Τελευταία Νέα
Διεθνή

Η Ευρώπη ξοδεύει δισεκατομμύρια για την άμυνα... αλλά δεν αρκούν για να σταματήσει τον Putin

Η Ευρώπη ξοδεύει δισεκατομμύρια για την άμυνα... αλλά δεν αρκούν για να σταματήσει τον Putin
Η Γερμανία προβλέπει αμυντικές δαπάνες άνω των 60 δισ. ευρώ για φέτος, ενώ η Σουηδία στοχεύει σε δαπάνες 3,5% του ΑΕΠ έως το 2030. Ιταλία και Ισπανία σκοπεύουν να πιάσουν τον στόχο του 2% του ΝΑΤΟ το 2025.

Η ρωσική απειλή και ο πόλεμος στην Ουκρανία έχουν προκαλέσει άνευ προηγουμένου αύξηση των αμυντικών δαπανών στην Ευρώπη.
Όμως, όπως τονίζει στην Euractiv ο Nick Witney, επικεφαλής ερευνητής στο European Council on Foreign Relations, η επιτυχία αυτής της «κούρσας εξοπλισμών» θα εξαρτηθεί από το αν τα κράτη-μέλη της ΕΕ θα αλλάξουν τις παγιωμένες τους πρακτικές και θα επιλέξουν να δαπανήσουν τα κονδύλια συνετά και συλλογικά.

Πρωτοφανείς αμυντικοί προϋπολογισμοί

Η Γερμανία προβλέπει αμυντικές δαπάνες άνω των 60 δισ. ευρώ για φέτος, ενώ η Σουηδία στοχεύει σε δαπάνες 3,5% του ΑΕΠ έως το 2030. Ιταλία και Ισπανία σκοπεύουν να πιάσουν τον στόχο του 2% του ΝΑΤΟ το 2025. Παράλληλα, ο νέος γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Mark Rutte, αναμένει το ερχόμενο Σύνοδο Κορυφής να θέσει στόχο-σοκ στο 5% του ΑΕΠ.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση από την πλευρά της έχει ξεκινήσει το φιλόδοξο πρόγραμμα Rearm, επιτρέποντας στα κράτη-μέλη να εκδώσουν νέο χρέος ύψους 800 δισ. ευρώ για αμυντικές δαπάνες τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Μέσω του παράλληλου προγράμματος SAFE, η ΕΕ θα προσφέρει δάνεια 150 δισ. ευρώ για στοχευμένα αμυντικά έργα.

Η πρόκληση: κοινές επενδύσεις και σωστές επιλογές

Όλα αυτά τα σχέδια βασίζονται σε έναν βασικό όρο: τα κράτη-μέλη πρέπει να επενδύσουν συνεταιριστικά και σε σύγχρονες τεχνολογίες.
Το Λευκό Βιβλίο Άμυνας που συνοδεύει την πρόταση Rearm υπογραμμίζει την ανάγκη για κοινά ευρωπαϊκά έργα που ενισχύουν τη διαλειτουργικότητα και στηρίζουν τη βιομηχανική βάση της ΕΕ.
Παράλληλα, θέτει τις προτεραιότητες που προκύπτουν από το πεδίο μάχης της Ουκρανίας: αεράμυνα, αντιαεροπορικά και αντιπυραυλικά συστήματα, πυροβολικό, drones, κυβερνοάμυνα, τεχνητή νοημοσύνη και προστασία κρίσιμων υποδομών.
Όμως, οι περισσότερες ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες παραμένουν προσανατολισμένες στα μεγάλα και αργά έργα της εποχής του Ψυχρού Πολέμου — πλοία, άρματα, αεροπλάνα — και όχι στις ταχέως εξελισσόμενες τεχνολογίες των drones ή του κυβερνοχώρου.

Διαχρονικά εθνικά συμφέροντα

Παρά τις διακηρύξεις υπέρ της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας, τα κράτη-μέλη έχουν επί δεκαετίες προτιμήσει να προστατεύουν τις εθνικές αμυντικές τους βιομηχανίες, παρακάμπτοντας τους κοινούς κανόνες της ενιαίας αγοράς. Όταν προμηθεύονται από το εξωτερικό, συχνά προτιμούν αμερικανικά συστήματα, επιδιώκοντας και πολιτικά ανταλλάγματα.
Η ίδια δυσκολία εμφανίζεται και στη λίστα με τα «έτοιμα προς υλοποίηση» ευρωπαϊκά έργα. Ελάχιστα πρότζεκτ πληρούν τα νέα κριτήρια — όπως το εξαεθνικό πρόγραμμα πυραύλων ELSA — ενώ η τόσο αναγκαία ενιαία αεράμυνα της Ευρώπης εξακολουθεί να βυθίζεται σε ανταγωνιστικά εθνικά σχέδια.

Χαρακτηριστικό είναι ότι, έπειτα από πιέσεις των κρατών-μελών, για τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του SAFE, θα μπορούν να χρηματοδοτηθούν και απλά εθνικά προγράμματα, χωρίς υποχρέωση συνεργασίας.

Απαραίτητη πολιτική ηγεσία

Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο κίνδυνος είναι ξεκάθαρος: αν δεν υπάρξει συντονισμός και ηγεσία, τα τεράστια κονδύλια κινδυνεύουν να σκορπιστούν σε παρωχημένα ή περιττά εθνικά έργα.
Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι κρίσιμος, καθώς εγκρίνει τα δάνεια SAFE. Όμως, τα κράτη-μέλη παραμένουν καχύποπτα έναντι των παρεμβάσεων της Επιτροπής στον ευαίσθητο τομέα της άμυνας.
Το ΝΑΤΟ, από την πλευρά του, δεν μπορεί να βοηθήσει άμεσα, καθώς το εγχείρημα αποσκοπεί στην ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία.
Έτσι, το βάρος πέφτει στους ισχυρούς στρατιωτικούς εταίρους: Γαλλία, Γερμανία, Πολωνία και — δυνητικά — το Ηνωμένο Βασίλειο, του οποίου η επανένταξη σε προγράμματα της ΕΕ αποτελεί προτεραιότητα, αν και σκοντάφτει ακόμη στις πολιτικές αντιστάσεις.
Παράλληλα, ένα παλαιό πλαίσιο συνεργασίας (η συμφωνία LOI) θα μπορούσε να επανενεργοποιηθεί για να εμπλέξει πιο ενεργά Ιταλία, Ισπανία και Σουηδία.

Ο κίνδυνος της αποτυχίας

Η πρόκληση είναι μεγάλη: θα απαιτήσει πολιτική βούληση στο ανώτατο επίπεδο και διάθεση σύγκρουσης με εδραιωμένα εθνικά συμφέροντα.
Ωστόσο, τα τεράστια κονδύλια που διακυβεύονται — και η απειλή που καλούνται να αποτρέψουν — καθιστούν αυτή την προσπάθεια απολύτως απαραίτητη.
Αν οι ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες δεν αναλάβουν από κοινού την ευθύνη για μια «έξυπνη» και συντονισμένη επανεξοπλιστική πορεία, ο κίνδυνος είναι η πρωτοφανής αυτή χρηματοδότηση να καταλήξει σε έναν νέο γύρο εθνικού κατακερματισμού — και να σπαταληθούν πόροι που ανήκουν στις μελλοντικές γενιές.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης