Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Bruegel: Το πρόβλημα των ιταλικών τραπεζών είναι σοβαρό, αλλά μπορεί να αντιμετωπιστεί

Bruegel: Το πρόβλημα των ιταλικών τραπεζών είναι σοβαρό, αλλά μπορεί να αντιμετωπιστεί
Η πολιτική και οι πολιτικές προκλήσεις που συνδέονται με τις ιταλικές τράπεζες είναι περίπλοκες, αλλά όχι και δυσεπίλυτες και δεν χρειάζεται να γίνουν ένας συστημικός κίνδυνος για την ευρωζώνη
Σε ανάλυση του προβλήματος των ιταλικών τραπεζών προχωρά το ευρωπαϊκό think tank Bruegel, με άρθρο του συνεργάτη του, Nicolas Veron, στο blog του Ινστιτούτου, επισημαίνοντας ότι το θέμα μπορεί να αντιμετωπιστεί και να αποτραπεί ο κίνδυνος να μετατραπεί σε συστημικό κίνδυνο.
Ειδικότερα, στην ανάλυση αναφέρονται τα εξής:
Μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του Ηνωμένου Βασιλείου για έξοδο της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το εύθραυστον του ιταλικού τραπεζικού συστήματος έχει έρθει στο προσκήνιο.
Ο Economist το περιέγραψε ως «δυνητικά πιο επικίνδυνη οικονομική απειλή» από το Brexit.
Αυτός ο χαρακτηρισμός είναι υπερβολικά παραφουσκωμένος.
Η πολιτική και οι πολιτικές προκλήσεις που συνδέονται με τις ιταλικές τράπεζες είναι περίπλοκες, αλλά όχι και δυσεπίλυτες και δεν χρειάζεται να γίνουν ένας συστημικός κίνδυνος για την ευρωζώνη.
Ο αδύναμος τραπεζικός τομέας της Ιταλίας είναι ο μεγαλύτερος εναπομένων θύλακας οικονομικής αστάθειας από τη μακρά ακολουθία των προβλημάτων του τραπεζικού συστήματος που πλήττουν την Ευρώπη από το 2007.
Η σοβαρότητα της κατάστασης ήταν εμφανής, τουλάχιστον από τη στιγμή της συνολικής αξιολόγησης των 130 τραπεζών της ευρωζώνης το 2014, που προηγήθηκε αμέσως της μεταφοράς της εποπτικής αρχής από τους εθνικούς οργανισμούς προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), ως μέρος της ευρύτερης μεταρρύθμισης, που είναι γνωστή ως τραπεζική ένωση.
Στα αποτελέσματα αυτής της αξιολόγησης, η Ιταλία είχε τη μερίδα του λέοντος των προβληματικών τραπεζών στην ευρωζώνη (9 από τις 25 τράπεζες), αλλά δεν προωθήθηκαν αμέσως διορθωτικές ενέργειες.
Η ΕΚΤ, στα τέλη του 2014, αποδέχθηκε τα σχέδια ανακεφαλαιοποίησης από τις πιο αδύναμες τράπεζες, τα οποία εκ των υστέρων αποδείχθηκαν ανεπαρκή, και όταν σύσφιξε τελικά τις κεφαλαιακές απαιτήσεις ένα χρόνο αργότερα, η Τράπεζα της Ιταλίας φαίνεται να αντιστάθηκε.
Ακόμα κι έτσι, τις καθυστερημένες απαιτήσεις της ΕΚΤ ακολούθησε η συγχώνευση Banco Popolare - Banca Popolare di Milano και η εξαγορά της Banca Popolare di Vicenza και της Veneto Banca από το Atlante, ένα ταμείο που δημιουργήθηκε υπό την αιγίδα των ιταλικών αρχών.
Οι Αδυναμίες παραμένουν σε άλλες τράπεζες, ιδιαίτερα στη Monte dei Paschi di Siena (MPS), τη μακραίωνη εταιρεία της Τοσκάνης που έχει ήδη υποβληθεί σε αρκετούς γύρους ανακεφαλαιοποίησης και αναδιάρθρωσης, ενώ συνδέθηκε με αποκαλύψεις σημαντικών περιπτώσεων απάτης και κακοδιαχείρισης.
Ακόμα κι αν δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η Monte dei Paschi απειλείται με χρεοκοπία, αναφορές των μέσων ενημέρωσης δείχνουν ότι μπορεί να έχει κακές επιδόσεις στην προσομοίωση ακραίων καταστάσεων για 53 ευρωπαϊκούς τραπεζικούς ομίλους, συμπεριλαμβανομένων και 5 ιταλικών, τα αποτελέσματα της οποίας θα δημοσιευθούν στις 29 Ιουλίου.
Με 169 δισ. ευρώ περιουσιακά στοιχεία κατά το τέλος του 2015, η MPS είναι μόλις ο 28ος μεγαλύτερος τραπεζικός όμιλος στην ευρωζώνη, αλλά είναι η τρίτη μεγαλύτερη στον κατακερματισμένο τραπεζικό κλάδο της Ιταλίας.
Επιπλέον, στο πλαίσιο της πολιτικής της τραπεζικής ένωσης, μόνο 15 ιταλικές τράπεζες εποπτεύονται άμεσα από την ΕΚΤ και υπόκεινται στις νέες σκληρότερες απαιτητικές εποπτικών των εποπτικών αρχών.
Εκατοντάδες μικρότερες τράπεζες, που αντιπροσωπεύουν από κοινού μεταξύ του 1/4 κα του 1/3 του συνολικού ενεργητικού του συστήματος, εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ιταλίας, με μόνο έμμεση εποπτεία από την ΕΚΤ.
Άλυτα προβλήματα μπορεί να παραμονεύουν σε ορισμένες από αυτές τις μικρότερες τράπεζες, ακόμη και αν κάποιος υιοθετήσει μια αισιόδοξη υπόθεση ότι η Monte dei Paschi είναι η τελευταία προβληματική περίπτωση μεταξύ των τραπεζών που εποπτεύονται άμεσα από την ΕΚΤ.
Το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου όπου επικράτησε το Brexit ακολουθήθηκε από μια μείωση των τιμών των μετοχών των εισηγμένων τραπεζών στην Ιταλία, όπως και αλλού στην Ευρώπη, η οποία καθιστά συγκριτικά πιο δύσκολο για αυτές να αντλήσουν νέα κεφάλαια από ιδιώτες επενδυτές, αν χρειαστεί.
Ωστόσο, ακόμη και αν το Ηνωμένο Βασίλειο είχε επιλέξει να παραμείνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το τραπεζικό πρόβλημα της Ιταλίας, και πιο άμεσα ο αδύναμος ισολογισμός της Monte dei Paschi, είναι βέβαιο ότι θα είχαν γίνει το επόμενο επίκεντρο της προσοχής των συμμετεχόντων στην ευρωπαϊκή αγορά, μόλις οι καμπάνιες για το βρετανικό δημοψήφισμα τελείωναν.
Η κατάσταση της MPS έχει αποκρυσταλλώσει μια συζήτηση σχετικά με τον επιμερισμό των βαρών, ή με άλλα λόγια αν πρέπει να επιβληθούν απώλειες σε ορισμένους ομολογιούχους, ιδιαίτερα στους μικρότερους (junior), στο πλαίσιο της κεφαλαιακής ενίσχυσης της τράπεζας.
Μία τέτοια επιβολή ζημιών, γνωστή και ως bail-in, μπορεί να δικαιολογηθεί για διάφορους λόγους.
Οι δημόσιες εγγυήσεις των ομολογιούχων των τραπεζών και το bail-out τους, όταν μια τράπεζα αποτύχει, στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των τραπεζών από διαφορετικά ευρωπαϊκά κράτη-μέλη.
Πρόκειται για μια αμφιλεγόμενη χρήση των δημόσιων πόρων, που δημιουργεί αμφίβολα κίνητρα για τις τράπεζες και συμβάλλει επίσης στο φαύλο κύκλο τραπεζών-κρατών που απείλησε την ίδια την ακεραιότητα της ευρωζώνης το 2011-12.
Ο βραχίονας της πολιτικής ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (γνωστή ως DG COMP) έχει εντολή να κρατήσει τέτοιες κρατικές ενισχύσεις υπό έλεγχο.
Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Ένωση το Μάιο του 2014 υιοθέτησε την οδηγία BRRD, η οποία προσπαθεί να κάνει το bail-in την πρώτη επιλογή όταν μια τράπεζα χρεοκοπεί.
Αυτό απηχεί μια παγκόσμια προσπάθεια μεταρρύθμισης για τον περιορισμό του ηθικού κινδύνου στα τραπεζικά συστήματα, υπό τον τίτλο «Τερματισμός της λογικής Too-Big-To-Fail» («Πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν») από το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSB) και παρόμοιες πολιτικές που υιοθετούνται από άλλες αρχές.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης