Πολλές γερμανικές επιχειρήσεις καταφεύγουν πλέον στην Ολλανδία, αναζητώντας χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές εκτός συνόρων. Σύμφωνα με τους ειδικούς η πρακτική αυτή αν και χαρακτηρίζεται «απόλυτα νόμιμη», εντούτοις εκφάρζουν τον έντονο προβληματισμό τους αν κινείται «εντός ηθικών πλαισίων».
Οι Ολλανδοί πάντως προσπαθούν να εφαρμόσουν ένα φορολογικό μοντέλο ανάλογο με αυτό της Ιρλανδίας (το οποίο έχει φέρει θετικά αποτελέσματα), μέσω ενδοομιλικών συναλλαγών, μία πολυεθνική επιχείρηση μπορεί να μεταφέρει εταιρικά έσοδα από χώρα σε χώρα, επιλέγοντας το πλέον ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς. Οι συναλλαγές αυτές αφορούν όχι μόνο υλικά, αλλά και άϋλα αγαθά.
Ο Τόμας Aϊγκεντάλερ, πρόεδρος του συνδικάτου των γερμανών φοροϋπαλλήλων, τονίζει στην Deutsche Welle: «τόσο η Ολλανδία, όσο και η Ιρλανδία είναι κράτη-μέλη της ΕΕ με ένα εθνικό φορολογικό δίκαιο, το οποίο ουσιαστικά στρέφεται εναντίον των γειτονικών τους χωρών». Πολλές φορές μάλιστα, η Ολλανδία δεν είναι παρά ενδιάμεσος σταθμός για την μεταφορά των εταιρικών κερδών σε μακρινούς φορολογικούς παραδείσους, όπως οι Ολλανδικές Αντίλλες. Τι είναι αυτό πού κάνει τόσο ελκυστικό το «ολλανδικό μοντέλο» για τις γερμανικές επιχειρήσεις που αναζητούν ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς εκτός συνόρων; Όπως εξηγεί στην DW ο Κρίστοφ Σπένγκελ, καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Μάνχαϊμ, «η ευνοϊκή μεταχείριση στην Ολλανδία συνίσταται στο γεγονός ότι τα έσοδα από άϋλα αγαθά, που σχετίζονται με τέλη ή δικαιώματα, υπόκεινται σε πολύ χαμηλότερο φορολογικό συντελεστή, που κυμαίνεται γύρω στο 5%, έναντι του 25% που ισχύει κατά μέσο όρο για τα έσοδα από τις υπόλοιπες δραστηριότητες».
Μάλιστα ο καθηγητής Σπένγκελ υποστηρίζει ότι με το «ολλανδικό μοντέλο» πολλές γερμανικές επιχειρήσεις κάνουν διπλή οικονομία: Πρώτον, πληρώνουν στο ολλανδικό δημόσιο, μέσω των θυγατρικών τους στην Ολλανδία, πολύ λιγότερα χρήματα από όσα θα πλήρωναν στο γερμανικό δημόσιο για αντίστοιχα έσοδα από άυλα αγαθά, για παράδειγμα άδειες χρήσεως σημάτων ή διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Και δεύτερον, οι δαπάνες αυτές εκπίπτουν παρόλα αυτά στη Γερμανία από τα φορολογητέα έσοδά τους. Ειδικά αυτό το τελευταίο εξοργίζει τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών, γιατί, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Σπένγκελ, «σε τελική ανάλυση μειώνονται τα φορολογητέα κέρδη των επιχειρήσεων, άρα και ο εταιρικός φόρος που καταβάλλουν στη Γερμανία».
Το παράδειγμα της Ολλανδίας και της Ιρλανδίας ακολουθούν πλέον και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, υποστηρίζει ο καθηγητής Οικονομικών Κρίστοφ Σπένγκελ. Να σημειωθεί πάντως οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες των πιο ισχυρών κρατών του κόσμου (G20) έχουν συμφωνήσει ότι θα αλλάξουν τη φορολογική νομοθεσία με στόχο την καταπολέμηση αυτής της νόμιμης φοροαποφυγής των επιχειρήσεων. Μία πρώτη συζήτηση γι αυτό το ζήτημα αναμένεται να γίνει κατά την επόμενη συνάντηση του G20 στην Αγία Πετρούπολη.
www.bankingnews.gr
Ο Τόμας Aϊγκεντάλερ, πρόεδρος του συνδικάτου των γερμανών φοροϋπαλλήλων, τονίζει στην Deutsche Welle: «τόσο η Ολλανδία, όσο και η Ιρλανδία είναι κράτη-μέλη της ΕΕ με ένα εθνικό φορολογικό δίκαιο, το οποίο ουσιαστικά στρέφεται εναντίον των γειτονικών τους χωρών». Πολλές φορές μάλιστα, η Ολλανδία δεν είναι παρά ενδιάμεσος σταθμός για την μεταφορά των εταιρικών κερδών σε μακρινούς φορολογικούς παραδείσους, όπως οι Ολλανδικές Αντίλλες. Τι είναι αυτό πού κάνει τόσο ελκυστικό το «ολλανδικό μοντέλο» για τις γερμανικές επιχειρήσεις που αναζητούν ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς εκτός συνόρων; Όπως εξηγεί στην DW ο Κρίστοφ Σπένγκελ, καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Μάνχαϊμ, «η ευνοϊκή μεταχείριση στην Ολλανδία συνίσταται στο γεγονός ότι τα έσοδα από άϋλα αγαθά, που σχετίζονται με τέλη ή δικαιώματα, υπόκεινται σε πολύ χαμηλότερο φορολογικό συντελεστή, που κυμαίνεται γύρω στο 5%, έναντι του 25% που ισχύει κατά μέσο όρο για τα έσοδα από τις υπόλοιπες δραστηριότητες».
Μάλιστα ο καθηγητής Σπένγκελ υποστηρίζει ότι με το «ολλανδικό μοντέλο» πολλές γερμανικές επιχειρήσεις κάνουν διπλή οικονομία: Πρώτον, πληρώνουν στο ολλανδικό δημόσιο, μέσω των θυγατρικών τους στην Ολλανδία, πολύ λιγότερα χρήματα από όσα θα πλήρωναν στο γερμανικό δημόσιο για αντίστοιχα έσοδα από άυλα αγαθά, για παράδειγμα άδειες χρήσεως σημάτων ή διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Και δεύτερον, οι δαπάνες αυτές εκπίπτουν παρόλα αυτά στη Γερμανία από τα φορολογητέα έσοδά τους. Ειδικά αυτό το τελευταίο εξοργίζει τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών, γιατί, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Σπένγκελ, «σε τελική ανάλυση μειώνονται τα φορολογητέα κέρδη των επιχειρήσεων, άρα και ο εταιρικός φόρος που καταβάλλουν στη Γερμανία».
Το παράδειγμα της Ολλανδίας και της Ιρλανδίας ακολουθούν πλέον και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, υποστηρίζει ο καθηγητής Οικονομικών Κρίστοφ Σπένγκελ. Να σημειωθεί πάντως οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες των πιο ισχυρών κρατών του κόσμου (G20) έχουν συμφωνήσει ότι θα αλλάξουν τη φορολογική νομοθεσία με στόχο την καταπολέμηση αυτής της νόμιμης φοροαποφυγής των επιχειρήσεων. Μία πρώτη συζήτηση γι αυτό το ζήτημα αναμένεται να γίνει κατά την επόμενη συνάντηση του G20 στην Αγία Πετρούπολη.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών