γράφει : ΜΑΡΙΝΑ ΦΟΥΝΤΑ
Υπέρ της μαζικής αναχρηματοδότησης, ακόμη και με ευνοϊκούς όρους, των παλαιών στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων εμφανίζονται οι τραπεζίτες, ενώ την ίδια στιγμή δηλώνουν αντίθετοι στα σχέδια για οριζόντιο «κούρεμα» των χρεών.
Με δεδομένο ότι το τελευταίο διάστημα έχει ανοίξει εκ νέου η κουβέντα για μαζική μείωση των χρεών, οι τραπεζίτες ξεκαθαρίζουν ότι είναι διατεθειμένοι –και πρόθυμοι- να μπουν σε μια διαδικασία αναχρηματοδότησης με ευνοϊκούς όρους, όχι μόνο για τα δάνεια που ήδη βρίσκονται «στο κόκκινο», αλλά και για περιπτώσεις δανειοληπτών που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην αποπληρωμή.
Την ίδια στιγμή όμως, ξεκαθαρίζουν ότι δεν είναι βιώσιμη η λύση ενός μαζικού «κουρέματος», καθώς αυτή θα απαιτήσει και νέα ανακεφαλαιοποίηση –λόγω των ζημιών που θα προκαλέσει στα χαρτοφυλάκια τους, τουλάχιστον άμεσα. Όπως αναφέρουν τραπεζικές πηγές, ένα ενδεχόμενο «κούρεμα» ποσοστού των δανείων μέσα στην επόμενη τριετία ή τετραετία θα ήταν ίσως αποδεκτό, όμως το επόμενο διάστημα, ενώ ακόμα οι τράπεζες αναζητούν ρευστότητα για να καλύψουν το κόστος που προκάλεσαν το PSI και η Blackrock, το ενδεχόμενο αυτό φαντάζει αδιανόητο.
Στον αντίποδα όμως, οι ίδιοι οι τραπεζίτες εμφανίζονται ιδιαίτερα δεκτικοί στην αναχρηματοδότηση των δανείων και τη ρύθμιση των χρεών για μια σειρά από λόγους.
Ο πρώτος και βασικότερος έχει να κάνει με την αύξηση των επισφαλειών. Ήδη, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το ποσοστό των επισφαλειών επί του συνόλου των δανείων ανέρχεται σε 15,9% και –όπως όλα δείχνουν- αναμένεται να εκτιναχθεί άνω του 20% μέσα στο 2012. Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε περισσότερα από 30 δις. ευρώ, δηλαδή περισσότερα χρήματα από τις ζημιές που ανακοίνωσαν οι τέσσερις μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων και των απωλειών από το PSI.
Ο δεύτερος έχει να κάνει με την αξία των ακινήτων για τα οποία οι τράπεζες έχουν χορηγήσει τα δάνεια. Αν οι επισφάλειες εκτιναχθούν και οι τιμές πέσουν κατακόρυφα, οι τράπεζες κινδυνεύουν να βρεθούν με ένα τεράστιο στοκ ακινήτων, η αξία του οποίου δεν θα ανταποκρίνεται στο ύψος των δανείων που έχουν δοθεί. Μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να προκαλέσει ντόμινο στις ίδιες τις τράπεζες, αλλά και να οδηγήσει σε πλήθος δανειοληπτών στο να μην πληρώσουν τα χρέη τους, καθώς η αξία του σπιτιού τους σε πραγματικές τιμές θα είναι πολύ χαμηλότερη από το ύψος του δανείου που έχουν μπροστά τους.
Έρχονται νέα προϊόντα
Απόρροια της εξέλιξης αυτής είναι οι τράπεζες να ετοιμάζουν νέες λύσεις αναχρηματοδότησης προς τα νοικοκυριά, υπερχρεωμένα και μη. Τα προϊόντα αυτά αναμένεται να βγουν σύντομα στην αγορά, ενδεχομένως και μέσα στην Άνοιξη, καθώς μετεκλογικά θα είναι σημαντικό να δείξουν οι τράπεζες καλό πρόσωπο, ενόψει και των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου που θα πραγματοποιηθούν μέσα στο καλοκαίρι.
Βασικό χαρακτηριστικό όλων αυτών των προϊόντων θα είναι η μείωση της δόσης, ώστε, ειδικά στα στεγαστικά δάνεια, να φτάνει κοντά στα επίπεδα του ενοικίου που θα πλήρωνε υπό άλλες συνθήκες όποιος ήθελε να μείνει στο διαμέρισμα. Η πιο εύκολη λύση, για να γίνει κάτι τέτοιο, είναι οι τράπεζες να επιτρέψουν στους δανειολήπτες να πληρώνουν μόνο τους τόκους των δανείων για κάποια χρονική περίοδο, της τάξης των δύο ή τριών ετών. Με τον τρόπο αυτό, η δόση μπορεί να μειωθεί κατακόρυφα, φτάνοντας στα επίπεδα ενός ενοικίου για το αντίστοιχο διαμέρισμα. Με δεδομένο ότι και τα επιτόκια έχουν μειωθεί, αν κάποιος π.χ. έχει υπόλοιπο δανείου 180.000 ευρώ και εξασφαλίσει κυμαινόμενο επιτόκιο 3,5% (που είναι εφικτό με τα σημερινά δεδομένα) θα πληρώνει σε τόκους 6.300 ευρώ το χρόνο ή 525 ευρώ το μήνα. Το ποσό αυτό είναι αντίστοιχο με το μηνιαίο ενοίκιο ενός αντίστοιχου διαμερίσματος στις περισσότερες περιοχές της Αθήνας.
Γιώργος Θεοδώρου
www.bankingnews.gr
Την ίδια στιγμή όμως, ξεκαθαρίζουν ότι δεν είναι βιώσιμη η λύση ενός μαζικού «κουρέματος», καθώς αυτή θα απαιτήσει και νέα ανακεφαλαιοποίηση –λόγω των ζημιών που θα προκαλέσει στα χαρτοφυλάκια τους, τουλάχιστον άμεσα. Όπως αναφέρουν τραπεζικές πηγές, ένα ενδεχόμενο «κούρεμα» ποσοστού των δανείων μέσα στην επόμενη τριετία ή τετραετία θα ήταν ίσως αποδεκτό, όμως το επόμενο διάστημα, ενώ ακόμα οι τράπεζες αναζητούν ρευστότητα για να καλύψουν το κόστος που προκάλεσαν το PSI και η Blackrock, το ενδεχόμενο αυτό φαντάζει αδιανόητο.
Στον αντίποδα όμως, οι ίδιοι οι τραπεζίτες εμφανίζονται ιδιαίτερα δεκτικοί στην αναχρηματοδότηση των δανείων και τη ρύθμιση των χρεών για μια σειρά από λόγους.
Ο πρώτος και βασικότερος έχει να κάνει με την αύξηση των επισφαλειών. Ήδη, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το ποσοστό των επισφαλειών επί του συνόλου των δανείων ανέρχεται σε 15,9% και –όπως όλα δείχνουν- αναμένεται να εκτιναχθεί άνω του 20% μέσα στο 2012. Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε περισσότερα από 30 δις. ευρώ, δηλαδή περισσότερα χρήματα από τις ζημιές που ανακοίνωσαν οι τέσσερις μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων και των απωλειών από το PSI.
Ο δεύτερος έχει να κάνει με την αξία των ακινήτων για τα οποία οι τράπεζες έχουν χορηγήσει τα δάνεια. Αν οι επισφάλειες εκτιναχθούν και οι τιμές πέσουν κατακόρυφα, οι τράπεζες κινδυνεύουν να βρεθούν με ένα τεράστιο στοκ ακινήτων, η αξία του οποίου δεν θα ανταποκρίνεται στο ύψος των δανείων που έχουν δοθεί. Μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να προκαλέσει ντόμινο στις ίδιες τις τράπεζες, αλλά και να οδηγήσει σε πλήθος δανειοληπτών στο να μην πληρώσουν τα χρέη τους, καθώς η αξία του σπιτιού τους σε πραγματικές τιμές θα είναι πολύ χαμηλότερη από το ύψος του δανείου που έχουν μπροστά τους.
Έρχονται νέα προϊόντα
Απόρροια της εξέλιξης αυτής είναι οι τράπεζες να ετοιμάζουν νέες λύσεις αναχρηματοδότησης προς τα νοικοκυριά, υπερχρεωμένα και μη. Τα προϊόντα αυτά αναμένεται να βγουν σύντομα στην αγορά, ενδεχομένως και μέσα στην Άνοιξη, καθώς μετεκλογικά θα είναι σημαντικό να δείξουν οι τράπεζες καλό πρόσωπο, ενόψει και των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου που θα πραγματοποιηθούν μέσα στο καλοκαίρι.
Βασικό χαρακτηριστικό όλων αυτών των προϊόντων θα είναι η μείωση της δόσης, ώστε, ειδικά στα στεγαστικά δάνεια, να φτάνει κοντά στα επίπεδα του ενοικίου που θα πλήρωνε υπό άλλες συνθήκες όποιος ήθελε να μείνει στο διαμέρισμα. Η πιο εύκολη λύση, για να γίνει κάτι τέτοιο, είναι οι τράπεζες να επιτρέψουν στους δανειολήπτες να πληρώνουν μόνο τους τόκους των δανείων για κάποια χρονική περίοδο, της τάξης των δύο ή τριών ετών. Με τον τρόπο αυτό, η δόση μπορεί να μειωθεί κατακόρυφα, φτάνοντας στα επίπεδα ενός ενοικίου για το αντίστοιχο διαμέρισμα. Με δεδομένο ότι και τα επιτόκια έχουν μειωθεί, αν κάποιος π.χ. έχει υπόλοιπο δανείου 180.000 ευρώ και εξασφαλίσει κυμαινόμενο επιτόκιο 3,5% (που είναι εφικτό με τα σημερινά δεδομένα) θα πληρώνει σε τόκους 6.300 ευρώ το χρόνο ή 525 ευρώ το μήνα. Το ποσό αυτό είναι αντίστοιχο με το μηνιαίο ενοίκιο ενός αντίστοιχου διαμερίσματος στις περισσότερες περιοχές της Αθήνας.
Γιώργος Θεοδώρου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών