γράφει : Πέτρος Λεωτσάκος
(upd)Με παρουσία κορυφαίων παραγόντων της πολιτικής, οικονομικής ζωής, πλήθος τραπεζιτών και παραγόντων της αγοράς παρουσιάστηκε το βιβλίο από την διεθνή κρίση στην κρίση της ευρωζώνης και της Ελλάδας.
Το βιβλίο που επιμελήθηκαν ο Νικόλαος Καραμούζης αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank και ο οικονομικός σύμβουλος της Eurobank Γκίκας Χαρδούβελης παρουσιάζει αναλυτικά τια αιτίες της κρίσης ενώ με επιστημονικά τους άρθρα συμμετέχουν, ο Νικόλαος Καραμούζης της Eurobank, η Μιράντα Ξαφά της IJ Partners, o Αθανάσιος Ορφανίδης διοικητής της Κεντρικής τράπεζας Κύπρου, ο Βασίλης Ράπανος πρόεδρος της Εθνικής τράπεζας, Thomas Mayer οικονομολόγος της Deutsche Bank, Jim o' Neal Πρόεδρος της Goldman Sachs asset management κ.α.
Μεταξύ των ομιλητών ήταν ο Βασίλης Ράπανος πρόεδρος της Εθνικής ο οποίος αναφέρθηκε στις βασικές θεσμικές αδυναμίες της χώρας που αποτελούν και την βασική αιτία της κρίσης.
Με βάση τον κ Ράπανο ο πυρήνας της ελληνικής κρίσης είναι οι θεσμικές αγκυλώσεις.Ο πρόεδρος της Εθνικής εμφανίσθηκε αισιόδοξος ότι στο τέλος η χώρα θα τα καταφέρει.
Ο Ανδρέας Ηλιάδης ανώτατος εκτελεστικός διευθυντής της τράπεζας Κύπρου αναφέρθηκε στο γενικότερο πλαίσιο που οδήγησε στην διεθνή κρίση ενώ ο επικεφαλής της Chipita κ Θεοδωρόπουλος .άγγιξε τα βασικά ζητήματα της πραγματικής οικονομίας τονίζοντας ότι με 5 έως 10 δις ευρώ το ελληνικό κράτος θα μπορούσε να καταστεί πιο φιλικό στο επιχειρείν.
Η πώληση ασημικών σύμφωνα με τον κ Θεοδώρόπουλο δεν λύνει τα προβλήματα της χώρας απλά ανακουφίζει προσωρινά την οικονομία.
Ο Νικόλαος Καραμούζης εκ των επιμελητών του βιβλίου αναφέρθηκε στην σταθερότητα των τραπεζών αλλά και στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος ενώ εστιάστηκε και στο μοντέλο που πρέπει να υιοθετήσει η χώρα αναπτυξιακή προοπτική χωρίς το κράτος να αποτελεί δεκανίκι.
Tι αναφέρεται στην επίσημη ανακοίνωση
Μια συνθετική και πολυπρισματική προσέγγιση της διεθνούς οικονομικής κρίσης και της ελληνικής της διάστασης, την πρώτη στην ελληνική βιβλιογραφία, αποτελεί ο συλλογικός τόμος ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ: Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον; σε επιμέλεια των κκ. Νικόλαου Β. Καραμούζη, Καθηγητή Πανεπιστημίου Πειραιώς, Αναπληρωτή Διευθύνοντα Συμβούλου ομίλου Eurobank EFG, και Γκίκα Α. Χαρδούβελη, Καθηγητή Πανεπιστημίου Πειραιώς, Οικονομικού Συμβούλου ομίλου Eurobank EFG, που παρουσιάστηκε σήμερα σε ειδική εκδήλωση από τις εκδόσεις Λιβάνη.
Ο τόμος παρουσιάζει όλο το εύρος των ζητημάτων της κρίσης, από τα αίτια και το υπόβαθρό της, τα θέματα πολιτικής που ανέδειξε, μέχρι τις προτάσεις πολιτικής για ένα σταθερότερο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά και, ειδικότερα, για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση και την ανασυγκρότηση της οικονομίας της μέσα στο νέο περιβάλλον. Για το έργο μίλησαν –εκτός από τους επιμελητές- ο καθηγητής και πρόεδρος του Δ.Σ. της Εθνικής Τράπεζας κ. Βασίλης Ράπανος, ο πρόεδρος του Συγκροτήματος της Τράπεζας Κύπρου κ. Ανδρέας Ηλιάδης και ο διευθύνων σύμβουλος της Chipita κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος, σε μια συζήτηση που συντόνισε ο διευθυντής της εφημερίδας «Το Βήμα» και του «Βήμα Online» κ. Παντελής Καψής.
Οι επιμελητές και οι παρουσιαστές του τόμου αναφέρθηκαν ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία. Ο κ. Νικόλαος Καραμούζης περιέγραψε τέσσερις βασικούς πυλώνες για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση: σταθερή δημοσιονομική προσαρμογή με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και περιορισμό του κράτους, εξομάλυνση των συνθηκών ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα και τις αγορές, βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και επάνοδο σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας. «Η ανάπτυξη θα δαμάσει το χρέος και θα οδηγήσει την Ελλάδα στην ομαλοποίηση», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Καραμούζης και επισήμανε την ανάγκη για ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο, βασισμένο στην διαμόρφωση περιβάλλοντος φιλικού προς τις επενδύσεις και την υγιή ιδιωτική επιχειρηματικότητα. «Ας αποδεχθούμε τελικά, ως κοινωνία», είπε, «ότι στην οικονομία και το ιδιωτικό είναι χρήσιμο και εθνικό».
Στην παρουσίαση της έκδοσης παραβρέθηκαν ο υπουργός Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Γιάννης Ραγκούσης, οι υφυπουργοί Μιλένα Αποστολάκη, Σπύρος Κουβέλης και Φίλιππος Σαχινίδης, ο αναπληρωτής υπεύθυνος του τομέα Οικονομίας της Ν.Δ. Χρήστος Σταϊκούρας, οι βουλευτές Μίμης Ανδρουλάκης, Γιάννης Παπαθανασίου, Χρήστος Πρωτόπαππας, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Απόστολος Ταμβακάκης, ο διοικητής της ATEbank Θεόδωρος Πανταλάκης, ο γενικός διευθυντής του Ομίλου Λάτση Ευάγγελος Χρόνης, ο πρόεδρος και ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank EFG Ευθύμιος Χριστοδούλου και Νικόλαος Νανόπουλος, οι πρώην υπουργοί Παρασκευάς Αυγερινός, Δημήτρης Γεωργακόπουλος, Τάσος Γιαννίτσης, Βασίλης Κοντογιαννόπουλος, Κώστας Λαλιώτης, Λάζαρος Λωτίδης, Γιάννης Παλαιοκρασσάς, Αλέκος Παπαδόπουλος, Φάνη Πετραλιά, Χρήστος Ροκόφυλλος, Χρήστος Φώλιας, Νίκος Χριστοδουλάκης, οι γ.γ. του υπουργείου Οικονομικών Ηλίας Πλασκοβίτης και του υπουργείου Εξωτερικών Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος και πολλοί διακεκριμένοι εκπρόσωποι του ακαδημαϊκού, οικονομικού, τραπεζικού και επιχειρηματικού χώρου.
Ν. Καραμούζης(Εurobank):Η ανάπτυξη θα δαμάσει το χρέος και θα οδηγήσει την Ελλάδα στην ομαλοποίηση.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, παρά τη σκληρή και έντονη κριτική που δέχθηκε τα τελευταία χρόνια, ακολούθησε την τελευταία δεκαετία μια εξωστρεφή, αναπτυξιακή πολιτική, επικεντρωμένη στις παραδοσιακές τραπεζικές εργασίες. Δεν είχε επενδύσει σε τοξικά χρεόγραφα και άλλες υψηλού κινδύνου τοποθετήσεις, δεν παρασύρθηκε σε υψηλό βαθμό μόχλευσης και δεν είχε ενεργή παρουσία στη διεθνή κερδοσκοπία, με αποτέλεσμα να έχει ελάχιστες αρνητικές επιπτώσεις από τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση.
Υφίσταται, όμως, σήμερα τις σημαντικές αρνητικές συνέπειες τις ελληνικής δημοσιονομικής εκτροπής, ενός σπάταλου και αναξιόπιστου κράτους, που απώλεσε την εμπιστοσύνη των αγορών, των πολιτών και των εταίρων μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Βρισκόμαστε, σήμερα, σε θέση άμυνας, με την ελληνική οικονομία σε ύφεση, με φθίνουσα εγχώρια κερδοφορία λόγω του υψηλού κόστους των καταθέσεων και των μη εξυπηρετούμενων δανείων και με σημαντική εξάρτηση από την ΕΚΤ και το Δημόσιο για ρευστότητα.
Η έξοδος του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από την κρίση θα γίνει σε βάθος χρόνου και προϋποθέτει :
• την άρση της αβεβαιότητας για το μέλλον και την προοπτική της Ευρωζώνης,
• την αποκατάσταση της πρόσβασης του ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, εξέλιξη που συνδέεται, κυρίως, με τη συνεπή υλοποίηση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και των μεταρρυθμίσεων,
• την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στο κράτος, τους θεσμούς, την πολιτική και τις τράπεζες και τη διεθνή αναβάθμιση της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης.
Το τραπεζικό σύστημα μπορεί και προσπαθεί να βηματίσει γρηγορότερα του Δημοσίου, αλλά δεν μπορεί να τρέξει μπροστά απ’ αυτό στις αγορές και τις εξελίξεις.
Είναι γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, τα Κράτη-Μέλη αλλά και η Ελλάδα υποτίμησαν στα τέλη του 2009 και στις αρχές του 2010 το μέγεθος, την πολυπλοκότητα και την έκταση του προβλήματος στην Ευρωζώνη.
Δεν διαμόρφωσαν έγκαιρα ολοκληρωμένες πολιτικές, οικονομικές και θεσμικές παρεμβάσεις που θα έπειθαν τις αγορές, θα έτρεχαν ταχύτερα από τους κερδοσκόπους και μπροστά από τις εξελίξεις.
Νομίζω ότι η μεγάλη πλειοψηφία όλων μας θα συμφωνήσει ότι υπάρχουν τέσσερις βασικές αλληλένδετες προϋποθέσεις για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση:
1. η σοβαρή και πειστική δημοσιονομική προσαρμογή και η οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας μέσω μεταρρυθμίσεων, κυρίως η διαμόρφωση ενός μικρότερου και αποτελεσματικότερου κράτους και μιας παραγωγικής οικονομίας,
2. η αποκατάσταση ικανοποιητικών συνθηκών ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα και τις αγορές,
3. η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας και,
4. η αποκατάσταση σταθερών και υψηλών ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας.
Όλες οι τεχνοκρατικές εκτιμήσεις συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η επιστροφή της χώρας σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης αποτελεί την καθοριστική παράμετρο επιτυχίας, κυρίως για την επίτευξη των στόχων, της δραστικής μείωσης του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, της ομαλοποίησης της οικονομίας και της βελτίωσης της κοινωνικής ευημερίας.
• Αν η χώρα επανέλθει σε πραγματικούς ρυθμούς ανάπτυξης γύρω στο 3% ετησίως τα επόμενα 10 χρόνια, σε συνδυασμό με πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα (γύρω στο 5% ετησίως) και λογικό κόστος δανεισμού, (κάτω του 6%), η σχέση δημόσιου χρέους/ΑΕΠ θα μειωθεί δραματικά, από περίπου 159% το 2012 στο 110%-115% του ΑΕΠ στο τέλος του 2020, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η επίπτωση των εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις. Ο στόχος δεν είναι εύκολος, αλλά είναι επιτεύξιμος.
• Οι ιδιωτικοποιήσεις και η αξιοποίηση της μεγάλης κινητής και ακίνητης δημόσιας περιουσίας θα ενισχύσουν την επίτευξη των παραπάνω στόχων διότι: α) μειώνουν το χρέος, β) βελτιώνουν το διεθνές κλίμα αναφορικά με την Ελλάδα και γ) προσελκύουν ξένες επενδύσεις.
Να τονίσω στο σημείο αυτό, χωρίς περιστροφές, ότι οι συζητήσεις – προτάσεις για επιστροφή της χώρας στη δραχμή δεν αποτελούν εναλλακτική λύση του ελληνικού προβλήματος, αλλά συνταγή καταστροφής της χώρας και οικονομικής, κοινωνικής και εθνικής οπισθοδρόμησης δεκαετίες πίσω.
Θα αποτελέσει ένα μεγάλο και επικίνδυνο συμβιβασμό των εθνικών μας συμφερόντων. Εκτιμώ, δε, ότι κατά πάσα πιθανότητα ο «ασθενής» θα αποθάνει πριν την εφαρμογή της υποτιθέμενης θεραπείας.
Κεντρική επιλογή για την έξοδο από την κρίση αποτελεί η δυναμική επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη, η διαμόρφωση δηλαδή ενός νέου, εξωστρεφούς αναπτυξιακού προτύπου που θα στηρίζεται στις επενδύσεις, την άνθιση της επιχειρηματικότητας και το δυναμικό εξαγωγικό προσανατολισμό της οικονομίας.
Η επικράτηση, δηλαδή, ενός νέου μεγάλου ρεύματος οικονομικής ελευθερίας και εμπιστοσύνης, που θα βελτιώνει την παραγωγικότητα της οικονομίας μέσω:
* της επιτάχυνσης των ιδιωτικών επενδύσεων και των επενδύσεων στις υποδομές,
* της δραστικής αναβάθμισης της παιδείας, της έρευνας και της τεχνολογίας,
* του ανοίγματος των αγορών και των κλειστών επαγγελμάτων,
* της μεγαλύτερης ευελιξίας στην αγορά εργασίας,
* της αποτελεσματικής και ριζοσπαστικής αναδιοργάνωσης του κράτους,
* της άρσης των αντικινήτρων για επενδύσεις και ανάπτυξη,
* της δημιουργίας ενός σταθερού και ανταγωνιστικού θεσμικού, φορολογικού και νομικού περιβάλλοντος, φιλικού προς το επιχειρείν και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι η Κυβέρνηση έχει κάνει σοβαρές προσπάθειες για την επίτευξη των παραπάνω στόχων. Είμαστε σε μια κρίσιμη φάση, που οι διεθνείς συνθήκες επιβάλλουν να επιταχύνουμε και να εντείνουμε τις προσπάθειές μας και σ’ αυτό απαιτείται η συμβολή όλων μας.
Ο δρόμος προς τα εμπρός είναι ο μετασχηματισμός της οικονομίας από μια κλειστή, κρατικοδίαιτη και αντιπαραγωγική οντότητα, σε μια ανοικτή ανταγωνιστική οικονομία ανάπτυξης, επιχειρηματικότητας, ευκαιριών και προοπτικής. Η ανάπτυξη θα δαμάσει το χρέος και θα οδηγήσει την Ελλάδα στην ομαλοποίηση.
Οι διεθνείς συνθήκες και το παγκόσμιο περιβάλλον δεν θα είναι μάλλον ευνοϊκά τα επόμενα χρόνια: τα διεθνή επιτόκια και τα ασφάλιστρα κινδύνου θα είναι υψηλότερα, οι ρυθμοί ανάπτυξης χαμηλότεροι και οι αβεβαιότητες και οι κίνδυνοι μεγαλύτεροι. Αυτό καθιστά το έργο της επανεκκίνησης της οικονομίας δυσκολότερο και απαιτητικότερο και την ανάγκη ισχυρού εσωτερικού μετώπου ισχυρότερη.
Κρίσιμες προϋποθέσεις για την έξοδο της χώρας από την κρίση, που δεν είναι αυστηρά οικονομικές:
Πρώτον, απαιτείται να κερδίσουμε ξανά την εμπιστοσύνη των πολιτών και των αγορών. Όσο οι διεθνείς κεφαλαιαγορές παραμένουν κλειστές για εμάς και όσο οι πολίτες δεν εμπιστεύονται τους θεσμούς και με το πρώτο ανώνυμο e-mail τρέχουν ν’ αποσύρουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες, ανάκαμψη και ομαλοποίηση δεν θα υπάρξει.
Ας αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μας και στις προοπτικές μας και ας ξανά πιστέψουμε στο κοινό μας μέλλον. Απ’ αυτό το κάλεσμα δεν μπορεί να λείψει κανείς, δεν μπορεί να λείψει η επιχειρηματική τάξη της χώρας.
Δεύτερον, για να προσελκύσουμε επενδύσεις, πολιτική, κράτος και κοινωνία πρέπει να γίνουν πιο φιλικά προς την επιχειρηματικότητα, να ξεπεράσουν το πνεύμα καχυποψίας, επιφυλακτικότητας και ίσως και εχθρικότητας, που χαρακτηρίζει τη στάση μας έναντι του ιδιωτικού επιχειρείν και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Ας αποδεχθούμε τελικά ως κοινωνία ότι στην οικονομία και το ιδιωτικό είναι εθνικό και χρήσιμο.
Τρίτον, πρέπει να πείσουμε τους πολίτες της χώρας για τα οφέλη των μεταρρυθμίσεων και τη δίκαιη κατανομή τους, να πειστούν, δηλαδή, ότι υπάρχει ελπίδα, μέλλον και κοινωνική ανέλιξη γι’ αυτούς. Με τους πολίτες και την κοινωνία απέναντι στις μεταρρυθμίσεις είναι βέβαιον ότι η πρόοδος υλοποίησής τους θα είναι περιορισμένη.
Β.Ράπανος(ΕΤΕ): Είναι πλέον καιρός να περιοριστούν και να εξαλειφθούν οι πρόσοδοι τις οποίες αποκομίζουν πολλές επαγγελματικές κατηγορίες εις βάρος των πολλών
Ένα βασικό ερώτημα που τίθεται είναι γιατί η χώρα μας δεν μπόρεσε να τιθασεύσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα και να μειώσει το δημόσιο χρέος της, παρά την ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ για μακρά χρονική περίοδο; Οι απαντήσεις που μπορούν να δοθούν είναι πολλές, με πιο συνηθισμένη την απάντηση ότι το πολιτικό μας σύστημα δεν έχει το θάρρος να πάρει τα δύσκολα και μη δημοφιλή μέτρα που απαιτούνταν. Μια πιο διεισδυτική ανάλυση όμως αποκαλύπτει ότι ίσως αυτή η αδυναμία του πολιτικού μας συστήματος οφείλεται στη δυσλειτουργία ή και ανυπαρξία σύγχρονων και αποτελεσματικών θεσμών, οι οποίοι δημιουργούν ελέγχους και αντίβαρα σε μια Δημοκρατία, και συντελούν στο να είναι το πολιτικό σύστημα πιο υπεύθυνο. Με θεσμούς εννοούμε τους βασικούς κανόνες που διέπουν τη διαμόρφωση και άσκηση της οικονομικής πολιτική μιας χώρας Το θέμα είναι αρκετά σύνθετο και γι’ αυτό στη θα περιοριστώ στο θέμα των δημοσιονομικών θεσμών.
Στην Ελλάδα, παρά τις τεράστιες αλλαγές που έγιναν, τόσο στην τεχνολογία όσο και στο ευρύτερο πλαίσιο της οικονομίας μας, ιδίως μετά την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη, πολλοί από τους βασικούς μας θεσμούς δεν έχουν προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Χαρακτηριστική εξαίρεση αποτελεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Μεθοδικά και σταδιακά έγιναν σημαντικές αλλαγές στη δεκαετία του 1990 και το τραπεζικό σύστημα μας σύστημα αναμορφώθηκε ολοκληρωτικά. Δεν είναι τυχαίο το ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν κλονίστηκε από τη διεθνή χρηματοοικονομική κρίση. Αλλά και μετά το ξέσπασμα της δημοσιονομικής κρίσης και τη δραματική υποβάθμιση της αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας, οι τράπεζες έχουν επιδείξει σημαντικές αντοχές και παραμένουν κατά βάση υγιείς.
Κάτι τέτοιο δεν έγινε δυστυχώς σε άλλους τομείς και ιδιαίτερα στο δημοσιονομικό τομέα. Οι αδυναμίες και ανεπάρκειες του δημοσιονομικού μας συστήματος δεν φάνηκαν στην περίοδο της αδιάκοπης οικονομικής μεγέθυνσης, που ξεκίνησε με την προσπάθεια της ένταξης της χώρας μας στην ΟΝΕ, μέχρι το 2008. Με τη διεθνή όμως κρίση και την εκδήλωση της δημοσιονομικής κρίσης στην Ελλάδα, έγινε φανερό ότι η τιθάσευση του ελλείμματος και η μείωση του τεράστιου δημόσιου χρέους είναι πλέον θέμα εθνικής επιβίωσης. Ποια τα αίτια της δημοσιονομικής κρίσης; Αναμφίβολα οι ανεύθυνες πολιτικές που ακολουθήθηκαν στο παρελθόν και η αδυναμία του πολιτικού μας συστήματος να ελέγξει τις δημόσιες δαπάνες και να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα, όχι μέσα από αύξηση συντελεστών, αλλά μέσα από διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Δεν δέχομαι όμως ότι δεν έγιναν κάποιες προσπάθειες. Αν αυτές απέτυχαν, αυτό οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό, κατά τη γνώμη μου, στους αδύναμους και ανεπαρκείς δημοσιονομικούς θεσμούς της χώρας μας. Πολύ συνοπτικά θα προσπαθήσω να παρουσιάσω κάποιες από τις αδυναμίες και ανεπάρκειες των θεσμών αυτών είναι:
• Ξεπερασμένο σύστημα σύνταξης και εκτέλεσης προϋπολογισμού.
• Έλλειψη διαφάνειας στον κρατικό προϋπολογισμό και απουσία μηχανισμών ελέγχου της ακρίβειας των στοιχείων.
• Απουσία μεσοπρόθεσμου σχεδιασμού.
• Οι όποιοι έλεγχοι δαπανών είναι έλεγχοι νομιμότητας και μόνο και δεν υπάρχουν μηχανισμοί ελέγχου αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας..
• Τα πληροφοριακά συστήματα παρακολούθησης εκτέλεσης των δαπανών είναι ακόμη πρωτόγονα. Ακόμη και το ΤΑΧΙS έχει προβλήματα.
• Ο ρόλος του Κοινοβουλίου είναι πολύ περιορισμένος και πέρα από την ψήφιση του προϋπολογισμού δεν ασκεί κανένα ουσιαστικό ρόλο στην εκτέλεση του.
• Η φορολογική διοίκηση λειτουργεί με πρότυπα οργάνωσης που είναι ξεπερασμένα και η φοροδιαφυγή είναι ενδημικό φαινόμενο.
• Η φορολογική μας νομοθεσία είναι ιδιαίτερα περίπλοκη, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα του φορολογουμένου για τις υποχρεώσεις του.
• Το σύστημα φορολογικών ελέγχων είναι τέτοιο που δημιουργεί κίνητρα για φοροδιαφυγή και διαφθορά.
• Η μόνη ουσιαστική οδός επίλυσης φορολογικών διαφορών είναι τα δικαστήρια και με τις αδυναμίες που αυτά παρουσιάζουν η απονομή δικαιοσύνης είναι και αναποτελεσματική και παίρνει υπέρμετρα πολύ χρόνο.
• Οι προϋπολογισμοί εκτός κεντρικής κυβέρνησης ελάχιστα πληρούν τις σύγχρονες απαιτήσεις λογιστικών προτύπων και διαφάνειας.
Είναι αλήθεια ότι μετά την κρίση έχουν ληφθεί μια σειρά από μέτρα που βελτιώνουν την κατάσταση, αλλά οι θεσμικές αδυναμίες και τα θεσμικά κενά συνεχίζουν να είναι σημαντικά. Με το νόμο 3871 του 2010 για τη Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη εισάγονται μια σειρά από αξιοσημείωτες καινοτομίες. Οι αλλαγές του νέου νόμου είναι πράγματι φιλόδοξες και η υλοποίηση τους θα βελτιώσει σημαντικά τη διαφάνεια, την αποτελεσματικότητα και τη λογοδοσία της κυβέρνησης και των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των φορέων του Δημοσίου. Μια πιο προσεκτική εξέταση όμως δείχνει ότι ο νόμος, αν και προς τη σωστή κατεύθυνση δεν είναι τόσο τολμηρός όσο θα μπορούσε. Παρά τις όποιες επιφυλάξεις που μπορεί να εκφράσει κανείς, ο νόμος 3871/2010 αποτελεί ένα σημείο εκκίνησης για αλλαγές που θα αλλάξουν ριζικά τη δημοσιονομική διαχείριση της χώρας.
Σε ό,τι αφορά τη φορολογία, ένας νέος έρχεται ο οποίος εισάγει μια σειρά από καινοτομίες, όπως η αλλαγή στο σύστημα φορολογικών ελέγχων, η διαιτητική επίλυση των φορολογικών διαφορών, η δημιουργία ειδικού οργάνου που θα ελέγχει περιπτώσεις διαφθοράς, ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος, η δυνατότητα συμψηφισμού οφειλών, κ.α. Όλα αυτά είναι στη σωστή κατεύθυνση, αλλά ο τρόπος οργάνωσης και λειτουργίας του φοροεισπρακτικού μηχανισμού δεν αλλάζει φιλοσοφία. Προσωπικά θα περίμενα ένα νομοσχέδιο ειδικά επικεντρωμένο στην αναδιάρθρωση της φορολογικής διοίκησης και όχι μερικές διατάξεις διάσπαρτες σ’ ένα νομοσχέδια με πλήθος άλλων ρυθμίσεων από τη φορολογία μερισμάτων μέχρι την αξιοποίηση ακίνητης περιουσίας.
Ειδικότερα για το θέμα της διαφθοράς βλέπουμε ότι και το Υπουργείο Οικονομικών εισάγει ειδικές διατάξεις, με τη δημιουργία ειδικού όργανο Παρόμοιες διατάξεις βρίσκουμε σε νομοσχέδια που αφορούν άλλα υπουργεία. Φτάσαμε το κάθε Υπουργείο, ή και η κάθε υπηρεσία να έχει τη δική του μονάδα πάταξης της διαφθοράς. Εδώ και πολλά χρόνια διερωτώμαι και το έχω επισημάνει. Αντί να έχουμε διάσπαρτες υπηρεσίες εδώ κι εκεί, που δρουν ασυντόνιστα μεταξύ τους, είναι δύσκολο να γίνει μια ενιαία ανεξάρτητη αρχή, σε εθνικό επίπεδο, που θα ασχολείται με τα θέματα διαφθοράς; Η εμπειρία από άλλες χώρες που ίδρυσαν τέτοιες αρχές είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική.
Είναι αλήθεια ότι τον τελευταίο χρόνο έχουν γίνει πολλά, πολύ περισσότερα απ’ ότι τα τελευταία είκοσι χρόνια για να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο του δημοσιονομικού μας συστήματος. Η κρίση πιέζει και ζητούμε να γίνουν πολλά.
Ο τόπος μας βιώνει μια πολύ δύσκολη περίοδο. Οι επιπτώσεις της κρίσης δεν είναι σύμμετρες σε όλα τα στρώματα του Ελληνικού λαού. Οι διαρθρωτικές αλλαγές που είναι σε εξέλιξη δημιουργούν τις προϋποθέσεις όχι μόνο για οικονομική ανάκαμψη, αλλά και για πιο δίκαιο μοίρασμα του μόχθου των εργαζομένων. Είναι πλέον καιρός να περιοριστούν και να εξαλειφθούν οι πρόσοδοι τις οποίες αποκομίζουν πολλές επαγγελματικές κατηγορίες εις βάρος των πολλών.
Από τον τόμο που έχουμε στα χέρια μας είναι φανερό ότι η παγκόσμια χρηματοπιστωτική και μετέπειτα οικονομική κρίση δεν προέκυψε τυχαία. Ήταν αποτέλεσμα λαθεμένων επιλογών και πολιτικών και αμέλειας για τα μαθήματα της ιστορίας. Το ίδιο πιστεύω ότι συνέβη και στην Ελλάδα. Σε καλές εποχές δεν μπορέσαμε ή δεν θελήσαμε να αποδεχθούμε τη νέα πραγματικότητα και να προσαρμοστούμε. Τώρα καλούμαστε να κάνουμε μέσα σε λίγους μήνες ότι δεν κάναμε επί δεκαετίες. Το ερώτημα που συχνά τίθεται είναι αν κάνοντας όλες αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές θα αλλάξουν τα πράγματα και η Ελλάδα θα ξαναβρεί αναπτυξιακή διέξοδο. Δεν είμαι σίγουρος. Είναι όμως απολύτως βέβαιο ότι για να μπορέσει η χώρα μας να ξαναμπεί σε διατηρήσιμη αναπτυξιακή τροχιά, οι αλλαγές αυτές πρέπει να γίνουν. Και στην περίπτωση μας, νομίζω ότι ισχύει αυτό που έλεγε ο Δαρβίνος, ότι δηλαδή δεν είναι τα πιο δυνατά ή πιο έξυπνα είδη που επιβιώνουν, αλλά εκείνα που ανταποκρίνονται καλύτερα στις αλλαγές που επέρχονται. Σε τελική ανάλυση είμαι αισιόδοξος ότι στο τέλος θα τα καταφέρουμε. Στηριζόμενοι στις δικές μας δυνάμεις, και πιστεύοντας ότι το μέλλον ανήκει σε αυτούς που δεν περιμένουν την άνωθεν ή την έξωθεν σωτηρία θα διαψεύσουμε τις Κασσάνδρες και η πατρίδα μας θα βρει τη θέση που της αξίζει.
Α. Ηλιάδης(Τρ. Κύπρου):Οι καιροί απαιτούν σύνεση, διορατικότητα και τόλμη και όχι μεμψιμοιρία και στείρα προσήλωση σε τετριμμένα και κατεστημένα
Η Ελλάδα καλείται να δώσει τη μάχη της στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης προς το κράτος και κατά συνέπεια και στην αποφόρτιση του τραπεζικού της συστήματος.
Αναλύοντας τα γεγονότα και τις συνθήκες γύρω μας, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η κρίση προήλθε από τον κλονισμό της εμπιστοσύνης/πίστης προς το σύστημα. Η κρίση απέδειξε ότι η σταθερότητα, τόσο των κρατών, όσο και των τραπεζών εξαρτάται από την εμπιστοσύνη με την οποία περιβάλλονται, όσον αφορά τη σωστή διαχείριση των πόρων τους και τις δυνατότητές τους ν’ αντεπεξέλθουν βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Επιπλέον η κρίση κατέδειξε τη μεγάλη εξάρτηση και αλληλοσύνδεση των κρατών με το τραπεζικό τους σύστημα. Έχουμε βιώσει περιπτώσεις όπου ένα μη υγιές τραπεζικό σύστημα δημιούργησε κίνδυνο στη βιωσιμότητα της χώρας όπως και το αντίθετο, η αδύνατη δημόσια διαχείριση των οικονομικών μιας χώρας να επηρεάσει αρνητικά ένα υγιές τραπεζικό σύστημα.
Είναι σημαντικό λοιπόν στην πορεία προόδου οι αγορές και τα κράτη να λειτουργούν με μέτρο και να βρίσκουν το σημείο ισορροπίας. Απαιτείται συμπόρευση μεταξύ αυτών που δημιουργούν τους κανόνες και έχουν ευθύνη της εποπτείας της αγοράς και αυτών που είναι οι λειτουργοί της αγοράς. Οδηγούμαστε σε ένα νέο εποπτικό πλαίσιο που θέτει νέους κανόνες για τη λειτουργία των αγορών, ενώ παράλληλα τίθενται προς εξέταση και νέοι κανόνες για την εποπτεία και διαχείριση των δημόσιων οικονομικών.
Οι καιροί απαιτούν σύνεση, διορατικότητα και τόλμη και όχι μεμψιμοιρία και στείρα προσήλωση σε τετριμμένα και κατεστημένα. Απαιτούν ορθή αξιολόγηση αυτών που βιώσαμε και βιώνουμε και σωστή εκτίμηση των εξελίξεων. Πάνω απ’ όλα απαιτούν τολμηρές αποφάσεις για τα βήματα που χρειάζονται. Οι αλλαγές θα πρέπει να μας οδηγήσουν σε αλλαγές.
Σε εμάς εναπόκειται οι αλλαγές που θα γίνουν να μας οδηγήσουν σε ένα βελτιωμένο λειτουργικό περιβάλλον και ένα καλύτερο αύριο.
Σπ. Θεοδωρόπουλος: Εάν δεν αποκατασταθεί η σχέση εμπιστοσύνης κράτους-πολίτη, καμία νέα επένδυση δεν θα γίνει
Η δημιουργία του νέου αναπτυξιακού προτύπου απαιτεί δύο προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι νέα κεφάλαια. Τα οποία εφόσον πλέον αποκλείεται για το ορατό μέλλον να είναι κρατικά, πρέπει να είναι ιδιωτικά : Για να προσελκύσουμε όμως νέα ιδιωτικά κεφάλαια, υπάρχει μία λέξη κλειδί, η λέξη εμπιστοσύνη. Η εμπιστοσύνη μεταξύ κράτους και επενδυτή. Η οποία αυτή τη στιγμή βρίσκεται στον κύκλο του κακού. Το κράτος πιστεύει ότι όλοι οι δραστηριοποιούμενοι στην οικονομία είναι φοροφυγάδες και με αυτό τον περίφημο θεσμό των επανελέγχων κυριολεκτικά εκβιάζει τις υπάρχουσες επιχειρήσεις. Θεσπίζει νέους νόμους (π.χ. 50% καταβολή για προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια), δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του απέναντι στις επιχειρήσεις και ταυτοχρόνως θεσπίζει νόμους για μακροχρόνιες προσωπικές φυλακίσεις δραστηριοποιουμένων επαγγελματιών ή επιχειρηματιών. Η επιχειρηματικότητα οδηγείται σε ασφυξία. Σε αυτό το περιβάλλον κανένα Invest in Greece δεν πρόκειται να οδηγήσει τη χώρα σε ανάπτυξη. Κανείς μα κανείς σοβαρός επενδυτής δεν θα έρθει. Το πρόβλημα της μη προσέλκυσης επενδύσεων δεν είναι διότι ο αριθμός ημερών δημιουργίας νέας εταιρείας είναι μεγάλος. Ούτε το ότι το κόστος εργασίας είναι υψηλό. Το κόστος του ανειδίκευτου εργάτη σε ελληνική επαρχιακή πόλη είναι όσο και στην Ρωσία. Και μόλις 40% ακριβότερο από την Πολωνία.
Τα προβλήματα είναι : α) κόστος ενέργειας, β) ασφυκτικές σχέσεις στην οικονομική του συναλλαγή με το κράτος και γ) αδυναμία λήψης απαιτούμενων αδειών. Τρείς παράγοντες που εξαρτώνται και οι τρείς από το κράτος. Εάν δεν αποκατασταθεί η σχέση εμπιστοσύνης κράτους-πολίτη, καμία νέα επένδυση δεν θα γίνει. Και για να αποκατασταθεί αυτή η σχέση, κατά τη γνώμη μου χρειάζονται δύο μόνον διαρθρωτικές αλλαγές. Εξατομίκευση ευθύνης για παράνομες ενέργειες και απόδοση ευθυνών. Ώστε να νοιώσουν όλοι και οι πολίτες και οι επενδυτές ότι ζουν ή επενδύουν σε κράτος δικαίου. Η γενική ατιμωρησία δεν αντέχεται άλλο και συγχρόνως διώχνει επενδύσεις. Και δεύτερον 5-10 δις ευρώ για να γίνει το κράτος συνεπής συναλλασσόμενος. Δεν αναφέρομαι στη σχέση με τους πιστωτές του. Εκεί πρώτα πρέπει να κοστολογήσει τι και πόσο θα αγοράζει. Αναφέρομαι στους υπόλοιπους φορολογούμενους, πολίτες ή επιχειρήσεις. Διότι αυτοί είναι η συντριπτική πλειοψηφία και αυτοί είναι εκείνοι οι οποίοι ουδέποτε απομύζησαν το κράτος.
Αυτές είναι οι πραγματικές διαρθρωτικές αλλαγές. Η πώληση ασημικών βοηθά, ανακουφίζει, αλλά δεν θεραπεύει. Θεραπεία είναι μόνο η ανάπτυξη. Και ανάπτυξη χωρίς εμπιστοσύνη είναι γνωστό ότι δεν υπάρχει. Όταν το θέμα εμπιστοσύνη περάσει στον κύκλου του καλού, πολλές από τις υπόλοιπες διαρθρωτικές αλλαγές θα γίνουν ευκολότερα αποδεκτές.
Σε ένα κράτος που βελτιώνεται στην έννοια του δικαίου, όλοι δέχονται να κάνουν θυσίες. Και οι Έλληνες απέδειξαν τον τελευταίο ενάμιση χρόνο ότι και ώριμοι είναι και νοήμονες και ρεαλιστές. Αυτό το οποίο χρειαζόμαστε είναι σκληρές αποφάσεις που να οδηγήσουν τους πολίτες και τους επενδυτές στη δημιουργία της αίσθησης ότι το κράτος καταλαβαίνει τα λάθη του που μας οδήγησαν εδώ και αρχίζει να τα διορθώνει. Αυτό θα δημιουργήσει νέα ψυχολογία, νέα διάθεση για νέες δουλειές, ανοίγματα σε νέες αγορές, νέες επενδύσεις και τελικά ανάπτυξη.
Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι οικονομικό. Η λύση του όμως είναι καταρχήν κοινωνική, πολιτική και κατόπιν οικονομική.
Γκίκας Χαρδούβελης (Eurobank): Το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί στο βιοτικό μας επίπεδο είναι η έξωση από την Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση
Γνωρίζουμε όλοι ότι το Κεφάλαιο είναι βασιλιάς, αυτό κυβερνά τις συμπεριφορές και την πορεία των οικονομιών. Όμως, μπορούν οι κοινωνίες να βάλουν κανόνες στη συμπεριφορά του, να το δαμάσουν προς όφελος της κοινωνίας; Η χρηματοοικονομική κρίση έδειξε τις ατέλειες του ξέφρενου καπιταλιστικού συστήματος. Μετά την κρίση, φαίνεται ότι έχει γίνει μια μεγάλη αρχή ώστε να μπουν όρια στη συμπεριφορά του. Και είμαι πιο αισιόδοξος για την Ευρώπη, η οποία φαίνεται ότι θα ακολουθήσει σχετικά γρήγορα τους νέους κανονισμούς για κεφαλαιακή επάρκεια, μόχλευση και ρευστότητα των τραπεζών, την επονομαζόμενη Βασιλείας ΙΙΙ. Στις ΗΠΑ, τη χώρα όπου το σκιώδες τραπεζικό σύστημα βασίλευε, η μελλοντική πορεία είναι λιγότερο ξεκάθαρη, αν και εκεί έχουν μπει αρκετοί περιορισμοί στην ανεξέλεγκτη δράση του. Παράδειγμα ο νόμος Dodd-Frank του 2010.
Ποιοι ακριβώς θα είναι οι ρυθμοί ανάπτυξης την επόμενη δεκαετία για τις αναπτυγμένες και τις αναπτυσσόμενες χώρες;
Η πρόβλεψη εδώ είναι σχετικά εύκολη. Οι περιορισμοί στον χρηματοοικονομικό χώρο αναμένεται να ανεβάσουν τα πραγματικά επιτόκια. Το ίδιο θα κάνουν και άλλοι παράγοντες, όπως τα υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου που τιμολογούνται πλέον στις αγορές, οι μεγαλύτερες ανάγκες δανεισμού του Δημοσίου πολλών χωρών, ή η επάνοδος σε ανοδική πορεία των επιτοκίων παρέμβασης από τις κεντρικές τράπεζες. Υψηλότερα επιτόκια όμως συνεπάγονται χαμηλότερη ανάπτυξη. Χαμηλότερη ανάπτυξη συνεπάγεται και η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, η οποία θα στοχεύει στη μείωση του υπερβολικού χρέους που σωρεύτηκε τα τελευταία 3 χρόνια για να αποφευχθεί μια χειρότερη ύφεση. Χαμηλότερη ανάπτυξη συνεπάγεται και η επαναφορά των Αμερικανών σε ρυθμούς χαμηλότερης κατανάλωσης και υψηλότερης αποταμίευσης, αφού έτσι οι χώρες της υφηλίου δεν θα μπορούν να εξάγουν τα προϊόντα τους με τους ρυθμούς του παρελθόντος.
Η χαμηλότερη ανάπτυξη αναμένεται να συνοδευτεί με λιγότερες εξάρσεις και υφέσεις στην οικονομική δραστηριότητα, αφού ένα πιο σταθερό παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα αναγκαστικά θα συμβάλλει και σε ένα πιο σταθερό οικονομικό περιβάλλον.Η χαμηλότερη αυτή ανάπτυξη θα είναι χαρακτηριστικό κυρίως της Δύσης. Εκεί συνέβη η χρηματοοικονομική κρίση, εκεί οι χώρες δανείστηκαν και τα ασφάλιστρα κινδύνου εκτινάχτηκαν. Έτσι ο αναπτυσσόμενος κόσμος θα αποκτά μεγαλύτερη συγκριτική οικονομική και πολιτική δύναμη.
Θα μπορέσει η Ευρωζώνη να ενδυναμώσει τη συνοχή της και να ξεφύγει μια για πάντα από την τυραννία των αγορών;
Η απάντησή μου είναι ότι δεν έχει άλλες επιλογές. Πρέπει να το κάνει. Η Ευρωζώνη στήθηκε ως ένα πολιτικό εγχείρημα στη δεκαετία του 1990. Τότε αγνοήθηκαν οι οικονομολόγοι που μιλούσαν για «βέλτιστες περιοχές κοινού νομίσματος» και τα αναγκαία χαρακτηριστικά τους. Μέσα στα χαρακτηριστικά των χωρών που φτιάχνουν την περιοχή του ενιαίου νομίσματος δεν ήταν μόνον τα ελεύθερα σύνορα, αλλά και η ομοιογένεια των οικονομιών των χωρών, δηλαδή ίδια ευελιξία στις αγορές εργασίας, κοινοί κανόνες συνταξιοδοτικών συστημάτων, μηδαμινή γραφειοκρατία παντού, έλλειψη ολιγοπωλίων παντού, και φυσικά ελάχιστα ή μηδενικά δημοσιονομικά ελλείμματα. Στα χαρακτηριστικά αυτά ήταν και η ύπαρξη ενός συστήματος μεταφοράς πόρων από χώρες σε ανοδική φάση του οικονομικού κύκλου προς χώρες σε καθοδική φάση.
Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί αψήφησαν τις ανομοιογένειες και πίστεψαν ότι οι πυλώνες της ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας, του Συμφώνου Ανταγωνιστικότητας και Ανάπτυξης και το φόβητρο της μη διάσωσης μιας χώρας που χρεοκοπεί θα έδιναν λύση. Όμως το Σύμφωνο δεν λειτούργησε, ούτε το φόβητρο χρεοκοπίας λειτούργησε. Πολλές χώρες παραβίασαν με το αζημίωτο το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας και Ανάπτυξης και δεν έβαλαν τάξη στα δημοσιονομικά τους. Ούτε οι αγορές τιμωρούσαν τους ασυνεπείς. Τα επιτόκια των χωρών του Νότου ήταν παρόμοια με αυτά της Γερμανίας. Οι χώρες δεν είχαν κίνητρο να αναδιαρθρώσουν τις οικονομίες τους σε μια εποχή ευφορίας με υψηλή ζήτηση προϊόντων, αφού ο δανεισμός ήταν εύκολος και δεν κόστιζε πολύ. Έτσι, στα 12 χρόνια ύπαρξης της Ευρωζώνης οι ανομοιογένειες αυξήθηκαν αντί να μειωθούν. Δημιουργήθηκε ένας ανταγωνιστικός Βορράς και ένας μη ανταγωνιστικός Νότος. Η διεθνής κρίση που ευαισθητοποίησε τις αγορές στα κρυφά ρίσκα, έφερε και την αφύπνιση τους στο πρόβλημα της συνοχής της Ευρωζώνης.
Η νέα αρχιτεκτονική σήμερα δοκιμάζεται καθώς σταδιακά δημιουργείται. Οι αγορές θέλουν αποτελέσματα εδώ και τώρα, αλλά η κουλτούρα εύρεσης κοινού παρονομαστή στην Ευρώπη παίρνει χρόνο. Ας κάνουμε λοιπόν υπομονή.
Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον ως Ελλάδα;
Εδώ χρειάζεται ακόμα μεγαλύτερη υπομονή και καρτερία. Υπάρχει ένα θετικό σενάριο της Τρόικας, σύμφωνα με το οποίο θα βγούμε από το τούνελ χωρίς αθέτηση των δανειακών μας υποχρεώσεων προς του ομολογιούχους. Το σενάριο αυτό μπορεί να πετύχει, αλλά περιέχει πολλούς κινδύνους, τους οποίους πρέπει να παρακάμψουμε. Η αγορά δεν το πιστεύει και τιμολογεί αθέτηση των όρων δανεισμού με μεγάλη πιθανότητα (π.χ. ότι σε 5 χρόνια οι ομολογιούχοι θα έχουν χάσει όλο τους το κεφάλαιο με πιθανότητα 1/3).
Παρά τους φόβους της αγοράς, οι κίνδυνοι στην πορεία εξυγίανσης της αναθέρμανσης της ελληνικής οικονομίας είναι ελέγξιμοι. Αναφέρω επιγραμματικά τους κινδύνους αυτούς:
1) Θα απεγκλωβιστεί από την ύφεση σύντομα η ελληνική οικονομία;
Απάντηση: Απαιτείται αύξηση εξαγωγών (ιδιαίτερα λόγω αυξητικής εκροής εισοδημάτων), σταθεροποίηση οικονομικού κλίματος, φραγμός στην πτώση επενδύσεων, επίλυση της ευρωπαϊκής κρίσης που θα δώσει στις τράπεζες ρευστότητα και θα αυξήσει την αξιοπιστία των χωρών
2) Θα παραμείνει σταθερό το ελληνικό τραπεζικό σύστημα;
Απάντηση: Απαιτείται συνέχιση στήριξης από ΕΚΤ (δάνεια € 95 δις), άνοιγμα διατραπεζικής αν επιλυθεί η ευρωπαϊκή κρίση
3) Θα παταχθεί η φοροδιαφυγή και θα μπορέσει να μειωθεί το υπέρογκο το ύψος του ονομαστικού χρέους με άλλους τρόπους;
Απάντηση: Θα πάρει χρόνο η πάταξη της φοροδιαφυγής, ενώ η αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου αξίας €50 δις αποφασίστηκε στη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου. Ας μην κολλάμε στο υπέρογκο ποσό των €50 δις. Αυτό που έχει σημασία είναι η προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή. Υπάρχει ένας παραλογισμός στην ελληνικό κοινωνία, η οποία φαίνεται να προτιμά την καταπάτηση της δημόσιας περιουσίας από την εκμετάλλευση της, όπου από τα έσοδα ωφελείται όλη η κοινωνία .
4) Θα αυξήσουν το δυνητικό προϊόν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις;
Απάντηση: Έλληνες και ξένοι ερευνητές εκτιμούν αύξηση ΑΕΠ 17%. Πρέπει όμως οι μεταρρυθμίσεις να είναι ουσιαστικές και να μην παρακάμπτονται.
5) Θα μπορέσει η χώρα να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 6% για πολύ καιρό;Αυτό είναι κάτι πολύ δύσκολο. Ποτέ στο παρελθόν,ακόμα και όταν προσπαθούσαμε να ικανοποιήσουμε τα κριτήρια του Μάαστριχτ για είσοδο στην Ευρωζώνη δεν καταφέραμε τέτοια μεγάλα πλεονάσματα. Όμως, η σκληρότερη επιτήρηση από την ΕΕ με την επιχειρούμενη νέα αρχιτεκτονική της θα βοηθήσει σε πιθανή επιτυχία. Με άλλα λόγια, ακόμα και αν φύγει η Τρόικα, η ΕΕ θα είναι εδώ να μας επιβλέπει.
Τα απαιτούμενα πλεονάσματα μπορούν να μειωθούν μόνον αν βελτιωθεί η σχέση αύξησης ονομαστικού ΑΕΠ και ονομαστικού επιτοκίου στα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Η σχέση αυτή στις προβλέψεις της Τρόικας είναι ιδιαίτερα άσχημη και μεγεθύνει το πρόβλημα του χρέους (φαινόμενο αρνητικής χιονοστιβάδας στην εξέλιξη του χρέους). Γι αυτό έχει μεγάλη σημασία η απόκτηση αξιοπιστίας στις αγορές. Πρέπει τα περιθώρια επιτοκίου να μειωθούν. Πρέπει το συνολικό επιτόκιο να πέσει κάτω από τον ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης. Οι αγορές μπορεί να υπερβάλλουν στη σημερινή τους αντίδραση, αλλά ο φόβος τους δεν είναι χωρίς περιεχόμενο. Είναι δική μας δουλειά να τις πείσουμε. Είναι δική μας δουλειά να βάλουμε την οικονομία μπροστά.
Πολλοί ρωτούν «ποιο είναι το κακό σενάριο;» Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί, αλλά το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί στο βιοτικό μας επίπεδο είναι η έξωση από την Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντί δηλαδή να σοβαρευτούμε και να αδράξουμε την ευκαιρία της κρίσης ώστε να βάλουμε τάξη στο κράτος και την οικονομία, να κάνουμε ακριβώς το αντίθετο, την Ελλάδα ζούγκλα. Δεν είναι μια αξιόπιστη εναλλακτική.
www.bankingnews.gr
Μεταξύ των ομιλητών ήταν ο Βασίλης Ράπανος πρόεδρος της Εθνικής ο οποίος αναφέρθηκε στις βασικές θεσμικές αδυναμίες της χώρας που αποτελούν και την βασική αιτία της κρίσης.
Με βάση τον κ Ράπανο ο πυρήνας της ελληνικής κρίσης είναι οι θεσμικές αγκυλώσεις.Ο πρόεδρος της Εθνικής εμφανίσθηκε αισιόδοξος ότι στο τέλος η χώρα θα τα καταφέρει.
Ο Ανδρέας Ηλιάδης ανώτατος εκτελεστικός διευθυντής της τράπεζας Κύπρου αναφέρθηκε στο γενικότερο πλαίσιο που οδήγησε στην διεθνή κρίση ενώ ο επικεφαλής της Chipita κ Θεοδωρόπουλος .άγγιξε τα βασικά ζητήματα της πραγματικής οικονομίας τονίζοντας ότι με 5 έως 10 δις ευρώ το ελληνικό κράτος θα μπορούσε να καταστεί πιο φιλικό στο επιχειρείν.
Η πώληση ασημικών σύμφωνα με τον κ Θεοδώρόπουλο δεν λύνει τα προβλήματα της χώρας απλά ανακουφίζει προσωρινά την οικονομία.
Ο Νικόλαος Καραμούζης εκ των επιμελητών του βιβλίου αναφέρθηκε στην σταθερότητα των τραπεζών αλλά και στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος ενώ εστιάστηκε και στο μοντέλο που πρέπει να υιοθετήσει η χώρα αναπτυξιακή προοπτική χωρίς το κράτος να αποτελεί δεκανίκι.
Tι αναφέρεται στην επίσημη ανακοίνωση
Μια συνθετική και πολυπρισματική προσέγγιση της διεθνούς οικονομικής κρίσης και της ελληνικής της διάστασης, την πρώτη στην ελληνική βιβλιογραφία, αποτελεί ο συλλογικός τόμος ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ: Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον; σε επιμέλεια των κκ. Νικόλαου Β. Καραμούζη, Καθηγητή Πανεπιστημίου Πειραιώς, Αναπληρωτή Διευθύνοντα Συμβούλου ομίλου Eurobank EFG, και Γκίκα Α. Χαρδούβελη, Καθηγητή Πανεπιστημίου Πειραιώς, Οικονομικού Συμβούλου ομίλου Eurobank EFG, που παρουσιάστηκε σήμερα σε ειδική εκδήλωση από τις εκδόσεις Λιβάνη.
Ο τόμος παρουσιάζει όλο το εύρος των ζητημάτων της κρίσης, από τα αίτια και το υπόβαθρό της, τα θέματα πολιτικής που ανέδειξε, μέχρι τις προτάσεις πολιτικής για ένα σταθερότερο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά και, ειδικότερα, για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση και την ανασυγκρότηση της οικονομίας της μέσα στο νέο περιβάλλον. Για το έργο μίλησαν –εκτός από τους επιμελητές- ο καθηγητής και πρόεδρος του Δ.Σ. της Εθνικής Τράπεζας κ. Βασίλης Ράπανος, ο πρόεδρος του Συγκροτήματος της Τράπεζας Κύπρου κ. Ανδρέας Ηλιάδης και ο διευθύνων σύμβουλος της Chipita κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος, σε μια συζήτηση που συντόνισε ο διευθυντής της εφημερίδας «Το Βήμα» και του «Βήμα Online» κ. Παντελής Καψής.
Οι επιμελητές και οι παρουσιαστές του τόμου αναφέρθηκαν ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία. Ο κ. Νικόλαος Καραμούζης περιέγραψε τέσσερις βασικούς πυλώνες για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση: σταθερή δημοσιονομική προσαρμογή με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και περιορισμό του κράτους, εξομάλυνση των συνθηκών ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα και τις αγορές, βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και επάνοδο σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας. «Η ανάπτυξη θα δαμάσει το χρέος και θα οδηγήσει την Ελλάδα στην ομαλοποίηση», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Καραμούζης και επισήμανε την ανάγκη για ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο, βασισμένο στην διαμόρφωση περιβάλλοντος φιλικού προς τις επενδύσεις και την υγιή ιδιωτική επιχειρηματικότητα. «Ας αποδεχθούμε τελικά, ως κοινωνία», είπε, «ότι στην οικονομία και το ιδιωτικό είναι χρήσιμο και εθνικό».
Στην παρουσίαση της έκδοσης παραβρέθηκαν ο υπουργός Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Γιάννης Ραγκούσης, οι υφυπουργοί Μιλένα Αποστολάκη, Σπύρος Κουβέλης και Φίλιππος Σαχινίδης, ο αναπληρωτής υπεύθυνος του τομέα Οικονομίας της Ν.Δ. Χρήστος Σταϊκούρας, οι βουλευτές Μίμης Ανδρουλάκης, Γιάννης Παπαθανασίου, Χρήστος Πρωτόπαππας, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Απόστολος Ταμβακάκης, ο διοικητής της ATEbank Θεόδωρος Πανταλάκης, ο γενικός διευθυντής του Ομίλου Λάτση Ευάγγελος Χρόνης, ο πρόεδρος και ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank EFG Ευθύμιος Χριστοδούλου και Νικόλαος Νανόπουλος, οι πρώην υπουργοί Παρασκευάς Αυγερινός, Δημήτρης Γεωργακόπουλος, Τάσος Γιαννίτσης, Βασίλης Κοντογιαννόπουλος, Κώστας Λαλιώτης, Λάζαρος Λωτίδης, Γιάννης Παλαιοκρασσάς, Αλέκος Παπαδόπουλος, Φάνη Πετραλιά, Χρήστος Ροκόφυλλος, Χρήστος Φώλιας, Νίκος Χριστοδουλάκης, οι γ.γ. του υπουργείου Οικονομικών Ηλίας Πλασκοβίτης και του υπουργείου Εξωτερικών Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος και πολλοί διακεκριμένοι εκπρόσωποι του ακαδημαϊκού, οικονομικού, τραπεζικού και επιχειρηματικού χώρου.
Ν. Καραμούζης(Εurobank):Η ανάπτυξη θα δαμάσει το χρέος και θα οδηγήσει την Ελλάδα στην ομαλοποίηση.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, παρά τη σκληρή και έντονη κριτική που δέχθηκε τα τελευταία χρόνια, ακολούθησε την τελευταία δεκαετία μια εξωστρεφή, αναπτυξιακή πολιτική, επικεντρωμένη στις παραδοσιακές τραπεζικές εργασίες. Δεν είχε επενδύσει σε τοξικά χρεόγραφα και άλλες υψηλού κινδύνου τοποθετήσεις, δεν παρασύρθηκε σε υψηλό βαθμό μόχλευσης και δεν είχε ενεργή παρουσία στη διεθνή κερδοσκοπία, με αποτέλεσμα να έχει ελάχιστες αρνητικές επιπτώσεις από τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση.
Υφίσταται, όμως, σήμερα τις σημαντικές αρνητικές συνέπειες τις ελληνικής δημοσιονομικής εκτροπής, ενός σπάταλου και αναξιόπιστου κράτους, που απώλεσε την εμπιστοσύνη των αγορών, των πολιτών και των εταίρων μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Βρισκόμαστε, σήμερα, σε θέση άμυνας, με την ελληνική οικονομία σε ύφεση, με φθίνουσα εγχώρια κερδοφορία λόγω του υψηλού κόστους των καταθέσεων και των μη εξυπηρετούμενων δανείων και με σημαντική εξάρτηση από την ΕΚΤ και το Δημόσιο για ρευστότητα.
Η έξοδος του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από την κρίση θα γίνει σε βάθος χρόνου και προϋποθέτει :
• την άρση της αβεβαιότητας για το μέλλον και την προοπτική της Ευρωζώνης,
• την αποκατάσταση της πρόσβασης του ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, εξέλιξη που συνδέεται, κυρίως, με τη συνεπή υλοποίηση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και των μεταρρυθμίσεων,
• την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στο κράτος, τους θεσμούς, την πολιτική και τις τράπεζες και τη διεθνή αναβάθμιση της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης.
Το τραπεζικό σύστημα μπορεί και προσπαθεί να βηματίσει γρηγορότερα του Δημοσίου, αλλά δεν μπορεί να τρέξει μπροστά απ’ αυτό στις αγορές και τις εξελίξεις.
Είναι γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, τα Κράτη-Μέλη αλλά και η Ελλάδα υποτίμησαν στα τέλη του 2009 και στις αρχές του 2010 το μέγεθος, την πολυπλοκότητα και την έκταση του προβλήματος στην Ευρωζώνη.
Δεν διαμόρφωσαν έγκαιρα ολοκληρωμένες πολιτικές, οικονομικές και θεσμικές παρεμβάσεις που θα έπειθαν τις αγορές, θα έτρεχαν ταχύτερα από τους κερδοσκόπους και μπροστά από τις εξελίξεις.
Νομίζω ότι η μεγάλη πλειοψηφία όλων μας θα συμφωνήσει ότι υπάρχουν τέσσερις βασικές αλληλένδετες προϋποθέσεις για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση:
1. η σοβαρή και πειστική δημοσιονομική προσαρμογή και η οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας μέσω μεταρρυθμίσεων, κυρίως η διαμόρφωση ενός μικρότερου και αποτελεσματικότερου κράτους και μιας παραγωγικής οικονομίας,
2. η αποκατάσταση ικανοποιητικών συνθηκών ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα και τις αγορές,
3. η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας και,
4. η αποκατάσταση σταθερών και υψηλών ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας.
Όλες οι τεχνοκρατικές εκτιμήσεις συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η επιστροφή της χώρας σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης αποτελεί την καθοριστική παράμετρο επιτυχίας, κυρίως για την επίτευξη των στόχων, της δραστικής μείωσης του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, της ομαλοποίησης της οικονομίας και της βελτίωσης της κοινωνικής ευημερίας.
• Αν η χώρα επανέλθει σε πραγματικούς ρυθμούς ανάπτυξης γύρω στο 3% ετησίως τα επόμενα 10 χρόνια, σε συνδυασμό με πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα (γύρω στο 5% ετησίως) και λογικό κόστος δανεισμού, (κάτω του 6%), η σχέση δημόσιου χρέους/ΑΕΠ θα μειωθεί δραματικά, από περίπου 159% το 2012 στο 110%-115% του ΑΕΠ στο τέλος του 2020, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η επίπτωση των εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις. Ο στόχος δεν είναι εύκολος, αλλά είναι επιτεύξιμος.
• Οι ιδιωτικοποιήσεις και η αξιοποίηση της μεγάλης κινητής και ακίνητης δημόσιας περιουσίας θα ενισχύσουν την επίτευξη των παραπάνω στόχων διότι: α) μειώνουν το χρέος, β) βελτιώνουν το διεθνές κλίμα αναφορικά με την Ελλάδα και γ) προσελκύουν ξένες επενδύσεις.
Να τονίσω στο σημείο αυτό, χωρίς περιστροφές, ότι οι συζητήσεις – προτάσεις για επιστροφή της χώρας στη δραχμή δεν αποτελούν εναλλακτική λύση του ελληνικού προβλήματος, αλλά συνταγή καταστροφής της χώρας και οικονομικής, κοινωνικής και εθνικής οπισθοδρόμησης δεκαετίες πίσω.
Θα αποτελέσει ένα μεγάλο και επικίνδυνο συμβιβασμό των εθνικών μας συμφερόντων. Εκτιμώ, δε, ότι κατά πάσα πιθανότητα ο «ασθενής» θα αποθάνει πριν την εφαρμογή της υποτιθέμενης θεραπείας.
Κεντρική επιλογή για την έξοδο από την κρίση αποτελεί η δυναμική επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη, η διαμόρφωση δηλαδή ενός νέου, εξωστρεφούς αναπτυξιακού προτύπου που θα στηρίζεται στις επενδύσεις, την άνθιση της επιχειρηματικότητας και το δυναμικό εξαγωγικό προσανατολισμό της οικονομίας.
Η επικράτηση, δηλαδή, ενός νέου μεγάλου ρεύματος οικονομικής ελευθερίας και εμπιστοσύνης, που θα βελτιώνει την παραγωγικότητα της οικονομίας μέσω:
* της επιτάχυνσης των ιδιωτικών επενδύσεων και των επενδύσεων στις υποδομές,
* της δραστικής αναβάθμισης της παιδείας, της έρευνας και της τεχνολογίας,
* του ανοίγματος των αγορών και των κλειστών επαγγελμάτων,
* της μεγαλύτερης ευελιξίας στην αγορά εργασίας,
* της αποτελεσματικής και ριζοσπαστικής αναδιοργάνωσης του κράτους,
* της άρσης των αντικινήτρων για επενδύσεις και ανάπτυξη,
* της δημιουργίας ενός σταθερού και ανταγωνιστικού θεσμικού, φορολογικού και νομικού περιβάλλοντος, φιλικού προς το επιχειρείν και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι η Κυβέρνηση έχει κάνει σοβαρές προσπάθειες για την επίτευξη των παραπάνω στόχων. Είμαστε σε μια κρίσιμη φάση, που οι διεθνείς συνθήκες επιβάλλουν να επιταχύνουμε και να εντείνουμε τις προσπάθειές μας και σ’ αυτό απαιτείται η συμβολή όλων μας.
Ο δρόμος προς τα εμπρός είναι ο μετασχηματισμός της οικονομίας από μια κλειστή, κρατικοδίαιτη και αντιπαραγωγική οντότητα, σε μια ανοικτή ανταγωνιστική οικονομία ανάπτυξης, επιχειρηματικότητας, ευκαιριών και προοπτικής. Η ανάπτυξη θα δαμάσει το χρέος και θα οδηγήσει την Ελλάδα στην ομαλοποίηση.
Οι διεθνείς συνθήκες και το παγκόσμιο περιβάλλον δεν θα είναι μάλλον ευνοϊκά τα επόμενα χρόνια: τα διεθνή επιτόκια και τα ασφάλιστρα κινδύνου θα είναι υψηλότερα, οι ρυθμοί ανάπτυξης χαμηλότεροι και οι αβεβαιότητες και οι κίνδυνοι μεγαλύτεροι. Αυτό καθιστά το έργο της επανεκκίνησης της οικονομίας δυσκολότερο και απαιτητικότερο και την ανάγκη ισχυρού εσωτερικού μετώπου ισχυρότερη.
Κρίσιμες προϋποθέσεις για την έξοδο της χώρας από την κρίση, που δεν είναι αυστηρά οικονομικές:
Πρώτον, απαιτείται να κερδίσουμε ξανά την εμπιστοσύνη των πολιτών και των αγορών. Όσο οι διεθνείς κεφαλαιαγορές παραμένουν κλειστές για εμάς και όσο οι πολίτες δεν εμπιστεύονται τους θεσμούς και με το πρώτο ανώνυμο e-mail τρέχουν ν’ αποσύρουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες, ανάκαμψη και ομαλοποίηση δεν θα υπάρξει.
Ας αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μας και στις προοπτικές μας και ας ξανά πιστέψουμε στο κοινό μας μέλλον. Απ’ αυτό το κάλεσμα δεν μπορεί να λείψει κανείς, δεν μπορεί να λείψει η επιχειρηματική τάξη της χώρας.
Δεύτερον, για να προσελκύσουμε επενδύσεις, πολιτική, κράτος και κοινωνία πρέπει να γίνουν πιο φιλικά προς την επιχειρηματικότητα, να ξεπεράσουν το πνεύμα καχυποψίας, επιφυλακτικότητας και ίσως και εχθρικότητας, που χαρακτηρίζει τη στάση μας έναντι του ιδιωτικού επιχειρείν και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Ας αποδεχθούμε τελικά ως κοινωνία ότι στην οικονομία και το ιδιωτικό είναι εθνικό και χρήσιμο.
Τρίτον, πρέπει να πείσουμε τους πολίτες της χώρας για τα οφέλη των μεταρρυθμίσεων και τη δίκαιη κατανομή τους, να πειστούν, δηλαδή, ότι υπάρχει ελπίδα, μέλλον και κοινωνική ανέλιξη γι’ αυτούς. Με τους πολίτες και την κοινωνία απέναντι στις μεταρρυθμίσεις είναι βέβαιον ότι η πρόοδος υλοποίησής τους θα είναι περιορισμένη.
Β.Ράπανος(ΕΤΕ): Είναι πλέον καιρός να περιοριστούν και να εξαλειφθούν οι πρόσοδοι τις οποίες αποκομίζουν πολλές επαγγελματικές κατηγορίες εις βάρος των πολλών
Ένα βασικό ερώτημα που τίθεται είναι γιατί η χώρα μας δεν μπόρεσε να τιθασεύσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα και να μειώσει το δημόσιο χρέος της, παρά την ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ για μακρά χρονική περίοδο; Οι απαντήσεις που μπορούν να δοθούν είναι πολλές, με πιο συνηθισμένη την απάντηση ότι το πολιτικό μας σύστημα δεν έχει το θάρρος να πάρει τα δύσκολα και μη δημοφιλή μέτρα που απαιτούνταν. Μια πιο διεισδυτική ανάλυση όμως αποκαλύπτει ότι ίσως αυτή η αδυναμία του πολιτικού μας συστήματος οφείλεται στη δυσλειτουργία ή και ανυπαρξία σύγχρονων και αποτελεσματικών θεσμών, οι οποίοι δημιουργούν ελέγχους και αντίβαρα σε μια Δημοκρατία, και συντελούν στο να είναι το πολιτικό σύστημα πιο υπεύθυνο. Με θεσμούς εννοούμε τους βασικούς κανόνες που διέπουν τη διαμόρφωση και άσκηση της οικονομικής πολιτική μιας χώρας Το θέμα είναι αρκετά σύνθετο και γι’ αυτό στη θα περιοριστώ στο θέμα των δημοσιονομικών θεσμών.
Στην Ελλάδα, παρά τις τεράστιες αλλαγές που έγιναν, τόσο στην τεχνολογία όσο και στο ευρύτερο πλαίσιο της οικονομίας μας, ιδίως μετά την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη, πολλοί από τους βασικούς μας θεσμούς δεν έχουν προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Χαρακτηριστική εξαίρεση αποτελεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Μεθοδικά και σταδιακά έγιναν σημαντικές αλλαγές στη δεκαετία του 1990 και το τραπεζικό σύστημα μας σύστημα αναμορφώθηκε ολοκληρωτικά. Δεν είναι τυχαίο το ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν κλονίστηκε από τη διεθνή χρηματοοικονομική κρίση. Αλλά και μετά το ξέσπασμα της δημοσιονομικής κρίσης και τη δραματική υποβάθμιση της αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας, οι τράπεζες έχουν επιδείξει σημαντικές αντοχές και παραμένουν κατά βάση υγιείς.
Κάτι τέτοιο δεν έγινε δυστυχώς σε άλλους τομείς και ιδιαίτερα στο δημοσιονομικό τομέα. Οι αδυναμίες και ανεπάρκειες του δημοσιονομικού μας συστήματος δεν φάνηκαν στην περίοδο της αδιάκοπης οικονομικής μεγέθυνσης, που ξεκίνησε με την προσπάθεια της ένταξης της χώρας μας στην ΟΝΕ, μέχρι το 2008. Με τη διεθνή όμως κρίση και την εκδήλωση της δημοσιονομικής κρίσης στην Ελλάδα, έγινε φανερό ότι η τιθάσευση του ελλείμματος και η μείωση του τεράστιου δημόσιου χρέους είναι πλέον θέμα εθνικής επιβίωσης. Ποια τα αίτια της δημοσιονομικής κρίσης; Αναμφίβολα οι ανεύθυνες πολιτικές που ακολουθήθηκαν στο παρελθόν και η αδυναμία του πολιτικού μας συστήματος να ελέγξει τις δημόσιες δαπάνες και να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα, όχι μέσα από αύξηση συντελεστών, αλλά μέσα από διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Δεν δέχομαι όμως ότι δεν έγιναν κάποιες προσπάθειες. Αν αυτές απέτυχαν, αυτό οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό, κατά τη γνώμη μου, στους αδύναμους και ανεπαρκείς δημοσιονομικούς θεσμούς της χώρας μας. Πολύ συνοπτικά θα προσπαθήσω να παρουσιάσω κάποιες από τις αδυναμίες και ανεπάρκειες των θεσμών αυτών είναι:
• Ξεπερασμένο σύστημα σύνταξης και εκτέλεσης προϋπολογισμού.
• Έλλειψη διαφάνειας στον κρατικό προϋπολογισμό και απουσία μηχανισμών ελέγχου της ακρίβειας των στοιχείων.
• Απουσία μεσοπρόθεσμου σχεδιασμού.
• Οι όποιοι έλεγχοι δαπανών είναι έλεγχοι νομιμότητας και μόνο και δεν υπάρχουν μηχανισμοί ελέγχου αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας..
• Τα πληροφοριακά συστήματα παρακολούθησης εκτέλεσης των δαπανών είναι ακόμη πρωτόγονα. Ακόμη και το ΤΑΧΙS έχει προβλήματα.
• Ο ρόλος του Κοινοβουλίου είναι πολύ περιορισμένος και πέρα από την ψήφιση του προϋπολογισμού δεν ασκεί κανένα ουσιαστικό ρόλο στην εκτέλεση του.
• Η φορολογική διοίκηση λειτουργεί με πρότυπα οργάνωσης που είναι ξεπερασμένα και η φοροδιαφυγή είναι ενδημικό φαινόμενο.
• Η φορολογική μας νομοθεσία είναι ιδιαίτερα περίπλοκη, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα του φορολογουμένου για τις υποχρεώσεις του.
• Το σύστημα φορολογικών ελέγχων είναι τέτοιο που δημιουργεί κίνητρα για φοροδιαφυγή και διαφθορά.
• Η μόνη ουσιαστική οδός επίλυσης φορολογικών διαφορών είναι τα δικαστήρια και με τις αδυναμίες που αυτά παρουσιάζουν η απονομή δικαιοσύνης είναι και αναποτελεσματική και παίρνει υπέρμετρα πολύ χρόνο.
• Οι προϋπολογισμοί εκτός κεντρικής κυβέρνησης ελάχιστα πληρούν τις σύγχρονες απαιτήσεις λογιστικών προτύπων και διαφάνειας.
Είναι αλήθεια ότι μετά την κρίση έχουν ληφθεί μια σειρά από μέτρα που βελτιώνουν την κατάσταση, αλλά οι θεσμικές αδυναμίες και τα θεσμικά κενά συνεχίζουν να είναι σημαντικά. Με το νόμο 3871 του 2010 για τη Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη εισάγονται μια σειρά από αξιοσημείωτες καινοτομίες. Οι αλλαγές του νέου νόμου είναι πράγματι φιλόδοξες και η υλοποίηση τους θα βελτιώσει σημαντικά τη διαφάνεια, την αποτελεσματικότητα και τη λογοδοσία της κυβέρνησης και των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των φορέων του Δημοσίου. Μια πιο προσεκτική εξέταση όμως δείχνει ότι ο νόμος, αν και προς τη σωστή κατεύθυνση δεν είναι τόσο τολμηρός όσο θα μπορούσε. Παρά τις όποιες επιφυλάξεις που μπορεί να εκφράσει κανείς, ο νόμος 3871/2010 αποτελεί ένα σημείο εκκίνησης για αλλαγές που θα αλλάξουν ριζικά τη δημοσιονομική διαχείριση της χώρας.
Σε ό,τι αφορά τη φορολογία, ένας νέος έρχεται ο οποίος εισάγει μια σειρά από καινοτομίες, όπως η αλλαγή στο σύστημα φορολογικών ελέγχων, η διαιτητική επίλυση των φορολογικών διαφορών, η δημιουργία ειδικού οργάνου που θα ελέγχει περιπτώσεις διαφθοράς, ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος, η δυνατότητα συμψηφισμού οφειλών, κ.α. Όλα αυτά είναι στη σωστή κατεύθυνση, αλλά ο τρόπος οργάνωσης και λειτουργίας του φοροεισπρακτικού μηχανισμού δεν αλλάζει φιλοσοφία. Προσωπικά θα περίμενα ένα νομοσχέδιο ειδικά επικεντρωμένο στην αναδιάρθρωση της φορολογικής διοίκησης και όχι μερικές διατάξεις διάσπαρτες σ’ ένα νομοσχέδια με πλήθος άλλων ρυθμίσεων από τη φορολογία μερισμάτων μέχρι την αξιοποίηση ακίνητης περιουσίας.
Ειδικότερα για το θέμα της διαφθοράς βλέπουμε ότι και το Υπουργείο Οικονομικών εισάγει ειδικές διατάξεις, με τη δημιουργία ειδικού όργανο Παρόμοιες διατάξεις βρίσκουμε σε νομοσχέδια που αφορούν άλλα υπουργεία. Φτάσαμε το κάθε Υπουργείο, ή και η κάθε υπηρεσία να έχει τη δική του μονάδα πάταξης της διαφθοράς. Εδώ και πολλά χρόνια διερωτώμαι και το έχω επισημάνει. Αντί να έχουμε διάσπαρτες υπηρεσίες εδώ κι εκεί, που δρουν ασυντόνιστα μεταξύ τους, είναι δύσκολο να γίνει μια ενιαία ανεξάρτητη αρχή, σε εθνικό επίπεδο, που θα ασχολείται με τα θέματα διαφθοράς; Η εμπειρία από άλλες χώρες που ίδρυσαν τέτοιες αρχές είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική.
Είναι αλήθεια ότι τον τελευταίο χρόνο έχουν γίνει πολλά, πολύ περισσότερα απ’ ότι τα τελευταία είκοσι χρόνια για να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο του δημοσιονομικού μας συστήματος. Η κρίση πιέζει και ζητούμε να γίνουν πολλά.
Ο τόπος μας βιώνει μια πολύ δύσκολη περίοδο. Οι επιπτώσεις της κρίσης δεν είναι σύμμετρες σε όλα τα στρώματα του Ελληνικού λαού. Οι διαρθρωτικές αλλαγές που είναι σε εξέλιξη δημιουργούν τις προϋποθέσεις όχι μόνο για οικονομική ανάκαμψη, αλλά και για πιο δίκαιο μοίρασμα του μόχθου των εργαζομένων. Είναι πλέον καιρός να περιοριστούν και να εξαλειφθούν οι πρόσοδοι τις οποίες αποκομίζουν πολλές επαγγελματικές κατηγορίες εις βάρος των πολλών.
Από τον τόμο που έχουμε στα χέρια μας είναι φανερό ότι η παγκόσμια χρηματοπιστωτική και μετέπειτα οικονομική κρίση δεν προέκυψε τυχαία. Ήταν αποτέλεσμα λαθεμένων επιλογών και πολιτικών και αμέλειας για τα μαθήματα της ιστορίας. Το ίδιο πιστεύω ότι συνέβη και στην Ελλάδα. Σε καλές εποχές δεν μπορέσαμε ή δεν θελήσαμε να αποδεχθούμε τη νέα πραγματικότητα και να προσαρμοστούμε. Τώρα καλούμαστε να κάνουμε μέσα σε λίγους μήνες ότι δεν κάναμε επί δεκαετίες. Το ερώτημα που συχνά τίθεται είναι αν κάνοντας όλες αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές θα αλλάξουν τα πράγματα και η Ελλάδα θα ξαναβρεί αναπτυξιακή διέξοδο. Δεν είμαι σίγουρος. Είναι όμως απολύτως βέβαιο ότι για να μπορέσει η χώρα μας να ξαναμπεί σε διατηρήσιμη αναπτυξιακή τροχιά, οι αλλαγές αυτές πρέπει να γίνουν. Και στην περίπτωση μας, νομίζω ότι ισχύει αυτό που έλεγε ο Δαρβίνος, ότι δηλαδή δεν είναι τα πιο δυνατά ή πιο έξυπνα είδη που επιβιώνουν, αλλά εκείνα που ανταποκρίνονται καλύτερα στις αλλαγές που επέρχονται. Σε τελική ανάλυση είμαι αισιόδοξος ότι στο τέλος θα τα καταφέρουμε. Στηριζόμενοι στις δικές μας δυνάμεις, και πιστεύοντας ότι το μέλλον ανήκει σε αυτούς που δεν περιμένουν την άνωθεν ή την έξωθεν σωτηρία θα διαψεύσουμε τις Κασσάνδρες και η πατρίδα μας θα βρει τη θέση που της αξίζει.
Α. Ηλιάδης(Τρ. Κύπρου):Οι καιροί απαιτούν σύνεση, διορατικότητα και τόλμη και όχι μεμψιμοιρία και στείρα προσήλωση σε τετριμμένα και κατεστημένα
Η Ελλάδα καλείται να δώσει τη μάχη της στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης προς το κράτος και κατά συνέπεια και στην αποφόρτιση του τραπεζικού της συστήματος.
Αναλύοντας τα γεγονότα και τις συνθήκες γύρω μας, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η κρίση προήλθε από τον κλονισμό της εμπιστοσύνης/πίστης προς το σύστημα. Η κρίση απέδειξε ότι η σταθερότητα, τόσο των κρατών, όσο και των τραπεζών εξαρτάται από την εμπιστοσύνη με την οποία περιβάλλονται, όσον αφορά τη σωστή διαχείριση των πόρων τους και τις δυνατότητές τους ν’ αντεπεξέλθουν βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Επιπλέον η κρίση κατέδειξε τη μεγάλη εξάρτηση και αλληλοσύνδεση των κρατών με το τραπεζικό τους σύστημα. Έχουμε βιώσει περιπτώσεις όπου ένα μη υγιές τραπεζικό σύστημα δημιούργησε κίνδυνο στη βιωσιμότητα της χώρας όπως και το αντίθετο, η αδύνατη δημόσια διαχείριση των οικονομικών μιας χώρας να επηρεάσει αρνητικά ένα υγιές τραπεζικό σύστημα.
Είναι σημαντικό λοιπόν στην πορεία προόδου οι αγορές και τα κράτη να λειτουργούν με μέτρο και να βρίσκουν το σημείο ισορροπίας. Απαιτείται συμπόρευση μεταξύ αυτών που δημιουργούν τους κανόνες και έχουν ευθύνη της εποπτείας της αγοράς και αυτών που είναι οι λειτουργοί της αγοράς. Οδηγούμαστε σε ένα νέο εποπτικό πλαίσιο που θέτει νέους κανόνες για τη λειτουργία των αγορών, ενώ παράλληλα τίθενται προς εξέταση και νέοι κανόνες για την εποπτεία και διαχείριση των δημόσιων οικονομικών.
Οι καιροί απαιτούν σύνεση, διορατικότητα και τόλμη και όχι μεμψιμοιρία και στείρα προσήλωση σε τετριμμένα και κατεστημένα. Απαιτούν ορθή αξιολόγηση αυτών που βιώσαμε και βιώνουμε και σωστή εκτίμηση των εξελίξεων. Πάνω απ’ όλα απαιτούν τολμηρές αποφάσεις για τα βήματα που χρειάζονται. Οι αλλαγές θα πρέπει να μας οδηγήσουν σε αλλαγές.
Σε εμάς εναπόκειται οι αλλαγές που θα γίνουν να μας οδηγήσουν σε ένα βελτιωμένο λειτουργικό περιβάλλον και ένα καλύτερο αύριο.
Σπ. Θεοδωρόπουλος: Εάν δεν αποκατασταθεί η σχέση εμπιστοσύνης κράτους-πολίτη, καμία νέα επένδυση δεν θα γίνει
Η δημιουργία του νέου αναπτυξιακού προτύπου απαιτεί δύο προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι νέα κεφάλαια. Τα οποία εφόσον πλέον αποκλείεται για το ορατό μέλλον να είναι κρατικά, πρέπει να είναι ιδιωτικά : Για να προσελκύσουμε όμως νέα ιδιωτικά κεφάλαια, υπάρχει μία λέξη κλειδί, η λέξη εμπιστοσύνη. Η εμπιστοσύνη μεταξύ κράτους και επενδυτή. Η οποία αυτή τη στιγμή βρίσκεται στον κύκλο του κακού. Το κράτος πιστεύει ότι όλοι οι δραστηριοποιούμενοι στην οικονομία είναι φοροφυγάδες και με αυτό τον περίφημο θεσμό των επανελέγχων κυριολεκτικά εκβιάζει τις υπάρχουσες επιχειρήσεις. Θεσπίζει νέους νόμους (π.χ. 50% καταβολή για προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια), δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του απέναντι στις επιχειρήσεις και ταυτοχρόνως θεσπίζει νόμους για μακροχρόνιες προσωπικές φυλακίσεις δραστηριοποιουμένων επαγγελματιών ή επιχειρηματιών. Η επιχειρηματικότητα οδηγείται σε ασφυξία. Σε αυτό το περιβάλλον κανένα Invest in Greece δεν πρόκειται να οδηγήσει τη χώρα σε ανάπτυξη. Κανείς μα κανείς σοβαρός επενδυτής δεν θα έρθει. Το πρόβλημα της μη προσέλκυσης επενδύσεων δεν είναι διότι ο αριθμός ημερών δημιουργίας νέας εταιρείας είναι μεγάλος. Ούτε το ότι το κόστος εργασίας είναι υψηλό. Το κόστος του ανειδίκευτου εργάτη σε ελληνική επαρχιακή πόλη είναι όσο και στην Ρωσία. Και μόλις 40% ακριβότερο από την Πολωνία.
Τα προβλήματα είναι : α) κόστος ενέργειας, β) ασφυκτικές σχέσεις στην οικονομική του συναλλαγή με το κράτος και γ) αδυναμία λήψης απαιτούμενων αδειών. Τρείς παράγοντες που εξαρτώνται και οι τρείς από το κράτος. Εάν δεν αποκατασταθεί η σχέση εμπιστοσύνης κράτους-πολίτη, καμία νέα επένδυση δεν θα γίνει. Και για να αποκατασταθεί αυτή η σχέση, κατά τη γνώμη μου χρειάζονται δύο μόνον διαρθρωτικές αλλαγές. Εξατομίκευση ευθύνης για παράνομες ενέργειες και απόδοση ευθυνών. Ώστε να νοιώσουν όλοι και οι πολίτες και οι επενδυτές ότι ζουν ή επενδύουν σε κράτος δικαίου. Η γενική ατιμωρησία δεν αντέχεται άλλο και συγχρόνως διώχνει επενδύσεις. Και δεύτερον 5-10 δις ευρώ για να γίνει το κράτος συνεπής συναλλασσόμενος. Δεν αναφέρομαι στη σχέση με τους πιστωτές του. Εκεί πρώτα πρέπει να κοστολογήσει τι και πόσο θα αγοράζει. Αναφέρομαι στους υπόλοιπους φορολογούμενους, πολίτες ή επιχειρήσεις. Διότι αυτοί είναι η συντριπτική πλειοψηφία και αυτοί είναι εκείνοι οι οποίοι ουδέποτε απομύζησαν το κράτος.
Αυτές είναι οι πραγματικές διαρθρωτικές αλλαγές. Η πώληση ασημικών βοηθά, ανακουφίζει, αλλά δεν θεραπεύει. Θεραπεία είναι μόνο η ανάπτυξη. Και ανάπτυξη χωρίς εμπιστοσύνη είναι γνωστό ότι δεν υπάρχει. Όταν το θέμα εμπιστοσύνη περάσει στον κύκλου του καλού, πολλές από τις υπόλοιπες διαρθρωτικές αλλαγές θα γίνουν ευκολότερα αποδεκτές.
Σε ένα κράτος που βελτιώνεται στην έννοια του δικαίου, όλοι δέχονται να κάνουν θυσίες. Και οι Έλληνες απέδειξαν τον τελευταίο ενάμιση χρόνο ότι και ώριμοι είναι και νοήμονες και ρεαλιστές. Αυτό το οποίο χρειαζόμαστε είναι σκληρές αποφάσεις που να οδηγήσουν τους πολίτες και τους επενδυτές στη δημιουργία της αίσθησης ότι το κράτος καταλαβαίνει τα λάθη του που μας οδήγησαν εδώ και αρχίζει να τα διορθώνει. Αυτό θα δημιουργήσει νέα ψυχολογία, νέα διάθεση για νέες δουλειές, ανοίγματα σε νέες αγορές, νέες επενδύσεις και τελικά ανάπτυξη.
Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι οικονομικό. Η λύση του όμως είναι καταρχήν κοινωνική, πολιτική και κατόπιν οικονομική.
Γκίκας Χαρδούβελης (Eurobank): Το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί στο βιοτικό μας επίπεδο είναι η έξωση από την Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση
Γνωρίζουμε όλοι ότι το Κεφάλαιο είναι βασιλιάς, αυτό κυβερνά τις συμπεριφορές και την πορεία των οικονομιών. Όμως, μπορούν οι κοινωνίες να βάλουν κανόνες στη συμπεριφορά του, να το δαμάσουν προς όφελος της κοινωνίας; Η χρηματοοικονομική κρίση έδειξε τις ατέλειες του ξέφρενου καπιταλιστικού συστήματος. Μετά την κρίση, φαίνεται ότι έχει γίνει μια μεγάλη αρχή ώστε να μπουν όρια στη συμπεριφορά του. Και είμαι πιο αισιόδοξος για την Ευρώπη, η οποία φαίνεται ότι θα ακολουθήσει σχετικά γρήγορα τους νέους κανονισμούς για κεφαλαιακή επάρκεια, μόχλευση και ρευστότητα των τραπεζών, την επονομαζόμενη Βασιλείας ΙΙΙ. Στις ΗΠΑ, τη χώρα όπου το σκιώδες τραπεζικό σύστημα βασίλευε, η μελλοντική πορεία είναι λιγότερο ξεκάθαρη, αν και εκεί έχουν μπει αρκετοί περιορισμοί στην ανεξέλεγκτη δράση του. Παράδειγμα ο νόμος Dodd-Frank του 2010.
Ποιοι ακριβώς θα είναι οι ρυθμοί ανάπτυξης την επόμενη δεκαετία για τις αναπτυγμένες και τις αναπτυσσόμενες χώρες;
Η πρόβλεψη εδώ είναι σχετικά εύκολη. Οι περιορισμοί στον χρηματοοικονομικό χώρο αναμένεται να ανεβάσουν τα πραγματικά επιτόκια. Το ίδιο θα κάνουν και άλλοι παράγοντες, όπως τα υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου που τιμολογούνται πλέον στις αγορές, οι μεγαλύτερες ανάγκες δανεισμού του Δημοσίου πολλών χωρών, ή η επάνοδος σε ανοδική πορεία των επιτοκίων παρέμβασης από τις κεντρικές τράπεζες. Υψηλότερα επιτόκια όμως συνεπάγονται χαμηλότερη ανάπτυξη. Χαμηλότερη ανάπτυξη συνεπάγεται και η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, η οποία θα στοχεύει στη μείωση του υπερβολικού χρέους που σωρεύτηκε τα τελευταία 3 χρόνια για να αποφευχθεί μια χειρότερη ύφεση. Χαμηλότερη ανάπτυξη συνεπάγεται και η επαναφορά των Αμερικανών σε ρυθμούς χαμηλότερης κατανάλωσης και υψηλότερης αποταμίευσης, αφού έτσι οι χώρες της υφηλίου δεν θα μπορούν να εξάγουν τα προϊόντα τους με τους ρυθμούς του παρελθόντος.
Η χαμηλότερη ανάπτυξη αναμένεται να συνοδευτεί με λιγότερες εξάρσεις και υφέσεις στην οικονομική δραστηριότητα, αφού ένα πιο σταθερό παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα αναγκαστικά θα συμβάλλει και σε ένα πιο σταθερό οικονομικό περιβάλλον.Η χαμηλότερη αυτή ανάπτυξη θα είναι χαρακτηριστικό κυρίως της Δύσης. Εκεί συνέβη η χρηματοοικονομική κρίση, εκεί οι χώρες δανείστηκαν και τα ασφάλιστρα κινδύνου εκτινάχτηκαν. Έτσι ο αναπτυσσόμενος κόσμος θα αποκτά μεγαλύτερη συγκριτική οικονομική και πολιτική δύναμη.
Θα μπορέσει η Ευρωζώνη να ενδυναμώσει τη συνοχή της και να ξεφύγει μια για πάντα από την τυραννία των αγορών;
Η απάντησή μου είναι ότι δεν έχει άλλες επιλογές. Πρέπει να το κάνει. Η Ευρωζώνη στήθηκε ως ένα πολιτικό εγχείρημα στη δεκαετία του 1990. Τότε αγνοήθηκαν οι οικονομολόγοι που μιλούσαν για «βέλτιστες περιοχές κοινού νομίσματος» και τα αναγκαία χαρακτηριστικά τους. Μέσα στα χαρακτηριστικά των χωρών που φτιάχνουν την περιοχή του ενιαίου νομίσματος δεν ήταν μόνον τα ελεύθερα σύνορα, αλλά και η ομοιογένεια των οικονομιών των χωρών, δηλαδή ίδια ευελιξία στις αγορές εργασίας, κοινοί κανόνες συνταξιοδοτικών συστημάτων, μηδαμινή γραφειοκρατία παντού, έλλειψη ολιγοπωλίων παντού, και φυσικά ελάχιστα ή μηδενικά δημοσιονομικά ελλείμματα. Στα χαρακτηριστικά αυτά ήταν και η ύπαρξη ενός συστήματος μεταφοράς πόρων από χώρες σε ανοδική φάση του οικονομικού κύκλου προς χώρες σε καθοδική φάση.
Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί αψήφησαν τις ανομοιογένειες και πίστεψαν ότι οι πυλώνες της ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας, του Συμφώνου Ανταγωνιστικότητας και Ανάπτυξης και το φόβητρο της μη διάσωσης μιας χώρας που χρεοκοπεί θα έδιναν λύση. Όμως το Σύμφωνο δεν λειτούργησε, ούτε το φόβητρο χρεοκοπίας λειτούργησε. Πολλές χώρες παραβίασαν με το αζημίωτο το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας και Ανάπτυξης και δεν έβαλαν τάξη στα δημοσιονομικά τους. Ούτε οι αγορές τιμωρούσαν τους ασυνεπείς. Τα επιτόκια των χωρών του Νότου ήταν παρόμοια με αυτά της Γερμανίας. Οι χώρες δεν είχαν κίνητρο να αναδιαρθρώσουν τις οικονομίες τους σε μια εποχή ευφορίας με υψηλή ζήτηση προϊόντων, αφού ο δανεισμός ήταν εύκολος και δεν κόστιζε πολύ. Έτσι, στα 12 χρόνια ύπαρξης της Ευρωζώνης οι ανομοιογένειες αυξήθηκαν αντί να μειωθούν. Δημιουργήθηκε ένας ανταγωνιστικός Βορράς και ένας μη ανταγωνιστικός Νότος. Η διεθνής κρίση που ευαισθητοποίησε τις αγορές στα κρυφά ρίσκα, έφερε και την αφύπνιση τους στο πρόβλημα της συνοχής της Ευρωζώνης.
Η νέα αρχιτεκτονική σήμερα δοκιμάζεται καθώς σταδιακά δημιουργείται. Οι αγορές θέλουν αποτελέσματα εδώ και τώρα, αλλά η κουλτούρα εύρεσης κοινού παρονομαστή στην Ευρώπη παίρνει χρόνο. Ας κάνουμε λοιπόν υπομονή.
Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον ως Ελλάδα;
Εδώ χρειάζεται ακόμα μεγαλύτερη υπομονή και καρτερία. Υπάρχει ένα θετικό σενάριο της Τρόικας, σύμφωνα με το οποίο θα βγούμε από το τούνελ χωρίς αθέτηση των δανειακών μας υποχρεώσεων προς του ομολογιούχους. Το σενάριο αυτό μπορεί να πετύχει, αλλά περιέχει πολλούς κινδύνους, τους οποίους πρέπει να παρακάμψουμε. Η αγορά δεν το πιστεύει και τιμολογεί αθέτηση των όρων δανεισμού με μεγάλη πιθανότητα (π.χ. ότι σε 5 χρόνια οι ομολογιούχοι θα έχουν χάσει όλο τους το κεφάλαιο με πιθανότητα 1/3).
Παρά τους φόβους της αγοράς, οι κίνδυνοι στην πορεία εξυγίανσης της αναθέρμανσης της ελληνικής οικονομίας είναι ελέγξιμοι. Αναφέρω επιγραμματικά τους κινδύνους αυτούς:
1) Θα απεγκλωβιστεί από την ύφεση σύντομα η ελληνική οικονομία;
Απάντηση: Απαιτείται αύξηση εξαγωγών (ιδιαίτερα λόγω αυξητικής εκροής εισοδημάτων), σταθεροποίηση οικονομικού κλίματος, φραγμός στην πτώση επενδύσεων, επίλυση της ευρωπαϊκής κρίσης που θα δώσει στις τράπεζες ρευστότητα και θα αυξήσει την αξιοπιστία των χωρών
2) Θα παραμείνει σταθερό το ελληνικό τραπεζικό σύστημα;
Απάντηση: Απαιτείται συνέχιση στήριξης από ΕΚΤ (δάνεια € 95 δις), άνοιγμα διατραπεζικής αν επιλυθεί η ευρωπαϊκή κρίση
3) Θα παταχθεί η φοροδιαφυγή και θα μπορέσει να μειωθεί το υπέρογκο το ύψος του ονομαστικού χρέους με άλλους τρόπους;
Απάντηση: Θα πάρει χρόνο η πάταξη της φοροδιαφυγής, ενώ η αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου αξίας €50 δις αποφασίστηκε στη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου. Ας μην κολλάμε στο υπέρογκο ποσό των €50 δις. Αυτό που έχει σημασία είναι η προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή. Υπάρχει ένας παραλογισμός στην ελληνικό κοινωνία, η οποία φαίνεται να προτιμά την καταπάτηση της δημόσιας περιουσίας από την εκμετάλλευση της, όπου από τα έσοδα ωφελείται όλη η κοινωνία .
4) Θα αυξήσουν το δυνητικό προϊόν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις;
Απάντηση: Έλληνες και ξένοι ερευνητές εκτιμούν αύξηση ΑΕΠ 17%. Πρέπει όμως οι μεταρρυθμίσεις να είναι ουσιαστικές και να μην παρακάμπτονται.
5) Θα μπορέσει η χώρα να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 6% για πολύ καιρό;Αυτό είναι κάτι πολύ δύσκολο. Ποτέ στο παρελθόν,ακόμα και όταν προσπαθούσαμε να ικανοποιήσουμε τα κριτήρια του Μάαστριχτ για είσοδο στην Ευρωζώνη δεν καταφέραμε τέτοια μεγάλα πλεονάσματα. Όμως, η σκληρότερη επιτήρηση από την ΕΕ με την επιχειρούμενη νέα αρχιτεκτονική της θα βοηθήσει σε πιθανή επιτυχία. Με άλλα λόγια, ακόμα και αν φύγει η Τρόικα, η ΕΕ θα είναι εδώ να μας επιβλέπει.
Τα απαιτούμενα πλεονάσματα μπορούν να μειωθούν μόνον αν βελτιωθεί η σχέση αύξησης ονομαστικού ΑΕΠ και ονομαστικού επιτοκίου στα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Η σχέση αυτή στις προβλέψεις της Τρόικας είναι ιδιαίτερα άσχημη και μεγεθύνει το πρόβλημα του χρέους (φαινόμενο αρνητικής χιονοστιβάδας στην εξέλιξη του χρέους). Γι αυτό έχει μεγάλη σημασία η απόκτηση αξιοπιστίας στις αγορές. Πρέπει τα περιθώρια επιτοκίου να μειωθούν. Πρέπει το συνολικό επιτόκιο να πέσει κάτω από τον ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης. Οι αγορές μπορεί να υπερβάλλουν στη σημερινή τους αντίδραση, αλλά ο φόβος τους δεν είναι χωρίς περιεχόμενο. Είναι δική μας δουλειά να τις πείσουμε. Είναι δική μας δουλειά να βάλουμε την οικονομία μπροστά.
Πολλοί ρωτούν «ποιο είναι το κακό σενάριο;» Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί, αλλά το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί στο βιοτικό μας επίπεδο είναι η έξωση από την Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντί δηλαδή να σοβαρευτούμε και να αδράξουμε την ευκαιρία της κρίσης ώστε να βάλουμε τάξη στο κράτος και την οικονομία, να κάνουμε ακριβώς το αντίθετο, την Ελλάδα ζούγκλα. Δεν είναι μια αξιόπιστη εναλλακτική.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών