Η έκθεση αφορά τις Barclays (Baa2 αρνητικό), Credit Suisse (Baa2 σταθερό), Deutsche Bank (A3 σταθερό), Royal Bank of Scotland Group (Baa3 σταθερό) και UBS (Aa3 σταθερό)
Τα περιοσυαικά στοιχεία που βρίσκονται επί πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα στο ενεργητικό των πέντε μεγαλύτερων ευρωπαϊκων τραπεζών, συνεχίζουν να «βαραίνουν» τους ισολογισμούς τους και να μειώνουν την απόδοσή τους, αναφέρει σε ανάλυσή του ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Moody's.
Ειδικότερα, η έκθεση αφορά τις (σε παρένθεση η αξιολόγηση μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητα και το outlook-προοπτικές επαναξιολόγησης) Barclays (Baa2 αρνητικό), Credit Suisse Group (Baa2 σταθερό), Deutsche Bank (A3 σταθερό), Royal Bank of Scotland Group (Baa3 σταθερό) και UBS (Aa3 σταθερό), για τις οποίες τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία υπολογίζονται σε 549 δισ. δολάρια, μέχρι το τέλος Ιουνίου 2017.
«Οι εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων είναι πλέον πιθανό να επιβραδυνθούν τους επόμενους 12 έως 18 μήνες, καθώς οι συνθήκες λειτουργίας καθίστανται πιο δύσκολες και η χαμηλότερη ρευστότητα των υπόλοιπων παλαιών περιουσιακών στοιχείων καθιστά πιο δύσκολη την πώληση.
Σε αυτό επιδρά η οικονομική αβεβαιότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και η παραμένουσα νομισματική χαλάρωση στην Ευρωζώνη, οι οποίες έχουν μειώσει τη διάθεση των επενδυτών για περιουσιακά στοιχεία υψηλής απόδοσης.
Οι περαιτέρω απορροφήσεις παλαιών περιουσιακών στοιχείων θα ωφελήσουν την κερδοφορία των τραπεζών και θα μειώσουν τη μεταβλητότητα στο επίπεδο κερδών», επισημαίνεται.
Οι απώλειες στις πέντε μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες που σχετίζονται με πωλήσεις μη βασικών περιουσιακών στοιχείων θα αρχίσουν να μειώνονται, αλλά τα κέρδη θα παραμείνουν ασταθή και το κόστος που συνδέεται με εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις θα επηρεάσει την κερδοφορία τους, ακόμη και μετά την πώληση των περιουσιακών στοιχείων, υπογραμμίζει η Moody's.
www.bankingnews.gr
Ειδικότερα, η έκθεση αφορά τις (σε παρένθεση η αξιολόγηση μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητα και το outlook-προοπτικές επαναξιολόγησης) Barclays (Baa2 αρνητικό), Credit Suisse Group (Baa2 σταθερό), Deutsche Bank (A3 σταθερό), Royal Bank of Scotland Group (Baa3 σταθερό) και UBS (Aa3 σταθερό), για τις οποίες τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία υπολογίζονται σε 549 δισ. δολάρια, μέχρι το τέλος Ιουνίου 2017.
«Οι εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων είναι πλέον πιθανό να επιβραδυνθούν τους επόμενους 12 έως 18 μήνες, καθώς οι συνθήκες λειτουργίας καθίστανται πιο δύσκολες και η χαμηλότερη ρευστότητα των υπόλοιπων παλαιών περιουσιακών στοιχείων καθιστά πιο δύσκολη την πώληση.
Σε αυτό επιδρά η οικονομική αβεβαιότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και η παραμένουσα νομισματική χαλάρωση στην Ευρωζώνη, οι οποίες έχουν μειώσει τη διάθεση των επενδυτών για περιουσιακά στοιχεία υψηλής απόδοσης.
Οι περαιτέρω απορροφήσεις παλαιών περιουσιακών στοιχείων θα ωφελήσουν την κερδοφορία των τραπεζών και θα μειώσουν τη μεταβλητότητα στο επίπεδο κερδών», επισημαίνεται.
Οι απώλειες στις πέντε μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες που σχετίζονται με πωλήσεις μη βασικών περιουσιακών στοιχείων θα αρχίσουν να μειώνονται, αλλά τα κέρδη θα παραμείνουν ασταθή και το κόστος που συνδέεται με εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις θα επηρεάσει την κερδοφορία τους, ακόμη και μετά την πώληση των περιουσιακών στοιχείων, υπογραμμίζει η Moody's.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών