Τελευταία Νέα
Τραπεζικά νέα

Η Ελλάδα το 2021 δεν θα μειώσει πλεονάσματα, δεν θα αναβαθμιστεί σε επενδυτική βαθμίδα, δεν θα ενταχθεί σε QE, δεν θα πετύχει υψηλό ρυθμό ΑΕΠ

Η Ελλάδα το 2021 δεν θα μειώσει πλεονάσματα, δεν θα αναβαθμιστεί σε επενδυτική βαθμίδα, δεν θα ενταχθεί σε QE, δεν θα πετύχει υψηλό ρυθμό ΑΕΠ
Παρά τις φιλόδοξες προσπάθειες και την επιμονή που επιδεικνύει η ελληνική κυβέρνηση η μείωση του στόχου στα πρωτογενή πλεονάσματα δεν είναι εύκολη.
Η Ελλάδα παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της κυβέρνησης κινδυνεύει να μην πετύχει τους τέσσερις βασικούς πολυπόθητους στόχους, απόρροια του χείριστου παρελθόντος της, του αβέβαιου μέλλον της αλλά και της γενικής εκτίμησης ότι οι τρέχουσες αξίες διεθνώς είναι χειραγωγημένες από τις κεντρικές τράπεζες.
- Η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να επιτύχει συμφωνία για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων από 3,5% του ΑΕΠ σε 2,2% του ΑΕΠ από το 2021.
Να συμφωνηθεί το β΄ 6μηνο του 2020 και να εφαρμοστεί από το 2021.
Στο τέλος του 2022 ούτως ή άλλως λήγει η υποχρέωση της Ελλάδος να επιτυγχάνει 3,5% του ΑΕΠ στο πρωτογενές πλεόνασμα λόγω του χρέους και για τα επόμενα 40 χρόνια έχει υποχρέωση να επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα 2,2%.
Η μείωση από 3,5% σε 2,2% ισοδυναμεί σε παρούσες αξίες σε 2,5 δισεκ. ευρώ.
- Η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να αναβαθμιστεί το ελληνικό χρέος το 2020 ή το αργότερο το α΄ 6μηνο του 2021 σε επενδυτική βαθμίδα ώστε να επιστρέψει στην κανονικότητα.
Σε αυτή την περίπτωση το χρέος θα καταστεί βιώσιμο καθώς δεν μπορεί μια χώρα να βαθμολογείται ως investment grade και να διαθέτει μη βιώσιμο χρέος.
-Η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει αμέσως μετά την αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα, τα ελληνικά ομόλογα να ενταχθούν στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE ή Quantitative easing) της ΕΚΤ, με στόχο ακόμη χαμηλότερα επιτόκια στα ομόλογα π.χ. το 10ετές από 1,40% θα υποχωρήσει στο 0,60% και οι τράπεζες αλλά και οι εταιρίες θα δανείζονται με σχεδόν μηδενικό κόστος.
- Η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να επιτύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ο αρχικός στόχος ήταν το ΑΕΠ να αυξηθεί στο 4%, μειώθηκε στο 3% και εσχάτως έχει υποχωρήσει στο 2,8% ως στόχος προϋπολογισμού αλλά οι ξένοι προβλέπουν 2,5%.
Ενώ η Ελλάδα προσβλέπει στο 2020 και 2021 είναι πιθανόν οι επιδιώξεις αυτές να μην υλοποιηθούν.
Ξεπερνώντας γρήγορα το γεγονός ότι οι αποτιμήσεις των ομολόγων δεν αντικατοπτρίζουν καμία πραγματική αξία, είναι χειραγωγούμενες από την ΕΚΤ και την ποσοτική χαλάρωση και ξεπερνώντας γρήγορα την εκτίμηση ότι ο ανοδικός κύκλος στις οικονομίες και στις αγορές έχει φθάσει τα 11 χρόνια είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος στην ιστορία.

Τι θα μπορούσε να συμβεί;


1)Παρά τις φιλόδοξες προσπάθειες και την επιμονή που επιδεικνύει η ελληνική κυβέρνηση η μείωση του στόχου στα πρωτογενή πλεονάσματα δεν είναι εύκολη.
Θα σκεφθεί κανείς αφού οι δανειστές έχουν συμφωνήσει στο 2,2% γιατί να μην αποδεχθούν μια αλλαγή ένα χρόνο νωρίτερα;
Το βασικό πρόβλημα σχετίζεται με το χρέος.
Το 3,5% του ΑΕΠ στο πρωτογενές πλεόνασμα που ισοδυναμεί με 6,5 δισεκ. ευρώ περίπου έχει ένα σκοπό να παρακρατείται ώστε να εξυπηρετείται το ελληνικό χρέος που θεωρείται μη βιώσιμο στις εκθέσεις βιωσιμότητας DSA.
To 3,5% θα μειωθεί στο 2,2% που ισοδυναμεί σε παρούσες αξίες 4,2 δισεκ. δηλαδή μια διαφορά 2,3 δισεκ. μεταξύ 3,5% και 2,2% που είναι οι δύο βασικοί στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
2)Έχει καλλιεργηθεί μια εντύπωση ότι η αναβάθμιση της Ελλάδος σε επενδυτική βαθμίδα θα είναι εύκολη υπόθεση άπαξ και η κυβέρνηση της ΝΔ έχει δείξει σοβαρότητα, συνέπεια και επιμονή στις μεταρρυθμίσεις.
Η εντύπωση αυτή είναι λανθασμένη.
Οι οίκοι αξιολόγησης για να αναβαθμίσουν την Ελλάδα σε επενδυτική βαθμίδα – investment grade – θα πρέπει όλοι από την ΕΕ, το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και βεβαίως τους οίκους αξιολόγησης ότι το ελληνικό χρέος στα 356 δισεκ. έχει καταστεί βιώσιμο.
Οι οίκοι αξιολόγησης δεν θα πάρουν κανένα ρίσκο να αναβαθμίσουν το ελληνικό χρέος σε επενδυτική βαθμίδα εάν πρώτα δεν έχει διασφαλιστεί ότι το χρέος είναι βιώσιμο.
Ακόμη και εάν η Ελλάδα μπορεί να δανείζεται με ομόλογα πέραν της λήξης 2032 – όπου λήγουν τα μακροπρόθεσμα μέτρα για το ελληνικό χρέος – τίποτε δεν διασφαλίζει ότι στο μέλλον η Ελλάδα δεν θα είναι εκτεθειμένη σε καθοδικούς κινδύνους.
3)Εάν η Ελλάδα δεν αναβαθμιστεί το 2021 σε επενδυτική βαθμίδα και μετατεθεί για το 2022, είναι πιθανό να μην προλάβει να ενταχθεί σε πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Η ΕΚΤ και η FED έχουν παγιδεύσει και παγιδευτεί στην ποσοτική χαλάρωση.
Οι αγορές δεν επιβιώνουν χωρίς ποσοτική χαλάρωση και οι οικονομίες δεν επιβιώνουν χωρίς ποσοτική χαλάρωση.
Οι Κεντρικές Τράπεζες δεν έχουν μηχανισμό να αποσύρουν 4 τρισεκ. ρευστότητας που έχουν διοχετεύσει και έχουν εγκλωβιστεί στο έκτρωμα που χειραγωγεί την ελεύθερη αγορά.
Το πιθανότερο σενάριο είναι η Ελλάδα να αναβαθμιστεί σε επενδυτική βαθμίδα το 2022 και όχι το 2021.
4)Η Ελλάδα δεν θα καταφέρει να επιτύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης όχι πάνω ή πέρα από 2,5% και προφανώς απέχουν πολύ από τον αρχικό στόχο του 4%.
Οι ρυθμοί ανάπτυξης της Ελλάδος θα κινούνται πέριξ του 2,5% που είναι σίγουρα θετικοί αλλά όχι ικανή συνθήκη για να αλλάξει άρδην το οικονομικό τοπίο.
Εάν σε αυτό συμπεριλάβουμε και τις τράπεζες που ακόμη βρίσκονται σε καθεστώς εσωστρέφειας ακόμη είναι απασχολημένες με το παρελθόν και την εξυγίανση των NPEs… η Ελλάδα δεν μπορεί να επιτύχει ρυθμούς ανάπτυξης ούτε καν πάνω από 3%.

Συμπέρασμα

Ο δρόμος προς την κανονικότητα θα είναι δύσκολος για την Ελλάδα γιατί το παρελθόν της ήταν βεβαρημένο και το μέλλον ασταθές.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης