Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Παρέμβαση Roubini: Κλαίω και θρηνώ για την Ευρώπη, θα πεθάνει «ξαφνικά» - Το «κραχ» που έρχεται δεν θα έχει επιστροφή

Παρέμβαση Roubini: Κλαίω και θρηνώ για την Ευρώπη, θα πεθάνει «ξαφνικά» - Το «κραχ» που έρχεται δεν θα έχει επιστροφή
Αν και η Ευρωπαϊκή Ένωση πράγματι αντιμετωπίζει μια υπαρξιακή απειλή, αυτή έχει ελάχιστη σχέση με τη μετανάστευση ή τις πολιτισμικές αντιπαραθέσεις, σημειώνει ο οικονομολόγος

Η Ευρώπη βαδίζει προς ένα επικίνδυνο σημείο καμπής και αυτή τη φορά οι προειδοποιήσεις δεν προέρχονται από πολιτικούς ή γραφειοκράτες, αλλά από έναν από τους πιο γνωστούς προφήτες των κρίσεων παγκοσμίως.
Ο γνωστός οικονομολόγος Nouriel Roubini κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: η ευρωπαϊκή παρακμή δεν θα εξελιχθεί γραμμικά, αλλά μπορεί να μετατραπεί σε ένα αιφνίδιο και μη αναστρέψιμο σοκ. Ένα «κραχ» που, όταν εκδηλωθεί, δεν θα αφήνει περιθώρια διόρθωσης.
Πίσω από τη φαινομενική σταθερότητα και τις καθησυχαστικές δηλώσεις, συσσωρεύονται δομικές αδυναμίες που υπονομεύουν τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η οικονομική υστέρηση, η τεχνολογική καθυστέρηση, ο κατακερματισμός της ενιαίας αγοράς και η χρόνια εξάρτηση από τρίτους δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα.
Όπως προειδοποιεί ο Roubini, η Ευρώπη δεν χάνει απλώς έδαφος• κινδυνεύει να χάσει τη θέση της στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη.
Το πραγματικό ρίσκο δεν είναι μια αργή φθορά, αλλά η μετάβαση από τη στασιμότητα στην κατάρρευση «από τη μια στιγμή στην άλλη».
Αν η ήπειρος δεν αντιμετωπίσει άμεσα τις βαθιές παθογένειες της ανταγωνιστικότητας και της καινοτομίας, το επόμενο σοκ μπορεί να σημάνει το τέλος μιας εποχής – και την αρχή μιας παρακμής χωρίς επιστροφή.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον Roubini, η νέα Εθνική Στρατηγική Ασφάλειας του προέδρου των ΗΠΑ Donald Trump προσφέρει μια εσφαλμένη αποτίμηση της Ευρώπης, η οποία επί μακρόν θεωρείται ο πιο αξιόπιστος σύμμαχος της Αμερικής.
Προειδοποιεί ότι η ανεξέλεγκτη μετανάστευση και άλλες πολιτικές που αξιωματούχοι της κυβέρνησης χλευάζουν ως «woke» θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε «πολιτισμική εξαφάνιση» μέσα σε λίγες δεκαετίες.
Αυτό το επιχείρημα βασίζεται σε μια θεμελιώδη παρερμηνεία της σημερινής κατάστασης της Ευρώπης.
Αν και η Ευρωπαϊκή Ένωση πράγματι αντιμετωπίζει μια υπαρξιακή απειλή, αυτή έχει ελάχιστη σχέση με τη μετανάστευση ή τις πολιτισμικές αντιπαραθέσεις.
Στην πραγματικότητα, το ποσοστό των κατοίκων που έχουν γεννηθεί στο εξωτερικό είναι ελαφρώς υψηλότερο στις Ηνωμένες Πολιτείες απ’ ό,τι στην Ευρώπη.
Η πραγματική απειλή για την Ευρώπη εντοπίζεται στην ίδια την οικονομική και τεχνολογική της υστέρηση.
Μεταξύ 2008 και 2023, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 87% στις ΗΠΑ, έναντι μόλις 13,5% στην ΕΕ.
Την ίδια περίοδο, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της ΕΕ μειώθηκε από το 76,5% του αντίστοιχου αμερικανικού επιπέδου στο 50%.
Ακόμη και η φτωχότερη πολιτεία των ΗΠΑ, το Μισισίπι, έχει υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα από αυτό αρκετών μεγάλων ευρωπαϊκών οικονομιών, συμπεριλαμβανομένων της Γαλλίας, της Ιταλίας και του μέσου όρου της ΕΕ.
Αυτό το διευρυνόμενο οικονομικό χάσμα δεν μπορεί να εξηγηθεί από δημογραφικούς παράγοντες.
Αντιθέτως, αντανακλά την ισχυρότερη αύξηση της παραγωγικότητας στις ΗΠΑ, κυρίως λόγω της τεχνολογικής καινοτομίας και της υψηλότερης συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών.
Σήμερα, περίπου οι μισές από τις 50 μεγαλύτερες τεχνολογικές εταιρείες παγκοσμίως είναι αμερικανικές, ενώ μόνο τέσσερις είναι ευρωπαϊκές.
Τα τελευταία πέντε δεκαετίες, 241 αμερικανικές εταιρείες εξελίχθηκαν από νεοφυείς επιχειρήσεις σε εταιρείες με κεφαλαιοποίηση τουλάχιστον 10 δισ. δολαρίων, έναντι μόλις 14 στην Ευρώπη.
Αυτές οι τάσεις εγείρουν ένα κρίσιμο ερώτημα: ποιες χώρες θα ηγηθούν των βιομηχανιών του μέλλοντος και ποια είναι η θέση της Ευρώπης;
Ο αγώνας για την τεχνολογική πρωτοκαθεδρία εκτείνεται πλέον σε ένα ευρύ φάσμα τομέων, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και η μηχανική μάθηση, ο σχεδιασμός και η παραγωγή ημιαγωγών, η ρομποτική, η κβαντική υπολογιστική, η ενέργεια σύντηξης, το fintech και οι αμυντικές τεχνολογίες.

Μειονέκτημα

Σύμφωνα με τον Roubini, η Ευρώπη εισέρχεται σε αυτή την κούρσα με σαφές μειονέκτημα.
Το αν οι ΗΠΑ ή η Κίνα ηγούνται σήμερα των βιομηχανιών του μέλλοντος παραμένει αντικείμενο συζήτησης, αλλά οι περισσότεροι παρατηρητές συμφωνούν ότι πρόκειται ουσιαστικά για μια κούρσα δύο «αλόγων», με την Αμερική να διατηρεί προβάδισμα σε αρκετούς κρίσιμους τομείς.
Πέρα από αυτές, η καινοτομία συγκεντρώνεται σε χώρες όπως η Ιαπωνία, η Ταϊβάν, η Νότια Κορέα, η Ινδία και το Ισραήλ.
Στην Ευρώπη, αντίθετα, οι καινοτόμες δραστηριότητες περιορίζονται σε μεγάλο βαθμό στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ελβετία – δύο από τις οποίες δεν είναι καν κράτη-μέλη της ΕΕ.
Δεν αποτελεί, λοιπόν, έκπληξη το γεγονός ότι, ενώ οι ΗΠΑ και η Κίνα κυριαρχούν στις παγκόσμιες τεχνολογικές κατατάξεις, η Ευρώπη βρίσκεται μακριά από την κορυφή.
Και οι προοπτικές μόνο καθησυχαστικές δεν είναι, δεδομένου ότι το επόμενο κύμα καινοτομίας αναμένεται ευρέως να είναι πιο ανατρεπτικό από οτιδήποτε έχουμε δει τα τελευταία πενήντα χρόνια.

Παράγοντες

Το τεχνολογικό χάσμα μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης μπορεί να αποδοθεί σε διάφορους παράγοντες.

Πρώτον
, οι ΗΠΑ διαθέτουν ένα πολύ βαθύτερο και πιο δυναμικό οικοσύστημα χρηματοδότησης νεοφυών επιχειρήσεων, ενώ η Ευρώπη εξακολουθεί να στερείται μιας πραγματικής ένωσης κεφαλαιαγορών, γεγονός που περιορίζει την κλίμακα και την ταχύτητα ανάπτυξης νέων εταιρειών.

Δεύτερον
, η Ευρώπη επιβαρύνεται από υπερβολική και κατακερματισμένη ρύθμιση. Μια αμερικανική startup μπορεί να λανσάρει ένα προϊόν στο πλαίσιο ενός ενιαίου κανονιστικού συστήματος και να αποκτήσει άμεσα πρόσβαση σε μια αγορά άνω των 330 εκατομμυρίων καταναλωτών.
Η ΕΕ, παρότι έχει πληθυσμό περίπου 450 εκατομμύρια, παραμένει διαιρεμένη σε 27 εθνικά κανονιστικά καθεστώτα.
Ανάλυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου δείχνει ότι τα εσωτερικά εμπόδια της ενιαίας αγοράς της ΕΕ λειτουργούν σαν δασμός περίπου 44% για τα αγαθά και 110% για τις υπηρεσίες – πολύ υψηλότερα από τα επίπεδα δασμών που επιβάλλουν οι ΗΠΑ στις περισσότερες εισαγωγές τους.

Τρίτον
, οι πολιτισμικές στάσεις απέναντι στην ανάληψη ρίσκου διαφέρουν έντονα. Μέχρι σχετικά πρόσφατα, ένας αποτυχημένος επιχειρηματίας σε ορισμένες χώρες της ΕΕ (όπως η Ιταλία) μπορούσε να αντιμετωπίσει ακόμη και ποινικές κυρώσεις, ενώ στις ΗΠΑ ένας ιδρυτής τεχνολογικής εταιρείας που δεν έχει αποτύχει ποτέ συχνά θεωρείται υπερβολικά συντηρητικός.

Τέταρτον
, οι ΗΠΑ επωφελούνται από ένα βαθιά ενοποιημένο ακαδημαϊκό–στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα, ενώ η χρόνια υποεπένδυση της Ευρώπης στην άμυνα έχει αποδυναμώσει την καινοτομική της ικανότητα.
Τεχνολογικοί ηγέτες όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, το Ισραήλ και, πιο πρόσφατα, η Ουκρανία, δαπανούν σημαντικά ποσά για την άμυνα, με τη στρατιωτική έρευνα να παράγει συχνά τεχνολογίες με πολιτικές εφαρμογές.

Δίλημμα μεταξύ ασφάλειας και κοινωνικού κράτους.

Παρ’ όλα αυτά, πολλοί Ευρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες εξακολουθούν να παρουσιάζουν την αύξηση των αμυντικών δαπανών ως δίλημμα μεταξύ ασφάλειας και κοινωνικού κράτους.
Στην πραγματικότητα, η «δωρεάν επιβίβαση» στην αμερικανική αμυντική ομπρέλα από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έχει περιορίσει το είδος της καινοτομίας που θα μπορούσε να είχε δημιουργήσει περισσότερα και από τα δύο, μέσω υψηλότερης παραγωγικότητας.
Παραδόξως, η διατήρηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου θα απαιτήσει μεγαλύτερες επενδύσεις στην άμυνα, ξεκινώντας από την επίτευξη του νέου στόχου του ΝΑΤΟ για δαπάνες 3,5% του ΑΕΠ.
Αν η Ευρώπη επιτρέψει στο τεχνολογικό της χάσμα να διευρυνθεί τις επόμενες δεκαετίες, κινδυνεύει με παρατεταμένη στασιμότητα και συνεχιζόμενη οικονομική υποβάθμιση σε σχέση με τις ΗΠΑ και την Κίνα.
Υπάρχουν, ωστόσο, λόγοι για συγκρατημένη αισιοδοξία.
Καθώς γίνεται ολοένα και πιο σαφές ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια υπαρξιακή πρόκληση, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν αρχίσει να προωθούν σοβαρές μεταρρυθμιστικές προτάσεις.
Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι δύο σημαντικές εκθέσεις του 2024 για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ και την ενιαία αγορά, από τους πρώην πρωθυπουργούς της Ιταλίας Mario Draghi και Enrico Letta αντίστοιχα.
Η Ευρώπη διατηρεί επίσης σημαντικά πλεονεκτήματα, όπως ανθρώπινο κεφάλαιο υψηλής ποιότητας, εξαιρετικά εκπαιδευτικά συστήματα και ερευνητικά ιδρύματα παγκόσμιας κλάσης.
Με τα κατάλληλα κίνητρα και κανονιστικές μεταρρυθμίσεις, αυτά τα στοιχεία θα μπορούσαν να στηρίξουν πολύ υψηλότερα επίπεδα εμπορικής καινοτομίας.
Με ένα καλύτερο περιβάλλον για την επιχειρηματικότητα, το υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα της Ευρώπης, η μεγάλη εσωτερική αγορά και τα αυξημένα ποσοστά αποταμίευσης θα μπορούσαν να απελευθερώσουν ένα νέο κύμα επενδύσεων.
Το κρίσιμο σημείο είναι ότι, ακόμη κι αν η Ευρώπη δεν ηγηθεί ποτέ στις τεχνολογίες αιχμής, θα μπορούσε παρ’ όλα αυτά να ενισχύσει σημαντικά την παραγωγικότητά της υιοθετώντας και προσαρμόζοντας αμερικανικές και κινεζικές καινοτομίες.
Πολλές από αυτές τις τεχνολογίες έχουν χαρακτήρα γενικής χρήσης, ωφελώντας τόσο τους υιοθετούντες όσο και τους πρωτοπόρους.
Όλα αυτά φέρνουν την Ευρώπη σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής.
Όπως παρατήρησε περίφημα ο Ernest Hemingway, η χρεοκοπία συμβαίνει «σταδιακά και μετά ξαφνικά».
Μέχρι σήμερα, η τεχνολογική παρακμή της Ευρώπης υπήρξε σταδιακή.
Αν όμως δεν αντιμετωπίσει τις δομικές της αδυναμίες, η σημερινή αργή διάβρωση μπορεί να μετατραπεί σε μια ξαφνική και μη αναστρέψιμη απώλεια οικονομικής σημασίας, καταλήγει ο οικονομολόγος.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης