
Η παράταση κρίθηκε αναγκαία καθώς οι εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις στα δικαστήρια και στην Επιτροπή είχαν δημιουργήσει ασφυξία
Η αρχική διορία για την εξώδικη επίλυση διαφορών λήγει στις 30 Ιουλίου 2025, ωστόσο ο όγκος των εκκρεμοτήτων και η αδυναμία της Επιτροπής να ανταποκριθεί εγκαίρως οδήγησαν στην απόφαση να παραταθεί η λειτουργία της έως το 2026.
Πλέον, η εξέταση των αιτήσεων θα ολοκληρώνεται το αργότερο μέχρι 31 Ιανουαρίου 2026, ενώ τα τελικά πρακτικά επίλυσης θα πρέπει να έχουν εκδοθεί έως τις 31 Μαρτίου 2026.
Η παράταση κρίθηκε αναγκαία καθώς οι εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις στα δικαστήρια και στην Επιτροπή είχαν δημιουργήσει ασφυξία και στους δύο θεσμούς, με αποτέλεσμα να απειλούνται με παραγραφή σημαντικές υποθέσεις φοροδιαφυγής με τον κίνδυνο να χαθούν σημαντικά έσοδα από πιθανές ρυθμίσεις.
Ωστόσο, νομικοί κύκλοι εκφράζουν επιφυλάξεις για το κατά πόσο το νέο χρονοδιάγραμμα θα τηρηθεί και αν η Επιτροπή διαθέτει το απαραίτητο προσωπικό για να «ξεμπλοκάρει» τις υποθέσεις έως το 2026.
Οι φορολογούμενοι που επιλέξουν τη λύση της εξώδικης «περαίωσης» μπορούν να αποσύρουν τις προσφυγές από τα δικαστήρια και να επωφεληθούν από «κουρέματα» προστίμων και προσαυξήσεων που φτάνουν έως και 75%. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να αποδεχθούν την πρόταση της Επιτροπής και μέσα σε 5 ημέρες από τον συμβιβασμό να καταβάλουν εφάπαξ το 30% της οφειλής.
Το υπόλοιπο ποσό της οφειλής καταβάλλεται σε έως 24 δόσεις και παρέχεται έκπτωση στους πρόσθετους φόρους, τόκους, προσαυξήσεις και πρόστιμα η οποία ανέρχεται σε 75% εάν η οφειλή καταβληθεί σε μία δόση, σε 65% για 2-4 δόσεις, σε 55% για 5 -8 δόσεις, σε 50% για 9-12 δόσεις, σε 45% για 13-16 δόσεις, σε 40% για 17-20 δόσεις και σε 35% για 21-24 δόσεις.
Αν δεν καταβληθεί εγκαίρως το ελάχιστο 30% ή χαθούν δύο συνεχόμενες δόσεις (ή οι δύο τελευταίες), ο συμβιβασμός ανατρέπεται αυτοδικαίως και η υπόθεση επανέρχεται στην προτέρα δικαστική κατάσταση.
Η διαδικασία εξώδικης επίλυσης φορολογικών διαφορών αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο για τους φορολογούμενους, τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες, καθώς τους δίνει τη δυνατότητα να διευθετήσουν τις διαφορές τους χωρίς την ανάγκη να εμπλακούν σε χρονοβόρες και δαπανηρές δικαστικές διαδικασίες.
Σύμφωνα με τον νόμο, η Επιτροπή εξετάζει αιτήματα και ενστάσεις φορολογούμενων που αφορούν πράξεις επιβολής πρόσθετου φόρου ή προστίμων. Στις αιτήσεις εξώδικης επίλυσης, οι φορολογούμενοι αναφέρουν συνοπτικά τους λόγους που θεμελιώνουν το αίτημά τους.
Αυτοί μπορεί να περιλαμβάνουν:
1. Παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου για επιβολή φόρων ή προστίμων λόγω παρόδου του χρόνου καταλογισμού.
2. Λήψη φορολογικού πιστοποιητικού χωρίς επιφύλαξη, που εμποδίζει την επιβολή προστίμων.
3. Λάθη καταλογισμού φόρων λόγω πρόδηλης έλλειψης φορολογικής υποχρέωσης ή αριθμητικών σφαλμάτων.
4. Αναδρομική εφαρμογή ευνοϊκών διατάξεων, βάσει νομολογίας.
5. Μείωση πρόσθετων φόρων, τόκων και προστίμων.
Η Επιτροπή εξετάζει τις αιτήσεις με βάση τη νομολογία και την πάγια πρακτική της φορολογικής διοίκησης. Οι αποφάσεις λαμβάνονται κατά πλειοψηφία, ενώ οι συνεδριάσεις μπορούν να διεξάγονται και ηλεκτρονικά.
Με βάση το αναθεωρημένο χρονοδιάγραμμα, αιτήσεις που δεν θα εξεταστούν έως τις 31 Ιανουαρίου 2026 θεωρούνται σιωπηρά απορριφθείσες. Οι εν λόγω υποθέσεις επανεισάγονται στο αρμόδιο δικαστήριο, χωρίς σύνταξη πρακτικού, με ευθύνη της Γραμματείας των Επιτροπών.
Κατά τη διάρκεια της εκκρεμότητας ενώπιον της Επιτροπής, οι αντίστοιχες δικαστικές διαδικασίες αναστέλλονται.
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών