Τελευταία Νέα
Απόψεις - Άρθρα

Ακρίβεια οργής και αγανάκτησης - Οι Έλληνες δαπανούν πάνω από 1.000 ευρώ το μήνα στα στοιχειώδη, ταφόπλακα στην αποταμίευση

Ακρίβεια οργής και αγανάκτησης - Οι Έλληνες δαπανούν πάνω από 1.000 ευρώ το μήνα στα στοιχειώδη, ταφόπλακα στην αποταμίευση
Άρθρο - παρέμβαση του οικονομολόγου Σαράντου Λέκκα, στο bankingnews.gr για την ακρίβεια που μαστίζει τους Έλληνες
Οι αυξήσεις των τιμών σε εμπορεύματα, μέταλλα, ενέργεια αποτελούν μια πραγματικότητα, υπάρχει έντονο πρόβλημα το οποίο γίνεται εντονότερο για τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα.
Η παρατεταμένη χρονικά καθήλωση των τιμών σε χαμηλά επίπεδα λόγω της παγκοσμιοποίησης είχε διαμορφώσει την εικόνα της αέναης καθήλωσης των τιμών σε επίπεδα που δεν αποτελούσαν πρόβλημα για τους δυτικούς καταναλωτές, μιας και η παραγωγή είχε μετατοπιστεί στις αναπτυσσόμενες χώρες με ιδιαίτερα χαμηλό κόστος.
Πλέον, η αλλαγή των δεδομένων που επεφύλαξε η πανδημία και μια σειρά γεωπολιτικά δεδομένα δημιουργούν μια νέα κατάσταση, ιδιαίτερα περίπλοκη και φυσικά σκληρή για τους καταναλωτές.

Η δυσκολία αντιμετώπισης της κατάστασης

Το πρόβλημα γίνεται εντονότερο, καθώς λύσεις για την αντιμετώπισή του δεν υπάρχουν για το άμεσα ορατό χρονικό διάστημα.
Οι κεντρικές τράπεζες, που είχαν θεοποιηθεί τα προηγούμενα χρόνια, κατά την τρέχουσα συγκυρία δεν έχουν παρά μικρά περιθώρια αντίδρασης.
Οι κεντρικές τράπεζες και ομιλούμε για τις μεγαλύτερες του πλανήτη και συγκεκριμένα των αποθεματικών νομισμάτων, δεν μπορούν να σπείρουν δημητριακά για να αυξήσουν την παραγωγή τους, δεν μπορούν να αντλήσουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο για να αυξήσουν την προσφορά, δεν μπορούν να δημιουργήσουν νέους αγωγούς για να παρακάμψουν εμπόλεμες και μη φιλικές περιοχές, δεν μπορούν να αυξήσουν το όγκο των δεξαμενοπλοίων για να μεταφέρουν υγροποιημένο φυσικό αέριο.

Η προβληματική σχετικά με τις αιτίες του πληθωρισμού

Μπορούν να αυξομειώσουν την τιμή του χρήματος, να κόψουν όση ποσότητα χρήματος θέλουν, να στηρίξουν μια συναλλαγματική ισοτιμία, να ενισχύσουν μια σειρά εισοδημάτων, όμως το πρόβλημα κατά την τρέχουσα συγκυρία δεν είναι το χρήμα, αυτό υπάρχει άφθονο.
Εκείνο που απουσιάζει είναι η προσφορά, η οποία δυστυχώς απαιτεί χρόνο, επενδύσεις και προώθηση σύγχρονων τεχνολογιών.
Ακριβώς αυτό το πολύπλοκο και χρονοβόρο πλαίσιο ενίσχυσης της προσφοράς προδιαγράφει και το μέλλον των τιμών.
Όσοι πιστεύουν ότι οι τρέχουσες πληθωριστικές πιέσεις θα είναι πρόσκαιρες, σφάλουν.
Θα ζήσουμε αρκετά χρόνια σε περιβάλλον υψηλών τιμών, ειδικά στους τομείς της ενέργειας και της διατροφής.

Αντί της άμεσης αντιμετώπισης, εστίαση στην αναζήτηση ευθυνών

Βεβαίως, όπως σε κάθε άσχημη συγκυρία και κατά πάγια παράδοση, αντί της άμεσης και χωρίς χρονοτριβή αντιμετώπισης του προβλήματος, εστιάζουμε στην αναζήτηση ευθυνών.
Ξεχνάμε ότι οι ευθύνες, ειδικά όταν αναφερόμαστε στην αύξηση των τιμών, είναι θέμα οπτικής γωνίας.
Δηλαδή, τι ορίζουμε ως πληθωρισμό, μιας και με την αλλαγή (θέμα οπτικής γωνίας) του ορισμού, αμέσως επέρχεται και αλλαγή της ευθύνης.
Εάν ορίσουμε τον πληθωρισμό ως αυξημένες τιμές, τότε άμεσα η ευθύνη επιρρίπτεται στο πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, οπότε η εύκολη λύση θέλει τον έλεγχο των τιμών.

Η σχέση του πληθωρισμού με την πολιτική χρημάτων

Εάν ορίσουμε τον πληθωρισμό ως αύξηση της προσφοράς χρήματος και πιστώσεων και τις αυξημένες τιμές ως συνέπεια τους, τότε η ευθύνη επιρρίπτεται σε αυτούς που κόβουν χρήμα, τις κεντρικές τράπεζες.
Κατά τον Μίλτον Φρίντμαν, ο πληθωρισμός είναι πάντα και σε κάθε περίπτωση ένα νομισματικό ζήτημα.
Έχει ειπωθεί ότι οι αυξημένες τιμές δεν προκαλούν πληθωρισμό περισσότερο από όσο οι υγροί δρόμοι προκαλούν βροχή.
Πράγματι, εάν δεν εστιάσουμε στην γενεσιουργό αιτία που διαμορφώνει το πλαίσιο των αυξημένων τιμών, τότε απλά αναδιατυπώνουμε θεωρίες χωρίς κανένα ορατό αντίκρισμα.

Πληθωρισμός κόστους και επιπτώσεις στη ζωή των καταναλωτών

Σήμερα βιώνουμε πληθωρισμό κόστους, ο οποίος έχει υπόβαθρο την αύξηση των στοιχείων κόστους (η τιμή υπερβαίνει το οριακό κόστος), το γεγονός ότι οι παραγωγοί, είτε κράτη, είτε επιχειρήσεις, λειτουργούν ολιγοπωλιακά, και την αύξηση των πρώτων υλών που για τα περισσότερα κράτη είναι εισαγόμενα.
Η πανδημία αλλοίωσε τις εφοδιαστικές αλυσίδες, αφού η παραγωγή είχε μειωθεί και η επαναφορά απαιτούσε χρόνο, ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία, αλλά και η πράσινη μετάβαση που έχει βάλει νέους ενεργειακούς όρους, έχουν διαμορφώσει μια συγκυρία αρκετά πολύπλοκη αλλά και επιβαρυντική για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Οι επιπτώσεις στην οικονομία και την κοινωνία

Όταν ένα στα δυο νοικοκυριά στην χώρα μας δυσκολεύεται να πληρώσει τους ενεργειακούς του λογαριασμούς, τότε, μετά την αρχική και σε πρώτο χρόνο ρύθμιση των οφειλών, η χρονικά παρατεταμένη συγκυρία θα οδηγήσει σε δεύτερο χρόνο στην στάση πληρωμών και σε κατάρρευση όλου του συστήματος.
Η διάβρωση του εισοδήματος από την αύξηση των τιμών, ειδικά στα ανελαστικά τμήματα μιας στοιχειώδους ευπρεπούς διαβίωσης στην ενέργεια και τα τρόφιμα, θεωρείται από μόνο του ικανό μίγμα να δημιουργήσει κοινωνικές εκρήξεις, πόσο μάλλον όταν τα περισσότερα από αυτά είναι εισαγόμενα και άρα οι τρόποι αντίδρασης μας νομοτελειακά δεν μπορούν ούτε στο ελάχιστο να αντιμετωπίσουν την κατάσταση.

Απαιτείται συνολική προσέγγιση για τη λύση

Η μείωση της αγοραστικής δύναμης από την αύξηση των τιμών δεν είναι ίδια για όλα τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, αφού ενώ ο επίσημος πληθωρισμός, όπως για παράδειγμα τον Σεπτέμβριο του 2025, διαμορφώθηκε στο 1,8%, υποχωρώντας σημαντικά από το 3,1% του Αυγούστου και για πρώτη φορά κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο 2,2%, οι πραγματικές απώλειες για εισοδήματα περί των 1.000 €/ μηνιαίως είναι τριπλάσιες, δεδομένων των υψηλών τιμών σε τρόφιμα, ενέργεια και στέγαση.
Άρα το πρόβλημα είναι τριπλάσιο, το ίδιο και η δυσφορία και εξίσου το ίδιο και η αγανάκτηση.

Η αντίδραση

Στο ερώτημα τι κάνουμε ή πώς μπορούμε να αντιδράσουμε, όταν το εσωτερικό επίπεδο τιμών είναι κυρίως αποτέλεσμα των εισαγόμενων πρώτων υλών και τροφίμων, όπως και της ανισορροπίας που διαμορφώνουν οι σταθεροί φόροι κατανάλωσης σε περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού, η απάντηση δεν θα είναι καθόλου αισιόδοξη.
Ο πληθωρισμός κόστους αντιμετωπίζεται με τη συγκράτηση των στοιχείων του κόστους παραγωγής, με την ταυτόχρονη προσπάθεια αύξησης της παραγωγής.
Στη ουσία, οι λύσεις δεν μπορούν να επηρεαστούν στο ορατό χρονικό διάστημα από όσους καταναλώνουν.

Το κόστος των επιλογών

Αυτοί, εφόσον δεν πρόβλεψαν ή άφησαν τομείς παραγωγής να αδρανοποιηθούν με το σκεπτικό ότι τα εισαγόμενα είναι φθηνότερα, θα πληρώσουν το κόστος.
Θα το πληρώσουν είτε παρεμβαίνοντας δημοσιονομικά μέσω στήριξης/επιδότησης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, είτε μέσω διατήρησης σε επίπεδα υπερφορολόγησης ώστε να χρηματοδοτηθεί η στήριξη/επιδότηση των φόρων, ειδικών, κατανάλωσης και προστιθέμενης αξίας.
Θα το πληρώσουν με την έναρξη χρηματοδότησης προγραμμάτων προώθησης συγκεκριμένων προϊόντων με τη στήριξη της σύγχρονης τεχνολογίας, κάτι μεσο-μακροπρόθεσμο βέβαια, αλλά κάτι που θα οδηγήσει στη μείωση των εισαγωγών και στην συγκράτηση των τιμών.

Στρατηγικές επιλογές

Σταματήσαμε για παράδειγμα την στήριξη της παραγωγής δημητριακών και τώρα διαπιστώνουμε ότι χιλιάδες στρέμματα παραμένουν ακαλλιέργητα και χέρσα, την ώρα που ο κίνδυνος ελλείψεων είναι ιδιαίτερα μεγάλος.
Βέβαια, όπως προαναφέραμε, κατά τη τρέχουσα συγκυρία, θα πληρώσουμε το κόστος των επιλογών μας και των κάκιστων εκτιμήσεων, παρότι ένα μεγάλο μέρος του κόστους θα διαχυθεί μέσω του δανεισμού στις επόμενες γενιές.
Οι αυξημένες τιμές σε τρόφιμα, στέγαση, ενέργεια, θα παραμείνουν για μεγάλο διάστημα, αυτό δεν μπορεί να αλλάξει άμεσα, μπορεί όμως να αλλάξει η νοοτροπία μας όπως και η εγρήγορση που η παγκοσμιοποίηση και το χαμηλό κόστος χρήματος αδρανοποίησε επί σειρά δεκαετιών.

Σαράντος Λέκκας,
Οικονομολόγος
www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης