Η μεγαλύτερη πτώση καταγράφηκε σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, αλλά και στα μεγαλύτερα εμβαδού ακίνητα στις ακριβρότερες περιοχές της χώρας
Πτώση 37,6% έχει καταγραφεί από την αρχή της κρίσης, το 2009, στις τιμές των διαμερισμάτων, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ενώ με βάση στοιχεία των κτηματομεσιτικών γραφείων η υποχώρηση είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Τα μεγαλύτερα ποσοστά πτώσης αφορούν την περιοχή της Αθήνας (-32,7%) και της Θεσσαλονίκης (-38%), καθώς και τα μεγαλύτερου εμβαδού ακίνητα στις πιο ακριβές περιοχές της χώρας.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, δεν έχουν εκλείψει ακόμη οι παράγοντες εκείνοι που αναστέλλουν τη μεσοπρόθεσμη ανάκαμψη της δραστηριότητας στην ελληνική αγορά ακινήτων, αναβάλλουν τις άμεσες επενδύσεις σε ακίνητα και κρατούν τη ζήτηση σε ιδιαιτέρως χαμηλά επίπεδα.
Μεταξύ των ζητημάτων που αναστέλλουν τις αποφάσεις ανάληψης επενδυτικών πρωτοβουλίων είναι η οριστικοποίηση του ενιαίου φόρου ακινήτων, η μείωση του φόρου μεταβίβασης, η προσαρμογή των αντικειμενικών αξιών στα πραγματικά επίπεδα της αγοράς, η απελευθέρωση των επαγγελματικών μισθώσεων, αλλά και η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα σε σχέση με τη λήψη επιπρόσθετων μη προσδιορισμένων μέτρων για την κάλυψη πιθανού δημοσιονομικού κενού, σε συνδυασμό με τις προσδοκίες των επενδυτών για περαιτέρω υποχώρηση των τιμών και τους περιορισμούς από την πλευρά της χρηματοδότησης.
Όσον αφορά το 2013, σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ, οι επενδύσεις σε κατοικίες συνέχισαν να υποχωρούν με ρυθμό εντονότερο από ό,τι τα προηγούμενα έτη. Μάλιστα, τα 2/3 της κατάρρευσης των επενδύσεων την τελευταία πενταετία αφορούν την αγορά κατοικίας. Σημειώνεται δε ότι η υποχώρηση των επενδύσεων σε κατοικίες συνέβαλε κατά περίπου 30% στη μείωση του ΑΕΠ από την έναρξη της κρίσης.
Για το 2014 δεν αναμένεται ανάκαμψη των επενδύσεων σε κατοικίες, όπως φαίνεται και από τα στοιχεία για τον αριθμό των οικοδομικών αδειών που έχουν εκδοθεί μέχρι τον Αύγουστο του 2013.
Η αγορά ακινήτων, αναφέρεται στην έκθεση, εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από υπερβάλλουσα προσφορά και σημαντική υποχώρηση της ζήτησης, η οποία μπορεί να αποδοθεί κυρίως στη δραματική αύξηση της ανεργίας και τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, την αύξηση της φορολογίας των ακινήτων και την αστάθεια του φορολογικού πλαισίου, καθώς και στην έλλειψη ρευστότητας, με δεδομένους τους αυστηρότερους όρους τραπεζικής χρηματοδότησης.
Από την άλλη πλευρά, η ΤτΕ επισημαίνει ότι καταγράφονται θετικές προσδοκίες για τον τομέα των τουριστικών ακινήτων και της παραθεριστικής κατοικίας. Ορισμένες ενδείξεις κινητοποίησης ξένων επενδυτικών κεφαλαίων προκύπτουν από τη συμμετοχή τους στο μετοχικό κεφάλαιο ελληνικών Ανώνυμων Εταιριών Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας (ΑΕΕΑΠ). Σε αυτό συνέβαλε και το νέο θεσμικό πλαίσιο (Ν. 4141/2013), το οποίο εισήγαγε σημαντικές βελτιώσεις και έδωσε πρόσθετα κίνητρα.
Όσον αφορά τα επαγγελματικά ακίνητα, όπως αναφέρει η ΤτΕ, τόσο οι μισθωτικές όσο και οι αγοραίες αξίες μειώθηκαν περαιτέρω κατά το εννεάμηνο του 2013 (μέση ετήσια μεταβολή -18,6% και -18,2% αντίστοιχα), ενώ σημάδια σταθεροποίησης σημειώνονται στην αγορά των καταστημάτων, η οποία έχει υποστεί και τις μεγαλύτερες πιέσεις από την αρχή της τρέχουσας κρίσης.
Σχετικά με την αξιοποίηση των ακινήτων του Δημοσίου, ο ρυθμός υλοποίησης του προγράμματος παραμένει χαμηλός και τα ταμειακά έσοδα πενιχρά.
www.bankingnews.gr
Τα μεγαλύτερα ποσοστά πτώσης αφορούν την περιοχή της Αθήνας (-32,7%) και της Θεσσαλονίκης (-38%), καθώς και τα μεγαλύτερου εμβαδού ακίνητα στις πιο ακριβές περιοχές της χώρας.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, δεν έχουν εκλείψει ακόμη οι παράγοντες εκείνοι που αναστέλλουν τη μεσοπρόθεσμη ανάκαμψη της δραστηριότητας στην ελληνική αγορά ακινήτων, αναβάλλουν τις άμεσες επενδύσεις σε ακίνητα και κρατούν τη ζήτηση σε ιδιαιτέρως χαμηλά επίπεδα.
Μεταξύ των ζητημάτων που αναστέλλουν τις αποφάσεις ανάληψης επενδυτικών πρωτοβουλίων είναι η οριστικοποίηση του ενιαίου φόρου ακινήτων, η μείωση του φόρου μεταβίβασης, η προσαρμογή των αντικειμενικών αξιών στα πραγματικά επίπεδα της αγοράς, η απελευθέρωση των επαγγελματικών μισθώσεων, αλλά και η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα σε σχέση με τη λήψη επιπρόσθετων μη προσδιορισμένων μέτρων για την κάλυψη πιθανού δημοσιονομικού κενού, σε συνδυασμό με τις προσδοκίες των επενδυτών για περαιτέρω υποχώρηση των τιμών και τους περιορισμούς από την πλευρά της χρηματοδότησης.
Όσον αφορά το 2013, σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ, οι επενδύσεις σε κατοικίες συνέχισαν να υποχωρούν με ρυθμό εντονότερο από ό,τι τα προηγούμενα έτη. Μάλιστα, τα 2/3 της κατάρρευσης των επενδύσεων την τελευταία πενταετία αφορούν την αγορά κατοικίας. Σημειώνεται δε ότι η υποχώρηση των επενδύσεων σε κατοικίες συνέβαλε κατά περίπου 30% στη μείωση του ΑΕΠ από την έναρξη της κρίσης.
Για το 2014 δεν αναμένεται ανάκαμψη των επενδύσεων σε κατοικίες, όπως φαίνεται και από τα στοιχεία για τον αριθμό των οικοδομικών αδειών που έχουν εκδοθεί μέχρι τον Αύγουστο του 2013.
Η αγορά ακινήτων, αναφέρεται στην έκθεση, εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από υπερβάλλουσα προσφορά και σημαντική υποχώρηση της ζήτησης, η οποία μπορεί να αποδοθεί κυρίως στη δραματική αύξηση της ανεργίας και τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, την αύξηση της φορολογίας των ακινήτων και την αστάθεια του φορολογικού πλαισίου, καθώς και στην έλλειψη ρευστότητας, με δεδομένους τους αυστηρότερους όρους τραπεζικής χρηματοδότησης.
Από την άλλη πλευρά, η ΤτΕ επισημαίνει ότι καταγράφονται θετικές προσδοκίες για τον τομέα των τουριστικών ακινήτων και της παραθεριστικής κατοικίας. Ορισμένες ενδείξεις κινητοποίησης ξένων επενδυτικών κεφαλαίων προκύπτουν από τη συμμετοχή τους στο μετοχικό κεφάλαιο ελληνικών Ανώνυμων Εταιριών Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας (ΑΕΕΑΠ). Σε αυτό συνέβαλε και το νέο θεσμικό πλαίσιο (Ν. 4141/2013), το οποίο εισήγαγε σημαντικές βελτιώσεις και έδωσε πρόσθετα κίνητρα.
Όσον αφορά τα επαγγελματικά ακίνητα, όπως αναφέρει η ΤτΕ, τόσο οι μισθωτικές όσο και οι αγοραίες αξίες μειώθηκαν περαιτέρω κατά το εννεάμηνο του 2013 (μέση ετήσια μεταβολή -18,6% και -18,2% αντίστοιχα), ενώ σημάδια σταθεροποίησης σημειώνονται στην αγορά των καταστημάτων, η οποία έχει υποστεί και τις μεγαλύτερες πιέσεις από την αρχή της τρέχουσας κρίσης.
Σχετικά με την αξιοποίηση των ακινήτων του Δημοσίου, ο ρυθμός υλοποίησης του προγράμματος παραμένει χαμηλός και τα ταμειακά έσοδα πενιχρά.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών