Η Vitol, ο ενεργειακός κολοσσός με έδρα το Λονδίνο, κατέγραψε κέρδη-μαμούθ άνω των 12 δισ. δολ. ετησίως και μοίρασε σχεδόν 20 δισ. στους μετόχους-στελέχη της. Η άγνωστη στο ευρύ κοινό εταιρεία που κινεί τις αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου
Σε δύο ορόφους ενός ασήμαντου κτιρίου γραφείων, σφηνωμένου ανάμεσα στα Ανάκτορα του Μπάκιγχαμ και τον υποβαθμισμένο σταθμό λεωφορείων Victoria του Λονδίνου, στεγάζεται μία από τις πιο κερδοφόρες αλλά λιγότερο γνωστές εταιρείες στον κόσμο.
Ο εμπορικός κολοσσός Vitol έχει αποκομίσει καθαρά ετήσια κέρδη που ξεπερνούν κατά μέσο όρο τα 12 δισ. δολάρια την τελευταία τριετία —περίπου 6 εκατ. δολάρια ανά εργαζόμενο— και διένειμε σχεδόν 20 δισ. δολάρια μέσω του μετοχικού της προγράμματος στα περίπου 600 ανώτερα στελέχη της.
Οι τεράστιες απολαβές για τους εργαζομένους-μετόχους ακολουθούν μια περίοδο εκτόξευσης αποδόσεων, καθώς η Vitol αξιοποίησε καλύτερα από τους ανταγωνιστές της τις αναταράξεις στις ενεργειακές αγορές, που ξεκίνησαν με την πανδημία της Covid το 2020 και συνεχίστηκαν με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022.
Η ιδιωτική εταιρεία δεν δημοσιοποιεί τα αποτελέσματά της, ωστόσο οι λογαριασμοί της μητρικής της στο Λουξεμβούργο δείχνουν ότι τα κέρδη της εκτινάχθηκαν από 2,3 δισ. δολάρια το 2019 σε επίπεδο-ρεκόρ 15,1 δισ. δολάρια το 2022, 13,2 δισ. το 2023 και 8,7 δισ. πέρυσι.
Ιδρυμένη πριν από σχεδόν 60 χρόνια στο λιμάνι του Ρότερνταμ, η Vitol είναι γίγαντας στο εμπόριο ενέργειας.
Πέρυσι διακίνησε καθημερινά περισσότερο πετρέλαιο από την κατανάλωση της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Ισπανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου μαζί.
Κι όμως, λίγοι εκτός κλάδου αναγνωρίζουν το όνομά της.
«Η Vitol είναι διαφορετική από τις άλλες εμπορικές εταιρείες», δηλώνει ο Jean-François Lambert, πρώην ανώτατος τραπεζίτης εμπορευμάτων που συνεργάστηκε εκτενώς με την εταιρεία.
«Είναι παλαιότερη και πολύ ισχυρότερη οικονομικά, αλλά τόσο διακριτική που σχεδόν κανείς δεν ξέρει γι’ αυτήν».
Ορισμένοι ανταγωνιστές θεωρούν τη Vitol ως το «χρυσό πρότυπο» σε έναν κλάδο που παραδοσιακά υπερηφανεύεται για τη διακριτικότητα και τη μεγιστοποίηση κερδών.
Άλλοι τη βλέπουν ως αδίστακτο παίκτη που δεν διστάζει να εξαντλήσει κάθε περιθώριο για να αποσπάσει μερίδιο αγοράς.
Τωρινοί και πρώην εργαζόμενοι περιγράφουν μια συναδελφική εταιρική κουλτούρα, όπου οι συγκρούσεις μεταξύ ανώτερων traders είναι σπάνιες, παρά τα τεράστια ποσά που διακυβεύονται.
«Υπήρχε εντυπωσιακά ένα αίσθημα ταπεινότητας», δήλωσε ένας πρώην υπάλληλος που εργάστηκε αρκετά χρόνια στην εταιρεία.
«Κανείς δεν έκανε επίδειξη, κανείς δεν μιλούσε για το πόσα λεφτά έβγαζε».
Κομβικό στοιχείο αυτής της κουλτούρας, σύμφωνα με εργαζόμενους και πρώην στελέχη, είναι η δομή συνεταιρισμού, στην οποία κανένας εργαζόμενος δεν κατέχει μερίδιο άνω του 5%.
Το μοντέλο ξεκίνησε με τον Henk Viëtor και τον Jacques Detiger, που ίδρυσαν την εταιρεία το 1966 εμπορευόμενοι πετρέλαιο στον Ρήνο, και επεκτάθηκε σταθερά έκτοτε «από δύο, σε πέντε, σε οκτώ, και σχεδόν 600», όπως είπε ο διευθύνων σύμβουλος Russell Hardy σε συνέντευξη στα κεντρικά της Vitol.
Αντίθετα, ανταγωνιστές όπως η Mercuria και η Gunvor, που ιδρύθηκαν στις αρχές του 2000, διοικούνται ακόμη από τους ιδρυτές τους, οι οποίοι κατέχουν μεγάλα ποσοστά.
Ο Hardy εντάχθηκε στη Vitol το 1993, προερχόμενος από την BP, και πριν από επτά χρόνια ανέλαβε CEO διαδεχόμενος τον Ian Taylor, έναν εμβληματικό dealmaker με στενές σχέσεις με το Συντηρητικό Κόμμα του Ηνωμένου Βασιλείου, που φημολογείται ότι γνώριζε το όνομα κάθε υπαλλήλου.
Ο Taylor πέθανε το 2020 ύστερα από μακρά ασθένεια.
Ο Hardy βλέπει τον εαυτό του πιο «μαθηματικό», με έμφαση στη λεπτομέρεια και στη λειτουργία της εταιρείας, τονίζοντας ότι κάθε επιτυχημένος οίκος εμπορίας χρειάζεται και τα δύο προφίλ.
Διοικεί τη Vitol με ένα εκτελεστικό συμβούλιο οκτώ μελών, όπου περιλαμβάνονται μακροχρόνια στελέχη όπως ο CFO Jeff Dellapina, ο επικεφαλής πετρελαίου Mark Couling, ο υπεύθυνος LNG Pablo Galante Escobar, ο επικεφαλής φυσικού αερίου και ενέργειας ΗΠΑ Dylan Seff, ο διευθυντής Αμερικής Ben Marshall, ο επικεφαλής Ασίας Kieran Gallagher και ο CFO Ασίας Jay Ng.
Κάτω από το συμβούλιο υπάρχουν «50 με 70 επικεφαλής επιχειρηματικών τομέων» που διευθύνουν τα διάφορα trading desks και τις διαιρέσεις της Vitol.
Λιτή δομή
«Αυτή η βασική ομάδα έχει στη διάθεσή της αρκετή ελευθερία να διοικεί τις δραστηριότητές της και το απολαμβάνει», τόνισε ο Hardy.
Στελέχη που προήλθαν από πετρελαϊκούς κολοσσούς όπως η Shell, με σχεδόν 100.000 εργαζομένους παγκοσμίως, εξεπλάγησαν από την «λιτή» λειτουργία της Vitol.
Η βασική εταιρική οντότητα, που περιλαμβάνει κυρίως τη δραστηριότητα εμπορίας, απασχολεί περίπου 1.800 άτομα, αν και ο Hardy εκτιμά ότι το σύνολο του εργατικού δυναμικού, μαζί με θυγατρικές και κοινοπραξίες, αγγίζει τις 20.000.
Η λιτή αυτή δομή έχει καταστήσει πολλούς εργαζομένους της Vitol υπερβολικά πλούσιους.
Μόνο πέρυσι, η εταιρεία επέστρεψε 10,6 δισ. δολάρια στους εργαζόμενους-μετόχους μέσω επαναγορών μετοχών, ποσό που αντιστοιχεί σε πάνω από 17,5 εκατ. δολάρια κατά μέσο όρο ανά εταίρο — αν και οι κορυφαίοι executives έλαβαν πολύ περισσότερα.
Η Trafigura, ο στενότερος ανταγωνιστής της, με 13.000 εργαζομένους και 1.400 μετόχους, μοίρασε 2 δισ. δολάρια μέσω του μετοχικού της προγράμματος πέρυσι και 5,9 δισ. το προηγούμενο έτος.
Το μέγεθος των απολαβών στη Vitol είναι κατά διακριτική ευχέρεια. «Αν δεν βρεις τη σωστή ισορροπία, δεν μπορείς να προσελκύσεις ανθρώπους», δήλωσε ο Hardy.
«Κι αν δημιουργήσεις κίνητρα ώστε οι άνθρωποι να αποχωρήσουν ή να συνταξιοδοτηθούν, αυτό επίσης δεν είναι καλή διοίκηση».
Ωστόσο, «εκτός από λίγες περιπτώσεις», οι traders της Vitol παρακινούνται περισσότερο από την επαγγελματική επιτυχία παρά από τα χρήματα, πρόσθεσε.
Οι λογαριασμοί δεν αναλύουν τα κέρδη ανά τμήμα, ωστόσο τα έσοδα δείχνουν συνεχή ανάπτυξη στις συναλλαγές φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, παράλληλα με την παραδοσιακή δραστηριότητα στο πετρέλαιο.
Πέρυσι η Vitol διακίνησε 228 δισ. δολάρια σε πετρέλαιο, 69 δισ. σε φυσικό αέριο και 22 δισ. σε ηλεκτρική ενέργεια.
Το 2022, εν μέσω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, τα έσοδα της Vitol πλησίασαν το μισό τρισ. δολάρια —περισσότερα από κάθε εταιρεία στον κόσμο πλην της Walmart, σύμφωνα με το Fortune.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Vitol είναι ότι, αντί να χρησιμοποιεί παραδοσιακή χρηματοδότηση εμπορευμάτων για κάθε συναλλαγή, προτιμά να αντλεί χρέος κεντρικά και να χρησιμοποιεί αυτό το ενιαίο ταμείο για τις δραστηριότητές της.
Έτσι εξαρτάται πολύ λιγότερο από τις τράπεζες απ’ ό,τι άλλοι ανταγωνιστές, και γι’ αυτό αποκαλύπτει και λιγότερα στο κοινό.
Οι πιο πρόσφατοι λογαριασμοί της έδειξαν ίδια κεφάλαια 30,7 δισ. δολάρια και χρέη μόλις 3,6 δισ.
Για σύγκριση, η Trafigura είχε ίδια κεφάλαια 16,3 δισ. και χρέη 31 δισ. δολάρια, αν και το υψηλότερο δανεισμό της εν μέρει εξηγεί η δραστηριότητα στα μέταλλα, που απαιτεί περισσότερο κεφάλαιο κίνησης.
Η οικονομική δύναμη της Vitol σήμαινε ότι, μπαίνοντας στην ενεργειακή κρίση του 2022, όταν η μεταβλητότητα ανάγκασε πολλές εταιρείες να καλύψουν τεράστιες margin calls, εκείνη διέθετε μετρητά για να επωφεληθεί από τις στρεβλώσεις της αγοράς.
«Το μυστικό της εμπορίας είναι η δεξαμενή μετρητών σου», είπε ο Lambert.
«Αν έχεις τα κατάλληλα διαθέσιμα, μπορείς να εκμεταλλευθείς κάθε κατάσταση».
Οι λογαριασμοί έδειχναν 9,3 δισ. δολάρια σε μετρητά και βραχυπρόθεσμες καταθέσεις στο τέλος του 2021.
«Είναι κλάση από μόνοι τους — κι όταν οι συνθήκες της αγοράς είναι κατάλληλες, αυτοί που έχουν κλάση είναι εκείνοι που βγάζουν τα λεφτά», είπε ανώτατος τραπεζίτης εμπορευμάτων με άριστη γνώση της Vitol.
Αν και σημαντικό μέρος των κερδών χρησιμοποιήθηκε για να ανταμείψει το προσωπικό και να ενισχύσει τον ισολογισμό —τα ίδια κεφάλαια διπλασιάστηκαν από το 2021— το υπόλοιπο επανεπενδύθηκε σε περιουσιακά στοιχεία.
Τα τελευταία τρία χρόνια η Vitol απέκτησε το μεγαλύτερο διυλιστήριο της Μεσογείου, το δίκτυο λιανικής της BP στην Τουρκία, την Engen στη Νότια Αφρική και συμφώνησε σε συμφωνία 1,65 δισ. δολαρίων για τμήμα έργου πετρελαίου στην Ακτή Ελεφαντοστού και έργο LNG στη Δημοκρατία του Κονγκό.
Αυτές οι κινήσεις οδήγησαν ορισμένους τραπεζίτες να εικάσουν ότι ίσως εξετάσει εξαγορά περιουσιακών στοιχείων της BP, πρώην εργοδότη του Hardy.
Ωστόσο, παρά την ανάπτυξή της, κάθε εξαγορά άνω των 5 δισ. δολαρίων θα αποτελούσε «ακραία υπέρβαση», όπως τόνισε ο ίδιος, «τόσο σε επίπεδο χρηματοδότησης όσο και σε επίπεδο διαχείρισης ενός νέου έργου 5-10 δισ.».
Το 70-80% της «προσπάθειας και κεφαλαίων» της Vitol εξακολουθεί να επικεντρώνεται στην εμπορία, και ο Hardy αναμένει ότι έτσι θα παραμείνει. «Θέλουμε να παραμείνουμε ευέλικτοι», είπε.
Αυτό επιτυγχάνεται εν μέρει μέσω της αυτονομίας θυγατρικών και κοινοπραξιών, όπως η Vivo Energy, οι οποίες λειτουργούν ως ανεξάρτητες εταιρείες με δικούς τους CEOs, brands και κουλτούρα.
Δεν ήταν όμως όλα ανέφελα. Τον Φεβρουάριο πέρυσι, ο πρώην trader της Vitol Javier Aguilar καταδικάστηκε στις ΗΠΑ για διαφθορά, καθώς δωροδόκησε με πάνω από 1 εκατ. δολάρια αξιωματούχους σε Εκουαδόρ και Μεξικό μεταξύ 2015-2020.
«Η περίπτωση του Javier αφορά σαφώς μη εξουσιοδοτημένες πληρωμές», είπε ο Hardy, προσθέτοντας ότι η εταιρεία έλαβε από το 2020 μέτρα ενίσχυσης των διαδικασιών πληρωμών και συμμόρφωσης.
Τους τελευταίους 12 μήνες αρκετά ιστορικά μέλη του Δ.Σ. αποσύρθηκαν, όπως ο πρώην CIO Gérard Delsad και ο κορυφαίος dealmaker Chris Bake.
Όμως η μετάβαση στη νέα ομάδα έγινε ομαλά, σύμφωνα με γνώστες.
Αν η Vitol αντιμετωπίζει σήμερα μια πρόκληση, αυτή ίσως είναι πώς να διαχειριστεί το γεγονός ότι κερδίζει λίγο λιγότερα.
Ο Hardy προβλέπει ότι τα κέρδη θα ισορροπήσουν κάπου ανάμεσα στα περίπου 2 δισ. δολάρια ετησίως που έβγαζε παλαιότερα και τα 9 δισ. που κατά μέσο όρο αποκόμισε από το 2020.
«Ο κόσμος απλώς προσαρμόζεται στο ότι πετάμε λίγο πιο αργά απ’ ό,τι πριν», είπε. «Χρειάζεται λίγη περισσότερη δουλειά για να βρεις τις ευκαιρίες».
www.bankingnews.gr
Ο εμπορικός κολοσσός Vitol έχει αποκομίσει καθαρά ετήσια κέρδη που ξεπερνούν κατά μέσο όρο τα 12 δισ. δολάρια την τελευταία τριετία —περίπου 6 εκατ. δολάρια ανά εργαζόμενο— και διένειμε σχεδόν 20 δισ. δολάρια μέσω του μετοχικού της προγράμματος στα περίπου 600 ανώτερα στελέχη της.
Οι τεράστιες απολαβές για τους εργαζομένους-μετόχους ακολουθούν μια περίοδο εκτόξευσης αποδόσεων, καθώς η Vitol αξιοποίησε καλύτερα από τους ανταγωνιστές της τις αναταράξεις στις ενεργειακές αγορές, που ξεκίνησαν με την πανδημία της Covid το 2020 και συνεχίστηκαν με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022.
Η ιδιωτική εταιρεία δεν δημοσιοποιεί τα αποτελέσματά της, ωστόσο οι λογαριασμοί της μητρικής της στο Λουξεμβούργο δείχνουν ότι τα κέρδη της εκτινάχθηκαν από 2,3 δισ. δολάρια το 2019 σε επίπεδο-ρεκόρ 15,1 δισ. δολάρια το 2022, 13,2 δισ. το 2023 και 8,7 δισ. πέρυσι.
Ιδρυμένη πριν από σχεδόν 60 χρόνια στο λιμάνι του Ρότερνταμ, η Vitol είναι γίγαντας στο εμπόριο ενέργειας.
Πέρυσι διακίνησε καθημερινά περισσότερο πετρέλαιο από την κατανάλωση της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Ισπανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου μαζί.
Κι όμως, λίγοι εκτός κλάδου αναγνωρίζουν το όνομά της.
«Η Vitol είναι διαφορετική από τις άλλες εμπορικές εταιρείες», δηλώνει ο Jean-François Lambert, πρώην ανώτατος τραπεζίτης εμπορευμάτων που συνεργάστηκε εκτενώς με την εταιρεία.
«Είναι παλαιότερη και πολύ ισχυρότερη οικονομικά, αλλά τόσο διακριτική που σχεδόν κανείς δεν ξέρει γι’ αυτήν».
Ορισμένοι ανταγωνιστές θεωρούν τη Vitol ως το «χρυσό πρότυπο» σε έναν κλάδο που παραδοσιακά υπερηφανεύεται για τη διακριτικότητα και τη μεγιστοποίηση κερδών.
Άλλοι τη βλέπουν ως αδίστακτο παίκτη που δεν διστάζει να εξαντλήσει κάθε περιθώριο για να αποσπάσει μερίδιο αγοράς.
Τωρινοί και πρώην εργαζόμενοι περιγράφουν μια συναδελφική εταιρική κουλτούρα, όπου οι συγκρούσεις μεταξύ ανώτερων traders είναι σπάνιες, παρά τα τεράστια ποσά που διακυβεύονται.
«Υπήρχε εντυπωσιακά ένα αίσθημα ταπεινότητας», δήλωσε ένας πρώην υπάλληλος που εργάστηκε αρκετά χρόνια στην εταιρεία.
«Κανείς δεν έκανε επίδειξη, κανείς δεν μιλούσε για το πόσα λεφτά έβγαζε».
Κομβικό στοιχείο αυτής της κουλτούρας, σύμφωνα με εργαζόμενους και πρώην στελέχη, είναι η δομή συνεταιρισμού, στην οποία κανένας εργαζόμενος δεν κατέχει μερίδιο άνω του 5%.
Το μοντέλο ξεκίνησε με τον Henk Viëtor και τον Jacques Detiger, που ίδρυσαν την εταιρεία το 1966 εμπορευόμενοι πετρέλαιο στον Ρήνο, και επεκτάθηκε σταθερά έκτοτε «από δύο, σε πέντε, σε οκτώ, και σχεδόν 600», όπως είπε ο διευθύνων σύμβουλος Russell Hardy σε συνέντευξη στα κεντρικά της Vitol.
Αντίθετα, ανταγωνιστές όπως η Mercuria και η Gunvor, που ιδρύθηκαν στις αρχές του 2000, διοικούνται ακόμη από τους ιδρυτές τους, οι οποίοι κατέχουν μεγάλα ποσοστά.
Ο Hardy εντάχθηκε στη Vitol το 1993, προερχόμενος από την BP, και πριν από επτά χρόνια ανέλαβε CEO διαδεχόμενος τον Ian Taylor, έναν εμβληματικό dealmaker με στενές σχέσεις με το Συντηρητικό Κόμμα του Ηνωμένου Βασιλείου, που φημολογείται ότι γνώριζε το όνομα κάθε υπαλλήλου.
Ο Taylor πέθανε το 2020 ύστερα από μακρά ασθένεια.
Ο Hardy βλέπει τον εαυτό του πιο «μαθηματικό», με έμφαση στη λεπτομέρεια και στη λειτουργία της εταιρείας, τονίζοντας ότι κάθε επιτυχημένος οίκος εμπορίας χρειάζεται και τα δύο προφίλ.
Διοικεί τη Vitol με ένα εκτελεστικό συμβούλιο οκτώ μελών, όπου περιλαμβάνονται μακροχρόνια στελέχη όπως ο CFO Jeff Dellapina, ο επικεφαλής πετρελαίου Mark Couling, ο υπεύθυνος LNG Pablo Galante Escobar, ο επικεφαλής φυσικού αερίου και ενέργειας ΗΠΑ Dylan Seff, ο διευθυντής Αμερικής Ben Marshall, ο επικεφαλής Ασίας Kieran Gallagher και ο CFO Ασίας Jay Ng.
Κάτω από το συμβούλιο υπάρχουν «50 με 70 επικεφαλής επιχειρηματικών τομέων» που διευθύνουν τα διάφορα trading desks και τις διαιρέσεις της Vitol.
Λιτή δομή
«Αυτή η βασική ομάδα έχει στη διάθεσή της αρκετή ελευθερία να διοικεί τις δραστηριότητές της και το απολαμβάνει», τόνισε ο Hardy.
Στελέχη που προήλθαν από πετρελαϊκούς κολοσσούς όπως η Shell, με σχεδόν 100.000 εργαζομένους παγκοσμίως, εξεπλάγησαν από την «λιτή» λειτουργία της Vitol.
Η βασική εταιρική οντότητα, που περιλαμβάνει κυρίως τη δραστηριότητα εμπορίας, απασχολεί περίπου 1.800 άτομα, αν και ο Hardy εκτιμά ότι το σύνολο του εργατικού δυναμικού, μαζί με θυγατρικές και κοινοπραξίες, αγγίζει τις 20.000.
Η λιτή αυτή δομή έχει καταστήσει πολλούς εργαζομένους της Vitol υπερβολικά πλούσιους.
Μόνο πέρυσι, η εταιρεία επέστρεψε 10,6 δισ. δολάρια στους εργαζόμενους-μετόχους μέσω επαναγορών μετοχών, ποσό που αντιστοιχεί σε πάνω από 17,5 εκατ. δολάρια κατά μέσο όρο ανά εταίρο — αν και οι κορυφαίοι executives έλαβαν πολύ περισσότερα.
Η Trafigura, ο στενότερος ανταγωνιστής της, με 13.000 εργαζομένους και 1.400 μετόχους, μοίρασε 2 δισ. δολάρια μέσω του μετοχικού της προγράμματος πέρυσι και 5,9 δισ. το προηγούμενο έτος.
Το μέγεθος των απολαβών στη Vitol είναι κατά διακριτική ευχέρεια. «Αν δεν βρεις τη σωστή ισορροπία, δεν μπορείς να προσελκύσεις ανθρώπους», δήλωσε ο Hardy.
«Κι αν δημιουργήσεις κίνητρα ώστε οι άνθρωποι να αποχωρήσουν ή να συνταξιοδοτηθούν, αυτό επίσης δεν είναι καλή διοίκηση».
Ωστόσο, «εκτός από λίγες περιπτώσεις», οι traders της Vitol παρακινούνται περισσότερο από την επαγγελματική επιτυχία παρά από τα χρήματα, πρόσθεσε.
Οι λογαριασμοί δεν αναλύουν τα κέρδη ανά τμήμα, ωστόσο τα έσοδα δείχνουν συνεχή ανάπτυξη στις συναλλαγές φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, παράλληλα με την παραδοσιακή δραστηριότητα στο πετρέλαιο.
Πέρυσι η Vitol διακίνησε 228 δισ. δολάρια σε πετρέλαιο, 69 δισ. σε φυσικό αέριο και 22 δισ. σε ηλεκτρική ενέργεια.
Το 2022, εν μέσω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, τα έσοδα της Vitol πλησίασαν το μισό τρισ. δολάρια —περισσότερα από κάθε εταιρεία στον κόσμο πλην της Walmart, σύμφωνα με το Fortune.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Vitol είναι ότι, αντί να χρησιμοποιεί παραδοσιακή χρηματοδότηση εμπορευμάτων για κάθε συναλλαγή, προτιμά να αντλεί χρέος κεντρικά και να χρησιμοποιεί αυτό το ενιαίο ταμείο για τις δραστηριότητές της.
Έτσι εξαρτάται πολύ λιγότερο από τις τράπεζες απ’ ό,τι άλλοι ανταγωνιστές, και γι’ αυτό αποκαλύπτει και λιγότερα στο κοινό.
Οι πιο πρόσφατοι λογαριασμοί της έδειξαν ίδια κεφάλαια 30,7 δισ. δολάρια και χρέη μόλις 3,6 δισ.
Για σύγκριση, η Trafigura είχε ίδια κεφάλαια 16,3 δισ. και χρέη 31 δισ. δολάρια, αν και το υψηλότερο δανεισμό της εν μέρει εξηγεί η δραστηριότητα στα μέταλλα, που απαιτεί περισσότερο κεφάλαιο κίνησης.
Η οικονομική δύναμη της Vitol σήμαινε ότι, μπαίνοντας στην ενεργειακή κρίση του 2022, όταν η μεταβλητότητα ανάγκασε πολλές εταιρείες να καλύψουν τεράστιες margin calls, εκείνη διέθετε μετρητά για να επωφεληθεί από τις στρεβλώσεις της αγοράς.
«Το μυστικό της εμπορίας είναι η δεξαμενή μετρητών σου», είπε ο Lambert.
«Αν έχεις τα κατάλληλα διαθέσιμα, μπορείς να εκμεταλλευθείς κάθε κατάσταση».
Οι λογαριασμοί έδειχναν 9,3 δισ. δολάρια σε μετρητά και βραχυπρόθεσμες καταθέσεις στο τέλος του 2021.
«Είναι κλάση από μόνοι τους — κι όταν οι συνθήκες της αγοράς είναι κατάλληλες, αυτοί που έχουν κλάση είναι εκείνοι που βγάζουν τα λεφτά», είπε ανώτατος τραπεζίτης εμπορευμάτων με άριστη γνώση της Vitol.
Αν και σημαντικό μέρος των κερδών χρησιμοποιήθηκε για να ανταμείψει το προσωπικό και να ενισχύσει τον ισολογισμό —τα ίδια κεφάλαια διπλασιάστηκαν από το 2021— το υπόλοιπο επανεπενδύθηκε σε περιουσιακά στοιχεία.
Τα τελευταία τρία χρόνια η Vitol απέκτησε το μεγαλύτερο διυλιστήριο της Μεσογείου, το δίκτυο λιανικής της BP στην Τουρκία, την Engen στη Νότια Αφρική και συμφώνησε σε συμφωνία 1,65 δισ. δολαρίων για τμήμα έργου πετρελαίου στην Ακτή Ελεφαντοστού και έργο LNG στη Δημοκρατία του Κονγκό.
Αυτές οι κινήσεις οδήγησαν ορισμένους τραπεζίτες να εικάσουν ότι ίσως εξετάσει εξαγορά περιουσιακών στοιχείων της BP, πρώην εργοδότη του Hardy.
Ωστόσο, παρά την ανάπτυξή της, κάθε εξαγορά άνω των 5 δισ. δολαρίων θα αποτελούσε «ακραία υπέρβαση», όπως τόνισε ο ίδιος, «τόσο σε επίπεδο χρηματοδότησης όσο και σε επίπεδο διαχείρισης ενός νέου έργου 5-10 δισ.».
Το 70-80% της «προσπάθειας και κεφαλαίων» της Vitol εξακολουθεί να επικεντρώνεται στην εμπορία, και ο Hardy αναμένει ότι έτσι θα παραμείνει. «Θέλουμε να παραμείνουμε ευέλικτοι», είπε.
Αυτό επιτυγχάνεται εν μέρει μέσω της αυτονομίας θυγατρικών και κοινοπραξιών, όπως η Vivo Energy, οι οποίες λειτουργούν ως ανεξάρτητες εταιρείες με δικούς τους CEOs, brands και κουλτούρα.
Δεν ήταν όμως όλα ανέφελα. Τον Φεβρουάριο πέρυσι, ο πρώην trader της Vitol Javier Aguilar καταδικάστηκε στις ΗΠΑ για διαφθορά, καθώς δωροδόκησε με πάνω από 1 εκατ. δολάρια αξιωματούχους σε Εκουαδόρ και Μεξικό μεταξύ 2015-2020.
«Η περίπτωση του Javier αφορά σαφώς μη εξουσιοδοτημένες πληρωμές», είπε ο Hardy, προσθέτοντας ότι η εταιρεία έλαβε από το 2020 μέτρα ενίσχυσης των διαδικασιών πληρωμών και συμμόρφωσης.
Τους τελευταίους 12 μήνες αρκετά ιστορικά μέλη του Δ.Σ. αποσύρθηκαν, όπως ο πρώην CIO Gérard Delsad και ο κορυφαίος dealmaker Chris Bake.
Όμως η μετάβαση στη νέα ομάδα έγινε ομαλά, σύμφωνα με γνώστες.
Αν η Vitol αντιμετωπίζει σήμερα μια πρόκληση, αυτή ίσως είναι πώς να διαχειριστεί το γεγονός ότι κερδίζει λίγο λιγότερα.
Ο Hardy προβλέπει ότι τα κέρδη θα ισορροπήσουν κάπου ανάμεσα στα περίπου 2 δισ. δολάρια ετησίως που έβγαζε παλαιότερα και τα 9 δισ. που κατά μέσο όρο αποκόμισε από το 2020.
«Ο κόσμος απλώς προσαρμόζεται στο ότι πετάμε λίγο πιο αργά απ’ ό,τι πριν», είπε. «Χρειάζεται λίγη περισσότερη δουλειά για να βρεις τις ευκαιρίες».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών