαλαίων προς τις πιο αδύναμες χώρες. Ο δεύτερος, απλά μια εφαρμογή αυστηρών δημοσιονομικών πολιτικών στις υπερχρεωμένες χώρες τής Ευρωζώνης, έτσι ώστε αυτές να εξορθολογίσουν πρώτα τους προϋπολογισμούς τους. Κατά το δεύτερο έτος τής Κρίσης (τέλη τού 2010 και αρχές τού 2011), αντιμετωπίσαμε μια σειρά αποφάσεων τής Γερμανίας που αποδεικνύουν ότι τοποθετήθηκε στο δεύτερο δρόμο.
Έχοντας ήδη βιώσει την απορρόφηση τής Ανατολικής Γερμανίας από τη Δυτική Γερμανία, μια διαδικασία που χρειάστηκε πάνω από δέκα χρόνια και τεράστια μεταφορά πόρων ώστε να δημιουργηθεί μια ενοποιημένη και ανταγωνιστική Γερμανική οικονομία, η Γερμανία αυτή τη φορά για την Ευρώπη επέλεξε την πιο οικονομική λύση.
Η Ομοσπονδοποίηση τής Ευρώπης θα απαιτούσε επίσης μια υπέρογκη μεταφορά κεφαλαίων από τις πλούσιες χώρες τής Ευρωζώνης σ΄αυτές με τις πιο αδύναμες οικονομίες για μια παρατεταμένη περίοδο. Η εναλλακτική που ακολούθησε η Γερμανία ήταν να Επιβληθεί Δια τής Τιμωρίας.
Πρώτα η Τιμωρία της Ελλάδος, της Πορτογαλίας και τής Ιρλανδίας με την επιβολή επαχθών δημοσιονομικών πολιτικών, οι οποίες οδήγησαν και τις τρεις χώρες σε βαθειά ύφεση και με ιδιαίτερεα αμφισβητούμενα αποστελέσματα. Αυτή η Τιμωρία είχε την κατεύθυνση τής προειδοποίησης σε μεγαλύτερες χώρες τής Ευρωζώνης, όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία, ώστε να τακτοποιήσουν τις δημοσιονομικές παραμέτρους τους – ειδάλλως θα αντιμετώπιζαν την ίδια προσέγγιση με τις πιο αδύναμες χώρες.
Η επόμενη Τιμωρία αφορούσε τον ιδιωτικό τομέα (Τράπεζες, Ασφαλιστικά Ταμεία κ.ά.) με την επιβεβλημένη συμμετοχή τους στη διαγραφή τού Ελληνικού Χρέους – το λεγόμενο P.S.I., με ξεκάθαρο στόχο τα προσεκτικότερα κριτήρια δανεισμού τού τομέα αυτού στο μέλλον. Η αντίδραση των αγορών σε αυτήν την κίνηση ήταν ιδιαίτερα αρνητική και μέσα σ’ έναν χρόνο είδαμε να εξατμίζεται η ρευστότητα από το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα ως αποτέλεσμα της απροθυμίας των συντηρητικών επενδυτών να συμμετέχουν σ’ ένα τελείως διαφορετικό επενδυτικό περιβάλλον.
Έτσι, η συγκεκριμένη Τιμωρία απειλεί στο σύνολό της την Παγκόσμια Οικονομία με μια μακρόχρονη ύφεση, και μόνο πρόσφατα, στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής ανακλήθηκε, έχοντας πρώτα επιφέρει ήδη σοβαρές ζημιές σε παγκόσμιο επίπεδο.
Είναι ευρέως γνωστό ότι η τιμωρία , ως αναποτελεσματική μέθοδος έχει αποσυρθεί απ’ όλα τα εκπαιδευτικά συστήματα. Η Γερμανία δεν ακολούθησε καν την τακτική τού μαστιγίου και τού καρότου, χρησιμοποιώντας μόνο το μαστίγιο, στερώντας με αυτόν τον τρόπο την παρουσία τής μελλοντικής προοπτικής από αυτούς που υφίστανται το αυστηρό δημοσιονομικό πρόγραμμα και των οποίων πλέον η καταπόνηση δε μπορεί να αποτιμηθεί.
Αυτή η Κρίση θα μπορούσε να έχει αποτραπεί από την αρχή, μέσω δυναμικών δηλώσεων υποστήριξης της Ελλάδας και των άλλων αδύναμων χωρών τής Ευρωζώνης, οι οποίες θα διακύρητταν την αυτοπεποίθηση τής Ευρωζώνης και τη δυνατότητά της να διευθετεί τα προβλήματά της. Αυτή η τακτική θα μπορούσε να οδηγήσει στην αυτονόητη Ομοσπονδοποίηση τής Ευρωζώνης.
Αντίθετα, η Γερμανία άδραξε την Κρίση ως φθηνή ευκαιρία απότομης δημοσιονομικής ενοποίησης και το αποτέλεσμα αυτής τής πολιτικής είναι ότι τώρα, η Κρίση Χρέους επηρεάζει τις κύριες χώρες τής Ευρωζώνης: τη Γαλλία, τη Φινλανδία, το Βέλγιο και ακόμη και την ίδια τη Γερμανία. Τελικά, αυτή η στρατηγική αποδείχθηκε ως η πιο ακριβή.
Υπάρχει ακόμη περιθώριο να σωθεί το Ευρώ και η Ευρωζώνη, και αυτό βρίσκεται στην ανάδειξη τής Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ως παρόχου άπλετης ρευστότητας, στην έκδοση τού Ευρωομολόγου και ταυτόχρονα στις αλλαγές τής Συμφωνίας τής Λισαβόνας προς την πλήρη ενοποίηση τής δημοσιονομικής πολιτικής εντός τής Ευρωζώνης. Αν η Γερμανία δεν αποδεχθεί τελικά και γρήγορα αυτήν την προσέγγιση, τα σενάρια για το Ευρώ και την Ευρωζώνη είναι αβέβαια.
Επιλέγοντας να ασχοληθεί επιλεκτικά με τη δημοσιονομική ενοποίηση τής Ευρωπαϊκής Ένωσης στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής, η Γερμανία ριψοκινδυνεύει για άλλη μια φορά την ανάπτυξη και την ομαλή έξοδο από την Κρίση.
ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, για το 2012 η οικονομική ανάπτυξη των Ανεπτυγμένων Αγορών (Ευρώπη, ΗΠΑ, Ιαπωνία) προβλέπεται να έχει σημαντικά μειωμένους ρυθμούς. Η πιθανότητα μιας νέας Παγκόσμιας Ύφεσης (double-dip) αυξάνεται.
Αυτό συμβαίνει γιατί η παγκόσμια οικονομία χαρακτηρίζεται ακόμη από μια διπλή ανισορροπία και χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης, που κυμαίνεται στο 3,5%. Η πρώτη ανισορροπία αφορά τις αναδυόμενες οικονομίες σε σχέση με τις ανεπτυγμένες. Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη αντιμετωπίζουν έλλειψη εσωτερικής ζήτησης, μια και η κατανάλωση από τον ιδιωτικό τομέα εμποδίζεται από την έλλειψη δημιουργίας θέσεων εργασίας. Παράλληλα, η απομόχλευση τού Δημόσιου Χρέους μειώνει τις δημόσιες δαπάνες. Με ανάπτυξη στο 0,5% τού ΑΕΠ κατά το 2012, η Ευρώπη είναι πολύ κοντά στην ύφεση, ενώ η ανάπτυξη τάξεως τού 1,5% στις ΗΠΑ είναι σημαντικά κατώτερη τού προσδοκώμενου 3%. Αντίθετα, οι χώρες των αναδυόμενων αγορών κινούνται σε βιώσιμο ρυθμό ανάπτυξης κατά μέσο όρο 4%.
Στην περίπτωση σημαντικής οικονομικής επιβράδυνσης, οι χαμηλές αναλογίες Δημόσιου Χρέους προς ΑΕΠ στις αναδυόμενες αγορές θα επιτρέψουν στις αντίστοιχες κυβερνήσεις να προγραμματίσουν αυστηρές δημοσιονομικές πολιτικές. Το καθεστώς υπερχρέωσης στο οποίο έχουν εγκλωβιστεί οι ανεπτυγμένες αγορές εμποδίζει έντονα τις εναλλακτικές λύσεις γι αυτές. Μόνο ένα νέο είδος δημοσιονομικής πολιτικής θα μπορούσε να πυροδοτήσει αλλαγή σκηνικού – για παράδειγμα, επιπρόσθετες πηγές παροχής ρευστότητας μετά τις ερχόμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ.
Η δεύτερη ανισορροπία αφορά τη συνύπαρξη δύο καθεστώτων πληθωρισμού: Στις ανεπτυγμένες αγορές, ο αναμενόμενος ονομαστικός πληθωρισμός για το 2012 θεωρείται ότι θα συγκλίνει γρήγορα με το πραγματικό πληθωρισμό. Οι κεντρικές τράπεζες σε αυτές τις αγορές οφείλουν να προσαρμόσουν τη νομισματική πολιτική τους από προσανατολισμένη στον έλεγχο του πληθωρισμού σε επικεντρωμένη στην αύξηση τού ΑΕΠ.
Στις αναδυόμενες αγορές, ο ονομαστικός πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει αρκετά υψηλότερος από το στόχο των κεντρικών τραπεζών. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η τακτική τής ευέλικτης μεταφοράς κεφαλαίων παραμένει κατάλληλη. Ο επενδυτής θα πρέπει να στοχεύσει σε συντηρητικές επενδύσεις όπως χρυσό, εταιρικά ομόλογα και μετοχές χαμηλής διακύμανσης, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να συμπεριλάβει στο χαρτοφυλάκιό του και επενδυτικά προϊόντα μέσου ρίσκου (κρατικά ομόλογα ΗΠΑ και Γερμανίας, μετοχές με υψηλό μέρισμα), ώστε να έχει βελτιωμένη συνολική μέση απόδοση.
Η Κρίση Χρέους των κρατών επιφέρει έντονες διακυμάνσεις στις αγορές νομισμάτων. Το Ευρώ αναμένεται να υποχωρήσει έναντι όλων των νομισμάτων παγκοσμίως, ενώ τα αγγλοσαξωνικά νομίσματα (δολλάριο ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλίας και Λίρα Μεγάλης Βρεταννίας) θα διατηρήσουν την ισχύ τους έναντι τού Ευρώ αλλά θα χάσουν μερική ως προς τα νομίσματα των αναδυομένων αγορών. Πιο συγκεκριμένα, το Δολλάριο ΗΠΑ αναμένεται να κυμανθεί μεταξύ 1,15-1,45 έναντι τού Ευρώ, και μεταξύ 80-110 γιεν Ιαπωνίας.
Όσον αφορά το Χρυσό, παρά το γεγονός ότι έχει ισχυροποιηθεί έντονα κατά τα τελευταία δύο χρόνια αναμένεται να συνεχίσει την ανοδική τροχιά του σε μέσο χρονικό ορίζοντα, συνεχίζοντας να αποτελεί μια ασφαλή τοποθέτηση για τις Κεντρικές Τράπεζες αλλά και τους μεγάλους παγκόσμιους επενδυτές. Παρόλα αυτά, όσοι αποφασίσουν να επενδύσουν σε Χρυσό, θα πρέπει να είναι έτοιμοι για έντονες διακυμάνσεις.
Τα Εταιρικά Ομόλογα, και ειδικά αυτά τής Υψηλής Διαβάθμισης, παραμένουν εναλλακτικές τοποθετήσεις για τους στρατηγικούς επενδυτές. Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί σε Εταιρικά Ομόλογα των ΗΠΑ και των Αναδυομένων Αγορών (Βραζιλίας, Ινδίας, Κίνας) έναντι των Ευρωπαϊκών.
Η Ελληνική αγορά μετοχών θα αντιμετωπίσει άλλον ένα χρόνο υψηλής διακύμανσης. Στις αρχές τού 2012 ο τραπεζικός τομέας θα αντιμετωπίσει δύο βασικές προκλήσεις: τη διαγραφή (PSI+) μέρους των Ελληνικών ομολόγων από το χαρτοφυλάκιό τους σε επίπεδα 50%-60% και τα αποτελέσματα τής Blackrock κυρίως για το χαρτοφυλάκιο των δανείων και τη βεβαιότητα τού αυξημένου ποσοστού των ληξιπρόθεσμων δανείων. Συνέπεια αυτών θα είναι οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου με πιθανή κρατικοποίηση ενός μεγάλου ποσοστού τού ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Η επίδραση όλων των παραπάνω στοιχείων στη συμπεριφορά των τραπεζικών μετοχών θα είναι καθοδική – έτσι αναμένεται να συμπαρασυρθεί ο χρηματιστηριακός δείκτης σε χαμηλότερα επίπεδα. Παρόλα αυτά, μια τοποθέτηση σε επιλεγμένες μετοχές υψηλού μερίσματος και εξαγωγικής κατεύθυνσης θα πρέπει να είναι μέρος τού χαρτοφυλακίου ενός προσεκτικού επενδυτή.
Για να βελτιωθεί το ελληνικό επενδυτικό περιβάλλον θα πρέπει επιτέλους να σταματήσει η αναβλητικότητα των ιθυνόντων που «καταργεί κυβερνήσεις και διαλύει επιχειρήσεις».
Πάντως, σε όλες τις περιόδους κρίσεων, κερδισμένοι βγήκαν αυτοί που με αισιοδοξία είδαν ευκαιρίες, παρά αυτοί που κυριαρχήθηκαν από την απαισιοδοξία «διαβάζοντας κινδύνους αντί ευκαιριών και βάζοντας το φόβο στη θέση τής ελπίδας».
Άρθρο του Γιώργου Κοφινάκου
Διευθύνων Σύμβουλος Enolia Premium Capital Luxembourg
Εκπρόσωπος StormHarbour U.K.
Παλαιότερα είχαμε κάποια στοιχεία διαφοροποίησης των επενδυτικών ευκαιριών που προστάτευαν τον επενδυτή από τη διακύμανση και τις εντάσεις των αγορών – αλλά, στις μέρες μας, το να επενδύσεις σε αντίθετα επενδυτικά προϊόντα ή σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές, δεν παρέχει πια την ίδια προστασία και διαφοροποίηση. Κατά το μεγαλύτερο μέρος τού 2011, οι χρηματαγορές είχαν επικεντρωθεί στα τεκταινόμενα της Ευρωπαϊκής Κρίσης Χρέους και άσχετα από το αν ένας επενδυτής είχε τοποθετηθεί σε προϊόντα όπως χρυσό, μετοχές, ομόλογα, πετρέλαιο ή νομίσματα, οι τιμές και αυτών των προϊόντων καθορίζονταν από τα νέα από την Ευρώπη μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα και, παράδοξα, κάποιες φορές προς την ίδια κατεύθυνση.
Αυτή η νέα κατάσταση έχει δημιουργήσει μια χρηματαγορά η οποία είναι πραγματικά παγκόσμια και ο καλύτερος τρόπος να προσαρμοστεί σ’αυτήν ένας επενδυτής είναι να την αποδεχθεί όπως είναι, με τις ιδιαιτερότητές της - και γρήγορα.
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΡΙΣΗ ΧΡΕΟΥΣ
Όταν άρχιζε η Ευρωπαϊκή Κρίση Χρέους, περίπου δυο χρόνια πριν, η Γερμανία, ως κυρίαρχος παίκτης, είχε δύο εναλλακτικούς δρόμους για να πετύχει τον ένα και βασικό στόχο της των Ηνωμένων Πολιτειών τής Ευρώπης: ο πρώτος ήταν η άμεση αλλαγή των δημοσιονομικών κανόνων τής Ευρωπαϊκής Ένωσης και τής Ευρωζώνης με αυστηρή κατεύθυνση προς την Ομοσπονδοποίηση τής Ευρωζώνης, κάτι που θα απαιτούσε και μεταφορά κεφαλαίων προς τις πιο αδύναμες χώρες. Ο δεύτερος, απλά μια εφαρμογή αυστηρών δημοσιονομικών πολιτικών στις υπερχρεωμένες χώρες τής Ευρωζώνης, έτσι ώστε αυτές να εξορθολογίσουν πρώτα τους προϋπολογισμούς τους. Κατά το δεύτερο έτος τής Κρίσης (τέλη τού 2010 και αρχές τού 2011), αντιμετωπίσαμε μια σειρά αποφάσεων τής Γερμανίας που αποδεικνύουν ότι τοποθετήθηκε στο δεύτερο δρόμο.
Έχοντας ήδη βιώσει την απορρόφηση τής Ανατολικής Γερμανίας από τη Δυτική Γερμανία, μια διαδικασία που χρειάστηκε πάνω από δέκα χρόνια και τεράστια μεταφορά πόρων ώστε να δημιουργηθεί μια ενοποιημένη και ανταγωνιστική Γερμανική οικονομία, η Γερμανία αυτή τη φορά για την Ευρώπη επέλεξε την πιο οικονομική λύση.
Η Ομοσπονδοποίηση τής Ευρώπης θα απαιτούσε επίσης μια υπέρογκη μεταφορά κεφαλαίων από τις πλούσιες χώρες τής Ευρωζώνης σ΄αυτές με τις πιο αδύναμες οικονομίες για μια παρατεταμένη περίοδο. Η εναλλακτική που ακολούθησε η Γερμανία ήταν να Επιβληθεί Δια τής Τιμωρίας.
Πρώτα η Τιμωρία της Ελλάδος, της Πορτογαλίας και τής Ιρλανδίας με την επιβολή επαχθών δημοσιονομικών πολιτικών, οι οποίες οδήγησαν και τις τρεις χώρες σε βαθειά ύφεση και με ιδιαίτερεα αμφισβητούμενα αποστελέσματα. Αυτή η Τιμωρία είχε την κατεύθυνση τής προειδοποίησης σε μεγαλύτερες χώρες τής Ευρωζώνης, όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία, ώστε να τακτοποιήσουν τις δημοσιονομικές παραμέτρους τους – ειδάλλως θα αντιμετώπιζαν την ίδια προσέγγιση με τις πιο αδύναμες χώρες.
Η επόμενη Τιμωρία αφορούσε τον ιδιωτικό τομέα (Τράπεζες, Ασφαλιστικά Ταμεία κ.ά.) με την επιβεβλημένη συμμετοχή τους στη διαγραφή τού Ελληνικού Χρέους – το λεγόμενο P.S.I., με ξεκάθαρο στόχο τα προσεκτικότερα κριτήρια δανεισμού τού τομέα αυτού στο μέλλον. Η αντίδραση των αγορών σε αυτήν την κίνηση ήταν ιδιαίτερα αρνητική και μέσα σ’ έναν χρόνο είδαμε να εξατμίζεται η ρευστότητα από το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα ως αποτέλεσμα της απροθυμίας των συντηρητικών επενδυτών να συμμετέχουν σ’ ένα τελείως διαφορετικό επενδυτικό περιβάλλον.
Έτσι, η συγκεκριμένη Τιμωρία απειλεί στο σύνολό της την Παγκόσμια Οικονομία με μια μακρόχρονη ύφεση, και μόνο πρόσφατα, στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής ανακλήθηκε, έχοντας πρώτα επιφέρει ήδη σοβαρές ζημιές σε παγκόσμιο επίπεδο.
Είναι ευρέως γνωστό ότι η τιμωρία , ως αναποτελεσματική μέθοδος έχει αποσυρθεί απ’ όλα τα εκπαιδευτικά συστήματα. Η Γερμανία δεν ακολούθησε καν την τακτική τού μαστιγίου και τού καρότου, χρησιμοποιώντας μόνο το μαστίγιο, στερώντας με αυτόν τον τρόπο την παρουσία τής μελλοντικής προοπτικής από αυτούς που υφίστανται το αυστηρό δημοσιονομικό πρόγραμμα και των οποίων πλέον η καταπόνηση δε μπορεί να αποτιμηθεί.
Αυτή η Κρίση θα μπορούσε να έχει αποτραπεί από την αρχή, μέσω δυναμικών δηλώσεων υποστήριξης της Ελλάδας και των άλλων αδύναμων χωρών τής Ευρωζώνης, οι οποίες θα διακύρητταν την αυτοπεποίθηση τής Ευρωζώνης και τη δυνατότητά της να διευθετεί τα προβλήματά της. Αυτή η τακτική θα μπορούσε να οδηγήσει στην αυτονόητη Ομοσπονδοποίηση τής Ευρωζώνης.
Αντίθετα, η Γερμανία άδραξε την Κρίση ως φθηνή ευκαιρία απότομης δημοσιονομικής ενοποίησης και το αποτέλεσμα αυτής τής πολιτικής είναι ότι τώρα, η Κρίση Χρέους επηρεάζει τις κύριες χώρες τής Ευρωζώνης: τη Γαλλία, τη Φινλανδία, το Βέλγιο και ακόμη και την ίδια τη Γερμανία. Τελικά, αυτή η στρατηγική αποδείχθηκε ως η πιο ακριβή.
Υπάρχει ακόμη περιθώριο να σωθεί το Ευρώ και η Ευρωζώνη, και αυτό βρίσκεται στην ανάδειξη τής Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ως παρόχου άπλετης ρευστότητας, στην έκδοση τού Ευρωομολόγου και ταυτόχρονα στις αλλαγές τής Συμφωνίας τής Λισαβόνας προς την πλήρη ενοποίηση τής δημοσιονομικής πολιτικής εντός τής Ευρωζώνης. Αν η Γερμανία δεν αποδεχθεί τελικά και γρήγορα αυτήν την προσέγγιση, τα σενάρια για το Ευρώ και την Ευρωζώνη είναι αβέβαια.
Επιλέγοντας να ασχοληθεί επιλεκτικά με τη δημοσιονομική ενοποίηση τής Ευρωπαϊκής Ένωσης στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής, η Γερμανία ριψοκινδυνεύει για άλλη μια φορά την ανάπτυξη και την ομαλή έξοδο από την Κρίση.
ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, για το 2012 η οικονομική ανάπτυξη των Ανεπτυγμένων Αγορών (Ευρώπη, ΗΠΑ, Ιαπωνία) προβλέπεται να έχει σημαντικά μειωμένους ρυθμούς. Η πιθανότητα μιας νέας Παγκόσμιας Ύφεσης (double-dip) αυξάνεται.
Αυτό συμβαίνει γιατί η παγκόσμια οικονομία χαρακτηρίζεται ακόμη από μια διπλή ανισορροπία και χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης, που κυμαίνεται στο 3,5%. Η πρώτη ανισορροπία αφορά τις αναδυόμενες οικονομίες σε σχέση με τις ανεπτυγμένες. Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη αντιμετωπίζουν έλλειψη εσωτερικής ζήτησης, μια και η κατανάλωση από τον ιδιωτικό τομέα εμποδίζεται από την έλλειψη δημιουργίας θέσεων εργασίας. Παράλληλα, η απομόχλευση τού Δημόσιου Χρέους μειώνει τις δημόσιες δαπάνες. Με ανάπτυξη στο 0,5% τού ΑΕΠ κατά το 2012, η Ευρώπη είναι πολύ κοντά στην ύφεση, ενώ η ανάπτυξη τάξεως τού 1,5% στις ΗΠΑ είναι σημαντικά κατώτερη τού προσδοκώμενου 3%. Αντίθετα, οι χώρες των αναδυόμενων αγορών κινούνται σε βιώσιμο ρυθμό ανάπτυξης κατά μέσο όρο 4%.
Στην περίπτωση σημαντικής οικονομικής επιβράδυνσης, οι χαμηλές αναλογίες Δημόσιου Χρέους προς ΑΕΠ στις αναδυόμενες αγορές θα επιτρέψουν στις αντίστοιχες κυβερνήσεις να προγραμματίσουν αυστηρές δημοσιονομικές πολιτικές. Το καθεστώς υπερχρέωσης στο οποίο έχουν εγκλωβιστεί οι ανεπτυγμένες αγορές εμποδίζει έντονα τις εναλλακτικές λύσεις γι αυτές. Μόνο ένα νέο είδος δημοσιονομικής πολιτικής θα μπορούσε να πυροδοτήσει αλλαγή σκηνικού – για παράδειγμα, επιπρόσθετες πηγές παροχής ρευστότητας μετά τις ερχόμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ.
Η δεύτερη ανισορροπία αφορά τη συνύπαρξη δύο καθεστώτων πληθωρισμού: Στις ανεπτυγμένες αγορές, ο αναμενόμενος ονομαστικός πληθωρισμός για το 2012 θεωρείται ότι θα συγκλίνει γρήγορα με το πραγματικό πληθωρισμό. Οι κεντρικές τράπεζες σε αυτές τις αγορές οφείλουν να προσαρμόσουν τη νομισματική πολιτική τους από προσανατολισμένη στον έλεγχο του πληθωρισμού σε επικεντρωμένη στην αύξηση τού ΑΕΠ.
Στις αναδυόμενες αγορές, ο ονομαστικός πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει αρκετά υψηλότερος από το στόχο των κεντρικών τραπεζών. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η τακτική τής ευέλικτης μεταφοράς κεφαλαίων παραμένει κατάλληλη. Ο επενδυτής θα πρέπει να στοχεύσει σε συντηρητικές επενδύσεις όπως χρυσό, εταιρικά ομόλογα και μετοχές χαμηλής διακύμανσης, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να συμπεριλάβει στο χαρτοφυλάκιό του και επενδυτικά προϊόντα μέσου ρίσκου (κρατικά ομόλογα ΗΠΑ και Γερμανίας, μετοχές με υψηλό μέρισμα), ώστε να έχει βελτιωμένη συνολική μέση απόδοση.
Η Κρίση Χρέους των κρατών επιφέρει έντονες διακυμάνσεις στις αγορές νομισμάτων. Το Ευρώ αναμένεται να υποχωρήσει έναντι όλων των νομισμάτων παγκοσμίως, ενώ τα αγγλοσαξωνικά νομίσματα (δολλάριο ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλίας και Λίρα Μεγάλης Βρεταννίας) θα διατηρήσουν την ισχύ τους έναντι τού Ευρώ αλλά θα χάσουν μερική ως προς τα νομίσματα των αναδυομένων αγορών. Πιο συγκεκριμένα, το Δολλάριο ΗΠΑ αναμένεται να κυμανθεί μεταξύ 1,15-1,45 έναντι τού Ευρώ, και μεταξύ 80-110 γιεν Ιαπωνίας.
Όσον αφορά το Χρυσό, παρά το γεγονός ότι έχει ισχυροποιηθεί έντονα κατά τα τελευταία δύο χρόνια αναμένεται να συνεχίσει την ανοδική τροχιά του σε μέσο χρονικό ορίζοντα, συνεχίζοντας να αποτελεί μια ασφαλή τοποθέτηση για τις Κεντρικές Τράπεζες αλλά και τους μεγάλους παγκόσμιους επενδυτές. Παρόλα αυτά, όσοι αποφασίσουν να επενδύσουν σε Χρυσό, θα πρέπει να είναι έτοιμοι για έντονες διακυμάνσεις.
Τα Εταιρικά Ομόλογα, και ειδικά αυτά τής Υψηλής Διαβάθμισης, παραμένουν εναλλακτικές τοποθετήσεις για τους στρατηγικούς επενδυτές. Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί σε Εταιρικά Ομόλογα των ΗΠΑ και των Αναδυομένων Αγορών (Βραζιλίας, Ινδίας, Κίνας) έναντι των Ευρωπαϊκών.
Η Ελληνική αγορά μετοχών θα αντιμετωπίσει άλλον ένα χρόνο υψηλής διακύμανσης. Στις αρχές τού 2012 ο τραπεζικός τομέας θα αντιμετωπίσει δύο βασικές προκλήσεις: τη διαγραφή (PSI+) μέρους των Ελληνικών ομολόγων από το χαρτοφυλάκιό τους σε επίπεδα 50%-60% και τα αποτελέσματα τής Blackrock κυρίως για το χαρτοφυλάκιο των δανείων και τη βεβαιότητα τού αυξημένου ποσοστού των ληξιπρόθεσμων δανείων. Συνέπεια αυτών θα είναι οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου με πιθανή κρατικοποίηση ενός μεγάλου ποσοστού τού ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Η επίδραση όλων των παραπάνω στοιχείων στη συμπεριφορά των τραπεζικών μετοχών θα είναι καθοδική – έτσι αναμένεται να συμπαρασυρθεί ο χρηματιστηριακός δείκτης σε χαμηλότερα επίπεδα. Παρόλα αυτά, μια τοποθέτηση σε επιλεγμένες μετοχές υψηλού μερίσματος και εξαγωγικής κατεύθυνσης θα πρέπει να είναι μέρος τού χαρτοφυλακίου ενός προσεκτικού επενδυτή.
Για να βελτιωθεί το ελληνικό επενδυτικό περιβάλλον θα πρέπει επιτέλους να σταματήσει η αναβλητικότητα των ιθυνόντων που «καταργεί κυβερνήσεις και διαλύει επιχειρήσεις».
Πάντως, σε όλες τις περιόδους κρίσεων, κερδισμένοι βγήκαν αυτοί που με αισιοδοξία είδαν ευκαιρίες, παρά αυτοί που κυριαρχήθηκαν από την απαισιοδοξία «διαβάζοντας κινδύνους αντί ευκαιριών και βάζοντας το φόβο στη θέση τής ελπίδας».
Άρθρο του Γιώργου Κοφινάκου
Διευθύνων Σύμβουλος Enolia Premium Capital Luxembourg
Εκπρόσωπος StormHarbour U.K.
Σχόλια αναγνωστών