Η JP Morgan αναθεωρεί τις εκτιμήσεις της για τις ελληνικές τράπεζες, στο σχετικό report με ημερομηνία 25 Ιουλίου 2025, το οποίο παρουσιάζει το bankingnews.gr, λαμβάνοντας υπόψη τις τελευταίες εξελίξεις στον κλάδο, καθώς και τις πρόσφατες ανακοινώσεις εξαγορών και συγχωνεύσεων.
Οι συναλλαγές που ενσωματώνονται περιλαμβάνουν την Astrobank και την Axia για την Alpha Bank, την CNP Cyprus για την Eurobank και την Εθνική Ασφαλιστική για την Τράπεζα Πειραιώς.
H JP Morgan διατηρώντας τη σύσταση overweight και για τα τέσσερα ιδρύματα, αυξάνει την τιμή στόχο για την Alpha Bank στα 3,60 ευρώ από 2,70, για την Eurobank στα 3,60 από 3,20, για την Εθνική στα 12,80 ευρώ, από 11,30 ευρώ και για την Πειραιώς στα 8,20 από 6,30 ευρώ, με μέσο περιθώριο ανόδου περίπου 12% έως το Δεκέμβριο του 2026. Η υψηλότερη εκτιμώμενη άνοδος καταγράφεται για την Τράπεζα Πειραιώς (20%) και την Eurobank (13%).
Θετικό το β' τρίμηνο 2025 και προοπτικές
Τα αποτελέσματα του δεύτερου τριμήνου αναμένονται να είναι θετικά, με την αύξηση των όγκων να αντισταθμίζει τη μείωση στα καθαρά περιθώρια επιτοκίων (ΝΙΜ).
Αναμένεται επανάληψη των στόχων για τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) για το σύνολο του έτους, παρότι καταγράφονται χαμηλότερα μέσα επιτόκια, χάρη στην υποστηρικτική αύξηση των δανείων και τις μειωμένες ευαισθησίες.
Οι αμοιβές και προμήθειες αναμένεται επίσης να παρουσιάσουν πρόοδο, ενώ η ποιότητα ενεργητικού διατηρείται σε καλή τροχιά.
Ερωτήματα και προκλήσεις
Αναμένονται ερωτήματα σχετικά με την επίδραση της νέας νομοθεσίας για τις χρεώσεις αναλήψεων από ΑΤΜ και τον διακανονισμό για τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο, ωστόσο η εκτίμηση είναι πως αυτά τα ζητήματα είναι απορροφήσιμα χωρίς ουσιαστικό πλήγμα στα οικονομικά των τραπεζών.
Οι ελληνικές τράπεζες παρουσιάζουν εξαιρετική χρηματιστηριακή επίδοση το 2025, με τις μετοχές να καταγράφουν άνοδο άνω του 60% από τις αρχές του έτους, σε σύγκριση με 32% του ευρωπαϊκού τραπεζικού δείκτη SX7P.
Διαπραγματεύονται πλέον με δείκτη P/E 7.2x και P/TBV 1.0x για το 2027, με μέση απόδοση RoTE 14.3%.
Θα αυξηθεί το κόστος κινδύνου (CoR)
Παρά την ελαφρά συμπίεση στο ΝΙΜ (περίπου -7 μονάδες βάσης), η αύξηση των όγκων δανεισμού (+1,4% σε τριμηνιαία βάση) και οι ημερολογιακές επιδράσεις συμβάλλουν θετικά.
Οι προμήθειες παρουσιάζουν ανοδική πορεία, με την Τράπεζα Πειραιώς να ξεχωρίζει (+13% QoQ).
Το κόστος κινδύνου (CoR) αναμένεται να αυξηθεί κατά 6 μονάδες βάσης λόγω IFRS9 επικαιροποιήσεων και πιθανών πρόσθετων προβλέψεων για δάνεια σε ελβετικό φράγκο, όμως οι επιδόσεις αναμένεται να παραμείνουν εντός των ετήσιων στόχων.
Alpha Bank
Σύσταση: Overweight (Θετική Στάση) | Νέα Τιμή-Στόχος: €3,60 (από €2,70)
Η JP Morgan αναβαθμίζει τις εκτιμήσεις της για την Alpha Bank, προβλέποντας αύξηση των κερδών κατά 20-23% την περίοδο 2026-2027. Η θετική αυτή αναθεώρηση βασίζεται κυρίως στη βελτίωση των καθαρών εσόδων από τόκους (NII), στην ενίσχυση των προμηθειών, στη μείωση των προβλέψεων για επισφάλειες, αλλά και στην κερδοφόρα ενσωμάτωση των πρόσφατων εξαγορών της AstroBank και της Axia Ventures, οι οποίες αναμένεται να ενισχύσουν τα κέρδη κατά 5% και 1% αντίστοιχα από το 2026.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους αυξάνονται κατά 5-8% για την περίοδο 2026-2027, κυρίως λόγω υψηλότερου τερματικού επιτοκίου, αύξησης των δανείων και των καταθέσεων κατά 3-4%, καθώς και της θετικής επίδρασης από την AstroBank, η οποία αναμένεται να συνεισφέρει €60-70 εκατ. ετησίως από NII, €0,8 δισ. νέων δανείων και €2,2 δισ. καταθέσεων.
Η τράπεζα εμφανίζει χαμηλότερη ευαισθησία στις μειώσεις επιτοκίων σε σύγκριση με τους εγχώριους ανταγωνιστές της, με προβλεπόμενη οριακή υποχώρηση του επιτοκιακού περιθωρίου κατά μόλις 6 μονάδες βάσης το 2025.
Στα έσοδα από προμήθειες, καταγράφεται αύξηση κατά 11-13% για το 2026-2027, λόγω της ισχυρής οργανικής τάσης αλλά και της συνεισφοράς από τις εξαγορές. Η Axia Ventures αναμένεται να προσφέρει €30 εκατ. επιπλέον ετήσια έσοδα από προμήθειες, ενώ η AstroBank περίπου €15 εκατ.
Η JP Morgan μειώνει ελαφρώς τις εκτιμήσεις για τις προβλέψεις επισφαλειών, λαμβάνοντας υπόψη τα θετικά δεδομένα του πρώτου τριμήνου του 2025. Το κόστος κινδύνου εκτιμάται στις 51-52 μονάδες βάσης για την περίοδο, ελαφρώς πάνω από τον στόχο της διοίκησης (50bps).
Η κεφαλαιακή επάρκεια ενισχύεται, καθώς η αύξηση στα σταθμισμένα στοιχεία ενεργητικού (RWA) είναι χαμηλότερη του αναμενόμενου. Ο δείκτης CET1 αναμένεται να ξεπεράσει το 16% έως το 2027, ακόμη και αφού συνυπολογιστεί η αρνητική επίδραση των εξαγορών της AstroBank και της Axia, που ανέρχεται σε 60 και 20 μονάδες βάσης αντίστοιχα.
Η νέα τιμή-στόχος διαμορφώνεται στα €3,60, δηλαδή +12% υψηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα. Η μετοχή διαπραγματεύεται σε 7,5 φορές τα εκτιμώμενα κέρδη του 2027 και σε 0,85 φορές τη λογιστική της αξία, με εκτιμώμενη απόδοση ιδίων κεφαλαίων (RoTE) στο 12%. Η Alpha Bank αναδεικνύεται σε μία από τις κορυφαίες τραπεζικές αποδόσεις στην Ευρώπη για το 2025, στηριζόμενη σε φιλόδοξους λειτουργικούς στόχους, θετικό μακροοικονομικό περιβάλλον και δυνατότητες κεφαλαιακής επιστροφής μέσω μερισμάτων και επαναγορών ιδίων μετοχών.
Η JP Morgan διατηρεί θετική στάση για τη μετοχή (Overweight), εκτιμώντας ότι η διαφοροποίησή της απέναντι στον κύκλο μείωσης επιτοκίων και οι στρατηγικές κινήσεις ενίσχυσης κερδοφορίας και κεφαλαίων θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν τη μετοχική της αξία.
Eurobank
Σύσταση: Overweight (Θετική Στάση) | Νέα Τιμή-Στόχος: €3,60 (από €3,20)
Η JP Morgan αυξάνει τις εκτιμήσεις της για τα κέρδη της Eurobank κατά 5-8% για την περίοδο 2025-2027, κυρίως λόγω ισχυρότερων καθαρών εσόδων από τόκους και προμήθειες, καθώς και χαμηλότερων προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) ενισχύονται από την αναμενόμενη αύξηση των όγκων δανείων κατά 4-6%, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 7,5% για τα εξυπηρετούμενα δάνεια στο διάστημα 2025-2027. Το επιτοκιακό περιθώριο (NIM) αναμένεται βελτιωμένο κατά 4-5 μονάδες βάσης, αν και προβλέπεται έντονη συμπίεση κατά 34 μονάδες βάσης το 2025, λόγω της υψηλότερης ευαισθησίας της τράπεζας στα επιτόκια και της επίδρασης από την εξαγορά της Hellenic Bank.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, κάθε μείωση 25 μονάδων βάσης στα επιτόκια συνεπάγεται αρνητική επίπτωση €35 εκατ. στα καθαρά έσοδα από τόκους.
Στα έσοδα από προμήθειες, η τράπεζα αναμένεται να επωφεληθεί τόσο από την ισχυρή οργανική δυναμική όσο και από τη συνεισφορά της CNP Cyprus, για την οποία έχει δοθεί καθοδήγηση για επιπλέον €20 εκατ. έσοδα κατά το υπόλοιπο του 2025. Τα λειτουργικά έξοδα αυξάνονται οριακά, κατά περίπου 4%, καθώς ενσωματώνονται συνέργειες από συγχωνεύσεις και εξορθολογισμό δαπανών. Ο δείκτης κόστους προς έσοδα (C/I) εκτιμάται στο 36% για τα έτη 2026-2027, ενσωματώνοντας εξοικονομήσεις ύψους €30 εκατ. κυρίως από τη μείωση προσωπικού και των γενικών εξόδων.
Στο μέτωπο των προβλέψεων, το κόστος πιστωτικού κινδύνου (CoR) εκτιμάται ότι θα μειωθεί στις 60 μονάδες βάσης το 2025 και θα υποχωρήσει περαιτέρω στις 50 μονάδες βάσης το 2027, σε ευθυγράμμιση με τις προσδοκίες της διοίκησης. Η κεφαλαιακή επάρκεια παραμένει ισχυρή, με τον δείκτη CET1 να εκτιμάται άνω του 17% το 2027 χωρίς τις διανομές, ή στο 15,8% συμπεριλαμβανομένων των ανακοινωμένων μερισμάτων και επαναγορών.
Η Eurobank αναμένεται να ξεπεράσει τον στόχο για απόδοση ιδίων κεφαλαίων (RoTE) άνω του 15%, φτάνοντας το 15,4% το 2027, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της J.P. Morgan. Η πολιτική διανομής προβλέπει payout 60%, εκ των οποίων περίπου €100 εκατ. κατευθύνονται ετησίως σε πρόγραμμα επαναγοράς ιδίων μετοχών. Η νέα τιμή-στόχος αυξάνεται στα €3,60, προσφέροντας περιθώριο ανόδου 13% από τα τρέχοντα επίπεδα. Η αποτίμηση της τράπεζας παραμένει ελκυστική, καθώς διαπραγματεύεται με δείκτη τιμής προς κέρδη (P/E) 7,3x και τιμής προς ενσώματη λογιστική αξία (P/TBV) 1,1x για το 2027, επίπεδα που δεν αποτυπώνουν πλήρως το υψηλότερο προφίλ αποδοτικότητας της τράπεζας σε σύγκριση με τους εγχώριους ανταγωνιστές.
Παρά την υστέρηση της μετοχής από τις αρχές του έτους, η Eurobank εμφανίζει ισχυρά θεμελιώδη, ανθεκτικότητα σε διαφορετικές γεωγραφικές αγορές (Ελλάδα, Κύπρος, Βουλγαρία) και δυνατότητες βελτίωσης της αποτίμησής της έναντι των peers. Η J.P. Morgan διατηρεί τη θετική της στάση (Overweight), βλέποντας περιθώρια περαιτέρω ενίσχυσης της κερδοφορίας και της επενδυτικής ελκυστικότητας της τράπεζας.
Εθνική Τράπεζα
Σύσταση: Overweight, Τιμή-στόχος: €12,80 (από €11,30)
Η JP Morgan αναβαθμίζει τις εκτιμήσεις κερδοφορίας της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ETE) για την περίοδο 2026-2027 κατά 5-7%, κυρίως λόγω υψηλότερων καθαρών εσόδων από τόκους (NII) και χαμηλότερων λειτουργικών εξόδων.
Η αύξηση στο NII οφείλεται αποκλειστικά στη βελτίωση του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου (NIM), το οποίο προβλέπεται να φτάσει κατά μέσο όρο τις 280 μονάδες βάσης το 2027 — επίπεδο εφάμιλλο με τον στόχο της διοίκησης (>280bps). Στο σκέλος των εξόδων, το κόστος λειτουργίας εκτιμάται ότι θα κινηθεί με ρυθμό αύξησης 4-5% ετησίως (CAGR), με τον δείκτη κόστους/εσόδων να διαμορφώνεται στο 35-36% για το 2026-27, ελαφρώς υψηλότερα από τη συναίνεση της αγοράς (1-4%).
Αντίθετα, οι εκτιμήσεις για τα έσοδα από προμήθειες υποχωρούν οριακά, κατά περίπου 1% σε σχέση με τη συναίνεση, καθώς προβλέπεται βραδύτερη οργανική δυναμική σε σχέση με άλλες ελληνικές τράπεζες.
Ο στόχος για αύξηση προμηθειών κατά 8% ετησίως την περίοδο 2025-2027 θεωρείται ότι θα υλοποιηθεί κυρίως προς το τέλος της περιόδου, σε αντίθεση με τις προσδοκίες της αγοράς και της διοίκησης.
Δεν αναμένονται ουσιαστικές μεταβολές στις υπόλοιπες γραμμές του λογαριασμού αποτελεσμάτων. Η κεφαλαιακή θέση προβλέπεται εξαιρετικά ισχυρή, με CET1 άνω του 18% για όλη την περίοδο, ακόμη και μετά από πολιτική διανομής 60% των κερδών, συμπεριλαμβανομένων ετήσιων επαναγορών μετοχών ύψους €150 εκατ. Η εκτίμηση αυτή θεωρείται πιο συντηρητική σε σχέση με τη συναίνεση, που προβλέπει μείωση του CET1 προς το 17,5% το 2027 και υψηλότερα μερίσματα.
Η τιμή-στόχος ανεβαίνει στα €12,80, προσφέροντας περιθώριο ανόδου 5% από τα τρέχοντα επίπεδα. Διατηρείται η θετική σύσταση (Overweight), καθώς η ΕΤΕ παραμένει ένα καθαρό στοίχημα στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Διαθέτει το υψηλότερο επίπεδο πλεονάζοντος κεφαλαίου στον κλάδο, γεγονός που —σύμφωνα με την J.P. Morgan— δεν έχει ακόμα τιμολογηθεί από την αγορά. Η αξιοποίηση αυτής της κεφαλαιακής υπερβάλλουσας θέσης μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός αναβάθμισης των μελλοντικών κερδών.
Η τράπεζα, ωστόσο, είναι πιο ευάλωτη σε ενδεχόμενες μειώσεις επιτοκίων σε σχέση με τους ανταγωνιστές της, λόγω μεγαλύτερης εξάρτησης από το επιτοκιακό σκέλος (NII) και μικρότερης συνεισφοράς από προμήθειες. Ως εκ τούτου, το 2025 αναμένεται να είναι η χρονιά με τη μεγαλύτερη πτώση στα έσοδα από τόκους, λόγω της καθυστερημένης επίδρασης της ανατιμολόγησης του ισολογισμού. Παρ’ όλα αυτά, η J.P. Morgan εκτιμά ότι η θετική επίδραση του κύκλου επιτοκίων έχει σε μεγάλο βαθμό ολοκληρωθεί και πλέον η κεφαλαιακή διάσταση θα είναι ο βασικός μοχλός στήριξης της μετοχής.
Η μετοχή της ΕΤΕ διαπραγματεύεται σε ελκυστική αποτίμηση, περίπου 8 φορές τα εκτιμώμενα κέρδη του 2027 και 1,15 φορές τη λογιστική της αξία, με προσδοκώμενη απόδοση ιδίων κεφαλαίων άνω του 15%.
Τράπεζα Πειραιώς
Σύσταση: Overweight, Τιμή-στόχος: €8,20 (από €6,30)
Η JP Morgan αναβαθμίζει τις εκτιμήσεις της για τα κέρδη της Τράπεζας Πειραιώς κατά 21-23% για την περίοδο 2026-2027, ενσωματώνοντας την επίδραση από την εξαγορά και ενοποίηση της Εθνικής Ασφαλιστικής (Ethniki) από το 2026. Οι εκτιμήσεις για τον όγκο εργασιών ενισχύονται κατά 4-5%, αντανακλώντας τη δυναμική στο χαρτοφυλάκιο χορηγήσεων, ενώ το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (NIM) αυξάνεται ελαφρώς, αν και παραμένει οριακά χαμηλότερο από την καθοδήγηση της τράπεζας για 2,4%/2,3%/2,4% την περίοδο 2025-2027 (επί του μέσου όρου δανείων).
Κατά συνέπεια, τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) αυξάνονται κατά 11-12% στα έτη 2026-2027. Στα έσοδα από προμήθειες, προσαρμόζονται περίπου €100 εκατ. επιπλέον για το 2026 λόγω της Ethniki, ωστόσο το ποσό αυτό αντισταθμίζεται εν μέρει από πρόσθετα λειτουργικά κόστη ύψους ~€35 εκατ., οδηγώντας σε τελική συνεισφορά στα προ φόρων κέρδη της τάξεως των €65-70 εκατ. για το 2026. Η J.P. Morgan δεν ενσωματώνει από το 2026 το σύνολο της προσδοκώμενης συνεισφοράς των €100 εκατ. που υπονοεί η διοικητική καθοδήγηση, καθώς αναμένεται ότι θα υπάρξουν έκτακτα κόστη αναδιάρθρωσης. Η πλήρης επαναλαμβανόμενη συνεισφορά της Ethniki περιλαμβάνεται στις εκτιμήσεις από το 2027, χωρίς όμως να συνυπολογίζονται συνέργειες σε αυτή τη φάση.
Στο κεφαλαιακό σκέλος, λαμβάνεται υπόψη η επίδραση από την εξαγορά της Ethniki, αλλά όχι το πιθανό όφελος των +50 μονάδων βάσης από το λεγόμενο Danish Compromise (προσαρμογή εποπτικών κανόνων για τις ασφαλιστικές θυγατρικές). Αυτό συνεπάγεται αρνητική επίδραση ~150 μονάδων βάσης στον δείκτη CET1 για το 2026, με την εκτίμηση να διαμορφώνεται στο 13,3% το 2026 και στο 13,7% το 2027, υπό την υπόθεση διανομής μερίσματος στο 50% των κερδών.
Η J.P. Morgan προβλέπει κέρδη 3-4% υψηλότερα από τη συναίνεση της αγοράς για την περίοδο 2026-27, κυρίως λόγω υψηλότερων NII και προμηθειών, που όμως εξισορροπούνται από υψηλότερα έξοδα. Ο δείκτης κόστους/εσόδων (C/I) σε βασικά έσοδα εκτιμάται στο 35%, σε απόλυτη ευθυγράμμιση με την καθοδήγηση της τράπεζας.
Με βάση τις νέες εκτιμήσεις, η Πειραιώς αναμένεται να πετύχει απόδοση ιδίων κεφαλαίων (RoTE) 14,7% το 2027, τιμή που θεωρείται ιδιαίτερα ελκυστική δεδομένης της αποτίμησης στις 6,7 φορές τα κέρδη (P/E) και 0,95 φορές τη λογιστική αξία (TBV) για το ίδιο έτος.
Η τιμή-στόχος αυξάνεται σημαντικά στα €8,20 (από €6,30), προσφέροντας περιθώριο ανόδου 20% από τα τρέχοντα επίπεδα.
Η σύσταση παραμένει Overweight, καθώς η τράπεζα συνδυάζει ισχυρή αναπτυξιακή προοπτική, επανεκκίνηση μερισματικής πολιτικής και θετική ώθηση από τις εξαγορές.
Σχόλια αναγνωστών