Τελευταία Νέα
Οικονομία

ΔΝΤ: Εξαιρετικά μη βιώσιμο και με πλεονάσματα 3,5% το ελληνικό χρέος, στο 275%/ΑΕΠ το 2060 - Οι τράπεζες θέλουν 10 δισ

tags :
ΔΝΤ: Εξαιρετικά μη βιώσιμο και με πλεονάσματα 3,5% το ελληνικό χρέος, στο 275%/ΑΕΠ το 2060 - Οι τράπεζες θέλουν 10 δισ
Πλήρης επιβεβαίωση του bankingnews που σε πλήθος ρεπορτάζ έχει αναλύσει γιατί η έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους του ΔΝΤ θα είναι αρνητική
Εξαιρετικά μη βιώσιμο είναι το ελληνικό χρέος, εκτιμά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην ανάλυση βιωσιμότητας που θα παρουσιάσει στο εκτελεστικό του συμβούλιο στις 6 Φεβρουαρίου του 2017 επιβεβαιώνοντας πλήθος δημοσιευμάτων του bankingnews.gr
Ταυτόχρονα το ΔΝΤ προειδοποιεί ότι η σχέση χρέους προς ΑΕΠ θα εκτιναχθεί στο 275% ενώ προειδοποιεί ότι οι ελληνικές τράπεζες θα χρειαστούν ακόμη 10 δισεκ. νέα κεφάλαια ώστε να αντιμετωπίσουν μη εξυπηρετούμενα δάνεια και αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις. 
Η έκθεση βιωσιμότητας DSA για το ελληνικό χρέος είναι αρνητική καθιστώντας πολύ δύσκολη την απόφαση της ΕΚΤ να καταλήξει σε θετική έκθεση βιωσιμότητας.
Προφανώς ακόμη ένα μεγάλο εμπόδιο προκύπτει για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων σε πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο αναφέρει το ΔΝΤ και όπως επικαλείται η Καθημερινή, το CNN κ.α. διεθνή μέσα το Ταμείο συνυπολογίζει τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που αποφάσισε τo Eurogroup του Δεκεμβρίου 2016, αλλά δεν επαρκούν για να καταστήσουν βιώσιμο το χρέος.
Η ανάλυση του ΔΝΤ βασίζεται σε χαμηλότερες εκτιμήσεις για την ανάπτυξη στην Ελλάδα, που υπολογίζει ότι θα είναι κατά 0,5% του ΑΕΠ χαμηλότερα από τις εκτιμήσεις των Ευρωπαϊκών θεσμών, και το πρωτογενές πλεόνασμα, που προβλέπει στο 1,5% του ΑΕΠ για το 2018 και μετά.
Στην έκθεση DSA τονίζεται ότι η ΕΕ επιμένει στα μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα ενώ το ΔΝΤ υποστηρίζει την μεγάλη αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδος.
«Οι αισιόδοξες προβλέψεις για την ανάπτυξη και τα πρωτογενή πλεονάσματα προτείνονται (από τους Ευρωπαίους) αντί της περαιτέρω ελάφρυνσης του χρέους».
Από την πλευρά του, το ΔΝΤ επιμένη στην μεγαλύτερη ελάφρυνση του χρέους, με επέκταση της περιόδου χάριτος και αναβολές καταβολής τόκων έως το 2040, επέκταση των ωριμάνσεων των ευρωπαϊκών δανείων έως το 2070 και τη μείωση των επιτοκίων των δανείων του EFSF και του ESM σε επίπεδα χαμηλότερα του 1,5% για μία περίοδο 30 ετών.
Με αυτή την λύση οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες θα παραμείνουν μεταξύ 15%-20% του ΑΕΠ που χαρακτηρίζεται βιώσιμο.
Ακόμη και με αυτά τα μέτρα, ωστόσο, το ΔΝΤ εκτιμά ότι η δυναμική του χρέους θα παραμείνει εξαιρετικά ευαίσθηση σε σοκ.
Μάλιστα, στην ανάλυσή του προβλέπει και ένα απαισιόδοξο σενάριο, στο οποίο το πρωτογενές πλεόνασμα θα περιορισθεί στο 1% του ΑΕΠ και προειδοποιεί ότι τότε η βιωσιμότητα του χρέους θα είναι και πάλι στον αέρα.
Σε μία τέτοια περίπτωση, τα επιτόκια των δανείων του EFSF και του ESM θα πρέπει να μειωθούν σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα, στο 0,25%, για 30 χρόνια.
Όπως σημειώνει, οι δημόσιες δαπάνες για τη χρηματοδότηση του χρέους θα γίνουν «εκρηκτικές» μακροπρόθεσμα καθώς «η Ελλάδα δεν θα είναι σε θέση να αντικαταστήσει τη ιδιαίτερα χαμηλή χρηματοδότηση που λαμβάνει από τον επίσημο τομέα, με χρηματοδότηση από την αγορά» σε τιμές που να διατηρούν το χρέος βιώσιμο.
Γι’ αυτό και θέλει να διασφαλίσει ότι το χρέος θα βρίσκεται σε μια σταθερή καθοδική πορεία.
«Λύσεις που παρέχουν μόνο προσωρινή ανακούφιση, αλλά δεν οδηγούν σε μια πτωτική πορεία του χρέους στο χρονικό ορίζοντα έως το 2060, δεν είναι συνεπείς με τη βιωσιμότητα», τονίζει στην ανάλυσή του.
Μάλιστα, το ΔΝΤ ζητά τα μέτρα να ληφθούν με το τέλος του προγράμματος το 2018, κάτι που συνδέει και με τη δυνατότητα της χώρας να επιστρέψει στις αγορές.
Στο βασικό σενάριο του ΔΝΤ το ελληνικό χρέος αναμένεται να φτάσει στο 170% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 και στο 164% του ΑΕΠ μέχρι το 2022, και στη συνέχεια θα αυξηθεί κοντά το 275% του ΑΕΠ μέχρι το 2060.
Αντίστοιχα, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος θα ανέλθουν στο 15% του ΑΕΠ το 2024 και στο 20% του ΑΕΠ μέχρι το 2031, φθάνοντας το 33% από το 2040 και το 62% του ΑΕΠ μέχρι το 2060.

Τα δύο σενάρια αισιόδοξο και απαισιόδοξο 

Τα 2 σενάρια σοκ που που αναλύει το ΔΝΤ αφορούν:
Αισιόδοξο σενάριο: Το σενάριο αυτό εκτιμά πως θα υπάρξουν διαρθρωτικές και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύσουν την αύξηση της παραγωγικότητας και να διασφαλίσουν ότι ο τραπεζικός τομέας μπορεί να στηρίξει την οικονομία μακροπρόθεσμα.

Απαισιόδοξο σενάριο: Εάν οι πολιτικές είναι ασθενέστερες από εκείνες που αναμένονται με αποτέλεσμα να υπάρξει χαμηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα (στο 1% του ΑΕΠ), η βιωσιμότητα του χρέους δεν θα είναι πλέον εξασφαλισμένη.

Το ΔΝΤ επιμένει πως για να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους τα επιτόκια των δανείων στα δάνεια του EFSF - ESM θα πρέπει να μειωθούν στο 0,25% για 30 χρόνια.
Το ΔΝΤ στην ανάλυση βιωσιμότητας έχει αναθεωρήσει προς τα κάτω τις προβλέψεις για την ανάπτυξη της Ελλάδος (2,7% το 2017, 2,6% το 2018, 2,4% το 2019 και 2% το 2020) και εκτιμά πως μεσοπρόθεσμα θα διαμορφωθεί στο 1%.
Για τον δανεισμό της Ελλάδος από τις αγορές μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος το ΔΝΤ θεωρεί πως αυτός θα γίνει με επιτόκιο 6% και στην καλύτερη των περιπτώσεων αυτό θα μειωθεί στο 4,5%.

Το ΔΝΤ θεωρεί ότι οι ελληνικές τράπεζες ίσως χρειαστούν 10 δισεκ. νέα κεφάλαια

Το ΔΝΤ καταλήγει στην εκτίμηση ότι ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος ίσως χρειαστεί 10 δισεκ.  ευρώ  για να καλύψει νέες ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης.
Παρά τις διαδοχικές ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών οι ισολογισμοί των ελληνικών τραπεζών είναι ευάλωτοι, με υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ τα μισά από τα κεφάλαια των τραπεζών αποτελούνται από αναβαλλόμενες φορολογικών απαιτήσεις που αντιπροσωπεύουν ενδεχόμενες υποχρεώσεις του κράτους.
Το ΔΝΤ αναφέρει πως παρά τις δεσμεύσεις της Ελλάδας να δημιουργήσει ένα Υπερταμείο Ιδιωτικοποιήσεων 50 δισ. ευρώ, το Ταμείο δεν έχει αναθεωρήσει τις προβλέψεις του για τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις, εκτιμώντας πως θα ανέλθουν σε 3 δισ. ευρώ μέχρι το 2018 και σε 5 δισ. ευρώ στην συνέχεια.
Το ΔΝΤ σημειώνει πως το ελληνικό δημόσιο δεν είναι σε θέση να ανακτήσει την επένδυσή του στις τράπεζες, καθώς μετά την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση η δημόσια συμμετοχή στον τραπεζικό τομέα μειώθηκε από 60% σε περίπου 20%.
Το ΔΝΤ δεν αναμένει ουσιαστικά έσοδα από την πώληση πακέτων μετοχών των τραπεζών.

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης