γράφει : Δ.Ν.
Αν σηκωθεί το χαλί [τεράστιων διαστάσεων…], η σκόνη που θα σηκωθεί θα πνίξει ολόκληρη την δήθεν κραταιά χώρα.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που βλέπουν ότι πίσω από τα επίσημα στοιχεία υπάρχει ένα βαθύτερο πρόβλημα, το οποίο ανατρέπει τον μύθο της γερμανικής οικονομικής κυριαρχίας. Οπως το συνόψισε στο Project Syndicate ο Βρετανός οικονομολόγος Φιλίπ Λεγκρέν, η γερμανική οικονομία χαρακτηρίζεται από «στάσιμους μισθούς, διαλυμένες τράπεζες, ανεπαρκείς επενδύσεις, επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας, θλιβερά δημογραφικά στοιχεία και αναιμική ανάπτυξη».
Από αυτές τις παθογένειες, η σημαντικότερη από την οπτική της Ευρωζώνης είναι η μισθολογική στασιμότητα, που περιορίζει τη γερμανική ζήτηση και αφαιρεί μία κρίσιμη δίοδο εξόδου από την κρίση για τις χώρες του Νότου. Οπως σημειώνει ο Λεγκρέν, οι πραγματικές αποδοχές των Γερμανών μισθωτών είναι χαμηλότερες σήμερα από ό,τι ήταν το 1999 – έτος κατά το οποίο, κατόπιν τριμερούς συμφωνίας κυβέρνησης, εργοδοτών και συνδικάτων, ουσιαστικά «πάγωσαν» οι μισθοί στη χώρα.
Τον περασμένο Μάιο, το Ομοσπονδιακό Γραφείο Στατιστικής ανακοίνωσε ότι, βάσει της απογραφής του 2011 -της πρώτης στην ενωμένη Γερμανία- ο πληθυσμός της χώρας ήταν 80,2 εκατ. άτομα, 1,5 εκατ. λιγότερα από τις έως τότε εκτιμήσεις. Με βάση την τάση αυτή, που άργησε να καταγραφεί λόγω των ισχυρών αντιστάσεων στη διαδικασία της απογραφής στη γερμανική κοινωνία εξαιτίας «φαντασμάτων» του παρελθόντος, ειδικοί μιλούν για πιθανή περαιτέρω μείωση του πληθυσμού στα 66 εκατ. ώς το 2060.
Με 1,38 γεννήσεις ανά γυναίκα, η Γερμανία έχει το έβδομο χαμηλότερο ποσοστό γεννητικότητας στην Ε.Ε. Μεταξύ του 2002 και του 2012, σημείωσε την τρίτη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση του πληθυσμού ηλικίας άνω των 65 ετών στην Ευρώπη, διπλάσια του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Μετά την Ιταλία, είναι δεύτερη στον δείκτη συνταξιούχων προς εργαζόμενο πληθυσμό (31,3%).
Πέρα από τις συνέπειες των δεδομένων αυτών για τις αναπτυξιακές προοπτικές της Γερμανίας, είναι προφανείς και οι επιπτώσεις τους στο ασφαλιστικό σύστημα της Γερμανίας. Ο προηγούμενος Μεγάλος Συνασπισμός υπό την κ. Μέρκελ αποφάσισε το 2007 να αυξήσει σταδιακά την ηλικία συνταξιοδότησης από τα 65 στα 67 έτη. Ωστόσο, η νέα κυβέρνηση CDU-CSU και SPD στο εσωτερικό έχει αλλάξει ρότα. Προ μηνών θεσμοθέτησε τη δυνατότητα συνταξιοδότησης στα 63 για άτομα που έχουν εργαστεί 45 έτη (προσμετρώντας και περιόδους ανεργίας)…
Η έλλειψη πολιτικής βούλησης στη Γερμανία για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (στις αγορές υπηρεσιών, στη διασύνδεση της ανώτατης εκπαίδευσης με την αγορά) είναι από τους βασικούς λόγους, μαζί με τη ραγδαία επιδείνωση της δημογραφικής εικόνας της χώρας και την απουσία επενδύσεων, που εκτιμάται ότι συντελούν ώστε η δυνητική ετήσια ανάπτυξη στη χώρα στο τέλος της τρέχουσας δεκαετίας να πέσει κάτω από το 1%.
Το γερµανικό χρέος είναι πολύ υψηλότερο απ’ όσο νοµίζουµε. Επισήµως, βρίσκεται στο 81% του ΑΕΠ, χαµηλό για την εποχή µας επίπεδο. Όµως, στα θεµέλια της γερµανικής κοινωνίας υπάρχει θαµένη µια δηµογραφική βόµβα που θυµίζει εκείνη της Ιαπωνίας. Σε δύο δεκαετίες ο λόγος των εργαζόµενων που συνεισφέρουν στο κράτος πρόνοιας θα είναι µόλις 2 (εργαζόµενοι) προς 1 (µη συνεισφέροντα συνταξιούχο).
Αν λάβουµε υπ’ όψη τις δεσµεύσεις της γερµανικής οµοσπονδιακής κυβέρνησης απέναντι στους µελλοντικούς συνταξιούχους, η σηµερινή πραγµατική αξία του γερµανικού δηµόσιου χρέους ξεπερνά το 190% του ΑΕΠ. Αξίζει µάλιστα να σηµειωθεί ότι το ιταλικό χρέος, που σήµερα είναι 130%, δεν θα επιβαρυνθεί µε τέτοιον τρόπο καθώς η Ιταλία έχει ήδη «καταβάλει» το δηµογραφικό της κόστος πριν µία δεκαετία.
Η έλλειψη πολιτικής βούλησης στη Γερμανία για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (στις αγορές υπηρεσιών, στη διασύνδεση της ανώτατης εκπαίδευσης με την αγορά) είναι από τους βασικούς λόγους, μαζί με τη ραγδαία επιδείνωση της δημογραφικής εικόνας της χώρας και την απουσία επενδύσεων, που εκτιμάται ότι συντελούν ώστε η δυνητική ετήσια ανάπτυξη στη χώρα στο τέλος της τρέχουσας δεκαετίας να πέσει κάτω από το 1%.
Το γερµανικό χρέος είναι πολύ υψηλότερο απ’ όσο νοµίζουµε. Επισήµως, βρίσκεται στο 81% του ΑΕΠ, χαµηλό για την εποχή µας επίπεδο. Όµως, στα θεµέλια της γερµανικής κοινωνίας υπάρχει θαµένη µια δηµογραφική βόµβα που θυµίζει εκείνη της Ιαπωνίας. Σε δύο δεκαετίες ο λόγος των εργαζόµενων που συνεισφέρουν στο κράτος πρόνοιας θα είναι µόλις 2 (εργαζόµενοι) προς 1 (µη συνεισφέροντα συνταξιούχο).
Αν λάβουµε υπ’ όψη τις δεσµεύσεις της γερµανικής οµοσπονδιακής κυβέρνησης απέναντι στους µελλοντικούς συνταξιούχους, η σηµερινή πραγµατική αξία του γερµανικού δηµόσιου χρέους ξεπερνά το 190% του ΑΕΠ. Αξίζει µάλιστα να σηµειωθεί ότι το ιταλικό χρέος, που σήµερα είναι 130%, δεν θα επιβαρυνθεί µε τέτοιον τρόπο καθώς η Ιταλία έχει ήδη «καταβάλει» το δηµογραφικό της κόστος πριν µία δεκαετία
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που βλέπουν ότι πίσω από τα επίσημα στοιχεία υπάρχει ένα βαθύτερο πρόβλημα, το οποίο ανατρέπει τον μύθο της γερμανικής οικονομικής κυριαρχίας. Οπως το συνόψισε στο Project Syndicate ο Βρετανός οικονομολόγος Φιλίπ Λεγκρέν, η γερμανική οικονομία χαρακτηρίζεται από «στάσιμους μισθούς, διαλυμένες τράπεζες, ανεπαρκείς επενδύσεις, επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας, θλιβερά δημογραφικά στοιχεία και αναιμική ανάπτυξη».
Από αυτές τις παθογένειες, η σημαντικότερη από την οπτική της Ευρωζώνης είναι η μισθολογική στασιμότητα, που περιορίζει τη γερμανική ζήτηση και αφαιρεί μία κρίσιμη δίοδο εξόδου από την κρίση για τις χώρες του Νότου. Οπως σημειώνει ο Λεγκρέν, οι πραγματικές αποδοχές των Γερμανών μισθωτών είναι χαμηλότερες σήμερα από ό,τι ήταν το 1999 – έτος κατά το οποίο, κατόπιν τριμερούς συμφωνίας κυβέρνησης, εργοδοτών και συνδικάτων, ουσιαστικά «πάγωσαν» οι μισθοί στη χώρα.
Τον περασμένο Μάιο, το Ομοσπονδιακό Γραφείο Στατιστικής ανακοίνωσε ότι, βάσει της απογραφής του 2011 -της πρώτης στην ενωμένη Γερμανία- ο πληθυσμός της χώρας ήταν 80,2 εκατ. άτομα, 1,5 εκατ. λιγότερα από τις έως τότε εκτιμήσεις. Με βάση την τάση αυτή, που άργησε να καταγραφεί λόγω των ισχυρών αντιστάσεων στη διαδικασία της απογραφής στη γερμανική κοινωνία εξαιτίας «φαντασμάτων» του παρελθόντος, ειδικοί μιλούν για πιθανή περαιτέρω μείωση του πληθυσμού στα 66 εκατ. ώς το 2060.
Με 1,38 γεννήσεις ανά γυναίκα, η Γερμανία έχει το έβδομο χαμηλότερο ποσοστό γεννητικότητας στην Ε.Ε. Μεταξύ του 2002 και του 2012, σημείωσε την τρίτη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση του πληθυσμού ηλικίας άνω των 65 ετών στην Ευρώπη, διπλάσια του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Μετά την Ιταλία, είναι δεύτερη στον δείκτη συνταξιούχων προς εργαζόμενο πληθυσμό (31,3%).
Πέρα από τις συνέπειες των δεδομένων αυτών για τις αναπτυξιακές προοπτικές της Γερμανίας, είναι προφανείς και οι επιπτώσεις τους στο ασφαλιστικό σύστημα της Γερμανίας. Ο προηγούμενος Μεγάλος Συνασπισμός υπό την κ. Μέρκελ αποφάσισε το 2007 να αυξήσει σταδιακά την ηλικία συνταξιοδότησης από τα 65 στα 67 έτη. Ωστόσο, η νέα κυβέρνηση CDU-CSU και SPD στο εσωτερικό έχει αλλάξει ρότα. Προ μηνών θεσμοθέτησε τη δυνατότητα συνταξιοδότησης στα 63 για άτομα που έχουν εργαστεί 45 έτη (προσμετρώντας και περιόδους ανεργίας)…
Η έλλειψη πολιτικής βούλησης στη Γερμανία για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (στις αγορές υπηρεσιών, στη διασύνδεση της ανώτατης εκπαίδευσης με την αγορά) είναι από τους βασικούς λόγους, μαζί με τη ραγδαία επιδείνωση της δημογραφικής εικόνας της χώρας και την απουσία επενδύσεων, που εκτιμάται ότι συντελούν ώστε η δυνητική ετήσια ανάπτυξη στη χώρα στο τέλος της τρέχουσας δεκαετίας να πέσει κάτω από το 1%.
Το γερµανικό χρέος είναι πολύ υψηλότερο απ’ όσο νοµίζουµε. Επισήµως, βρίσκεται στο 81% του ΑΕΠ, χαµηλό για την εποχή µας επίπεδο. Όµως, στα θεµέλια της γερµανικής κοινωνίας υπάρχει θαµένη µια δηµογραφική βόµβα που θυµίζει εκείνη της Ιαπωνίας. Σε δύο δεκαετίες ο λόγος των εργαζόµενων που συνεισφέρουν στο κράτος πρόνοιας θα είναι µόλις 2 (εργαζόµενοι) προς 1 (µη συνεισφέροντα συνταξιούχο).
Αν λάβουµε υπ’ όψη τις δεσµεύσεις της γερµανικής οµοσπονδιακής κυβέρνησης απέναντι στους µελλοντικούς συνταξιούχους, η σηµερινή πραγµατική αξία του γερµανικού δηµόσιου χρέους ξεπερνά το 190% του ΑΕΠ. Αξίζει µάλιστα να σηµειωθεί ότι το ιταλικό χρέος, που σήµερα είναι 130%, δεν θα επιβαρυνθεί µε τέτοιον τρόπο καθώς η Ιταλία έχει ήδη «καταβάλει» το δηµογραφικό της κόστος πριν µία δεκαετία.
Η έλλειψη πολιτικής βούλησης στη Γερμανία για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (στις αγορές υπηρεσιών, στη διασύνδεση της ανώτατης εκπαίδευσης με την αγορά) είναι από τους βασικούς λόγους, μαζί με τη ραγδαία επιδείνωση της δημογραφικής εικόνας της χώρας και την απουσία επενδύσεων, που εκτιμάται ότι συντελούν ώστε η δυνητική ετήσια ανάπτυξη στη χώρα στο τέλος της τρέχουσας δεκαετίας να πέσει κάτω από το 1%.
Το γερµανικό χρέος είναι πολύ υψηλότερο απ’ όσο νοµίζουµε. Επισήµως, βρίσκεται στο 81% του ΑΕΠ, χαµηλό για την εποχή µας επίπεδο. Όµως, στα θεµέλια της γερµανικής κοινωνίας υπάρχει θαµένη µια δηµογραφική βόµβα που θυµίζει εκείνη της Ιαπωνίας. Σε δύο δεκαετίες ο λόγος των εργαζόµενων που συνεισφέρουν στο κράτος πρόνοιας θα είναι µόλις 2 (εργαζόµενοι) προς 1 (µη συνεισφέροντα συνταξιούχο).
Αν λάβουµε υπ’ όψη τις δεσµεύσεις της γερµανικής οµοσπονδιακής κυβέρνησης απέναντι στους µελλοντικούς συνταξιούχους, η σηµερινή πραγµατική αξία του γερµανικού δηµόσιου χρέους ξεπερνά το 190% του ΑΕΠ. Αξίζει µάλιστα να σηµειωθεί ότι το ιταλικό χρέος, που σήµερα είναι 130%, δεν θα επιβαρυνθεί µε τέτοιον τρόπο καθώς η Ιταλία έχει ήδη «καταβάλει» το δηµογραφικό της κόστος πριν µία δεκαετία
Σχόλια αναγνωστών