Από το τρίτο μνημόνιο απουσιάζουν μέτρα προσηλωμένα στην ανάπτυξη
Έχουμε μια μεγάλη ροπή προς τον προστατευτισμό και τη συντήρηση παγιωμένων καταστάσεων και δομών (των “κεκτημένων”). Φοβούμαστε την αξιοκρατία και την επιχειρηματικότητα, την διαφοροποίηση των αμοιβών ανάλογα με την παραγωγικότητα, καθώς και την ιδιωτική πρωτοβουλία σε τομείς όπως η εκπαίδευση.”
Με αυτόν τον τρόπο εξηγεί ο Μιχάλης Χαλιάσος, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Goethe της Φρανκφούρτης, τις παθογένειες της ελληνικής ασθένειας που στέκονται εμπόδιο δρόμο προς την ανάπτυξη και νομοτελειακά οδήγησαν σε ένα τρίτο μνημόνιο.
Ο Έλληνας ακαδημαϊκός που κατέχει την έδρα των Μακροοικονομικών και Χρηματοοικονομικής στο έγκριτο πανεπιστήμιο υποστηρίζει πως σε συνέντευξή του στο bankingnews.gr, πως “τα ελληνικά πολιτικά κόμματα έχουν μεγαλύτερες ευθύνες από τους διεθνείς τεχνοκράτες που αγωνίζονταν να καταλάβουν τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας”, αποδίδει ευθύνες ωστόσο και στις δύο πλευρές.
Όπως επισημαίνει, “οι έλληνες πολιτικοί, στην συντριπτική τους πλειψηφία, ήταν συνηθισμένοι να εκλέγονται και να διοικούν με προνομιακή μεταχείριση των υποστηρικτών τους ή όσων μπορούσαν να τους κάνουν μεγαλύτερο κακό”. Και συμπληρώνει:
“Η Τρόικα απέτυχε να συνειδητοποιήσει έγκαιρα την ανάγκη συνδυασμού περικοπών με μεταρρυθμίσεις που θα βελτίωναν το επενδυτικό κλίμα, τον εξαγωγικό προσανατολισμό, την ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας και την διασύνδεση της έρευνας και καινοτομίας με την παραγωγή”.
Ο κ. Χαλιάσος εκτιμά επίσης πως η άρση των κεφαλαιακών περιορισμών που έχουν οδηγήσει σε ασφυξία την αγορά εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα πεισθούν οι Έλληνες ότι δεν χρειάζεται να σηκώσουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες, διότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξόδου από το ευρώ και υποτίμησης, καθώς και κουρέματος καταθέσεων.
Όσο για τα μελανά σημεία της συμφωνίας των Βρυξελλών σχολιάζει:
“Θα περίμενα τώρα μια δέσμη μέτρων που θα ήταν απολύτως προσηλωμένα στην ανάπτυξη εξαγωγικά προσανατολισμένης παραγωγικής βάσης, αλλά δεν την βλέπω”.
Αναφορικά, τέλος, με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους σημειώνει πως αυτή “εξαρτάται κυρίως όχι από τις ελαφρύνσεις που θα εξασφαλίσουμε αλλά από την δυνατότητά μας να παράγουμε εισοδήματα που μπορούν και να φορολογηθούν και να επιτρέψουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του Μιχάλη Χαλιάσου στο bankingnews.gr:
- Μετά από τρία μνημόνια και επώδυνα μέτρα, υπάρχει η ανάγκη να δούμε αποτελέσματα. Ποιες από τις μεταρρυθμίσεις που έχουν εφαρμοστεί μέχρι σήμερα θεωρείτε ότι ήταν επιτυχημένες και θα προσφέρουν μακροπρόθεσμο όφελος στην Ελλάδα;
Δυστυχώς, οι μέχρι τώρα προσπάθειες προσαρμογής επικεντρώθηκαν κυρίως σε φοροεισπρακτικά μέτρα και άμετρες μειώσεις μισθών αντί για μεταρρυθμίσεις που τονίζουν την παραγωγικότητα.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν κάποιες θετικές εξελίξεις.
Μειώθηκε η σπατάλη του Δημοσίου, περιλαμβανομένου του τομέα της Υγείας.
Βελτιώθηκε το σύστημα συλλογής φόρων και μειώθηκαν οι απευθείας επαφές εφόρων με φορολογουμένους, οι οποίες εγκυμονούν κινδύνους αθέμιτων συναλλαγών.
Βελτιώθηκε σημαντικά η διαδικασία ίδρυσης νέων επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα να μεταπηδήσουμε από την 147η στην 36η θέση στην σχετική κατάταξη της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Αυξήθηκε η κατοχή (αν και όχι ακόμη η χρήση) ηλεκτρονικών μέσων συναλλαγής (ηλεκτρονικών λογαριασμών, χρεωστικών καρτών), πράγμα που αυξάνει την αποτελεσματικότητα της οικονομίας αλλά και μειώνει την φοροδιαφυγή.
Έγιναν σοβαρά βήματα για την καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής και την εξυγίανση του ασφαλιστικού συστήματος.
Τέλος, ευαισθητοποιήθηκε ο κόσμος στην καταπολέμηση του ρουσφετιού και του πελατειακού κράτους, πράγμα που θα δυσκολέψει κακοπροαίρετους πολιτικούς στο μέλλον.
Συγκαταλέγω και αυτό το τελευταίο στις “μεταρρυθμίσεις”, αν και δεν ήταν μέρος κάποιου σχεδίου προσαρμογής αλλά μια αλλαγή κλίματος που προέκυψε ως φυσική συνέπεια των εξελίξεων.
- Τι πιστεύετε ότι απουσιάζει από τον διάλογο για την οικονομική πολιτική στην Ευρώπη και την Ελλάδα;
Πιστεύω ότι ο διάλογος έχει επικεντρωθεί στο δημόσιο χρέος και την προώθηση της ανταγωνιστικότητας μέσω της μείωσης του βιωτικού επιπέδου μισθωτών και συνταξιούχων, χωρίς να υπολογίζει την ανεργία, την μείωση της εμπιστοσύνης καταναλωτών και επενδυτών, και την αφαίμαξη των προβληματικών χωρών από το ικανότερο ανθρώπινο δυναμικό και το εξυπνότερο επενδυτικό κεφάλαιο που διαθέτουν ή διέθεταν.
- Έχουμε δύο δεδομένα:
Υπήρξαν λάθη εκ μέρους της τρόικας και αναμφίβολα τα μνημόνια επέβαλαν δυσβάστακτους όρους που έπρεπε να εκπληρωθούν σε πολύ μικρό διάστημα κάτι που ήταν σχεδόν αδύνατο.
Από την άλλη, η Ελλάδα σημείωσε εξαιρετικά σημαντικές καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
Έτσι, είχαμε δύο αναποτελεσματικά μνημόνια που οδήγησαν νομοτελειακά σε ένα τρίτο μνημόνιο.
Σε τι βαθμό οφείλονται οι ολέθριες συνέπειες στις παθογένειες των εκάστοτε κυβερνήσεων και σε τι βαθμό στις αστοχίες της τρόικας;
Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα έχουν μεγαλύτερες ευθύνες από τους διεθνείς τεχνοκράτες που αγωνίζονταν να καταλάβουν τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας, αλλά και οι δυο είναι υπεύθυνοι.
Οι έλληνες πολιτικοί, στην συντριπτική τους πλειψηφία, ήταν συνηθισμένοι να εκλέγονται και να διοικούν με προνομιακή μεταχείριση των υποστηρικτών τους ή όσων μπορούσαν να τους κάνουν μεγαλύτερο κακό (π.χ. ισχυρών συνδικάτων).
Όταν εφαρμόστηκε το πρώτο πρόγραμμα, είδαμε το απίθανο θέαμα να αντιπολιτεύονται πολυάριθμα μέλη του κυβερνώντος κόμματος την κυβέρνηση.
Είδαμε τα αντιπολιτευτικά κόμματα να καθυστερούν να συναινέσουν σε μεταρρυθμίσεις και διαπραγματεύσεις πριν έρθουν τα ίδια στην εξουσία.
Είδαμε έντονο λαϊκισμό και πολύ λίγο προγραμματισμό και διάλογο.
Τώρα που σχεδόν όλα τα κόμματα έχουν συνειδητοποιήσει τα προβλήματα, διατρέχουμε τον κίνδυνο να επιστρέψουμε σε μια αντιπολίτευση που θα αντιδρά αντί να προτείνει βελτιώσεις και να συναγωνίζεται με την κυβέρνηση στην κατάστρωση ενός ελπιδοφόρου προγράμματος ανασυγκρότησης και ανάπτυξης.
Η Τρόικα απέτυχε να συνειδητοποιήσει έγκαιρα την ανάγκη συνδυασμού περικοπών με μεταρρυθμίσεις που θα βελτίωναν το επενδυτικό κλίμα, τον εξαγωγικό προσανατολισμό, την ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας και την διασύνδεση της έρευνας και καινοτομίας με την παραγωγή.
Άφησε το νερό να κυλήσει όπου υπήρχε αυλάκι και συναντούσε λιγότερη αντίσταση, αντί να ανοίξει η ίδια νέους διαύλους.
- Πόσο γρήγορα είναι δυνατόν να γίνει άρση των capital controls;
Όσο γρήγορα πεισθούν οι Έλληνες ότι δεν χρειάζεται να σηκώσουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες, διότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξόδου από το ευρώ και υποτίμησης, καθώς και κουρέματος καταθέσεων.
Αυτό δεν είναι μόνο θέμα αντικειμενικών συνθηκών αλλά και των αντιλήψεων και προσδοκιών που επικρατούν σε ένα λαό που δεν εμπιστεύεται ούτε τους πολιτικούς του ούτε και τους δανειστές.
- Ποια είναι κατά την άποψή σας τα στοιχεία της ελληνικής "ασθένειας" που δεν έχει καταφέρει να αποβάλει και συνεχίζουν να είναι βαρίδια στον δρόμο προς την ανάπτυξη; Με λίγα λόγια, τι κάνουμε λάθος;
Έχουμε μια μεγάλη ροπή προς τον προστατευτισμό και τη συντήρηση παγιωμένων καταστάσεων και δομών (των “κεκτημένων”).
Φοβούμαστε την αξιοκρατία και την επιχειρηματικότητα, την διαφοροποίηση των αμοιβών ανάλογα με την παραγωγικότητα, καθώς και την ιδιωτική πρωτοβουλία σε τομείς όπως η εκπαίδευση.
Αντί να τους δώσουμε χώρο να αναπτυχθούν με την κατάλληλη ρύθμιση από ανεξάρτητες αρχές και φορολόγηση από το κράτος, τις απορρίπτουμε και προκρίνουμε τις οριζόντιες ρυθμίσεις, καθώς και τη συλλογική μετριότητα και αναποτελεσματικότητα.
Έτσι, γεμίσαμε με ακίνητα βαγόνια και χάσαμε τις ατμομηχανές της προόδου και της ελπίδας για ευημερία στο μέλλον.
- Το τρίτο μνημόνιο προσπαθεί πιστεύετε να διορθώσεις τις παθογένειες; Βλέπετε μελανά σημεία στη συμφωνία των Βρυξελλών;
Το τρίτο μνημόνιο περιέχει περισσότερες μεταρρυθμίσεις.
Δυστυχώς όμως περιλαμβάνει τεράστιες εισπράξεις φόρων και μειώσεις συντάξεων, που δεν είναι διατηρήσιμες.
Προσπαθεί να επιλύσει το πρόβλημα των κόκκινων δανείων χωρίς να αντιμετωπίζει τον ειδικό ρόλο που παίζει η κατοικία σε ένα κράτος που δεν εγγυάται ούτε συντάξεις ούτε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στους πολίτες του.
Θα περίμενα τώρα μια δέσμη μέτρων που θα ήταν απολύτως προσηλωμένα στην ανάπτυξη εξαγωγικά προσανατολισμένης παραγωγικής βάσης, αλλά δεν την βλέπω.
- Είναι το ελληνικό χρέος βιώσιμο; Υπάρχει τρόπος ελάφρυνσης από τα βάρη που δεν όμως δεν συνεπάγονται χρεοκοπία;
Μια επιμήκυνση του χρέους και μια σύνδεση των ποσών εξυπηρέτησης του χρέους με την πορεία της οικονομίας μειώνουν την πιθανότητα χρεωκοπίας.
Η βιωσιμότητα, όμως, εξαρτάται κυρίως όχι από τις ελαφρύνσεις που θα εξασφαλίσουμε αλλά από την δυνατότητά μας να παράγουμε εισοδήματα που μπορούν και να φορολογηθούν και να επιτρέψουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.
Η δημιουργία αυτής της δυνατότητας πρέπει να είναι ο κύριος σκοπός κάθε προγράμματος προσαρμογής.
Αθηνά Δημητρακοπούλου
www.bankngnews.gr
Με αυτόν τον τρόπο εξηγεί ο Μιχάλης Χαλιάσος, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Goethe της Φρανκφούρτης, τις παθογένειες της ελληνικής ασθένειας που στέκονται εμπόδιο δρόμο προς την ανάπτυξη και νομοτελειακά οδήγησαν σε ένα τρίτο μνημόνιο.
Ο Έλληνας ακαδημαϊκός που κατέχει την έδρα των Μακροοικονομικών και Χρηματοοικονομικής στο έγκριτο πανεπιστήμιο υποστηρίζει πως σε συνέντευξή του στο bankingnews.gr, πως “τα ελληνικά πολιτικά κόμματα έχουν μεγαλύτερες ευθύνες από τους διεθνείς τεχνοκράτες που αγωνίζονταν να καταλάβουν τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας”, αποδίδει ευθύνες ωστόσο και στις δύο πλευρές.
Όπως επισημαίνει, “οι έλληνες πολιτικοί, στην συντριπτική τους πλειψηφία, ήταν συνηθισμένοι να εκλέγονται και να διοικούν με προνομιακή μεταχείριση των υποστηρικτών τους ή όσων μπορούσαν να τους κάνουν μεγαλύτερο κακό”. Και συμπληρώνει:
“Η Τρόικα απέτυχε να συνειδητοποιήσει έγκαιρα την ανάγκη συνδυασμού περικοπών με μεταρρυθμίσεις που θα βελτίωναν το επενδυτικό κλίμα, τον εξαγωγικό προσανατολισμό, την ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας και την διασύνδεση της έρευνας και καινοτομίας με την παραγωγή”.
Ο κ. Χαλιάσος εκτιμά επίσης πως η άρση των κεφαλαιακών περιορισμών που έχουν οδηγήσει σε ασφυξία την αγορά εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα πεισθούν οι Έλληνες ότι δεν χρειάζεται να σηκώσουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες, διότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξόδου από το ευρώ και υποτίμησης, καθώς και κουρέματος καταθέσεων.
Όσο για τα μελανά σημεία της συμφωνίας των Βρυξελλών σχολιάζει:
“Θα περίμενα τώρα μια δέσμη μέτρων που θα ήταν απολύτως προσηλωμένα στην ανάπτυξη εξαγωγικά προσανατολισμένης παραγωγικής βάσης, αλλά δεν την βλέπω”.
Αναφορικά, τέλος, με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους σημειώνει πως αυτή “εξαρτάται κυρίως όχι από τις ελαφρύνσεις που θα εξασφαλίσουμε αλλά από την δυνατότητά μας να παράγουμε εισοδήματα που μπορούν και να φορολογηθούν και να επιτρέψουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του Μιχάλη Χαλιάσου στο bankingnews.gr:
- Μετά από τρία μνημόνια και επώδυνα μέτρα, υπάρχει η ανάγκη να δούμε αποτελέσματα. Ποιες από τις μεταρρυθμίσεις που έχουν εφαρμοστεί μέχρι σήμερα θεωρείτε ότι ήταν επιτυχημένες και θα προσφέρουν μακροπρόθεσμο όφελος στην Ελλάδα;
Δυστυχώς, οι μέχρι τώρα προσπάθειες προσαρμογής επικεντρώθηκαν κυρίως σε φοροεισπρακτικά μέτρα και άμετρες μειώσεις μισθών αντί για μεταρρυθμίσεις που τονίζουν την παραγωγικότητα.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν κάποιες θετικές εξελίξεις.
Μειώθηκε η σπατάλη του Δημοσίου, περιλαμβανομένου του τομέα της Υγείας.
Βελτιώθηκε το σύστημα συλλογής φόρων και μειώθηκαν οι απευθείας επαφές εφόρων με φορολογουμένους, οι οποίες εγκυμονούν κινδύνους αθέμιτων συναλλαγών.
Βελτιώθηκε σημαντικά η διαδικασία ίδρυσης νέων επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα να μεταπηδήσουμε από την 147η στην 36η θέση στην σχετική κατάταξη της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Αυξήθηκε η κατοχή (αν και όχι ακόμη η χρήση) ηλεκτρονικών μέσων συναλλαγής (ηλεκτρονικών λογαριασμών, χρεωστικών καρτών), πράγμα που αυξάνει την αποτελεσματικότητα της οικονομίας αλλά και μειώνει την φοροδιαφυγή.
Έγιναν σοβαρά βήματα για την καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής και την εξυγίανση του ασφαλιστικού συστήματος.
Τέλος, ευαισθητοποιήθηκε ο κόσμος στην καταπολέμηση του ρουσφετιού και του πελατειακού κράτους, πράγμα που θα δυσκολέψει κακοπροαίρετους πολιτικούς στο μέλλον.
Συγκαταλέγω και αυτό το τελευταίο στις “μεταρρυθμίσεις”, αν και δεν ήταν μέρος κάποιου σχεδίου προσαρμογής αλλά μια αλλαγή κλίματος που προέκυψε ως φυσική συνέπεια των εξελίξεων.
- Τι πιστεύετε ότι απουσιάζει από τον διάλογο για την οικονομική πολιτική στην Ευρώπη και την Ελλάδα;
Πιστεύω ότι ο διάλογος έχει επικεντρωθεί στο δημόσιο χρέος και την προώθηση της ανταγωνιστικότητας μέσω της μείωσης του βιωτικού επιπέδου μισθωτών και συνταξιούχων, χωρίς να υπολογίζει την ανεργία, την μείωση της εμπιστοσύνης καταναλωτών και επενδυτών, και την αφαίμαξη των προβληματικών χωρών από το ικανότερο ανθρώπινο δυναμικό και το εξυπνότερο επενδυτικό κεφάλαιο που διαθέτουν ή διέθεταν.
- Έχουμε δύο δεδομένα:
Υπήρξαν λάθη εκ μέρους της τρόικας και αναμφίβολα τα μνημόνια επέβαλαν δυσβάστακτους όρους που έπρεπε να εκπληρωθούν σε πολύ μικρό διάστημα κάτι που ήταν σχεδόν αδύνατο.
Από την άλλη, η Ελλάδα σημείωσε εξαιρετικά σημαντικές καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
Έτσι, είχαμε δύο αναποτελεσματικά μνημόνια που οδήγησαν νομοτελειακά σε ένα τρίτο μνημόνιο.
Σε τι βαθμό οφείλονται οι ολέθριες συνέπειες στις παθογένειες των εκάστοτε κυβερνήσεων και σε τι βαθμό στις αστοχίες της τρόικας;
Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα έχουν μεγαλύτερες ευθύνες από τους διεθνείς τεχνοκράτες που αγωνίζονταν να καταλάβουν τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας, αλλά και οι δυο είναι υπεύθυνοι.
Οι έλληνες πολιτικοί, στην συντριπτική τους πλειψηφία, ήταν συνηθισμένοι να εκλέγονται και να διοικούν με προνομιακή μεταχείριση των υποστηρικτών τους ή όσων μπορούσαν να τους κάνουν μεγαλύτερο κακό (π.χ. ισχυρών συνδικάτων).
Όταν εφαρμόστηκε το πρώτο πρόγραμμα, είδαμε το απίθανο θέαμα να αντιπολιτεύονται πολυάριθμα μέλη του κυβερνώντος κόμματος την κυβέρνηση.
Είδαμε τα αντιπολιτευτικά κόμματα να καθυστερούν να συναινέσουν σε μεταρρυθμίσεις και διαπραγματεύσεις πριν έρθουν τα ίδια στην εξουσία.
Είδαμε έντονο λαϊκισμό και πολύ λίγο προγραμματισμό και διάλογο.
Τώρα που σχεδόν όλα τα κόμματα έχουν συνειδητοποιήσει τα προβλήματα, διατρέχουμε τον κίνδυνο να επιστρέψουμε σε μια αντιπολίτευση που θα αντιδρά αντί να προτείνει βελτιώσεις και να συναγωνίζεται με την κυβέρνηση στην κατάστρωση ενός ελπιδοφόρου προγράμματος ανασυγκρότησης και ανάπτυξης.
Η Τρόικα απέτυχε να συνειδητοποιήσει έγκαιρα την ανάγκη συνδυασμού περικοπών με μεταρρυθμίσεις που θα βελτίωναν το επενδυτικό κλίμα, τον εξαγωγικό προσανατολισμό, την ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας και την διασύνδεση της έρευνας και καινοτομίας με την παραγωγή.
Άφησε το νερό να κυλήσει όπου υπήρχε αυλάκι και συναντούσε λιγότερη αντίσταση, αντί να ανοίξει η ίδια νέους διαύλους.
- Πόσο γρήγορα είναι δυνατόν να γίνει άρση των capital controls;
Όσο γρήγορα πεισθούν οι Έλληνες ότι δεν χρειάζεται να σηκώσουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες, διότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξόδου από το ευρώ και υποτίμησης, καθώς και κουρέματος καταθέσεων.
Αυτό δεν είναι μόνο θέμα αντικειμενικών συνθηκών αλλά και των αντιλήψεων και προσδοκιών που επικρατούν σε ένα λαό που δεν εμπιστεύεται ούτε τους πολιτικούς του ούτε και τους δανειστές.
- Ποια είναι κατά την άποψή σας τα στοιχεία της ελληνικής "ασθένειας" που δεν έχει καταφέρει να αποβάλει και συνεχίζουν να είναι βαρίδια στον δρόμο προς την ανάπτυξη; Με λίγα λόγια, τι κάνουμε λάθος;
Έχουμε μια μεγάλη ροπή προς τον προστατευτισμό και τη συντήρηση παγιωμένων καταστάσεων και δομών (των “κεκτημένων”).
Φοβούμαστε την αξιοκρατία και την επιχειρηματικότητα, την διαφοροποίηση των αμοιβών ανάλογα με την παραγωγικότητα, καθώς και την ιδιωτική πρωτοβουλία σε τομείς όπως η εκπαίδευση.
Αντί να τους δώσουμε χώρο να αναπτυχθούν με την κατάλληλη ρύθμιση από ανεξάρτητες αρχές και φορολόγηση από το κράτος, τις απορρίπτουμε και προκρίνουμε τις οριζόντιες ρυθμίσεις, καθώς και τη συλλογική μετριότητα και αναποτελεσματικότητα.
Έτσι, γεμίσαμε με ακίνητα βαγόνια και χάσαμε τις ατμομηχανές της προόδου και της ελπίδας για ευημερία στο μέλλον.
- Το τρίτο μνημόνιο προσπαθεί πιστεύετε να διορθώσεις τις παθογένειες; Βλέπετε μελανά σημεία στη συμφωνία των Βρυξελλών;
Το τρίτο μνημόνιο περιέχει περισσότερες μεταρρυθμίσεις.
Δυστυχώς όμως περιλαμβάνει τεράστιες εισπράξεις φόρων και μειώσεις συντάξεων, που δεν είναι διατηρήσιμες.
Προσπαθεί να επιλύσει το πρόβλημα των κόκκινων δανείων χωρίς να αντιμετωπίζει τον ειδικό ρόλο που παίζει η κατοικία σε ένα κράτος που δεν εγγυάται ούτε συντάξεις ούτε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στους πολίτες του.
Θα περίμενα τώρα μια δέσμη μέτρων που θα ήταν απολύτως προσηλωμένα στην ανάπτυξη εξαγωγικά προσανατολισμένης παραγωγικής βάσης, αλλά δεν την βλέπω.
- Είναι το ελληνικό χρέος βιώσιμο; Υπάρχει τρόπος ελάφρυνσης από τα βάρη που δεν όμως δεν συνεπάγονται χρεοκοπία;
Μια επιμήκυνση του χρέους και μια σύνδεση των ποσών εξυπηρέτησης του χρέους με την πορεία της οικονομίας μειώνουν την πιθανότητα χρεωκοπίας.
Η βιωσιμότητα, όμως, εξαρτάται κυρίως όχι από τις ελαφρύνσεις που θα εξασφαλίσουμε αλλά από την δυνατότητά μας να παράγουμε εισοδήματα που μπορούν και να φορολογηθούν και να επιτρέψουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.
Η δημιουργία αυτής της δυνατότητας πρέπει να είναι ο κύριος σκοπός κάθε προγράμματος προσαρμογής.
Αθηνά Δημητρακοπούλου
www.bankngnews.gr
Σχόλια αναγνωστών