Με μόλις 1,48 παιδιά ανά γυναίκα, η Τουρκία γερνά πριν προλάβει να πλουτίσει – Προειδοποιήσεις για στρατιωτική αδυναμία, συνταξιοδοτικό κραχ και πληθυσμιακή αποσύνθεση.
Στο χαμηλότερο επίπεδο της σύγχρονης ιστορίας της έχoυν υποχωρήσει οι γεννήσεις στην Τουρκία, προκαλώντας ανησυχίες από αξιωματούχους και ειδικούς, οι οποίοι τονίζουν ότι η χώρα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο δημογραφικό σταυροδρόμι.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Τουρκικής Στατιστικής Υπηρεσίας (TÜİK), ο συνολικός δείκτης γονιμότητας το 2024 μειώθηκε στο 1,48 παιδιά ανά γυναίκα, πολύ κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης του πληθυσμού (2,1) και σημαντικά χαμηλότερα από το 2,38 που καταγράφηκε το 2001.
Ο αριθμός των γεννήσεων το 2024 ανήλθε σε 937.559, με τα αγόρια να αντιπροσωπεύουν το 51,4% και τα κορίτσια το 48,6%.
Η τάση αυτή συνεχίζεται, σύμφωνα με δημογράφους και οικονομολόγους, και συνδέεται όλο και περισσότερο με τις οικονομικές δυσκολίες, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων ενηλίκων αναπαραγωγικής ηλικίας.
Αυξανόμενα στοιχεία υποδηλώνουν ότι το οικονομικό άγχος είναι σημαντικός παράγοντας στη μείωση της γονιμότητας.
Έκθεση πολιτικής του 2024 από το Ίδρυμα Οικονομικής Πολιτικής της Τουρκίας (TEPAV) αναφέρει ότι η επίμονη πληθωριστική πίεση, η αύξηση του κόστους στέγασης, η εργασιακή ανασφάλεια και η μείωση των πραγματικών εισοδημάτων έχουν κάνει πολλά ζευγάρια να καθυστερούν ή να αποφεύγουν την απόκτηση παιδιών.
Σύμφωνα με την Έρευνα Ικανοποίησης από τη Ζωή της TÜİK για το 2023, το 45,7% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι η προσωπική του κατάσταση επιδεινώθηκε τα τελευταία πέντε χρόνια, ενώ μόλις το 23,9% δήλωσε ότι έχει βελτιωθεί.
Επιπλέον, μόνο το 23,9% των ερωτηθέντων εξέφρασε αισιοδοξία για το προσωπικό του οικονομικό μέλλον, ενώ πάνω από το ένα τρίτο αναμένει περαιτέρω επιδείνωση.
Μεταξύ των ατόμων ηλικίας 25–34 ετών, ήτοι της ηλικιακής ομάδας που είναι πιο πιθανό να δημιουργήσει οικογένεια, σχεδόν το 30% ανέφερε μείωση εισοδήματος τον τελευταίο χρόνο και το 39% δήλωσε ότι αναγκάστηκε να λάβει νέο δάνειο.
Η ίδια έκθεση του TEPAV σημειώνει ότι η μέση ηλικία των μητέρων κατά τον πρώτο τοκετό αυξήθηκε από τα 26,7 έτη το 2001 στα 29,3 έτη το 2024, γεγονός που αποδίδεται στην καθυστέρηση του γάμου, την προτεραιότητα στην καριέρα και το υψηλό κόστος ανατροφής παιδιών.
Απορρίπτει ο Erdogan
Κατά το Διεθνές Οικογενειακό Φόρουμ που διοργανώθηκε από την κυβέρνηση στις 23 Μαΐου, ο πρόεδρος Recep Tayyip Erdogan απέρριψε τους ισχυρισμούς ότι οι οικονομικές πιέσεις ευθύνονται για την πτώση της γεννητικότητας. «Ο δείκτης γεννητικότητας στην Τουρκία έχει πέσει στο 1,48.
Πρόκειται για καταστροφή», δήλωσε σε πρόσφατη ομιλία του.
«Ωστόσο, κάποιοι επιμένουν να κατηγορούν την οικονομική πολιτική. Αυτό είναι παραπλανητικό».
Ο Erdogan υποστήριξε ότι η γεννητικότητα στην Τουρκία ήταν υψηλότερη όταν το κατά κεφαλήν εισόδημα ήταν πολύ χαμηλότερο και ισχυρίστηκε ότι η πτώση οφείλεται σε αλλαγές πολιτισμικών αξιών και όχι σε υλικές δυσκολίες.
«Χώρες όπως η Μάλτα, με πολύ υψηλότερα επίπεδα εισοδήματος, έχουν ακόμα χαμηλότερη γεννητικότητα.
Το πραγματικό πρόβλημα είναι η άνοδος του ατομικισμού και του καταναλωτισμού», πρόσθεσε.
Η υπουργός Οικογένειας, Mahinur Goktas, είχε προειδοποιήσει σε ζωντανή τηλεοπτική εμφάνιση στις 19 Απριλίου ότι η Τουρκία ίσως δυσκολευτεί να βρει νέους για να στελεχώσουν τις ένοπλες δυνάμεις.
«Ο πληθυσμός μας ηλικίας 65 ετών και άνω έχει ξεπεράσει το 10%», δήλωσε.
«Καθώς μειώνεται ο αριθμός των παιδιών, θα συνεχίσει να αυξάνεται ο πληθυσμός που χρειάζεται φροντίδα».
Κίνητρα
Παρά την επίσημη ρητορική, η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε οικονομικά κίνητρα με στόχο την αναστροφή της τάσης.
Από τον Ιανουάριο του 2025, οι τουρκικές οικογένειες λαμβάνουν εφάπαξ επίδομα 5.000 λίρες για το πρώτο παιδί, 1.500 λίρες μηνιαίως για το δεύτερο και 5.000 λίρες μηνιαίως για το τρίτο και κάθε επόμενο παιδί.
Τα επιδόματα είναι αφορολόγητα και χορηγούνται μέσω του Ταμείου Κοινωνικής Αρωγής και Αλληλεγγύης.
Οι δείκτες γονιμότητας ποικίλλουν σημαντικά ανά περιοχή. Η νοτιοανατολική επαρχία Σανλιούρφα κατέγραψε τον υψηλότερο δείκτη το 2024 με 3,28 παιδιά ανά γυναίκα, πάνω από το διπλάσιο του εθνικού μέσου όρου.
Αντίθετα, πόλεις όπως το Μπάρτιν και το Εσκισεχίρ σημείωσαν δείκτες μόλις 1,12.
Αυτές οι αποκλίσεις αντανακλούν βαθύτερες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες. Γυναίκες με βασική ή καθόλου εκπαίδευση είχαν δείκτη γονιμότητας 2,65 το 2024, ενώ οι απόφοιτες πανεπιστημίου μόλις 1,22.
Ο βαθμός αστικοποίησης επίσης παίζει ρόλο: οι πυκνοκατοικημένες αστικές περιοχές κατέγραψαν δείκτη 1,39, ενώ οι αγροτικές περιοχές πλησίασαν το 1,83.
Άλλες χώρες
Η Τουρκία δεν είναι η μόνη που αντιμετωπίζει τέτοιες δημογραφικές προκλήσεις. Σύμφωνα με τη Eurostat, ο μέσος δείκτης γονιμότητας στην ΕΕ ήταν 1,38 το 2023.
Η Βουλγαρία είχε τον υψηλότερο (1,81) και η Μάλτα τον χαμηλότερο (1,06).
Με 1,48, η Τουρκία κατατάσσεται 9η μεταξύ των χωρών της ΕΕ, παρότι δεν είναι μέλος της.
Ωστόσο, η δημογραφική μετατόπιση της Τουρκίας ενδέχεται να έχει ευρείες επιπτώσεις.
Οι ειδικοί προειδοποιούν για συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού, αυξανόμενη πίεση στο συνταξιοδοτικό σύστημα και γήρανση του πληθυσμού.
Το 2024, 71 από τις 81 επαρχίες κατέγραψαν δείκτη γονιμότητας κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης. Το 2017, ο αριθμός αυτός ήταν 57.
Το μέσο χρονικό διάστημα ανάμεσα στη γέννηση του πρώτου και του δεύτερου παιδιού έχει επίσης αυξηθεί.
Σε πόλεις όπως το Κιρκλαρελί και τα Τσανάκαλε, οι μητέρες περιμένουν κατά μέσο όρο 5,4 χρόνια. Στη Σανλιούρφα, το διάστημα είναι μόλις 2,7 χρόνια.
Την ίδια ώρα, η εφηβική γονιμότητα, δηλαδή οι γεννήσεις από μητέρες ηλικίας 15–19 ετών, μειώθηκε δραματικά από 49 ανά 1.000 το 2001 σε μόλις 10 ανά 1.000 το 2024.
Αυτό αντανακλά σημαντική κοινωνική στροφή μακριά από τη μητρότητα σε νεαρή ηλικία.
Η τουρκική κυβέρνηση έχει απαντήσει στις τάσεις αυτές με διάφορες πολιτικές, μεταξύ των οποίων η διεύρυνση της πρόσβασης σε παιδική φροντίδα και η προώθηση ευέλικτων μορφών εργασίας.
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Έτος Οικογένειας» που ξεκίνησε το 2025, το κράτος ενθαρρύνει επίσης τον γάμο μεταξύ νέων ενηλίκων μέσω ταμείου που προσφέρει άτοκα δάνεια έως 150.000 λίρες σε νεόνυμφους που πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια.
Ωστόσο, επικριτές υποστηρίζουν ότι αυτά τα μέτρα είναι ανεπαρκή ή κακώς στοχευμένα.
«Χωρίς να αντιμετωπιστούν οι βασικές αιτίες, ιδιαίτερα η οικονομική ανασφάλεια και η ανισότητα των φύλων, αυτά τα κίνητρα δεν θα είναι αρκετά», έγραψε η αναλύτρια πολιτικής του TEPAV, Merve Dundar.
Υποστηρίζει ότι απαιτούνται δομικές αλλαγές, όπως βελτιωμένες πολιτικές γονικής άδειας, ενίσχυση των υποδομών παιδικής φροντίδας και εργασιακή προστασία για τις γυναίκες.
Πράγματι, τα στοιχεία δείχνουν ότι, παρά την αυξημένη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό, πολλές Τουρκάλες εξακολουθούν να αναφέρουν τις οικογενειακές υποχρεώσεις ως βασικό λόγο για τη μη εργασία.
Παρότι η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας ανήλθε στο 35,8% το 2023, πάνω από 9 εκατομμύρια γυναίκες δήλωσαν ότι παραμένουν εκτός εργατικού δυναμικού λόγω οικιακής εργασίας.
www.bankingnews.gr
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Τουρκικής Στατιστικής Υπηρεσίας (TÜİK), ο συνολικός δείκτης γονιμότητας το 2024 μειώθηκε στο 1,48 παιδιά ανά γυναίκα, πολύ κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης του πληθυσμού (2,1) και σημαντικά χαμηλότερα από το 2,38 που καταγράφηκε το 2001.
Ο αριθμός των γεννήσεων το 2024 ανήλθε σε 937.559, με τα αγόρια να αντιπροσωπεύουν το 51,4% και τα κορίτσια το 48,6%.
Η τάση αυτή συνεχίζεται, σύμφωνα με δημογράφους και οικονομολόγους, και συνδέεται όλο και περισσότερο με τις οικονομικές δυσκολίες, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων ενηλίκων αναπαραγωγικής ηλικίας.
Αυξανόμενα στοιχεία υποδηλώνουν ότι το οικονομικό άγχος είναι σημαντικός παράγοντας στη μείωση της γονιμότητας.
Έκθεση πολιτικής του 2024 από το Ίδρυμα Οικονομικής Πολιτικής της Τουρκίας (TEPAV) αναφέρει ότι η επίμονη πληθωριστική πίεση, η αύξηση του κόστους στέγασης, η εργασιακή ανασφάλεια και η μείωση των πραγματικών εισοδημάτων έχουν κάνει πολλά ζευγάρια να καθυστερούν ή να αποφεύγουν την απόκτηση παιδιών.
Σύμφωνα με την Έρευνα Ικανοποίησης από τη Ζωή της TÜİK για το 2023, το 45,7% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι η προσωπική του κατάσταση επιδεινώθηκε τα τελευταία πέντε χρόνια, ενώ μόλις το 23,9% δήλωσε ότι έχει βελτιωθεί.
Επιπλέον, μόνο το 23,9% των ερωτηθέντων εξέφρασε αισιοδοξία για το προσωπικό του οικονομικό μέλλον, ενώ πάνω από το ένα τρίτο αναμένει περαιτέρω επιδείνωση.
Μεταξύ των ατόμων ηλικίας 25–34 ετών, ήτοι της ηλικιακής ομάδας που είναι πιο πιθανό να δημιουργήσει οικογένεια, σχεδόν το 30% ανέφερε μείωση εισοδήματος τον τελευταίο χρόνο και το 39% δήλωσε ότι αναγκάστηκε να λάβει νέο δάνειο.
Η ίδια έκθεση του TEPAV σημειώνει ότι η μέση ηλικία των μητέρων κατά τον πρώτο τοκετό αυξήθηκε από τα 26,7 έτη το 2001 στα 29,3 έτη το 2024, γεγονός που αποδίδεται στην καθυστέρηση του γάμου, την προτεραιότητα στην καριέρα και το υψηλό κόστος ανατροφής παιδιών.
Απορρίπτει ο Erdogan
Κατά το Διεθνές Οικογενειακό Φόρουμ που διοργανώθηκε από την κυβέρνηση στις 23 Μαΐου, ο πρόεδρος Recep Tayyip Erdogan απέρριψε τους ισχυρισμούς ότι οι οικονομικές πιέσεις ευθύνονται για την πτώση της γεννητικότητας. «Ο δείκτης γεννητικότητας στην Τουρκία έχει πέσει στο 1,48.
Πρόκειται για καταστροφή», δήλωσε σε πρόσφατη ομιλία του.
«Ωστόσο, κάποιοι επιμένουν να κατηγορούν την οικονομική πολιτική. Αυτό είναι παραπλανητικό».
Ο Erdogan υποστήριξε ότι η γεννητικότητα στην Τουρκία ήταν υψηλότερη όταν το κατά κεφαλήν εισόδημα ήταν πολύ χαμηλότερο και ισχυρίστηκε ότι η πτώση οφείλεται σε αλλαγές πολιτισμικών αξιών και όχι σε υλικές δυσκολίες.
«Χώρες όπως η Μάλτα, με πολύ υψηλότερα επίπεδα εισοδήματος, έχουν ακόμα χαμηλότερη γεννητικότητα.
Το πραγματικό πρόβλημα είναι η άνοδος του ατομικισμού και του καταναλωτισμού», πρόσθεσε.
Η υπουργός Οικογένειας, Mahinur Goktas, είχε προειδοποιήσει σε ζωντανή τηλεοπτική εμφάνιση στις 19 Απριλίου ότι η Τουρκία ίσως δυσκολευτεί να βρει νέους για να στελεχώσουν τις ένοπλες δυνάμεις.
«Ο πληθυσμός μας ηλικίας 65 ετών και άνω έχει ξεπεράσει το 10%», δήλωσε.
«Καθώς μειώνεται ο αριθμός των παιδιών, θα συνεχίσει να αυξάνεται ο πληθυσμός που χρειάζεται φροντίδα».
Κίνητρα
Παρά την επίσημη ρητορική, η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε οικονομικά κίνητρα με στόχο την αναστροφή της τάσης.
Από τον Ιανουάριο του 2025, οι τουρκικές οικογένειες λαμβάνουν εφάπαξ επίδομα 5.000 λίρες για το πρώτο παιδί, 1.500 λίρες μηνιαίως για το δεύτερο και 5.000 λίρες μηνιαίως για το τρίτο και κάθε επόμενο παιδί.
Τα επιδόματα είναι αφορολόγητα και χορηγούνται μέσω του Ταμείου Κοινωνικής Αρωγής και Αλληλεγγύης.
Οι δείκτες γονιμότητας ποικίλλουν σημαντικά ανά περιοχή. Η νοτιοανατολική επαρχία Σανλιούρφα κατέγραψε τον υψηλότερο δείκτη το 2024 με 3,28 παιδιά ανά γυναίκα, πάνω από το διπλάσιο του εθνικού μέσου όρου.
Αντίθετα, πόλεις όπως το Μπάρτιν και το Εσκισεχίρ σημείωσαν δείκτες μόλις 1,12.
Αυτές οι αποκλίσεις αντανακλούν βαθύτερες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες. Γυναίκες με βασική ή καθόλου εκπαίδευση είχαν δείκτη γονιμότητας 2,65 το 2024, ενώ οι απόφοιτες πανεπιστημίου μόλις 1,22.
Ο βαθμός αστικοποίησης επίσης παίζει ρόλο: οι πυκνοκατοικημένες αστικές περιοχές κατέγραψαν δείκτη 1,39, ενώ οι αγροτικές περιοχές πλησίασαν το 1,83.
Άλλες χώρες
Η Τουρκία δεν είναι η μόνη που αντιμετωπίζει τέτοιες δημογραφικές προκλήσεις. Σύμφωνα με τη Eurostat, ο μέσος δείκτης γονιμότητας στην ΕΕ ήταν 1,38 το 2023.
Η Βουλγαρία είχε τον υψηλότερο (1,81) και η Μάλτα τον χαμηλότερο (1,06).
Με 1,48, η Τουρκία κατατάσσεται 9η μεταξύ των χωρών της ΕΕ, παρότι δεν είναι μέλος της.
Ωστόσο, η δημογραφική μετατόπιση της Τουρκίας ενδέχεται να έχει ευρείες επιπτώσεις.
Οι ειδικοί προειδοποιούν για συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού, αυξανόμενη πίεση στο συνταξιοδοτικό σύστημα και γήρανση του πληθυσμού.
Το 2024, 71 από τις 81 επαρχίες κατέγραψαν δείκτη γονιμότητας κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης. Το 2017, ο αριθμός αυτός ήταν 57.
Το μέσο χρονικό διάστημα ανάμεσα στη γέννηση του πρώτου και του δεύτερου παιδιού έχει επίσης αυξηθεί.
Σε πόλεις όπως το Κιρκλαρελί και τα Τσανάκαλε, οι μητέρες περιμένουν κατά μέσο όρο 5,4 χρόνια. Στη Σανλιούρφα, το διάστημα είναι μόλις 2,7 χρόνια.
Την ίδια ώρα, η εφηβική γονιμότητα, δηλαδή οι γεννήσεις από μητέρες ηλικίας 15–19 ετών, μειώθηκε δραματικά από 49 ανά 1.000 το 2001 σε μόλις 10 ανά 1.000 το 2024.
Αυτό αντανακλά σημαντική κοινωνική στροφή μακριά από τη μητρότητα σε νεαρή ηλικία.
Η τουρκική κυβέρνηση έχει απαντήσει στις τάσεις αυτές με διάφορες πολιτικές, μεταξύ των οποίων η διεύρυνση της πρόσβασης σε παιδική φροντίδα και η προώθηση ευέλικτων μορφών εργασίας.
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Έτος Οικογένειας» που ξεκίνησε το 2025, το κράτος ενθαρρύνει επίσης τον γάμο μεταξύ νέων ενηλίκων μέσω ταμείου που προσφέρει άτοκα δάνεια έως 150.000 λίρες σε νεόνυμφους που πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια.
Ωστόσο, επικριτές υποστηρίζουν ότι αυτά τα μέτρα είναι ανεπαρκή ή κακώς στοχευμένα.
«Χωρίς να αντιμετωπιστούν οι βασικές αιτίες, ιδιαίτερα η οικονομική ανασφάλεια και η ανισότητα των φύλων, αυτά τα κίνητρα δεν θα είναι αρκετά», έγραψε η αναλύτρια πολιτικής του TEPAV, Merve Dundar.
Υποστηρίζει ότι απαιτούνται δομικές αλλαγές, όπως βελτιωμένες πολιτικές γονικής άδειας, ενίσχυση των υποδομών παιδικής φροντίδας και εργασιακή προστασία για τις γυναίκες.
Πράγματι, τα στοιχεία δείχνουν ότι, παρά την αυξημένη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό, πολλές Τουρκάλες εξακολουθούν να αναφέρουν τις οικογενειακές υποχρεώσεις ως βασικό λόγο για τη μη εργασία.
Παρότι η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας ανήλθε στο 35,8% το 2023, πάνω από 9 εκατομμύρια γυναίκες δήλωσαν ότι παραμένουν εκτός εργατικού δυναμικού λόγω οικιακής εργασίας.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών