Παρά τη στρατιωτική κινητοποίηση, η κυβέρνηση Trump αποφάσισε να μην προχωρήσει σε μια άμεση επίθεση ή επέμβαση, εστιάζοντας κυρίως στην οικονομική πίεση μέσω κυρώσεων και άλλων μορφών διπλωματικής πίεσης
(upd) Ξαφνικά οι ΗΠΑ ρίχνουν τους τόνους για την ανάληψη στρατιωτικής δράσης κατά της Βενεζουέλας ενώ επισήμως η αμερικανική διοίκηση διαψεύδει πως έχει τέτοια σχέδια.
Η επίσημη ανακοίνωση από την κυβέρνηση Trump ότι δεν προγραμματίζεται στρατιωτική επέμβαση στη Βενεζουέλα δημιουργεί ερωτήματα για το μέλλον των αμερικανικών στρατηγικών στη Λατινική Αμερική.
Η διοίκηση Trump ενημέρωσε το Κογκρέσο ότι δεν υπάρχουν σχέδια για στρατιωτική επέμβαση στη Βενεζουέλα και πως η Ουάσιγκτον δεν έχει νομική βάση για να επιτεθεί σε στρατηγικούς στόχους εντός της χώρας.
Η τοποθέτηση αυτή ήρθε μετά από μήνες ενδείξεων και φημών για την αυξανόμενη αμερικανική στρατιωτική παρουσία κοντά στα παράλια της Βενεζουέλας και τις απειλές που εκτόξευσαν κορυφαίοι Αμερικανοί αξιωματούχοι για την πιθανότητα στρατιωτικής δράσης.
Η δήλωση αυτή, που καταγράφηκε από το CNN, φαίνεται να μειώνει τις πιθανότητες για μια άμεση κλιμάκωση της σύγκρουσης, εντούτοις παραμένουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με την πραγματική στρατηγική των ΗΠΑ στην περιοχή.
Η ανακοίνωση αυτή δεν είναι απλώς μία δήλωση αμφισβήτησης των στρατιωτικών προθέσεων της αμερικανικής κυβέρνησης, αλλά μάλλον αποτέλεσε και μια προσπάθεια εκτόνωσης της διεθνούς πίεσης που είχε αρχίσει να οικοδομείται γύρω από τις πιθανές στρατιωτικές επιθέσεις κατά της Βενεζουέλας.
Οι απειλές για στρατιωτική δράση είχαν γίνει όλο και πιο δυνατές, και το γεγονός ότι η Ουάσιγκτον αρνήθηκε να επιβεβαιώσει τα σχέδια για στρατιωτική εμπλοκή φαίνεται να αποσκοπούσε στο να μειώσει τις ανησυχίες και να στείλει ένα μήνυμα ηρεμίας στους διεθνείς εταίρους και την κοινή γνώμη.

Η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στην Καραϊβική
Η ενίσχυση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Καραϊβική αποτέλεσε την κύρια ένδειξη ότι η κυβέρνηση Trump ήθελε να στείλει ισχυρά μηνύματα στη Βενεζουέλα και στη διεθνή κοινότητα.
Στις αρχές Νοεμβρίου, εφημερίδες όπως η The Washington Post ανέφεραν ότι οι ΗΠΑ έχουν αυξήσει την παρουσία τους στην περιοχή, με τον στόλο να ενισχύεται με περισσότερα πολεμικά πλοία και υποβρύχια, ενώ η αποστολή στρατευμάτων αριθμούσε χιλιάδες άνδρες.
Αυτή η κίνηση είχε ως σκοπό να δείξει τη στρατηγική ικανότητα των ΗΠΑ να επιβληθούν σε μια περιοχή που θεωρείται ζωτικής σημασίας για τα συμφέροντα της Ουάσιγκτον, και να ενισχύσουν την πίεση στον πρόεδρο της Βενεζουέλας Nicolas Maduro.
Η κίνηση αυτή από την πλευρά των ΗΠΑ ερμηνεύτηκε ως στρατηγική κλιμάκωσης, η οποία ενδέχεται να προετοίμαζε το έδαφος για μια πιο επιθετική στρατηγική στην περιοχή.
Όμως, παρά τη στρατιωτική κινητοποίηση, η κυβέρνηση Trump αποφάσισε να μην προχωρήσει σε μια άμεση επίθεση ή επέμβαση, εστιάζοντας κυρίως στην οικονομική πίεση μέσω κυρώσεων και άλλων μορφών διπλωματικής πίεσης.
Σύμφωνα με τη Washington Post, παρά τις ιαχές των γερακιών κατά της Βενεζουέλας ο Trump έχει ζωηρές αμφιβολίες για την έναρξη μίας επιχείρησης με στόχο την απομάκρυνση του Maduro από την εξουσία, φοβούμενος πως θα έχει τα αντίθετα αποτελέσματα.
Αντίθετα ο Trump θα συνεχίσει να καταστέλλει τις επιχειρήσεις λαθρεμπορίου ναρκωτικών στην περιοχή, αναφέρει η εφημερίδα.

Ο ρόλος της Μόσχας στη Βενεζουέλα και η διεθνής αντίδραση
Η Ρωσία, όπως έγινε γνωστό, διαδραμάτισε έναν σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις στη Βενεζουέλα, προσφέροντας στρατιωτική και οικονομική βοήθεια στην κυβέρνηση Maduro.
Η υποστήριξη αυτή αναγνωρίστηκε ως μια προσπάθεια της Ρωσίας να ενισχύσει τη στρατηγική της παρουσία στην περιοχή της Λατινικής Αμερικής και να στείλει ένα μήνυμα στον κόσμο σχετικά με την αντιπαλότητά της με τις ΗΠΑ.
Ο Maduro από την πλευρά του, δεν παρέλειψε να εκφράσει τις ανησυχίες του για τις κινήσεις των ΗΠΑ στην περιοχή, κατηγορώντας την Ουάσινγκτον για τον επιθετικό της σχεδιασμό με σκοπό να εκμεταλλευτεί τους φυσικούς πόρους της Βενεζουέλας.

Σε ομιλία του, ο Maduro δήλωσε ότι οι ΗΠΑ προσπαθούν να προκαλέσουν μια ένοπλη σύγκρουση στην περιοχή για να εκμεταλλευτούν τα πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου και άλλα πολύτιμα ορυκτά που βρίσκονται στο έδαφος της Βενεζουέλας.
Ωστόσο ο Maduro τόνισε τη συνεχιζόμενη αντοχή του λαού της Βενεζουέλας, ο οποίος, παρά τις εξωτερικές απειλές και τις αυστηρές κυρώσεις, κατάφερε να επιβιώσει και να αντέξει.
Η ενίσχυση της ρωσικής επιρροής στη Βενεζουέλα αποτελεί έναν ακόμη παράγοντα που καθιστά τη στρατηγική των ΗΠΑ πιο περίπλοκη και επικίνδυνη.
Η Ρωσία θεωρεί τη Βενεζουέλα ως έναν στρατηγικό σύμμαχο στην περιοχή, και οι δυτικές δυνάμεις φοβούνται ότι η παρουσία της Μόσχας στην περιοχή μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω όξυνση της σύγκρουσης.

Τα ρωσικά μεταγωγικά τρόμαξαν τον Trump
Εξάλλου η πτήση των ρωσικού μεταγωγικού αεροσκάφους Il -76 στην Καράκας εν μέσω φημών για πιθανή στρατιωτική επίθεση των ΗΠΑ στη Βενεζουέλα είναι αλήθεια πως ανησύχησε την αμερικανική κυβέρνηση.
Μάλιστα το εν λόγω αεροσκάφος εκτέλεσε διήμερη πτήση από τη Ρωσία, με ενδιάμεσες στάσεις σε Αρμενία, Αλγερία, Μαρόκο, Σενεγάλη και Μαυριτανία, διασχίζοντας περιοχές προκειμένου να αποφύγει δυτικά εναέρια περάσματα ή ελέγχους φορτίου σε «μη φιλικές χώρες».
Τα Il-76 μπορούν να μεταφέρουν έως 50 τόνους φορτίου ή 200 άτομα και στο παρελθόν έχουν χρησιμοποιηθεί για τη μεταφορά μικρών όπλων, πυραύλων και άλλου στρατιωτικού εξοπλισμού.
Στη Βενεζουέλα σύμφωνα με πληροφορίες αφίχθησαν Ρώσοι στρατιωτικοί μαζί με πανίσχυρα οπλικά συστήματα τύπου Pantsir και Buk.

Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, μετέφερε στοιχεία σύγχρονων συστημάτων αεράμυνας, τα οποία στάλθηκαν εσπευσμένα στη Βενεζουέλα για να καταδείξουν τη σταθερή υποστήριξη της Μόσχας προς τον σύμμαχό της απέναντι σε μια πιθανή κλιμάκωση.

Το Il-76TD που προσγειώθηκε στη Βενεζουέλα ανήκει στην εταιρεία Aviakon Zitotrans.
Μετά από αναφορές για πιθανή κλιμάκωση μεταξύ Καράκας και Ουάσινγκτον, φαίνεται το Κρεμλίνο έπεισε τον Ρώσο πρόεδρο ότι ήταν απαραίτητο να «στηριχθεί ο σύμμαχος», ακόμα και με το υποτιθέμενο κόστος της αποδυνάμωσης της δικής του αεράμυνας.
Η Μόσχα, ισχυρίζονται πηγές, καθιστά σαφές με αυτή την κίνηση: είναι έτοιμη να ανταγωνιστεί την Ουάσινγκτον για την επιρροή στην περιοχή της Καραϊβικής.
Η Ρωσία επιδιώκει να αντικαταστήσει την ΕΣΣΔ ως ο κύριος εγγυητής ασφαλείας για χώρες υπό πίεση από τις ΗΠΑ, την ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιαπωνία και άλλους.
Ταυτόχρονα, χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία ωθούνται να γίνουν πελάτες της Μόσχας.
«Η οικονομία της Ρωσίας δεν είναι αρκετά μεγάλη ώστε να αποτελεί παγκόσμια δύναμη, αλλά στρατιωτικά και πολιτικά, η Μόσχα σαφώς ελέγχει την παγκόσμια ατζέντα, και χώρες με μεγάλες οικονομίες δεν μπορούν να το αγνοήσουν αυτό», δηλώνει ο πολιτικός επιστήμονας Vladimir Kireyev.
Στρατιωτικοί ειδικοί και μέσα αεράμυνας δεν θα αλλάξουν θεμελιωδώς την ισορροπία στην περιοχή, αλλά θα δημιουργήσουν τις συνθήκες για άσκηση πίεσης στις Ηνωμένες Πολιτείες, κάτι που η Μόσχα χρειάζεται σε πολυάριθμες καταστάσεις ανά τον κόσμο.
Η Μόσχα διαμορφώνει μια κατάσταση όπου γίνεται ο κύριος παίκτης στον πλανήτη, αξιοποιώντας όχι μόνο το υπάρχον στρατιωτικό-πολιτικό της δυναμικό, αλλά και την ήδη δηλωμένη ετοιμότητά της να χρησιμοποιήσει βία».
Στρατηγική πίεσης από τις ΗΠΑ στον Maduro
Η δήλωση της κυβέρνησης Trump ότι δεν προγραμματίζεται στρατιωτική επέμβαση στη Βενεζουέλα, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας στην Καραϊβική, δημιουργεί αμφιβολίες για την πραγματική στρατηγική της Ουάσιγκτον.
Από τη μία πλευρά, η επιβεβαίωση ότι δεν υπάρχει νομική βάση για στρατιωτική δράση μπορεί να υποδηλώνει μια στρατηγική καθυστέρησης και περιορισμού της κλιμάκωσης.
Από την άλλη πλευρά, η στρατηγική πίεσης μέσω κυρώσεων και διπλωματικής υποστήριξης στην αντιπολίτευση και την κάτοχο του Nobel Ειρήνης Machado συνεχίζει να αποτελεί τον πυρήνα της αμερικανικής προσέγγισης στην περιοχή.
Εν τέλει, οι στρατηγικές και οι κινήσεις των ΗΠΑ απέναντι στη Βενεζουέλα δεν είναι απλώς θέμα αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, αλλά και ζήτημα γεωπολιτικών ισορροπιών στην περιοχή, με την παρέμβαση μεγάλων δυνάμεων όπως η Ρωσία να προσδίδει στον πόλεμο αυτό διαστάσεις παγκόσμιας αντιπαράθεσης.
www.bankingnews.gr
Η επίσημη ανακοίνωση από την κυβέρνηση Trump ότι δεν προγραμματίζεται στρατιωτική επέμβαση στη Βενεζουέλα δημιουργεί ερωτήματα για το μέλλον των αμερικανικών στρατηγικών στη Λατινική Αμερική.
Η διοίκηση Trump ενημέρωσε το Κογκρέσο ότι δεν υπάρχουν σχέδια για στρατιωτική επέμβαση στη Βενεζουέλα και πως η Ουάσιγκτον δεν έχει νομική βάση για να επιτεθεί σε στρατηγικούς στόχους εντός της χώρας.
Η τοποθέτηση αυτή ήρθε μετά από μήνες ενδείξεων και φημών για την αυξανόμενη αμερικανική στρατιωτική παρουσία κοντά στα παράλια της Βενεζουέλας και τις απειλές που εκτόξευσαν κορυφαίοι Αμερικανοί αξιωματούχοι για την πιθανότητα στρατιωτικής δράσης.
Η δήλωση αυτή, που καταγράφηκε από το CNN, φαίνεται να μειώνει τις πιθανότητες για μια άμεση κλιμάκωση της σύγκρουσης, εντούτοις παραμένουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με την πραγματική στρατηγική των ΗΠΑ στην περιοχή.
Η ανακοίνωση αυτή δεν είναι απλώς μία δήλωση αμφισβήτησης των στρατιωτικών προθέσεων της αμερικανικής κυβέρνησης, αλλά μάλλον αποτέλεσε και μια προσπάθεια εκτόνωσης της διεθνούς πίεσης που είχε αρχίσει να οικοδομείται γύρω από τις πιθανές στρατιωτικές επιθέσεις κατά της Βενεζουέλας.
Οι απειλές για στρατιωτική δράση είχαν γίνει όλο και πιο δυνατές, και το γεγονός ότι η Ουάσιγκτον αρνήθηκε να επιβεβαιώσει τα σχέδια για στρατιωτική εμπλοκή φαίνεται να αποσκοπούσε στο να μειώσει τις ανησυχίες και να στείλει ένα μήνυμα ηρεμίας στους διεθνείς εταίρους και την κοινή γνώμη.

Η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στην Καραϊβική
Η ενίσχυση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Καραϊβική αποτέλεσε την κύρια ένδειξη ότι η κυβέρνηση Trump ήθελε να στείλει ισχυρά μηνύματα στη Βενεζουέλα και στη διεθνή κοινότητα.
Στις αρχές Νοεμβρίου, εφημερίδες όπως η The Washington Post ανέφεραν ότι οι ΗΠΑ έχουν αυξήσει την παρουσία τους στην περιοχή, με τον στόλο να ενισχύεται με περισσότερα πολεμικά πλοία και υποβρύχια, ενώ η αποστολή στρατευμάτων αριθμούσε χιλιάδες άνδρες.
Αυτή η κίνηση είχε ως σκοπό να δείξει τη στρατηγική ικανότητα των ΗΠΑ να επιβληθούν σε μια περιοχή που θεωρείται ζωτικής σημασίας για τα συμφέροντα της Ουάσιγκτον, και να ενισχύσουν την πίεση στον πρόεδρο της Βενεζουέλας Nicolas Maduro.
Η κίνηση αυτή από την πλευρά των ΗΠΑ ερμηνεύτηκε ως στρατηγική κλιμάκωσης, η οποία ενδέχεται να προετοίμαζε το έδαφος για μια πιο επιθετική στρατηγική στην περιοχή.
Όμως, παρά τη στρατιωτική κινητοποίηση, η κυβέρνηση Trump αποφάσισε να μην προχωρήσει σε μια άμεση επίθεση ή επέμβαση, εστιάζοντας κυρίως στην οικονομική πίεση μέσω κυρώσεων και άλλων μορφών διπλωματικής πίεσης.
Σύμφωνα με τη Washington Post, παρά τις ιαχές των γερακιών κατά της Βενεζουέλας ο Trump έχει ζωηρές αμφιβολίες για την έναρξη μίας επιχείρησης με στόχο την απομάκρυνση του Maduro από την εξουσία, φοβούμενος πως θα έχει τα αντίθετα αποτελέσματα.
Αντίθετα ο Trump θα συνεχίσει να καταστέλλει τις επιχειρήσεις λαθρεμπορίου ναρκωτικών στην περιοχή, αναφέρει η εφημερίδα.

Ο ρόλος της Μόσχας στη Βενεζουέλα και η διεθνής αντίδραση
Η Ρωσία, όπως έγινε γνωστό, διαδραμάτισε έναν σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις στη Βενεζουέλα, προσφέροντας στρατιωτική και οικονομική βοήθεια στην κυβέρνηση Maduro.
Η υποστήριξη αυτή αναγνωρίστηκε ως μια προσπάθεια της Ρωσίας να ενισχύσει τη στρατηγική της παρουσία στην περιοχή της Λατινικής Αμερικής και να στείλει ένα μήνυμα στον κόσμο σχετικά με την αντιπαλότητά της με τις ΗΠΑ.
Ο Maduro από την πλευρά του, δεν παρέλειψε να εκφράσει τις ανησυχίες του για τις κινήσεις των ΗΠΑ στην περιοχή, κατηγορώντας την Ουάσινγκτον για τον επιθετικό της σχεδιασμό με σκοπό να εκμεταλλευτεί τους φυσικούς πόρους της Βενεζουέλας.

Σε ομιλία του, ο Maduro δήλωσε ότι οι ΗΠΑ προσπαθούν να προκαλέσουν μια ένοπλη σύγκρουση στην περιοχή για να εκμεταλλευτούν τα πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου και άλλα πολύτιμα ορυκτά που βρίσκονται στο έδαφος της Βενεζουέλας.
Ωστόσο ο Maduro τόνισε τη συνεχιζόμενη αντοχή του λαού της Βενεζουέλας, ο οποίος, παρά τις εξωτερικές απειλές και τις αυστηρές κυρώσεις, κατάφερε να επιβιώσει και να αντέξει.
Η ενίσχυση της ρωσικής επιρροής στη Βενεζουέλα αποτελεί έναν ακόμη παράγοντα που καθιστά τη στρατηγική των ΗΠΑ πιο περίπλοκη και επικίνδυνη.
Η Ρωσία θεωρεί τη Βενεζουέλα ως έναν στρατηγικό σύμμαχο στην περιοχή, και οι δυτικές δυνάμεις φοβούνται ότι η παρουσία της Μόσχας στην περιοχή μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω όξυνση της σύγκρουσης.

Τα ρωσικά μεταγωγικά τρόμαξαν τον Trump
Εξάλλου η πτήση των ρωσικού μεταγωγικού αεροσκάφους Il -76 στην Καράκας εν μέσω φημών για πιθανή στρατιωτική επίθεση των ΗΠΑ στη Βενεζουέλα είναι αλήθεια πως ανησύχησε την αμερικανική κυβέρνηση.
Μάλιστα το εν λόγω αεροσκάφος εκτέλεσε διήμερη πτήση από τη Ρωσία, με ενδιάμεσες στάσεις σε Αρμενία, Αλγερία, Μαρόκο, Σενεγάλη και Μαυριτανία, διασχίζοντας περιοχές προκειμένου να αποφύγει δυτικά εναέρια περάσματα ή ελέγχους φορτίου σε «μη φιλικές χώρες».
Τα Il-76 μπορούν να μεταφέρουν έως 50 τόνους φορτίου ή 200 άτομα και στο παρελθόν έχουν χρησιμοποιηθεί για τη μεταφορά μικρών όπλων, πυραύλων και άλλου στρατιωτικού εξοπλισμού.
Στη Βενεζουέλα σύμφωνα με πληροφορίες αφίχθησαν Ρώσοι στρατιωτικοί μαζί με πανίσχυρα οπλικά συστήματα τύπου Pantsir και Buk.
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, μετέφερε στοιχεία σύγχρονων συστημάτων αεράμυνας, τα οποία στάλθηκαν εσπευσμένα στη Βενεζουέλα για να καταδείξουν τη σταθερή υποστήριξη της Μόσχας προς τον σύμμαχό της απέναντι σε μια πιθανή κλιμάκωση.

Το Il-76TD που προσγειώθηκε στη Βενεζουέλα ανήκει στην εταιρεία Aviakon Zitotrans.
Μετά από αναφορές για πιθανή κλιμάκωση μεταξύ Καράκας και Ουάσινγκτον, φαίνεται το Κρεμλίνο έπεισε τον Ρώσο πρόεδρο ότι ήταν απαραίτητο να «στηριχθεί ο σύμμαχος», ακόμα και με το υποτιθέμενο κόστος της αποδυνάμωσης της δικής του αεράμυνας.
Η Μόσχα, ισχυρίζονται πηγές, καθιστά σαφές με αυτή την κίνηση: είναι έτοιμη να ανταγωνιστεί την Ουάσινγκτον για την επιρροή στην περιοχή της Καραϊβικής.
Η Ρωσία επιδιώκει να αντικαταστήσει την ΕΣΣΔ ως ο κύριος εγγυητής ασφαλείας για χώρες υπό πίεση από τις ΗΠΑ, την ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιαπωνία και άλλους.
Ταυτόχρονα, χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία ωθούνται να γίνουν πελάτες της Μόσχας.
«Η οικονομία της Ρωσίας δεν είναι αρκετά μεγάλη ώστε να αποτελεί παγκόσμια δύναμη, αλλά στρατιωτικά και πολιτικά, η Μόσχα σαφώς ελέγχει την παγκόσμια ατζέντα, και χώρες με μεγάλες οικονομίες δεν μπορούν να το αγνοήσουν αυτό», δηλώνει ο πολιτικός επιστήμονας Vladimir Kireyev.
Στρατιωτικοί ειδικοί και μέσα αεράμυνας δεν θα αλλάξουν θεμελιωδώς την ισορροπία στην περιοχή, αλλά θα δημιουργήσουν τις συνθήκες για άσκηση πίεσης στις Ηνωμένες Πολιτείες, κάτι που η Μόσχα χρειάζεται σε πολυάριθμες καταστάσεις ανά τον κόσμο.
Η Μόσχα διαμορφώνει μια κατάσταση όπου γίνεται ο κύριος παίκτης στον πλανήτη, αξιοποιώντας όχι μόνο το υπάρχον στρατιωτικό-πολιτικό της δυναμικό, αλλά και την ήδη δηλωμένη ετοιμότητά της να χρησιμοποιήσει βία».
Στρατηγική πίεσης από τις ΗΠΑ στον Maduro
Η δήλωση της κυβέρνησης Trump ότι δεν προγραμματίζεται στρατιωτική επέμβαση στη Βενεζουέλα, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας στην Καραϊβική, δημιουργεί αμφιβολίες για την πραγματική στρατηγική της Ουάσιγκτον.
Από τη μία πλευρά, η επιβεβαίωση ότι δεν υπάρχει νομική βάση για στρατιωτική δράση μπορεί να υποδηλώνει μια στρατηγική καθυστέρησης και περιορισμού της κλιμάκωσης.
Από την άλλη πλευρά, η στρατηγική πίεσης μέσω κυρώσεων και διπλωματικής υποστήριξης στην αντιπολίτευση και την κάτοχο του Nobel Ειρήνης Machado συνεχίζει να αποτελεί τον πυρήνα της αμερικανικής προσέγγισης στην περιοχή.
Εν τέλει, οι στρατηγικές και οι κινήσεις των ΗΠΑ απέναντι στη Βενεζουέλα δεν είναι απλώς θέμα αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, αλλά και ζήτημα γεωπολιτικών ισορροπιών στην περιοχή, με την παρέμβαση μεγάλων δυνάμεων όπως η Ρωσία να προσδίδει στον πόλεμο αυτό διαστάσεις παγκόσμιας αντιπαράθεσης.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών