Η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη: Μια συμμαχία σε κρίσιμη καμπή
Mε έντονη ανησυχία σχολίασε στο Project Syndicate o πρώην πρωθυπουργός της Τουρκίας, Ahmet Davutoğlu, τις τελευταίες εξελίξεις στη διατλαντική συμμαχία, εκφράζοντας την άποψη ότι η πρόσφατη σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη πραγματοποιήθηκε σε ένα περιβάλλον ακραίας έντασης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η επάνοδος του Donald Trump στον Λευκό Οίκο έχει συνοδευτεί από επανειλημμένες κατηγορίες κατά της Ευρώπης περί εκμετάλλευσης των ΗΠΑ, γεγονός που, όπως επισήμανε, έχει εντείνει τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα της συμμαχίας.
Ο Davutoğlu επεσήμανε ότι η απόφαση του Trump να βομβαρδίσει ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, λίγες μόλις ημέρες πριν από τη σύνοδο και σε συντονισμό με το Ισραήλ, χωρίς καμία ενημέρωση των συμμάχων του στο ΝΑΤΟ, ενίσχυσε ακόμη περισσότερο αυτούς τους φόβους.
Υποστήριξε ότι η επιθετική αυτή κίνηση ξυπνά μνήμες από την εποχή των μετα-11ης Σεπτεμβρίου παρεμβάσεων στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, όταν το ΝΑΤΟ επεκτάθηκε πέρα από τις παραδοσιακές στρατιωτικές του αποστολές, υιοθετώντας και ρόλο σε αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις.
Ο Τούρκος πολιτικός υπενθύμισε ότι, ενώ η συμμαχία είχε υποστηρίξει τον πόλεμο στο Αφγανιστάν, η εισβολή στο Ιράκ αποδείχθηκε βαθιά διχαστική, ιδίως λόγω της έλλειψης πειστικών αποδείξεων για όπλα μαζικής καταστροφής και της απουσίας σχετικής εντολής από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Τότε, όπως τόνισε, είχε δημιουργηθεί σοβαρό ρήγμα που οδήγησε ακόμη και τον τότε Υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ, Donald Rumsfeld, να διαχωρίσει την Ευρώπη σε «παλαιά» και «νέα».
Ο Davutoğlu σημείωσε πως η τρέχουσα κατάσταση είναι ακόμη πιο επικίνδυνη, διότι, σε αντίθεση με το 2003, οι ΗΠΑ του Trump δεν κάνουν καν τον κόπο να προσποιηθούν πως συμβουλεύονται τους συμμάχους τους.
Δεν παρουσιάστηκε, όπως δήλωσε, καμία αξιόπιστη απόδειξη για την επίθεση στο Ιράν, ενώ υπενθύμισε ότι ο Rafael Grossi, επικεφαλής του IAEA, είχε διαψεύσει τις αιτιάσεις περί άμεσης πυρηνικής απειλής, δηλώνοντας πως δεν υπήρχαν αποδείξεις για συστηματική προσπάθεια ανάπτυξης πυρηνικών όπλων από την Τεχεράνη.
Ο πρώην πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι πολλοί ηγέτες του ΝΑΤΟ ενημερώθηκαν για την επίθεση μόνο αφού είχε ήδη πραγματοποιηθεί, κάτι που κατ’ αυτόν συνιστά σοβαρό υποβιβασμό της συμμαχίας σε ρόλο απλού παρατηρητή.
Αυτό, όπως υποστήριξε, υπονομεύει τις θεμελιώδεις αρχές της συλλογικής ασφάλειας και αντιπροσωπεύει μια επικίνδυνη στροφή στη διεθνή διπλωματία.
Εξέφρασε την ανησυχία του για τις πιθανές επιπτώσεις μιας ιρανικής αντεπίθεσης, ειδικά αν στοχοποιούνταν αμερικανικές βάσεις σε τουρκικό έδαφος, παρασύροντας ενδεχομένως και την Τουρκία σε πολεμική εμπλοκή.
Τέθηκε δε το ερώτημα – ρητορικά – για το ποιος θα έφερε την ευθύνη σε περίπτωση διαρροής ραδιενέργειας που θα έθετε σε κίνδυνο τον τουρκικό πληθυσμό.
Επισήμανε ακόμη πως, παρά την αναγγελία κατάπαυσης του πυρός από τον Trump, τόσο το Ισραήλ όσο και το Ιράν έδειξαν να συμμορφώνονται, τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ όμως βρέθηκαν εγκλωβισμένα σε μια επικίνδυνη κατάσταση χωρίς καμία προειδοποίηση. Η Τουρκία, με τα γεωγραφικά της χαρακτηριστικά και τη γειτνίασή της με το Ιράν, βρέθηκε – κατά τον ίδιο – σε εξαιρετικά ευάλωτη θέση.
Ο Davutoğlu δεν δίστασε να δηλώσει ότι η στάση του Trump απειλεί τη συλλογική ασφάλεια του ΝΑΤΟ, καθώς δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι το Ισραήλ θα τηρήσει την εκεχειρία, θυμίζοντας την πρόσφατη παραβίασή της στη Γάζα. Υποστήριξε ότι τα κράτη-μέλη της συμμαχίας οφείλουν να απαντήσουν σε ένα θεμελιώδες ερώτημα: αν το ΝΑΤΟ μπορεί να συνεχίσει να υφίσταται όταν κάποια μέλη του ενεργούν μονομερώς, θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια των υπολοίπων.
Πρόσθεσε ότι, αν πράγματι οι ΗΠΑ διέθεταν αποδείξεις πως το Ιράν παραβίασε ή επρόκειτο να παραβιάσει τη Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων, τότε η ενδεδειγμένη διαδικασία θα ήταν η παρουσίαση των στοιχείων στον IAEA και η αναζήτηση συντονισμένης αντίδρασης μέσω του ΟΗΕ. Αντί αυτού, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο οι ΗΠΑ να υπέθεσαν πως το Ιράν δεν θα απαντούσε στρατιωτικά και πως η επίθεση θα λειτουργούσε ως μοχλός πίεσης για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων — διαπραγματεύσεων που, όπως υποστήριξε, είχαν ήδη δρομολογηθεί, πριν παρέμβει το Ισραήλ και τις τορπιλίσει.
Μια τρίτη εξήγηση που θεωρεί επίσης πιθανή, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι ότι η επίθεση πραγματοποιήθηκε για να αποσπάσει την παγκόσμια προσοχή από τον αιματηρό πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα.
Όποια κι αν είναι η πραγματική αιτία, ο Davutoğlu τόνισε ότι οι ενέργειες του Trump μπορεί να έχουν βαθιές και διαρκείς συνέπειες για το μέλλον του ΝΑΤΟ. Υπογράμμισε ότι η αντίδραση των ηγετών της συμμαχίας θα καθορίσει εν πολλοίς την περαιτέρω πορεία της.
Στο πλαίσιο αυτό, θεωρεί ότι ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Recep Tayyip Erdoğan, οφείλει να αναδείξει τους κινδύνους που συνεπάγεται η περιφερειακή αποσταθεροποίηση για τη συλλογική άμυνα του ΝΑΤΟ. Επισήμανε επίσης τον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν ο Emmanuel Macron και ο Keir Starmer, ηγέτες δύο κρατών με μόνιμη παρουσία στο Συμβούλιο Ασφαλείας, για την ενίσχυση της συνεργασίας ΝΑΤΟ-ΟΗΕ. Τέλος, υπογράμμισε τη σημασία του Friedrich Merz για τις σχέσεις ΝΑΤΟ-ΕΕ, ενώ σημείωσε ότι οι ηγέτες της Νορβηγίας και της Φινλανδίας, Jonas Gahr Støre και Alexander Stubb αντίστοιχα, μπορούν να συμβάλουν στην αναθέρμανση της διπλωματίας και στην αποκατάσταση των ηθικών αρχών της συμμαχίας.
Κατά τον Davutoğlu, η επιτυχία του νέου Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Mark Rutte, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη δέσμευση αυτών των ηγετών για μια συνετή, θεσμική και νόμιμη πολιτική ασφάλειας.
Πέρα από την κρίση…
Ο Τούρκος πολιτικός Ahmet Davutoglu υποστήριξε ότι, πέρα από την κρίση με το Ιράν, το ΝΑΤΟ βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι.
Τόνισε ότι η σύνοδος της Χάγης ίσως αποδειχθεί καθοριστική – η στιγμή που θα δείξει αν η συμμαχία μπορεί να παραμείνει η ισχυρότερη αμυντική οργάνωση του κόσμου, βασισμένη σε κοινές ανησυχίες και συνεισφορές, ή αν θα καταλήξει να είναι ένα απλό εργαλείο στρατηγικών συμφερόντων των ΗΠΑ και του Ισραήλ.
Επεσήμανε ότι, αν ο ίδιος βρισκόταν σε θέση ευθύνης, θα αξιοποιούσε τη σύνοδο για να αναδείξει την αυξανόμενη επιθετικότητα του Ισραήλ και τους κινδύνους ασφαλείας που αντιμετωπίζει η Τουρκία, ως το μόνο κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ στην περιοχή.
Δήλωσε ότι θα ρωτούσε τον Trump αν, με βάση τη λογική του «Πρώτα η Αμερική», οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ θεωρούνται πλέον κατώτεροι από το μη μέλος Ισραήλ.
Κατά τον ίδιο, οποιοσδήποτε ηγέτης τολμούσε να θέσει αυτό το ερώτημα θα προέβαινε σε μια θαρραλέα παρέμβαση ενάντια στον παράλογο στρατιωτικό τυχοδιωκτισμό – και ίσως να έσωζε την ίδια τη συμμαχία.
Υπενθύμισε ότι πριν από τον πόλεμο στο Ιράκ, ο Γάλλος Πρόεδρος Jacques Chirac και ο Γερμανός Καγκελάριος Gerhard Schroeder απορρίφθηκαν ως εκπρόσωποι της «παλαιάς Ευρώπης» επειδή αντιτάχθηκαν στην αμερικανική επέμβαση, και εκτίμησε πως, αν είχαν εισακουστεί, ίσως να είχε αποφευχθεί το καταστροφικό κόστος του πολέμου και η επιρροή του Ιράν στην περιοχή να μην ήταν σήμερα τόσο σημαντική.
Ο Davutoglu υπογράμμισε ότι η ιστορία έχει δείξει πως οι πόλεμοι που ξεκινούν χωρίς να έχουν εξαντληθεί τα διπλωματικά μέσα οδηγούν όλους στην καταστροφή, ενώ τα στρατηγικά λάθη της Ρωσίας στην Ουκρανία αποτελούν, κατά τη γνώμη του, σκοτεινή υπενθύμιση ότι το να ξεκινήσει κάποιος έναν πόλεμο είναι εύκολο – το να τον τερματίσει, πολύ πιο δύσκολο.
Κατέληξε λέγοντας ότι, σήμερα, καθώς οι ενέργειες του Trump απειλούν με περαιτέρω υπονόμευση το δύσκολα κερδισμένο διεθνές νομικό πλαίσιο, οι Ευρωπαίοι ηγέτες οφείλουν να αντιδράσουν.
Αν το ΝΑΤΟ αποτύχει να υπερασπιστεί το κράτος δικαίου, κατά τον ίδιο, κινδυνεύει να χάσει τον ρόλο του ως θεμέλιο της παγκόσμιας ασφάλειας.
Η τύχη της συμμαχίας – και το μέλλον της διεθνούς σταθερότητας – θα εξαρτηθεί, σύμφωνα με τον Davutoglu, από το αν οι ηγέτες της θα επιμείνουν στην ειρήνη και όχι στην αντιπαράθεση.
www.bankingnews.gr
Σύμφωνα με τον ίδιο, η επάνοδος του Donald Trump στον Λευκό Οίκο έχει συνοδευτεί από επανειλημμένες κατηγορίες κατά της Ευρώπης περί εκμετάλλευσης των ΗΠΑ, γεγονός που, όπως επισήμανε, έχει εντείνει τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα της συμμαχίας.
Ο Davutoğlu επεσήμανε ότι η απόφαση του Trump να βομβαρδίσει ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, λίγες μόλις ημέρες πριν από τη σύνοδο και σε συντονισμό με το Ισραήλ, χωρίς καμία ενημέρωση των συμμάχων του στο ΝΑΤΟ, ενίσχυσε ακόμη περισσότερο αυτούς τους φόβους.
Υποστήριξε ότι η επιθετική αυτή κίνηση ξυπνά μνήμες από την εποχή των μετα-11ης Σεπτεμβρίου παρεμβάσεων στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, όταν το ΝΑΤΟ επεκτάθηκε πέρα από τις παραδοσιακές στρατιωτικές του αποστολές, υιοθετώντας και ρόλο σε αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις.
Ο Τούρκος πολιτικός υπενθύμισε ότι, ενώ η συμμαχία είχε υποστηρίξει τον πόλεμο στο Αφγανιστάν, η εισβολή στο Ιράκ αποδείχθηκε βαθιά διχαστική, ιδίως λόγω της έλλειψης πειστικών αποδείξεων για όπλα μαζικής καταστροφής και της απουσίας σχετικής εντολής από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Τότε, όπως τόνισε, είχε δημιουργηθεί σοβαρό ρήγμα που οδήγησε ακόμη και τον τότε Υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ, Donald Rumsfeld, να διαχωρίσει την Ευρώπη σε «παλαιά» και «νέα».
Ο Davutoğlu σημείωσε πως η τρέχουσα κατάσταση είναι ακόμη πιο επικίνδυνη, διότι, σε αντίθεση με το 2003, οι ΗΠΑ του Trump δεν κάνουν καν τον κόπο να προσποιηθούν πως συμβουλεύονται τους συμμάχους τους.
Δεν παρουσιάστηκε, όπως δήλωσε, καμία αξιόπιστη απόδειξη για την επίθεση στο Ιράν, ενώ υπενθύμισε ότι ο Rafael Grossi, επικεφαλής του IAEA, είχε διαψεύσει τις αιτιάσεις περί άμεσης πυρηνικής απειλής, δηλώνοντας πως δεν υπήρχαν αποδείξεις για συστηματική προσπάθεια ανάπτυξης πυρηνικών όπλων από την Τεχεράνη.
Ο πρώην πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι πολλοί ηγέτες του ΝΑΤΟ ενημερώθηκαν για την επίθεση μόνο αφού είχε ήδη πραγματοποιηθεί, κάτι που κατ’ αυτόν συνιστά σοβαρό υποβιβασμό της συμμαχίας σε ρόλο απλού παρατηρητή.
Αυτό, όπως υποστήριξε, υπονομεύει τις θεμελιώδεις αρχές της συλλογικής ασφάλειας και αντιπροσωπεύει μια επικίνδυνη στροφή στη διεθνή διπλωματία.
Εξέφρασε την ανησυχία του για τις πιθανές επιπτώσεις μιας ιρανικής αντεπίθεσης, ειδικά αν στοχοποιούνταν αμερικανικές βάσεις σε τουρκικό έδαφος, παρασύροντας ενδεχομένως και την Τουρκία σε πολεμική εμπλοκή.
Τέθηκε δε το ερώτημα – ρητορικά – για το ποιος θα έφερε την ευθύνη σε περίπτωση διαρροής ραδιενέργειας που θα έθετε σε κίνδυνο τον τουρκικό πληθυσμό.
Επισήμανε ακόμη πως, παρά την αναγγελία κατάπαυσης του πυρός από τον Trump, τόσο το Ισραήλ όσο και το Ιράν έδειξαν να συμμορφώνονται, τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ όμως βρέθηκαν εγκλωβισμένα σε μια επικίνδυνη κατάσταση χωρίς καμία προειδοποίηση. Η Τουρκία, με τα γεωγραφικά της χαρακτηριστικά και τη γειτνίασή της με το Ιράν, βρέθηκε – κατά τον ίδιο – σε εξαιρετικά ευάλωτη θέση.
Ο Davutoğlu δεν δίστασε να δηλώσει ότι η στάση του Trump απειλεί τη συλλογική ασφάλεια του ΝΑΤΟ, καθώς δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι το Ισραήλ θα τηρήσει την εκεχειρία, θυμίζοντας την πρόσφατη παραβίασή της στη Γάζα. Υποστήριξε ότι τα κράτη-μέλη της συμμαχίας οφείλουν να απαντήσουν σε ένα θεμελιώδες ερώτημα: αν το ΝΑΤΟ μπορεί να συνεχίσει να υφίσταται όταν κάποια μέλη του ενεργούν μονομερώς, θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια των υπολοίπων.
Πρόσθεσε ότι, αν πράγματι οι ΗΠΑ διέθεταν αποδείξεις πως το Ιράν παραβίασε ή επρόκειτο να παραβιάσει τη Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων, τότε η ενδεδειγμένη διαδικασία θα ήταν η παρουσίαση των στοιχείων στον IAEA και η αναζήτηση συντονισμένης αντίδρασης μέσω του ΟΗΕ. Αντί αυτού, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο οι ΗΠΑ να υπέθεσαν πως το Ιράν δεν θα απαντούσε στρατιωτικά και πως η επίθεση θα λειτουργούσε ως μοχλός πίεσης για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων — διαπραγματεύσεων που, όπως υποστήριξε, είχαν ήδη δρομολογηθεί, πριν παρέμβει το Ισραήλ και τις τορπιλίσει.
Μια τρίτη εξήγηση που θεωρεί επίσης πιθανή, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι ότι η επίθεση πραγματοποιήθηκε για να αποσπάσει την παγκόσμια προσοχή από τον αιματηρό πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα.
Όποια κι αν είναι η πραγματική αιτία, ο Davutoğlu τόνισε ότι οι ενέργειες του Trump μπορεί να έχουν βαθιές και διαρκείς συνέπειες για το μέλλον του ΝΑΤΟ. Υπογράμμισε ότι η αντίδραση των ηγετών της συμμαχίας θα καθορίσει εν πολλοίς την περαιτέρω πορεία της.
Στο πλαίσιο αυτό, θεωρεί ότι ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Recep Tayyip Erdoğan, οφείλει να αναδείξει τους κινδύνους που συνεπάγεται η περιφερειακή αποσταθεροποίηση για τη συλλογική άμυνα του ΝΑΤΟ. Επισήμανε επίσης τον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν ο Emmanuel Macron και ο Keir Starmer, ηγέτες δύο κρατών με μόνιμη παρουσία στο Συμβούλιο Ασφαλείας, για την ενίσχυση της συνεργασίας ΝΑΤΟ-ΟΗΕ. Τέλος, υπογράμμισε τη σημασία του Friedrich Merz για τις σχέσεις ΝΑΤΟ-ΕΕ, ενώ σημείωσε ότι οι ηγέτες της Νορβηγίας και της Φινλανδίας, Jonas Gahr Støre και Alexander Stubb αντίστοιχα, μπορούν να συμβάλουν στην αναθέρμανση της διπλωματίας και στην αποκατάσταση των ηθικών αρχών της συμμαχίας.
Κατά τον Davutoğlu, η επιτυχία του νέου Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Mark Rutte, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη δέσμευση αυτών των ηγετών για μια συνετή, θεσμική και νόμιμη πολιτική ασφάλειας.
Πέρα από την κρίση…
Ο Τούρκος πολιτικός Ahmet Davutoglu υποστήριξε ότι, πέρα από την κρίση με το Ιράν, το ΝΑΤΟ βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι.
Τόνισε ότι η σύνοδος της Χάγης ίσως αποδειχθεί καθοριστική – η στιγμή που θα δείξει αν η συμμαχία μπορεί να παραμείνει η ισχυρότερη αμυντική οργάνωση του κόσμου, βασισμένη σε κοινές ανησυχίες και συνεισφορές, ή αν θα καταλήξει να είναι ένα απλό εργαλείο στρατηγικών συμφερόντων των ΗΠΑ και του Ισραήλ.
Επεσήμανε ότι, αν ο ίδιος βρισκόταν σε θέση ευθύνης, θα αξιοποιούσε τη σύνοδο για να αναδείξει την αυξανόμενη επιθετικότητα του Ισραήλ και τους κινδύνους ασφαλείας που αντιμετωπίζει η Τουρκία, ως το μόνο κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ στην περιοχή.
Δήλωσε ότι θα ρωτούσε τον Trump αν, με βάση τη λογική του «Πρώτα η Αμερική», οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ θεωρούνται πλέον κατώτεροι από το μη μέλος Ισραήλ.
Κατά τον ίδιο, οποιοσδήποτε ηγέτης τολμούσε να θέσει αυτό το ερώτημα θα προέβαινε σε μια θαρραλέα παρέμβαση ενάντια στον παράλογο στρατιωτικό τυχοδιωκτισμό – και ίσως να έσωζε την ίδια τη συμμαχία.
Υπενθύμισε ότι πριν από τον πόλεμο στο Ιράκ, ο Γάλλος Πρόεδρος Jacques Chirac και ο Γερμανός Καγκελάριος Gerhard Schroeder απορρίφθηκαν ως εκπρόσωποι της «παλαιάς Ευρώπης» επειδή αντιτάχθηκαν στην αμερικανική επέμβαση, και εκτίμησε πως, αν είχαν εισακουστεί, ίσως να είχε αποφευχθεί το καταστροφικό κόστος του πολέμου και η επιρροή του Ιράν στην περιοχή να μην ήταν σήμερα τόσο σημαντική.
Ο Davutoglu υπογράμμισε ότι η ιστορία έχει δείξει πως οι πόλεμοι που ξεκινούν χωρίς να έχουν εξαντληθεί τα διπλωματικά μέσα οδηγούν όλους στην καταστροφή, ενώ τα στρατηγικά λάθη της Ρωσίας στην Ουκρανία αποτελούν, κατά τη γνώμη του, σκοτεινή υπενθύμιση ότι το να ξεκινήσει κάποιος έναν πόλεμο είναι εύκολο – το να τον τερματίσει, πολύ πιο δύσκολο.
Κατέληξε λέγοντας ότι, σήμερα, καθώς οι ενέργειες του Trump απειλούν με περαιτέρω υπονόμευση το δύσκολα κερδισμένο διεθνές νομικό πλαίσιο, οι Ευρωπαίοι ηγέτες οφείλουν να αντιδράσουν.
Αν το ΝΑΤΟ αποτύχει να υπερασπιστεί το κράτος δικαίου, κατά τον ίδιο, κινδυνεύει να χάσει τον ρόλο του ως θεμέλιο της παγκόσμιας ασφάλειας.
Η τύχη της συμμαχίας – και το μέλλον της διεθνούς σταθερότητας – θα εξαρτηθεί, σύμφωνα με τον Davutoglu, από το αν οι ηγέτες της θα επιμείνουν στην ειρήνη και όχι στην αντιπαράθεση.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών