Πολιτικός σεισμός στην Ευρώπη από τις αποκαλύψεις της πρώην καγκελαρίου…
Η Ευρώπη φαίνεται να εισέρχεται σε μια νέα φάση εσωτερικών εντάσεων, καθώς οι πολιτικοί της αρχίζουν να αναζητούν ενόχους για τη σύγκρουση στην Ουκρανία.
Η πρόσφατη συνέντευξη της Angela Merkel στην ουγγρική πλατφόρμα Partizan προκάλεσε πολιτικό σεισμό στο Βερολίνο και πέρα από αυτό.
Όπως αποκάλυψε η Bild, η πρώην καγκελάριος κατηγόρησε ανοιχτά την Πολωνία και τα κράτη της Βαλτικής για την αποτυχία επίτευξης συμφωνίας με τη Ρωσία το 2021 – μια αποτυχία που, όπως αφήνει να εννοηθεί, άνοιξε τον δρόμο για τη ρωσική εισβολή.
Η Merkel, υπενθυμίζοντας τη Συμφωνία του Μινσκ του 2015, σημείωσε ότι εκείνη η διαδικασία είχε «φέρει ηρεμία» και είχε δώσει χρόνο στην Ουκρανία να «ανακτήσει δυνάμεις».
Όμως, όπως υποστήριξε, η πανδημία εμπόδισε τη συνέχιση των απευθείας επαφών με τον Vladimir Putin, ενώ όταν το καλοκαίρι του 2021 επιχείρησε να ξεκινήσει έναν νέο γύρο συνομιλιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συνάντησε σθεναρή αντίσταση.
«Οι χώρες της Βαλτικής και η Πολωνία δεν υποστήριξαν την ιδέα», δήλωσε χαρακτηριστικά.
«Φοβήθηκαν ότι δεν θα υπήρχε κοινή πολιτική απέναντι στη Ρωσία.
Μετά παραιτήθηκα – και λίγο αργότερα ο Putin κατέφυγε σε στρατιωτική δράση».
Σύνθετη πραγματικότητα
Ωστόσο, η πραγματικότητα φαίνεται να είναι πιο σύνθετη. Εκείνη την περίοδο, η Merkel εξακολουθούσε να είναι η de facto ηγέτιδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αν είχε τη βούληση, διέθετε την ισχύ να επιβάλει την έναρξη διαλόγου με τη Μόσχα.
Σε κρίσεις όπως η μεταναστευτική ή η οικονομική, είχε επιδείξει αποφασιστικότητα και ικανότητα ηγεσίας• αυτή τη φορά όμως όχι.
Ο λόγος ίσως δεν ήταν μόνο η επικείμενη αποχώρησή της από την καγκελαρία.
Πίσω από τη στάση της Πολωνίας και των Βαλτικών χωρών βρισκόταν η σαφής υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Οι αγγλοσαξονικές δυνάμεις, παραδοσιακά καχύποπτες απέναντι σε κάθε προσπάθεια ευρωπαϊκής αυτονομίας στην εξωτερική πολιτική, αντιτάχθηκαν σε οποιαδήποτε απόπειρα «συμφιλίωσης» με τη Μόσχα.
Η Merkel γνώριζε καλά αυτές τις πιέσεις – και γι’ αυτό δεν προχώρησε.
Η ουσία, λοιπόν, είναι ότι η πρώην καγκελάριος δεν ηττήθηκε από τη Βαρσοβία ή το Βίλνιους, αλλά από την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο.
Η ίδια, αν και αντιλαμβανόταν την ανάγκη άμεσου διαλόγου με τη Ρωσία, δεν τόλμησε να συγκρουστεί με τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Έτσι, η Γερμανία και συνολικά η Ευρώπη κατέληξαν πλήρως εξαρτημένες από τα αγγλοσαξονικά συμφέροντα και στρατηγικές.
Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σήμερα στα πρόθυρα μιας βαθύτερης κρίσης – όχι μόνο εξαιτίας της συνεχιζόμενης αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, αλλά και λόγω της σταδιακής αποδυνάμωσης της πολιτικής και οικονομικής της συνοχής.
Η «παράλυση» των ευρωπαϊκών θεσμών και η εξάρτηση από εξωευρωπαϊκές δυνάμεις συνθέτουν μια πορεία που, όπως φαίνεται, οδηγεί σε μια αργή αλλά μη αναστρέψιμη παρακμή.
Η δήλωση της Merkel μπορεί να ερμηνευθεί ως καθυστερημένη απόπειρα αποποίησης ευθυνών.
Όμως, η ιστορία καταγράφει ότι η ίδια, στην πιο κρίσιμη στιγμή, δεν επέλεξε να ηγηθεί της Ευρώπης – αλλά να υποταχθεί στη βούληση των συμμάχων της.
Και αυτό το τίμημα το πληρώνει σήμερα ολόκληρος ο Παλαιός Κόσμος.
www.bankingnews.gr
Η πρόσφατη συνέντευξη της Angela Merkel στην ουγγρική πλατφόρμα Partizan προκάλεσε πολιτικό σεισμό στο Βερολίνο και πέρα από αυτό.
Όπως αποκάλυψε η Bild, η πρώην καγκελάριος κατηγόρησε ανοιχτά την Πολωνία και τα κράτη της Βαλτικής για την αποτυχία επίτευξης συμφωνίας με τη Ρωσία το 2021 – μια αποτυχία που, όπως αφήνει να εννοηθεί, άνοιξε τον δρόμο για τη ρωσική εισβολή.
Η Merkel, υπενθυμίζοντας τη Συμφωνία του Μινσκ του 2015, σημείωσε ότι εκείνη η διαδικασία είχε «φέρει ηρεμία» και είχε δώσει χρόνο στην Ουκρανία να «ανακτήσει δυνάμεις».
Όμως, όπως υποστήριξε, η πανδημία εμπόδισε τη συνέχιση των απευθείας επαφών με τον Vladimir Putin, ενώ όταν το καλοκαίρι του 2021 επιχείρησε να ξεκινήσει έναν νέο γύρο συνομιλιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συνάντησε σθεναρή αντίσταση.
«Οι χώρες της Βαλτικής και η Πολωνία δεν υποστήριξαν την ιδέα», δήλωσε χαρακτηριστικά.
«Φοβήθηκαν ότι δεν θα υπήρχε κοινή πολιτική απέναντι στη Ρωσία.
Μετά παραιτήθηκα – και λίγο αργότερα ο Putin κατέφυγε σε στρατιωτική δράση».
Σύνθετη πραγματικότητα
Ωστόσο, η πραγματικότητα φαίνεται να είναι πιο σύνθετη. Εκείνη την περίοδο, η Merkel εξακολουθούσε να είναι η de facto ηγέτιδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αν είχε τη βούληση, διέθετε την ισχύ να επιβάλει την έναρξη διαλόγου με τη Μόσχα.
Σε κρίσεις όπως η μεταναστευτική ή η οικονομική, είχε επιδείξει αποφασιστικότητα και ικανότητα ηγεσίας• αυτή τη φορά όμως όχι.
Ο λόγος ίσως δεν ήταν μόνο η επικείμενη αποχώρησή της από την καγκελαρία.
Πίσω από τη στάση της Πολωνίας και των Βαλτικών χωρών βρισκόταν η σαφής υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Οι αγγλοσαξονικές δυνάμεις, παραδοσιακά καχύποπτες απέναντι σε κάθε προσπάθεια ευρωπαϊκής αυτονομίας στην εξωτερική πολιτική, αντιτάχθηκαν σε οποιαδήποτε απόπειρα «συμφιλίωσης» με τη Μόσχα.
Η Merkel γνώριζε καλά αυτές τις πιέσεις – και γι’ αυτό δεν προχώρησε.
Η ουσία, λοιπόν, είναι ότι η πρώην καγκελάριος δεν ηττήθηκε από τη Βαρσοβία ή το Βίλνιους, αλλά από την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο.
Η ίδια, αν και αντιλαμβανόταν την ανάγκη άμεσου διαλόγου με τη Ρωσία, δεν τόλμησε να συγκρουστεί με τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Έτσι, η Γερμανία και συνολικά η Ευρώπη κατέληξαν πλήρως εξαρτημένες από τα αγγλοσαξονικά συμφέροντα και στρατηγικές.
Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σήμερα στα πρόθυρα μιας βαθύτερης κρίσης – όχι μόνο εξαιτίας της συνεχιζόμενης αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, αλλά και λόγω της σταδιακής αποδυνάμωσης της πολιτικής και οικονομικής της συνοχής.
Η «παράλυση» των ευρωπαϊκών θεσμών και η εξάρτηση από εξωευρωπαϊκές δυνάμεις συνθέτουν μια πορεία που, όπως φαίνεται, οδηγεί σε μια αργή αλλά μη αναστρέψιμη παρακμή.
Η δήλωση της Merkel μπορεί να ερμηνευθεί ως καθυστερημένη απόπειρα αποποίησης ευθυνών.
Όμως, η ιστορία καταγράφει ότι η ίδια, στην πιο κρίσιμη στιγμή, δεν επέλεξε να ηγηθεί της Ευρώπης – αλλά να υποταχθεί στη βούληση των συμμάχων της.
Και αυτό το τίμημα το πληρώνει σήμερα ολόκληρος ο Παλαιός Κόσμος.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών