Μετά το 1950, οι κυβερνήσεις δυτικά του Βερολίνου αφιέρωναν τεράστιους πόρους για την απόκρουση “πιθανής εισβολής από δυνάμεις του Συμφώνου της Βαρσοβίας”.
Έγινε το φόβητρο που δικαιολογούσε την σπατάληση κονδυλίων και τη λειτουργία παρακρατικών ομάδων τύπου “Gladio”. Βασιζόταν στην υπόθεση πως η Ευρώπη θα καταλαμβάνονταν. Ομάδες πολιτών (στρατολογημένες και εκπαιδευμένες από τον καιρό της ειρήνης) θα ξεκινούσαν αντάρτικο πόλεων κατά των εισβολέων.
Ο μυστικός στρατός
Παρόλο που η Ελβετία ήταν επισήμως ουδέτερη και πρακτικά απίθανο να δεχτεί εισβολή, η πολιτική ηγεσία είχε προσχωρήσει στην “τρέλλα”. Το 1973 το υπουργείο άμυνας (EMD) εκπόνισε ένα μυστικό σχέδιο με την επωνυμία Projekt 26 (P26). Δύο χιλιάδες άνδρες και γυναίκες επιλέχθηκαν για να εκπαιδευτούν σε τεχνικές ανταρτοπολέμου, συνομωτικής δράσης, δολιοφθορών και δολοφονιών. Είχαν στη διάθεση τους κρύπτες με ποσότητες εκρηκτικών, πιστολιών και αυτομάτων όπως το ΜΡ5 και το Stgw. 57.
Ο προϋπολογισμός ύψους 20.000.000 δολαρίων προερχόταν από “μαύρα” κονδύλια. Η εκπαίδευση γινόταν υπό άκρα μυστικότητα. Οι συμμετέχοντες δεν ανήκαν στις ένοπλες δυνάμεις και αγνοούσαν την ταυτότητα των υπολοίπων μελών. Χωρίζονταν σε 40 γεωγραφικές περιοχές και υπήρχαν διαφορετικοί πυρήνες σε κάθε καντόνιο για επικάλυψη. Κάτι τέτοιο ήταν παράνομο κατά το Σύνταγμα της χώρας και το πρόγραμμα κρύφτηκε μέσα στις δραστηριότητες της εθνοφυλακής. Μέχρι το 1979 η οργάνωση είχε καταστεί επιχειρησιακή και βρισκόταν υπό τον έλεγχο του διευθυντή των μυστικών υπηρεσιών Albert Bachmann.
Παράξενες εμπνεύσεις
Από τις κύριες αποστολές του Ρ26 ήταν η “καταστροφή κρίσιμων μέσων των δυνάμεων κατοχής”. Για να το κάνουν αυτό αναζήτησαν σιγασμένα όπλα τα οποία δεν θα συνδέονταν άμεσα με τις ελβετικές ένοπλες δυνάμεις. Το σκεπτικό ήταν πως έτσι θα αποφεύγονταν τα αντίποινα κατά των πολιτών.
Με πρόσβαση σε σχεδόν απεριόριστη χρηματοδότηση και την πλήρη συνεργασία της Schweizerische Industrie Gesellschaft (SIG) κατασκεύασαν ένα ασυνήθιστο “σιγασμένο τυφέκιο” που δεν υπήρχε σε κανένα γνωστό οπλοστάσιο. Πρόκειται για ένα επαναληπτικό τυφέκιο κινητού ουραίου. Ο κορμός και το σύστημα λειτουργίας προέρχονταν από τη γερμανική J.P Sauer & Sohn που τελούσε υπό ελβετικό έλεγχο. Ημιφινιρισμένοι κορμοί έφταναν στη Βέρνη, όπου οπλουργοί της SIG πρόσθεταν κάνες διαμέτρου 10,4mm. Αποτελεί μυστήριο για ποίο ακριβώς λόγο επιτεύχθηκε η συγκεκριμένη διάσταση. Ίσως οι Ελβετοί να είχαν ακόμη αποθέματα κανών από τυφέκια Vetterli M69/81, τα οποία δέχονταν ένα φυσίγγιο διαμετρήματος 10,4Χ38mmR. Εν πάσει περιπτώσει, οι Ελβετοί σχημάτιζαν σε αυτές τις κάνες θαλάμες ικανές να δεχτούν ένα τροποποιημένο φυσίγγιο .41 Remington Magnum. Υπό φυσιολογικές συνθήκες το .41 Magnum (μετρικός χαρακτηρισμός 10,4Χ33mmR) βάλλει βλήματα βάρους 13,6 γραμμαρίων (210 grain ) με υπερηχητική ταχύτητα (400-430m/sec). ‘Ομως οι πράκτορες του Ρ26 ήθελαν χαμηλή ταχύτητα (για μειωμένο θόρυβο) και χρησιμοποιούσαν ειδικά βλήματα με διπλάσιο σχεδόν βάρος. Σύμφωνα με μελετητές της βαλλιστικής ιστορίας, ο συνδυασμός του κάλυκα από περίστροφο με μια “αρχαιοπρεπή” βολίδα επιλέχθηκε για να προκαλεί σύγχυση. Θεωρητικά ένα τέτοιο φυσίγγιο δεν υπήρχε, οπότε οι ερευνητές δε θα κατέληγαν σε κάποιο χρήσιμο συμπέρασμα. Η τροφοδοσία γινόταν μέσω ένός τροποποιημένου γεμιστήρα που συγκρατούσε 3 φυσίγγια σε μονή στήλη.
Όπλο για εκτελεστές
Η βιβλιογραφία ανέφερε πως το Ρ150 ήταν “τυφέκιο καταστροφής υλικού”. Κανένα από τα σχεδιαστικά χαρακτηριστικά του δε μαρτυρά κάτι τέτοιο. Η καταστροφή υλικών (αεροσκάφη, σταθμοί τηλεπικοινωνιών, οχήματα, αντιαεροπορικές συστοιχίες, κλπ.) απαιτεί μεγάλη ισχύ, διατρητικότητα πυρομαχικού και μεγάλη ακτίνα δράσης. Όταν οι Αμερικανοί κυνηγούσαν τους εκτοξευτήρες SCUD των Ιρακινών στην έρημο, χρησιμοποιούσαν τυφέκια .50 Browning. Βάλλοντας από 800-1.200 μέτρα μακρυά, κατέστρεφαν τα βλήματα από ασφαλή απόσταση. Έτσι απέφευγαν τον εντοπισμό και την αντεπίθεση των φρουρών.
Αντιθέτως, το ελβετικό τουφέκι είναι φτιαγμένο για κρυφή δράση από κοντινή απόσταση. Η διάτρητη κάνη του καλύπτεται από σιγαστήρα δύο τμημάτων. Ενώ το ανεπτυγμένο του μήκος φτάνει τα 116cm, ο σιγαστήρας αποσυναρμολογείται και το κοντάκιο (παρόμοιο με εκείνο του STGw-90) αναδιπλώνεται. Σε αυτή τη διαμόρφωση κρύβεται μέσα σε ένα σάκο ή κάτω από ένα μακρύ επανωφόρι.
Το επόμενο στοιχείο που δείχνει τον πραγματικό ρόλο του “σιωπηλού όπλου” είναι το διαμέτρημα του. Τα υποηχητικά φυσίγγια .41 Magnum παρουσιάζουν καμπύλη τροχιά και μικρό βεληνεκές. Είναι ενδεικτικό πως το σύστημα σκόπευσης αποτελείται από μια διόπτρα (κατασκευής Schmidt & Bender) με μεγέθυνση 4-6Χ. Η βαθμονόμηση της γίνεται σε διαστήματα 25 μέτρων (50m, 75m, 100m κ.οκ.) μέχρι τα 200 μέτρα. Αυτό γιατί η καμπύλη της τροχιάς δεν επιτρέπει ακρίβεια σε μεγαλύτερες αποστάσεις.
Είναι δύσκολο να φτάσει ένας δολιοφθορέας εντός 200 μέτρων από ένα αεροσκάφος που βρίσκεται σε πίστα αεροδρομίου ή ένα σταθμό ραντάρ που φυλάσσεται, χωρίς να εντοπιστεί. Ακόμη κι αν γινόταν αυτό, η διαφυγή θα ήταν σχεδόν αδύνατη. Αντίθετα όμως, το σιγασμένο G150 θα ήταν έξαιρετικά αποτελεσματικό για την “εξουδετέρωση” ενός ανθρώπου σε μια πολύβουη πόλη. Ο χειριστής του θα μπορούσε να φθάσει αθέατος (με το λυμένο τουφέκι σε ένα σάκο) και να αποχωρήσει μετά το πλήγμα, χωρίς να αφήσει ίχνη.
Αιτία σκανδάλου
Το Projekt 26 έγινε γνωστό στο κοινό το 1991, μετά από δημοσιογραφική έρευνα. Η ύπαρξη οργανώσεων και γιαφκών που ελέγχονταν από τις μυστικές υπηρεσίες, έπληξε την εμπιστοσύνη των Ελβετών προς την κυβέρνηση. Οδήγησε στην ¨καρατόμηση” του Bachmann και του στενού του συνεργάτη Efraim Corinto Benjamin Cattelan, ο οποίος διαχειριζόταν τις μυστικές ομάδες. Ο εξοπλισμός (περιλαμβανομένων των G150 και πλακών χρυσού αξίας 6,5 εκατομμυρίων δολαρίων) επανακτήθηκαν.
Υπήρξαν υπόνοιες πως ο πραγματικός σκοπός της οργάνωσης ήταν η δολοφονίες “αντιφρονούντων” σε περίπτωση εσωτερικής αναταραχής. Κανείς δε γνωρίζει τι απέγιναν τα 247 από τα 250 G150. Mόνο τρία (3) είδαν το φως της δημοσιότητας. Βρίσκονται σε ελβετικά μουσεία ως απτά μνημεία της παράνοιας του ψυχρού πολέμου.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών