Ιδιαίτερη σημασία έχει η διατύπωση του Marco Rubio ότι οι πόλεμοι τελειώνουν είτε με την παράδοση της μίας πλευράς είτε με διαπραγματεύσεις
Ξαφνική αλλά συγκρατημένη αισιοδοξία για ταχύτατη επίλυση του ουκρανικού ζητήματος - που δεν δικαιολογείται από τις εξελίξεις - εξέφρασε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Marco Rubio την Παρασκευή 19/12/2025.
Για πρώτη φορά με τόσο καθαρό τρόπο, υψηλόβαθμος αξιωματούχος των HΠΑ δηλώνει δημόσια ότι η Ουάσινγκτον μπορεί να οδηγήσει τη Ρωσία και την Ουκρανία σε έναν συμβιβασμό, ακόμη και μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα.
Οι δηλώσεις αυτές, που μεταδόθηκαν από το Associated Press και επαναλήφθηκαν σε ενημέρωση του State Department, δεν αποτελούν απλώς διπλωματική ρητορική.
Αντιθέτως, αντανακλούν μια βαθύτερη μετατόπιση στη στάση των ΗΠΑ: από τη στρατηγική της «υποστήριξης μέχρι τελικής νίκης», προς την αναζήτηση ενός ρεαλιστικού πολιτικού τέλους σε μια σύγκρουση που δεν φαίνεται να οδηγείται σε στρατιωτική λύση.
Η αμερικανική πλευρά πλέον είναι αποφασισμένη να ενημερώσει τη Ρωσία για τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων με τους Ουκρανούς και να αφήσει τα εμπλεκόμενα μέρη να αποφασίσουν.
Με έμμεσο τρόπο ο Rubio προαναγγέλλει το επικείμενο τέλος της αμερικανικής παρέμβασης.
Δεν είναι τυχαίο ότι για πρώτη φορά το State Department κάνει λόγο ακόμη και για τερματισμό πολέμου με συνθηκολόγηση, αφού Ουκρανία και Ευρώπη έχουν λάβει την απόφαση συνέχισης της σύγκρουσης και το 2026.
«Η απόφαση ανήκει στη Μόσχα και το Κίεβο» - Ο Trump θα αποφασίσει εάν οι ΗΠΑ φύγουν από τη διαπραγμάτευση
Ένα από τα πιο κρίσιμα σημεία των δηλώσεων Rubio είναι η ρητή παραδοχή ότι η τελική απόφαση για τη διευθέτηση της σύγκρουσης δεν θα ληφθεί στην Ουάσινγκτον, αλλά στη Μόσχα και στο Κίεβο.
Πρόκειται για μια φράση με ιδιαίτερο πολιτικό βάρος, καθώς έρχεται σε αντίθεση με το κυρίαρχο αφήγημα των τελευταίων ετών, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ λειτουργούν ως ο βασικός καθοδηγητής της ουκρανικής στρατηγικής.
«Καταλαβαίνουμε ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία εάν και τα δύο μέρη δεν συμφωνήσουν να πάρουν κάτι και να δώσουν κάτι.
Και οι δύο πλευρές θα πρέπει να κάνουν παραχωρήσεις. Ίσως δεν θα μπορέσουμε να καταλήξουμε σε συμφωνία», δήλωσε ο Rubio.
Απαντώντας σε αίτημα να διευκρινιστεί εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι έτοιμες να εγκαταλείψουν τον ρόλο του μεσολαβητή στις διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία, δήλωσε ότι δεν θα λάβει o ίδιος αυτή την απόφαση.
«Τελικά, αυτή η απόφαση θα πρέπει να ληφθεί από τον πρόεδρο Trump - στην περίπτωση και όταν κρίνει ότι η συμμετοχή μας δεν είναι πλέον παραγωγική ή δεν είναι προς το εθνικό μας συμφέρον.
Αυτή είναι η απόφαση που πρέπει να λάβει ο πρόεδρος», τόνισε.

Με τη δήλωση αυτή, η αμερικανική διπλωματία:
• αναγνωρίζει τα όρια της επιρροής της,
• μεταφέρει την ευθύνη της τελικής επιλογής στους άμεσα εμπλεκόμενους,
• και ταυτόχρονα προετοιμάζει το έδαφος για μια πιθανή συμφωνία που δεν θα ικανοποιεί πλήρως καμία πλευρά.
Πόλεμος ή διαπραγμάτευση - Η ωμή πραγματικότητα
Ο Rubio διατύπωσε με ασυνήθιστη ειλικρίνεια το βασικό δίλημμα κάθε ένοπλης σύγκρουσης: «Οι συγκρούσεις γενικά τελειώνουν με έναν από δύο τρόπους: είτε με την παράδοση της μίας πλευράς, είτε με έναν διακανονισμό μέσω διαπραγματεύσεων».
Η φράση αυτή συνοδεύτηκε από μια ακόμη πιο αποκαλυπτική παραδοχή: καμία από τις δύο πλευρές δεν αναμένεται να παραδοθεί.
Αυτό σημαίνει ότι η μόνη ρεαλιστική διέξοδος είναι η διαπραγμάτευση.
Η τοποθέτηση αυτή αποδομεί τις μαξιμαλιστικές θέσεις που κυριάρχησαν στον δημόσιο λόγο, ιδίως στη Δύση, περί «απόλυτης νίκης» ή «στρατηγικής ήττας» της Ρωσίας.
Παράλληλα, αναγνωρίζει ότι η συνέχιση του πολέμου δεν οδηγεί σε αποφασιστικό αποτέλεσμα, αλλά σε παρατεταμένη αιμορραγία ανθρώπινων, οικονομικών και πολιτικών πόρων.

Η αναζήτηση όρων - Tι είναι διατεθειμένες να δεχθούν οι δύο πλευρές
Σύμφωνα με τον Rubio οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται στη φάση χαρτογράφησης των όρων που θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτοί τόσο από τη Ρωσία όσο και από την Ουκρανία.
Ο στόχος δεν είναι να επιβληθεί μια λύση, αλλά να πλησιάσουν οι θέσεις και να διαμορφωθεί ένα κοινό έδαφος.
Αυτό το στάδιο είναι ίσως το πιο δύσκολο, καθώς η Ρωσία επιδιώκει νομικές και πολιτικές εγγυήσεις για τα εδάφη που ελέγχει και για τη μελλοντική ασφάλειά της ενώ η Ουκρανία προσπαθεί να αποφύγει μια συμφωνία που θα εκληφθεί εσωτερικά ως ήττα.
Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ καλούνται να ισορροπήσουν ανάμεσα στη στήριξη του Κιέβου και στη γενικότερη στρατηγική τους έναντι της Ρωσίας.

Το παρασκήνιο του Μαϊάμι - Απευθείας ρωσοαμερικανικές επαφές
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί το δημοσίευμα του Politico, σύμφωνα με το οποίο ενδέχεται να πραγματοποιηθούν ρωσοαμερικανικές διαπραγματεύσεις αυτό το Σαββατοκύριακο (20 -21/12) στο Μαϊάμι. Τα ονόματα που φέρονται να συμμετέχουν δεν περνούν απαρατήρητα.
Από ρωσικής πλευράς, αναφέρεται ο Kirill Dmitriev, επικεφαλής του Ρωσικού Ταμείου Άμεσων Επενδύσεων και ειδικός απεσταλμένος του Ρώσου προέδρου – μια επιλογή που υποδηλώνει ότι η οικονομική διάσταση της ειρήνης θεωρείται κεντρική.
Από αμερικανικής πλευράς, εμφανίζονται ο ειδικός απεσταλμένος για το ουκρανικό Steve Witkoff και ο Jared Kushner, γαμπρός του Donald Trump και πρόσωπο με ισχυρή επιρροή σε άτυπα διπλωματικά κανάλια.
Η σύνθεση αυτή δείχνει ότι, πέρα από την επίσημη διπλωματία, ενεργοποιούνται παράλληλα και ανεπίσημα κανάλια, με στόχο την επίτευξη συμφωνίας μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.

Kirill Dmitriev
Η Ευρώπη στο περιθώριο
Αξιοσημείωτο είναι ότι σε όλη αυτή τη συζήτηση, η Ευρωπαϊκή Ένωση εμφανίζεται περισσότερο ως παρατηρητής παρά ως πρωταγωνιστής.
Παρά το γεγονός ότι η ΕΕ έχει επωμιστεί τεράστιο οικονομικό κόστος, οι κρίσιμες συνομιλίες φαίνεται να διεξάγονται διμερώς μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, με την Ουκρανία παρούσα αλλά όχι κυρίαρχη.
Αυτό εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τον ρόλο της Ευρώπης στη μεταπολεμική αρχιτεκτονική ασφαλείας, την ικανότητά της να επηρεάζει εξελίξεις που την αφορούν άμεσα και το κατά πόσο θα κληθεί τελικά να χρηματοδοτήσει μια συμφωνία στην οποία δεν είχε ουσιαστικό λόγο.


Από τον πόλεμο στη σκληρή διαπραγμάτευση
Οι δηλώσεις Rubio σηματοδοτούν μια στροφή ρεαλισμού.
Η Ουάσινγκτον αναγνωρίζει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν μπορεί να λυθεί στρατιωτικά και ότι ο μόνος δρόμος είναι ένας επώδυνος, ατελής αλλά αναγκαίος συμβιβασμός.
Το αν αυτός ο συμβιβασμός θα επιτευχθεί σύντομα, εξαρτάται από τη βούληση της Μόσχας και του Κιέβου – και από το κατά πόσο οι εξωτερικοί παίκτες θα αποδεχθούν ότι καμία πλευρά δεν θα φύγει από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων ως απόλυτος νικητής.
Σε κάθε περίπτωση, η δημόσια παραδοχή αυτής της πραγματικότητας από την αμερικανική ηγεσία αποτελεί ίσως το πιο σαφές σημάδι ότι ο πόλεμος πλησιάζει όχι στο τέλος του, αλλά σε μια νέα, καθοριστική φάση.
Η κρίσιμη φράση περί «παράδοσης» και η σιωπηρή μετατόπιση της ευθύνης
Ιδιαίτερη σημασία έχει η διατύπωση του Marco Rubio ότι οι πόλεμοι τελειώνουν είτε με την παράδοση της μίας πλευράς είτε με διαπραγματεύσεις, για να προσθέσει αμέσως ότι «δεν αναμένουμε την παράδοση καμίας από τις δύο πλευρές».
Πρόκειται για μια φαινομενικά ισορροπημένη δήλωση, η οποία όμως, αν αναλυθεί προσεκτικά, αφήνει περιθώρια για μια πολύ πιο σύνθετη – και πολιτικά φορτισμένη – ερμηνεία.
Στο σημερινό πεδίο της σύγκρουσης, η πιθανότητα στρατιωτικής παράδοσης της Ρωσίας θεωρείται από τους περισσότερους διεθνείς αναλυτές μη ρεαλιστική.
Η Μόσχα διατηρεί στρατηγικό βάθος, εδαφικό έλεγχο, στρατιωτική πρωτοβουλία σε κρίσιμα μέτωπα και – το σημαντικότερο – δεν αντιμετωπίζει υπαρξιακή απειλή στο εσωτερικό της.
Υπό αυτό το πρίσμα, η αναφορά του Rubio στην «παράδοση» φωτογραφίζει ξεκάθαρα την Ουκρανία και το ενδεχόμενο παράδοσής της.

Διαπραγμάτευση ή «ελεγχόμενη ήττα»;
Η αμερικανική διπλωματική γλώσσα συχνά αποφεύγει τους ωμούς όρους.
Η λέξη «συνθηκολόγηση» δεν χρησιμοποιείται, αλλά αντικαθίσταται από έννοιες όπως «ρεαλιστικός συμβιβασμός», «επώδυνη ειρήνη» ή «διαπραγματευτική λύση».
Ωστόσο, στην πράξη, μια συμφωνία που θα παγιώνει τις εδαφικές απώλειες της Ουκρανίας, θα περιορίζει τις στρατιωτικές της επιλογές και θα αναβάλλει επ’ αόριστον τις φιλοδοξίες της για πλήρη αποκατάσταση της κυριαρχίας της, δύσκολα μπορεί να παρουσιαστεί στο εσωτερικό της χώρας ως νίκη.
Η δήλωση Rubio φαίνεται να προετοιμάζει το έδαφος ακριβώς για αυτή τη μετατόπιση του αφηγήματος: όχι ότι η Ουκρανία «ηττήθηκε», αλλά ότι «επέλεξε τη διαπραγμάτευση αντί της παράδοσης».
Πρόκειται για μια ρητορική λεπτομέρεια με τεράστια πολιτική σημασία, καθώς επιτρέπει στις ΗΠΑ να αποσύρουν σταδιακά τη στήριξή τους χωρίς να κατηγορηθούν για εγκατάλειψη, να μεταφέρουν την ευθύνη της τελικής απόφασης στο Κίεβο και να διατηρήσουν ανοιχτούς διαύλους με τη Μόσχα.
Ένα μήνυμα προς το Κίεβο και προς τη Δύση
Τελικά, η αναφορά του Rubio στην «παράδοση» λειτουργεί και ως έμμεσο μήνυμα.
Όχι τόσο προς τη Ρωσία, όσο προς την ουκρανική ηγεσία και τους Ευρωπαίους συμμάχους: η εποχή των απόλυτων στόχων πλησιάζει στο τέλος της.
Η Ουάσινγκτον δεν φαίνεται πλέον διατεθειμένη να υποστηρίζει επ’ αόριστον μια σύγκρουση χωρίς καθαρό ορίζοντα νίκης.
Χωρίς να το δηλώνει ανοιχτά, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών αφήνει να εννοηθεί ότι η πραγματική επιλογή που απομένει δεν είναι ανάμεσα στη νίκη και την ήττα, αλλά ανάμεσα σε μια ελεγχόμενη πολιτική υποχώρηση μέσω διαπραγματεύσεων και σε μια ανεξέλεγκτη φθορά χωρίς τέλος, ειδικά από τη στιγμή που η Ουκρανία εξασφάλισε χρηματοδότηση από την ΕΕ.
www.bankingnews.gr
Για πρώτη φορά με τόσο καθαρό τρόπο, υψηλόβαθμος αξιωματούχος των HΠΑ δηλώνει δημόσια ότι η Ουάσινγκτον μπορεί να οδηγήσει τη Ρωσία και την Ουκρανία σε έναν συμβιβασμό, ακόμη και μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα.
Οι δηλώσεις αυτές, που μεταδόθηκαν από το Associated Press και επαναλήφθηκαν σε ενημέρωση του State Department, δεν αποτελούν απλώς διπλωματική ρητορική.
Αντιθέτως, αντανακλούν μια βαθύτερη μετατόπιση στη στάση των ΗΠΑ: από τη στρατηγική της «υποστήριξης μέχρι τελικής νίκης», προς την αναζήτηση ενός ρεαλιστικού πολιτικού τέλους σε μια σύγκρουση που δεν φαίνεται να οδηγείται σε στρατιωτική λύση.
Η αμερικανική πλευρά πλέον είναι αποφασισμένη να ενημερώσει τη Ρωσία για τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων με τους Ουκρανούς και να αφήσει τα εμπλεκόμενα μέρη να αποφασίσουν.
Με έμμεσο τρόπο ο Rubio προαναγγέλλει το επικείμενο τέλος της αμερικανικής παρέμβασης.
Δεν είναι τυχαίο ότι για πρώτη φορά το State Department κάνει λόγο ακόμη και για τερματισμό πολέμου με συνθηκολόγηση, αφού Ουκρανία και Ευρώπη έχουν λάβει την απόφαση συνέχισης της σύγκρουσης και το 2026.
«Η απόφαση ανήκει στη Μόσχα και το Κίεβο» - Ο Trump θα αποφασίσει εάν οι ΗΠΑ φύγουν από τη διαπραγμάτευση
Ένα από τα πιο κρίσιμα σημεία των δηλώσεων Rubio είναι η ρητή παραδοχή ότι η τελική απόφαση για τη διευθέτηση της σύγκρουσης δεν θα ληφθεί στην Ουάσινγκτον, αλλά στη Μόσχα και στο Κίεβο.
Πρόκειται για μια φράση με ιδιαίτερο πολιτικό βάρος, καθώς έρχεται σε αντίθεση με το κυρίαρχο αφήγημα των τελευταίων ετών, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ λειτουργούν ως ο βασικός καθοδηγητής της ουκρανικής στρατηγικής.
«Καταλαβαίνουμε ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία εάν και τα δύο μέρη δεν συμφωνήσουν να πάρουν κάτι και να δώσουν κάτι.
Και οι δύο πλευρές θα πρέπει να κάνουν παραχωρήσεις. Ίσως δεν θα μπορέσουμε να καταλήξουμε σε συμφωνία», δήλωσε ο Rubio.
Απαντώντας σε αίτημα να διευκρινιστεί εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι έτοιμες να εγκαταλείψουν τον ρόλο του μεσολαβητή στις διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία, δήλωσε ότι δεν θα λάβει o ίδιος αυτή την απόφαση.
«Τελικά, αυτή η απόφαση θα πρέπει να ληφθεί από τον πρόεδρο Trump - στην περίπτωση και όταν κρίνει ότι η συμμετοχή μας δεν είναι πλέον παραγωγική ή δεν είναι προς το εθνικό μας συμφέρον.
Αυτή είναι η απόφαση που πρέπει να λάβει ο πρόεδρος», τόνισε.
Με τη δήλωση αυτή, η αμερικανική διπλωματία:
• αναγνωρίζει τα όρια της επιρροής της,
• μεταφέρει την ευθύνη της τελικής επιλογής στους άμεσα εμπλεκόμενους,
• και ταυτόχρονα προετοιμάζει το έδαφος για μια πιθανή συμφωνία που δεν θα ικανοποιεί πλήρως καμία πλευρά.
Πόλεμος ή διαπραγμάτευση - Η ωμή πραγματικότητα
Ο Rubio διατύπωσε με ασυνήθιστη ειλικρίνεια το βασικό δίλημμα κάθε ένοπλης σύγκρουσης: «Οι συγκρούσεις γενικά τελειώνουν με έναν από δύο τρόπους: είτε με την παράδοση της μίας πλευράς, είτε με έναν διακανονισμό μέσω διαπραγματεύσεων».
Η φράση αυτή συνοδεύτηκε από μια ακόμη πιο αποκαλυπτική παραδοχή: καμία από τις δύο πλευρές δεν αναμένεται να παραδοθεί.
Αυτό σημαίνει ότι η μόνη ρεαλιστική διέξοδος είναι η διαπραγμάτευση.
Η τοποθέτηση αυτή αποδομεί τις μαξιμαλιστικές θέσεις που κυριάρχησαν στον δημόσιο λόγο, ιδίως στη Δύση, περί «απόλυτης νίκης» ή «στρατηγικής ήττας» της Ρωσίας.
Παράλληλα, αναγνωρίζει ότι η συνέχιση του πολέμου δεν οδηγεί σε αποφασιστικό αποτέλεσμα, αλλά σε παρατεταμένη αιμορραγία ανθρώπινων, οικονομικών και πολιτικών πόρων.

Η αναζήτηση όρων - Tι είναι διατεθειμένες να δεχθούν οι δύο πλευρές
Σύμφωνα με τον Rubio οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται στη φάση χαρτογράφησης των όρων που θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτοί τόσο από τη Ρωσία όσο και από την Ουκρανία.
Ο στόχος δεν είναι να επιβληθεί μια λύση, αλλά να πλησιάσουν οι θέσεις και να διαμορφωθεί ένα κοινό έδαφος.
Αυτό το στάδιο είναι ίσως το πιο δύσκολο, καθώς η Ρωσία επιδιώκει νομικές και πολιτικές εγγυήσεις για τα εδάφη που ελέγχει και για τη μελλοντική ασφάλειά της ενώ η Ουκρανία προσπαθεί να αποφύγει μια συμφωνία που θα εκληφθεί εσωτερικά ως ήττα.
Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ καλούνται να ισορροπήσουν ανάμεσα στη στήριξη του Κιέβου και στη γενικότερη στρατηγική τους έναντι της Ρωσίας.

Το παρασκήνιο του Μαϊάμι - Απευθείας ρωσοαμερικανικές επαφές
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί το δημοσίευμα του Politico, σύμφωνα με το οποίο ενδέχεται να πραγματοποιηθούν ρωσοαμερικανικές διαπραγματεύσεις αυτό το Σαββατοκύριακο (20 -21/12) στο Μαϊάμι. Τα ονόματα που φέρονται να συμμετέχουν δεν περνούν απαρατήρητα.
Από ρωσικής πλευράς, αναφέρεται ο Kirill Dmitriev, επικεφαλής του Ρωσικού Ταμείου Άμεσων Επενδύσεων και ειδικός απεσταλμένος του Ρώσου προέδρου – μια επιλογή που υποδηλώνει ότι η οικονομική διάσταση της ειρήνης θεωρείται κεντρική.
Από αμερικανικής πλευράς, εμφανίζονται ο ειδικός απεσταλμένος για το ουκρανικό Steve Witkoff και ο Jared Kushner, γαμπρός του Donald Trump και πρόσωπο με ισχυρή επιρροή σε άτυπα διπλωματικά κανάλια.
Η σύνθεση αυτή δείχνει ότι, πέρα από την επίσημη διπλωματία, ενεργοποιούνται παράλληλα και ανεπίσημα κανάλια, με στόχο την επίτευξη συμφωνίας μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.

Kirill Dmitriev
Η Ευρώπη στο περιθώριο
Αξιοσημείωτο είναι ότι σε όλη αυτή τη συζήτηση, η Ευρωπαϊκή Ένωση εμφανίζεται περισσότερο ως παρατηρητής παρά ως πρωταγωνιστής.
Παρά το γεγονός ότι η ΕΕ έχει επωμιστεί τεράστιο οικονομικό κόστος, οι κρίσιμες συνομιλίες φαίνεται να διεξάγονται διμερώς μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, με την Ουκρανία παρούσα αλλά όχι κυρίαρχη.
Αυτό εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τον ρόλο της Ευρώπης στη μεταπολεμική αρχιτεκτονική ασφαλείας, την ικανότητά της να επηρεάζει εξελίξεις που την αφορούν άμεσα και το κατά πόσο θα κληθεί τελικά να χρηματοδοτήσει μια συμφωνία στην οποία δεν είχε ουσιαστικό λόγο.


Από τον πόλεμο στη σκληρή διαπραγμάτευση
Οι δηλώσεις Rubio σηματοδοτούν μια στροφή ρεαλισμού.
Η Ουάσινγκτον αναγνωρίζει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν μπορεί να λυθεί στρατιωτικά και ότι ο μόνος δρόμος είναι ένας επώδυνος, ατελής αλλά αναγκαίος συμβιβασμός.
Το αν αυτός ο συμβιβασμός θα επιτευχθεί σύντομα, εξαρτάται από τη βούληση της Μόσχας και του Κιέβου – και από το κατά πόσο οι εξωτερικοί παίκτες θα αποδεχθούν ότι καμία πλευρά δεν θα φύγει από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων ως απόλυτος νικητής.
Σε κάθε περίπτωση, η δημόσια παραδοχή αυτής της πραγματικότητας από την αμερικανική ηγεσία αποτελεί ίσως το πιο σαφές σημάδι ότι ο πόλεμος πλησιάζει όχι στο τέλος του, αλλά σε μια νέα, καθοριστική φάση.
Η κρίσιμη φράση περί «παράδοσης» και η σιωπηρή μετατόπιση της ευθύνης
Ιδιαίτερη σημασία έχει η διατύπωση του Marco Rubio ότι οι πόλεμοι τελειώνουν είτε με την παράδοση της μίας πλευράς είτε με διαπραγματεύσεις, για να προσθέσει αμέσως ότι «δεν αναμένουμε την παράδοση καμίας από τις δύο πλευρές».
Πρόκειται για μια φαινομενικά ισορροπημένη δήλωση, η οποία όμως, αν αναλυθεί προσεκτικά, αφήνει περιθώρια για μια πολύ πιο σύνθετη – και πολιτικά φορτισμένη – ερμηνεία.
Στο σημερινό πεδίο της σύγκρουσης, η πιθανότητα στρατιωτικής παράδοσης της Ρωσίας θεωρείται από τους περισσότερους διεθνείς αναλυτές μη ρεαλιστική.
Η Μόσχα διατηρεί στρατηγικό βάθος, εδαφικό έλεγχο, στρατιωτική πρωτοβουλία σε κρίσιμα μέτωπα και – το σημαντικότερο – δεν αντιμετωπίζει υπαρξιακή απειλή στο εσωτερικό της.
Υπό αυτό το πρίσμα, η αναφορά του Rubio στην «παράδοση» φωτογραφίζει ξεκάθαρα την Ουκρανία και το ενδεχόμενο παράδοσής της.

Διαπραγμάτευση ή «ελεγχόμενη ήττα»;
Η αμερικανική διπλωματική γλώσσα συχνά αποφεύγει τους ωμούς όρους.
Η λέξη «συνθηκολόγηση» δεν χρησιμοποιείται, αλλά αντικαθίσταται από έννοιες όπως «ρεαλιστικός συμβιβασμός», «επώδυνη ειρήνη» ή «διαπραγματευτική λύση».
Ωστόσο, στην πράξη, μια συμφωνία που θα παγιώνει τις εδαφικές απώλειες της Ουκρανίας, θα περιορίζει τις στρατιωτικές της επιλογές και θα αναβάλλει επ’ αόριστον τις φιλοδοξίες της για πλήρη αποκατάσταση της κυριαρχίας της, δύσκολα μπορεί να παρουσιαστεί στο εσωτερικό της χώρας ως νίκη.
Η δήλωση Rubio φαίνεται να προετοιμάζει το έδαφος ακριβώς για αυτή τη μετατόπιση του αφηγήματος: όχι ότι η Ουκρανία «ηττήθηκε», αλλά ότι «επέλεξε τη διαπραγμάτευση αντί της παράδοσης».
Πρόκειται για μια ρητορική λεπτομέρεια με τεράστια πολιτική σημασία, καθώς επιτρέπει στις ΗΠΑ να αποσύρουν σταδιακά τη στήριξή τους χωρίς να κατηγορηθούν για εγκατάλειψη, να μεταφέρουν την ευθύνη της τελικής απόφασης στο Κίεβο και να διατηρήσουν ανοιχτούς διαύλους με τη Μόσχα.
Ένα μήνυμα προς το Κίεβο και προς τη Δύση
Τελικά, η αναφορά του Rubio στην «παράδοση» λειτουργεί και ως έμμεσο μήνυμα.
Όχι τόσο προς τη Ρωσία, όσο προς την ουκρανική ηγεσία και τους Ευρωπαίους συμμάχους: η εποχή των απόλυτων στόχων πλησιάζει στο τέλος της.
Η Ουάσινγκτον δεν φαίνεται πλέον διατεθειμένη να υποστηρίζει επ’ αόριστον μια σύγκρουση χωρίς καθαρό ορίζοντα νίκης.
Χωρίς να το δηλώνει ανοιχτά, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών αφήνει να εννοηθεί ότι η πραγματική επιλογή που απομένει δεν είναι ανάμεσα στη νίκη και την ήττα, αλλά ανάμεσα σε μια ελεγχόμενη πολιτική υποχώρηση μέσω διαπραγματεύσεων και σε μια ανεξέλεγκτη φθορά χωρίς τέλος, ειδικά από τη στιγμή που η Ουκρανία εξασφάλισε χρηματοδότηση από την ΕΕ.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών