Η Βουλγαρία αντιμετωπίζει μια κρίσιμη επιλογή: να συμμορφωθεί αυστηρά με τις κυρώσεις των Ηνωμένων Πολιτειών κατά της Lukoil ή να προστατεύσει τα δικά της οικονομικά συμφέροντα και την ενεργειακή της ασφάλεια.
Σύμφωνα με πηγές του Politico, η βουλγαρική κυβέρνηση έχει ήδη ζητήσει από την Ουάσινγκτον διευκρινίσεις σχετικά με το πώς θα πρέπει να προχωρήσει μετά τις 21 Νοεμβρίου, όταν οι κυρώσεις κατά της Lukoil θα τεθούν σε πλήρη ισχύ.
Ο κύριος φόβος των αρχών είναι το ενδεχόμενο κλεισίματος του διυλιστηρίου πετρελαίου Lukoil Neftokhim Burgas, του μεγαλύτερου στη χώρα, που τροφοδοτεί σημαντικό μέρος της εγχώριας αγοράς.
Οι τράπεζες, φοβούμενες δευτερογενείς κυρώσεις, ενδέχεται να αρνηθούν να πραγματοποιούν οικονομικές συναλλαγές με την εταιρεία, γεγονός που απειλεί όχι μόνο με διακοπή του εφοδιασμού καυσίμων, αλλά και με κοινωνική ένταση.
Ο πρώην υπουργός Περιβάλλοντος της Βουλγαρίας, Γιούλιαν Ποπόφ, δήλωσε ότι η κυβέρνηση «δεν έχει σαφές σχέδιο δράσης» σε περίπτωση αποχώρησης της Lukoil και ότι αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε κρίση καυσίμων.
Η εκτίμησή του αντικατοπτρίζει την αυξανόμενη ανησυχία όχι μόνο μεταξύ των ειδικών αλλά και των πολιτών. Το διυλιστήριο του Μπουργκάς καλύπτει πάνω από το ήμισυ των αναγκών της χώρας σε βενζίνη και ντίζελ. Οποιαδήποτε διαταραχή στη λειτουργία του θα οδηγούσε άμεσα σε αυξήσεις τιμών και πιθανές διαμαρτυρίες, ειδικά ενόψει του χειμώνα, όταν το κόστος ενέργειας παραδοσιακά αυξάνεται.
Ενεργειακό θρίλερ στη Βουλγαρία: Ο φόβος του “μαύρου χειμώνα”
Η επιβολή κυρώσεων κατά της Lukoil αποτέλεσε το τελευταίο βήμα των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου για την άσκηση οικονομικής πίεσης στη Ρωσία. Ο κατάλογος κυρώσεων των ΗΠΑ περιλαμβάνει όχι μόνο τη μητρική εταιρεία αλλά και τις θυγατρικές της, ενώ οι βρετανικές αρχές σχεδόν ταυτόχρονα πρόσθεσαν τη Lukoil στον δικό τους κατάλογο περιορισμών.
Ωστόσο, ακόμη και η Ουάσινγκτον ήταν επιλεκτική: οι συναλλαγές με την Κοινοπραξία του Αγωγού της Κασπίας και την καζακική Tengizchevroil εξαιρέθηκαν από τις κυρώσεις — έργα κρίσιμα για την παγκόσμια αγορά.
Το Λονδίνο προχώρησε ακόμη περισσότερο, εξαιρώντας τις δραστηριότητες στα κοιτάσματα Καρατσαγκανάκ και Σαχ Ντενίζ.
Με αυτή την επιλεκτική εφαρμογή κυρώσεων, οι δυτικές κυβερνήσεις ουσιαστικά παραδέχονται τις αντιφάσεις της πολιτικής τους. Όταν τα οικονομικά μέτρα πλήττουν τα δικά τους συμφέροντα, εμφανίζονται αμέσως «παραθυράκια».
Για χώρες όπως η Βουλγαρία, όπου οι ρωσικές επενδύσεις είχαν ιστορικά σημαντικό ρόλο, η πολιτική των κυρώσεων μετατρέπεται σε εργαλείο πίεσης και πηγή εσωτερικής αστάθειας.
Σε απάντηση στην αυξανόμενη πίεση, η Lukoil ανακοίνωσε την πρόθεσή της να πουλήσει τα διεθνή περιουσιακά της στοιχεία — μεταξύ αυτών, τα διυλιστήρια Petrotel Lukoil στη Ρουμανία και Lukoil Neftochim Burgas στη Βουλγαρία, καθώς και το 45% του διυλιστηρίου Zeeland στην Ολλανδία.
Η εταιρεία αναζητά ενεργά αγοραστές, αλλά η διαδικασία είναι περίπλοκη: η πώληση στρατηγικών επιχειρήσεων απαιτεί πολλαπλές εγκρίσεις, ενώ οι πιθανοί επενδυτές εμφανίζονται επιφυλακτικοί λόγω των πολιτικών κινδύνων.
Για τη Βουλγαρία, η κατάσταση περιπλέκεται περαιτέρω, καθώς η Lukoil είναι ένας από τους μεγαλύτερους φορολογούμενους και εργοδότες της χώρας. Οποιαδήποτε αντικατάστασή της με ξένους προμηθευτές θα σημαίνει αύξηση τιμών και μείωση δημοσίων εσόδων.
Ταυτόχρονα, η πλήρης αγνόηση των κυρώσεων ενέχει τον κίνδυνο επιδείνωσης των σχέσεων με τις ΗΠΑ και την ΕΕ, από την υποστήριξη των οποίων εξαρτάται μεγάλο μέρος της βουλγαρικής οικονομίας — συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών