Η υπόθεση υπογραμμίζει τις προκλήσεις και τους κινδύνους της αγοράς ιδιωτικού χρέους στις ΗΠΑ, ακόμη και για μεγάλους επενδυτές όπως η BlackRock…
Να ανακτήσουν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια προσπαθούν οι BlackRock και άλλες εταιρείες που προσφέρουν πίστωση, μετά από μία υπόθεση που χαρακτηρίζεται «σοκαριστική» απάτη, υπογραμμίζοντας τα προβλήματα σε ένα αδιαφανές τμήμα της αγοράς χρέους των ΗΠΑ.
Ειδικότερα, ο Bankim Brahmbhatt, ιδιοκτήτης των λιγότερο γνωστών τηλεπικοινωνιακών εταιρειών Broadband Telecom και Bridgevoice, «κατασκεύασε» απαιτήσεις πελατών (accounts receivable), δηλαδή χρησιμοποίησε πλαστά τιμολόγια, που θα χρησιμοποιούνταν ως εγγύηση για δάνεια.
Οι δανειστές του κατέθεσαν αγωγή τον Αύγουστο, υποστηρίζοντας ότι οι εταιρείες του Brahmbhatt τους οφείλουν περισσότερα από 500 εκατομμύρια δολάρια.
Ο ίδιος, μέσω του δικηγόρου του, αρνείται τις κατηγορίες.
Σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν την υπόθεση, η BNP Paribas βοήθησε την HPS Investment Partners της BlackRock να χρηματοδοτήσει τα δάνεια προς τις εταιρείες του Brahmbhatt.
Το ζήτημα αφορά χρηματοδότησης τύπου asset-based finance, στο οποίο ο δανειολήπτης χρησιμοποιεί ως εγγύηση έσοδα από συγκεκριμένες επιχειρήσεις, εξοπλισμό ή απαιτήσεις πελατών – κάτι σαν factoring.
Η αγορά χρέους έχει αναπτυχθεί σημαντικά μαζί με την υπόλοιπη βιομηχανία private credit, και τα τελευταία χρόνια τυγχάνει αυξημένης προσοχής λόγω εταιρικών πτωχεύσεων στον κλάδο αυτοκινήτων, που άφησαν πίσω τους ζημιές και κατηγορίες για απάτη.
Εταιρείες όπως η First Brands και η Tricolor κατέθεσαν αίτηση πτώχευσης μετά από αμφιλεγόμενη χρήση χρέους εκτός ισολογισμού ή παραποίηση δανείων πελατών.
Οι ανώτατοι διευθυντές τους αρνήθηκαν κάθε κατηγορία για παρανομία.
Η BlackRock, ο μεγαλύτερος διαχειριστής κεφαλαίων στον κόσμο, είχε εξαγοράσει την HPS νωρίτερα φέτος στο πλαίσιο της επέκτασής της στον χώρο των ιδιωτικών κεφαλαίων.
Η HPS ξεκίνησε τη χορήγηση δανείων σε χρηματοδοτικούς βραχίονες συνδεδεμένους με τις τηλεπικοινωνιακές εταιρείες του Brahmbhatt τον Σεπτέμβριο του 2020.
Τα δάνεια αυξήθηκαν στα 385 εκατομμύρια δολάρια στις αρχές του 2021 και στα 430 εκατομμύρια τον Αύγουστο του 2024.
Η BNP Paribas χρηματοδότησε σχεδόν το μισό ποσό των δανείων προς την Carriox και συνδεδεμένες εταιρείες. Τα δάνεια διατηρούνταν σε δύο funds της HPS.
Η αποκάλυψη
Η HPS προσέλαβε την Deloitte για να επαληθεύσει τα περιουσιακά στοιχεία των Carriox μέσω δειγματοληπτικών ελέγχων πελατών, και αργότερα ανέθεσε στην CBIZ ετήσιους ελέγχους.
Τον Ιούλιο, υπάλληλος της HPS εντόπισε ανωμαλίες σε email που υποτίθεται ότι προέρχονταν από πελάτες της Carriox, ενώ η έρευνα αποκάλυψε ψεύτικες διευθύνσεις και domains.
Όταν η HPS επικοινώνησε με τον Brahmbhatt, αυτός διαβεβαίωσε ότι δεν υπήρχε πρόβλημα, αλλά στη συνέχεια σταμάτησε να απαντά.
Στις εγκαταστάσεις της εταιρείας στο Garden City, Νέα Υόρκη, τα γραφεία ήταν κλειστά και φαινόταν εγκαταλελειμμένα.
Οι έλεγχοι αποκάλυψαν ότι πολλά email και συμβόλαια πελατών ήταν πλαστά, με κάποιους πελάτες, όπως η βελγική BICS, να αρνούνται οποιαδήποτε σχέση με αυτά.
Οι δανειστές υποστηρίζουν ότι όλα τα emails πελατών που χρησιμοποιήθηκαν για επαλήθευση τιμολογίων τα τελευταία δύο χρόνια ήταν ψεύτικα, ενώ βρέθηκαν και πλαστά συμβόλαια από το 2018.
Οι δικηγόροι τους αναφέρουν ότι ο Brahmbhatt δημιούργησε «αναλυτικό ισολογισμό περιουσιακών στοιχείων που υπήρχαν μόνο στο χαρτί» και μετέφερε assets σε offshore λογαριασμούς στην Ινδία και το Μαυρίκιο.
Τον Αύγουστο, οι εταιρείες του Brahmbhatt κατέθεσαν αίτηση πτώχευσης, ενώ την ίδια ημέρα ο ίδιος υπέβαλε προσωπική αίτηση πτώχευσης, έχοντας προηγουμένως παραχωρήσει προσωπική εγγύηση για τα δάνεια.
Η υπόθεση υπογραμμίζει τις προκλήσεις και τους κινδύνους της αγοράς ιδιωτικού χρέους στις ΗΠΑ, ακόμη και για μεγάλους επενδυτές όπως η BlackRock.
www.bankingnews.gr
Ειδικότερα, ο Bankim Brahmbhatt, ιδιοκτήτης των λιγότερο γνωστών τηλεπικοινωνιακών εταιρειών Broadband Telecom και Bridgevoice, «κατασκεύασε» απαιτήσεις πελατών (accounts receivable), δηλαδή χρησιμοποίησε πλαστά τιμολόγια, που θα χρησιμοποιούνταν ως εγγύηση για δάνεια.
Οι δανειστές του κατέθεσαν αγωγή τον Αύγουστο, υποστηρίζοντας ότι οι εταιρείες του Brahmbhatt τους οφείλουν περισσότερα από 500 εκατομμύρια δολάρια.
Ο ίδιος, μέσω του δικηγόρου του, αρνείται τις κατηγορίες.
Σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν την υπόθεση, η BNP Paribas βοήθησε την HPS Investment Partners της BlackRock να χρηματοδοτήσει τα δάνεια προς τις εταιρείες του Brahmbhatt.
Το ζήτημα αφορά χρηματοδότησης τύπου asset-based finance, στο οποίο ο δανειολήπτης χρησιμοποιεί ως εγγύηση έσοδα από συγκεκριμένες επιχειρήσεις, εξοπλισμό ή απαιτήσεις πελατών – κάτι σαν factoring.
Η αγορά χρέους έχει αναπτυχθεί σημαντικά μαζί με την υπόλοιπη βιομηχανία private credit, και τα τελευταία χρόνια τυγχάνει αυξημένης προσοχής λόγω εταιρικών πτωχεύσεων στον κλάδο αυτοκινήτων, που άφησαν πίσω τους ζημιές και κατηγορίες για απάτη.
Εταιρείες όπως η First Brands και η Tricolor κατέθεσαν αίτηση πτώχευσης μετά από αμφιλεγόμενη χρήση χρέους εκτός ισολογισμού ή παραποίηση δανείων πελατών.
Οι ανώτατοι διευθυντές τους αρνήθηκαν κάθε κατηγορία για παρανομία.
Η BlackRock, ο μεγαλύτερος διαχειριστής κεφαλαίων στον κόσμο, είχε εξαγοράσει την HPS νωρίτερα φέτος στο πλαίσιο της επέκτασής της στον χώρο των ιδιωτικών κεφαλαίων.
Η HPS ξεκίνησε τη χορήγηση δανείων σε χρηματοδοτικούς βραχίονες συνδεδεμένους με τις τηλεπικοινωνιακές εταιρείες του Brahmbhatt τον Σεπτέμβριο του 2020.
Τα δάνεια αυξήθηκαν στα 385 εκατομμύρια δολάρια στις αρχές του 2021 και στα 430 εκατομμύρια τον Αύγουστο του 2024.
Η BNP Paribas χρηματοδότησε σχεδόν το μισό ποσό των δανείων προς την Carriox και συνδεδεμένες εταιρείες. Τα δάνεια διατηρούνταν σε δύο funds της HPS.
Η αποκάλυψη
Η HPS προσέλαβε την Deloitte για να επαληθεύσει τα περιουσιακά στοιχεία των Carriox μέσω δειγματοληπτικών ελέγχων πελατών, και αργότερα ανέθεσε στην CBIZ ετήσιους ελέγχους.
Τον Ιούλιο, υπάλληλος της HPS εντόπισε ανωμαλίες σε email που υποτίθεται ότι προέρχονταν από πελάτες της Carriox, ενώ η έρευνα αποκάλυψε ψεύτικες διευθύνσεις και domains.
Όταν η HPS επικοινώνησε με τον Brahmbhatt, αυτός διαβεβαίωσε ότι δεν υπήρχε πρόβλημα, αλλά στη συνέχεια σταμάτησε να απαντά.
Στις εγκαταστάσεις της εταιρείας στο Garden City, Νέα Υόρκη, τα γραφεία ήταν κλειστά και φαινόταν εγκαταλελειμμένα.
Οι έλεγχοι αποκάλυψαν ότι πολλά email και συμβόλαια πελατών ήταν πλαστά, με κάποιους πελάτες, όπως η βελγική BICS, να αρνούνται οποιαδήποτε σχέση με αυτά.
Οι δανειστές υποστηρίζουν ότι όλα τα emails πελατών που χρησιμοποιήθηκαν για επαλήθευση τιμολογίων τα τελευταία δύο χρόνια ήταν ψεύτικα, ενώ βρέθηκαν και πλαστά συμβόλαια από το 2018.
Οι δικηγόροι τους αναφέρουν ότι ο Brahmbhatt δημιούργησε «αναλυτικό ισολογισμό περιουσιακών στοιχείων που υπήρχαν μόνο στο χαρτί» και μετέφερε assets σε offshore λογαριασμούς στην Ινδία και το Μαυρίκιο.
Τον Αύγουστο, οι εταιρείες του Brahmbhatt κατέθεσαν αίτηση πτώχευσης, ενώ την ίδια ημέρα ο ίδιος υπέβαλε προσωπική αίτηση πτώχευσης, έχοντας προηγουμένως παραχωρήσει προσωπική εγγύηση για τα δάνεια.
Η υπόθεση υπογραμμίζει τις προκλήσεις και τους κινδύνους της αγοράς ιδιωτικού χρέους στις ΗΠΑ, ακόμη και για μεγάλους επενδυτές όπως η BlackRock.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών