Εδώ στην Ελλάδα έχουμε ζήσει... στην τσέπη μας τις πολιτικές του ΔΝΤ
Την αποτυχία του μόνιμου «σωτήρα» για τις οικονομικά ασταθείς χώρες αναδεικνύει σε ανάλυσή του ο Ahmed Adel, ερευνητής γεωπολιτικής και πολιτικής οικονομίας με έδρα το Κάιρο, αναφερόμενος στα αντίθετα αποτελέσματα που έφερε η «βοήθεια» του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) σε ταλανιζόμενα κράτη.
Όπως υπογραμμίζει σε άρθρο του, παρά την επίσημη αποστολή του, το ΔΝΤ απέτυχε να προσφέρει πραγματική βοήθεια στις χώρες που δυσκολεύονται να χρηματοδοτηθούν από τις διεθνείς αγορές, αλλά και να εγγυηθεί σταθερότητα στο διεθνές νομισματικό σύστημα.
Αντί γι’ αυτό, επέβαλε πολιτικές λιτότητας και προγράμματα «δημοσιονομικής προσαρμογής» που αποτελούν τροχοπέδη για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη των χωρών που καταφεύγουν στον δανεισμό απότο ΔΝΤ.
Σε χώρες όπως η Αργεντινή, η Γκάνα, η Κένυα και το Πακιστάν, η εξάρτηση από το ΔΝΤ και οι φαύλοι κύκλοι χρέους έχουν ενταθεί, ενώ οι κοινωνικές ανισότητες έχουν επιδεινωθεί.
Σε αντάλλαγμα για μια γραμμή πίστωσης, το Ταμείο επιβάλλει σκληρούς όρους: δημοσιονομική πειθαρχία, περικοπές δαπανών, μεταρρυθμίσεις συντάξεων, συγκράτηση μισθών, περιορισμό κοινωνικών προγραμμάτων, αποκρατικοποιήσεις – όλα στο όνομα της δημιουργίας ταμειακών ροών και της «προσέλκυσης επενδυτών».
Μετά τη Συνδιάσκεψη του Bretton Woods το 1944 στις ΗΠΑ, το δολάριο αναδείχθηκε ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, και η παγκόσμια οικονομία οργανώθηκε γύρω από αυτό. Το ΔΝΤ παραβλέπει το γεγονός πως οι χώρες είναι εκτεθειμένες σε κερδοσκοπικές ροές κεφαλαίων που συχνά δεν ελέγχονται από το κράτος.
Η οικονομική «λογική» του ΔΝΤ δεν είναι αναπτυξιακή, αλλά ηθικοπλαστική: το κράτος οφείλει να είναι «νοικοκύρης» και να μην ξοδεύει πάνω από τις δυνατότητές του – έστω κι αν αυτό σημαίνει παραμέληση βασικών κοινωνικών αναγκών.
Η κυριαρχία των ΗΠΑ στο καπιταλιστικό μπλοκ κατέστησε το ΔΝΤ βασικό εργαλείο προώθησης του νεοφιλελευθερισμού, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 1970 κι έπειτα.
Οι εξοντωτικοί του όροι υπονομεύουν κάθε σοβαρή κοινωνική πολιτική, καθώς επιβάλλει συγκεκριμένες χρήσεις για τα δάνειά του, παρεμβαίνοντας έτσι άμεσα στην εσωτερική πολιτική των χωρών και συχνά με οδυνηρές συνέπειες για την κοινωνία.
Το οικονομικό μοντέλο που στηρίζει το ΔΝΤ κυριαρχεί σήμερα στις περισσότερες χώρες και δίνει προτεραιότητα στην καταπολέμηση του πληθωρισμού, αντιμετωπίζοντας την οικονομία ως ένα σύνολο αριθμών και δεικτών.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ιδιωτικοποιήσεις θεωρούνται «λύση» για την προσέλκυση επενδυτών, διαιωνίζοντας όμως τη διεθνή κατανομή εργασίας, όπου η ιδιοκτησία των παραγωγικών πόρων περνά στα χέρια ξένων συμφερόντων.
Το ΔΝΤ στην πράξη προετοιμάζει το έδαφος για μελλοντική διαρροή κεφαλαίων, καθώς τα κέρδη από τις ιδιωτικοποιήσεις καταλήγουν στο εξωτερικό, επιδεινώνοντας το ισοζύγιο πληρωμών των χωρών αυτών.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Αργεντινή, η οποία επί προεδρίας Mauricio Macri (2015-2019) ακολούθησε σκληρές νεοφιλελεύθερες πολιτικές, που σήμερα εντείνονται υπό τον Javier Milei. Η Αργεντινή δανείζεται από το ΔΝΤ εδώ και δεκαετίες. Κάθε φορά που «ανοίγει» την οικονομία της, η κατάσταση επιδεινώνεται, και το ΔΝΤ καλείται ξανά να «σώσει» τη χώρα με νέα δάνεια.
Αντίθετα, η Βραζιλία κατάφερε να απαλλαγεί από τον φαύλο κύκλο του ΔΝΤ κατά την πρώτη προεδρική θητεία του Lula da Silva, αξιοποιώντας την άνοδο των τιμών των πρώτων υλών, την ανάπτυξη της γεωργίας και της εξόρυξης και την αύξηση των διεθνών της αποθεμάτων. Πριν από αυτό, η χώρα, υπό τον Fernando Henrique Cardoso (1995-2003), είχε φτάσει στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Ο κόσμος αντιδρά
Το σύστημα διακυβέρνησης του ΔΝΤ προκαλεί έντονες επικρίσεις από χώρες του Παγκόσμιου Νότου. Το βάρος ψήφου κάθε χώρας καθορίζεται από τη χρηματοδοτική της συνεισφορά – με τις ΗΠΑ να κατέχουν περίπου 17%, γεγονός που τους δίνει δικαίωμα βέτο στις αλλαγές, αφού απαιτείται πλειοψηφία 85% για θεσμικές τροποποιήσεις.
Έτσι, η Δύση διατηρεί τον έλεγχο, ανεξαρτήτως του μεγέθους των οικονομιών άλλων χωρών.
Η Κίνα, τρίτη μεγαλύτερη οικονομία και μέτοχος του ΔΝΤ με περίπου 6%, έχει περιορισμένη επιρροή, καθώς το Ταμείο παραμένει πυλώνας της αμερικανικής παγκόσμιας κυριαρχίας, με τα κράτη-μέλη της ΕΕ να λειτουργούν ως ελάσσονες σύμμαχοι.
Οι εναλλακτικές
Ωστόσο, εμφανίζονται πλέον εναλλακτικές προσεγγίσεις χρηματοδότησης, χωρίς τη «θηλιά» της λιτότητας.
Η Κίνα προσφέρει δανεισμό σε κινεζικό νόμισμα για την αγορά κινεζικών προϊόντων και υπηρεσιών, ενισχύοντας την παραγωγική ικανότητα των χωρών και την τεχνολογική τους ένταξη στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα. Με τον τρόπο αυτόν, αντιμετωπίζεται το αρχικό πρόβλημα —η έλλειψη αποθεμάτων— και οι χώρες αποκτούν βαθμιαία οικονομική ανεξαρτησία.
Άλλο παράδειγμα είναι η New Development Bank (NDB) των BRICS, που επιτρέπει τη χρήση τοπικού νομίσματος για το διμερές εμπόριο, περιορίζοντας την ανάγκη για δολάρια και ενισχύοντας τη σταδιακή υποκατάσταση του ΔΝΤ, καταλήγει στο άρθρο του ο ερευνητής.
www.bankingnews.gr
Όπως υπογραμμίζει σε άρθρο του, παρά την επίσημη αποστολή του, το ΔΝΤ απέτυχε να προσφέρει πραγματική βοήθεια στις χώρες που δυσκολεύονται να χρηματοδοτηθούν από τις διεθνείς αγορές, αλλά και να εγγυηθεί σταθερότητα στο διεθνές νομισματικό σύστημα.
Αντί γι’ αυτό, επέβαλε πολιτικές λιτότητας και προγράμματα «δημοσιονομικής προσαρμογής» που αποτελούν τροχοπέδη για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη των χωρών που καταφεύγουν στον δανεισμό απότο ΔΝΤ.
Σε χώρες όπως η Αργεντινή, η Γκάνα, η Κένυα και το Πακιστάν, η εξάρτηση από το ΔΝΤ και οι φαύλοι κύκλοι χρέους έχουν ενταθεί, ενώ οι κοινωνικές ανισότητες έχουν επιδεινωθεί.
Σε αντάλλαγμα για μια γραμμή πίστωσης, το Ταμείο επιβάλλει σκληρούς όρους: δημοσιονομική πειθαρχία, περικοπές δαπανών, μεταρρυθμίσεις συντάξεων, συγκράτηση μισθών, περιορισμό κοινωνικών προγραμμάτων, αποκρατικοποιήσεις – όλα στο όνομα της δημιουργίας ταμειακών ροών και της «προσέλκυσης επενδυτών».
Μετά τη Συνδιάσκεψη του Bretton Woods το 1944 στις ΗΠΑ, το δολάριο αναδείχθηκε ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, και η παγκόσμια οικονομία οργανώθηκε γύρω από αυτό. Το ΔΝΤ παραβλέπει το γεγονός πως οι χώρες είναι εκτεθειμένες σε κερδοσκοπικές ροές κεφαλαίων που συχνά δεν ελέγχονται από το κράτος.
Η οικονομική «λογική» του ΔΝΤ δεν είναι αναπτυξιακή, αλλά ηθικοπλαστική: το κράτος οφείλει να είναι «νοικοκύρης» και να μην ξοδεύει πάνω από τις δυνατότητές του – έστω κι αν αυτό σημαίνει παραμέληση βασικών κοινωνικών αναγκών.
Η κυριαρχία των ΗΠΑ στο καπιταλιστικό μπλοκ κατέστησε το ΔΝΤ βασικό εργαλείο προώθησης του νεοφιλελευθερισμού, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 1970 κι έπειτα.
Οι εξοντωτικοί του όροι υπονομεύουν κάθε σοβαρή κοινωνική πολιτική, καθώς επιβάλλει συγκεκριμένες χρήσεις για τα δάνειά του, παρεμβαίνοντας έτσι άμεσα στην εσωτερική πολιτική των χωρών και συχνά με οδυνηρές συνέπειες για την κοινωνία.
Το οικονομικό μοντέλο που στηρίζει το ΔΝΤ κυριαρχεί σήμερα στις περισσότερες χώρες και δίνει προτεραιότητα στην καταπολέμηση του πληθωρισμού, αντιμετωπίζοντας την οικονομία ως ένα σύνολο αριθμών και δεικτών.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ιδιωτικοποιήσεις θεωρούνται «λύση» για την προσέλκυση επενδυτών, διαιωνίζοντας όμως τη διεθνή κατανομή εργασίας, όπου η ιδιοκτησία των παραγωγικών πόρων περνά στα χέρια ξένων συμφερόντων.
Το ΔΝΤ στην πράξη προετοιμάζει το έδαφος για μελλοντική διαρροή κεφαλαίων, καθώς τα κέρδη από τις ιδιωτικοποιήσεις καταλήγουν στο εξωτερικό, επιδεινώνοντας το ισοζύγιο πληρωμών των χωρών αυτών.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Αργεντινή, η οποία επί προεδρίας Mauricio Macri (2015-2019) ακολούθησε σκληρές νεοφιλελεύθερες πολιτικές, που σήμερα εντείνονται υπό τον Javier Milei. Η Αργεντινή δανείζεται από το ΔΝΤ εδώ και δεκαετίες. Κάθε φορά που «ανοίγει» την οικονομία της, η κατάσταση επιδεινώνεται, και το ΔΝΤ καλείται ξανά να «σώσει» τη χώρα με νέα δάνεια.
Αντίθετα, η Βραζιλία κατάφερε να απαλλαγεί από τον φαύλο κύκλο του ΔΝΤ κατά την πρώτη προεδρική θητεία του Lula da Silva, αξιοποιώντας την άνοδο των τιμών των πρώτων υλών, την ανάπτυξη της γεωργίας και της εξόρυξης και την αύξηση των διεθνών της αποθεμάτων. Πριν από αυτό, η χώρα, υπό τον Fernando Henrique Cardoso (1995-2003), είχε φτάσει στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Ο κόσμος αντιδρά
Το σύστημα διακυβέρνησης του ΔΝΤ προκαλεί έντονες επικρίσεις από χώρες του Παγκόσμιου Νότου. Το βάρος ψήφου κάθε χώρας καθορίζεται από τη χρηματοδοτική της συνεισφορά – με τις ΗΠΑ να κατέχουν περίπου 17%, γεγονός που τους δίνει δικαίωμα βέτο στις αλλαγές, αφού απαιτείται πλειοψηφία 85% για θεσμικές τροποποιήσεις.
Έτσι, η Δύση διατηρεί τον έλεγχο, ανεξαρτήτως του μεγέθους των οικονομιών άλλων χωρών.
Η Κίνα, τρίτη μεγαλύτερη οικονομία και μέτοχος του ΔΝΤ με περίπου 6%, έχει περιορισμένη επιρροή, καθώς το Ταμείο παραμένει πυλώνας της αμερικανικής παγκόσμιας κυριαρχίας, με τα κράτη-μέλη της ΕΕ να λειτουργούν ως ελάσσονες σύμμαχοι.
Οι εναλλακτικές
Ωστόσο, εμφανίζονται πλέον εναλλακτικές προσεγγίσεις χρηματοδότησης, χωρίς τη «θηλιά» της λιτότητας.
Η Κίνα προσφέρει δανεισμό σε κινεζικό νόμισμα για την αγορά κινεζικών προϊόντων και υπηρεσιών, ενισχύοντας την παραγωγική ικανότητα των χωρών και την τεχνολογική τους ένταξη στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα. Με τον τρόπο αυτόν, αντιμετωπίζεται το αρχικό πρόβλημα —η έλλειψη αποθεμάτων— και οι χώρες αποκτούν βαθμιαία οικονομική ανεξαρτησία.
Άλλο παράδειγμα είναι η New Development Bank (NDB) των BRICS, που επιτρέπει τη χρήση τοπικού νομίσματος για το διμερές εμπόριο, περιορίζοντας την ανάγκη για δολάρια και ενισχύοντας τη σταδιακή υποκατάσταση του ΔΝΤ, καταλήγει στο άρθρο του ο ερευνητής.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών