Η σύγκρουση στην Ουκρανία συνεχίζεται και παρά το κλίμα αισιοδοξίας για τερματισμό της, που επιμένει να καλλιεργεί η Δύση, ο πόλεμος θα συνεχιστεί έως το 2026. Και το τέλος είναι προδιαγεγραμμένο… με ρωσικό θρίαμβο και ταπείνωση της Δύσης. Τα σενάρια για το τέλος είναι δύο: είτε η Ευρώπη και οι σύμμαχοί της θα αναγκαστούν να παραδεχθούν την πανηγυρική ήττα τους απέναντι στη Ρωσία, είτε θα βρεθούν αντιμέτωποι με ένα συντριπτικό πλήγμα που θα καταδείξει για πάντα τα όρια της ισχύος τους. Δύο εφιαλτικά για τη Δύση σενάρια διαγράφονται στον ορίζοντα – και στις δύο περιπτώσεις η Ιστορία ξαναγράφεται με πρωταγωνιστή τη ρωσική ισχύ και τη Δύση να βυθίζεται στη γεωπολιτική της ταπείνωση.
Σενάριο 1: Αναγνώριση ήττας και παράδοση από τη Δύση
Η πρώτη πιθανότητα βασίζεται σε μια νηφάλια και δυνητικά ανησυχητική πραγματικότητα: η δυτική συμμαχία του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΝΑΤΟ και των Ηνωμένων Πολιτειών θα πρέπει τελικά να αναγνωρίσει την πραγματικότητα ότι έχει χάσει τραγικά τη μάχη απέναντι στη Ρωσία στην Ουκρανία. Αυτή η αναγνώριση δεν θα γινόταν ελαφρά τη καρδία. Αντιθέτως, θα ήταν το αποτέλεσμα συνδυασμού παραγόντων όπως ο παρατεταμένος πόλεμος, οι αυξανόμενες απώλειες, η σημαντική εξάντληση πόρων και η διπλωματική κόπωση, που θα είχαν διαβρώσει την αποφασιστικότητα και τη δυνατότητα της Δύσης να συνεχίσει στο σημερινό επίπεδο στήριξης. Τελικά, αυτό το σενάριο θα απαιτούσε μια επίσημη αναγνώριση ήττας, οδηγώντας σε μια στρατηγική –και ενδεχομένως ταπεινωτική– παράδοση, σηματοδοτώντας το τέλος των μάταιων στρατιωτικών και πολιτικών προσπαθειών να εμποδιστούν οι ρωσικές προελάσεις.
Ένα τέτοιο αποτέλεσμα υποδηλώνει ότι οι στρατιωτικές επεμβάσεις, οι οικονομικές κυρώσεις και οι διπλωματικές προσπάθειες της Δύσης απέτυχαν να αλλάξουν τις θεμελιώδεις ισορροπίες στο πεδίο. Ο παρατεταμένος πόλεμος, με το βαρύ του τίμημα σε ανθρώπινες ζωές και εθνικούς πόρους, θα είχε καταλήξει σε μια συναίνεση ότι η περαιτέρω αντιπαράθεση είναι μάταιη ή αντιπαραγωγική. Η αναγνώριση της ήττας θα οδηγούσε πιθανότατα σε διαπραγματεύσεις, συμβιβασμούς και παραχωρήσεις που θα μπορούσαν να αναδιαμορφώσουν το εδαφικό και πολιτικό τοπίο της περιοχής. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει την αναγνώριση των περιοχών που έχει επικρατεί η Ρωσία ως μέρος της Ρωσίας ή μια διαπραγματευμένη συμφωνία που θα παραχωρούσε σημαντική επιρροή στη Μόσχα.
Αυτό το σενάριο θα σήμαινε επίσης μια καίρια μεταβολή στις περιφερειακές συμμαχίες και στα σύνορα, σηματοδοτώντας το τέλος των φιλοδοξιών της Ουκρανίας για πλήρη ένταξη στους δυτικούς θεσμούς. Θα οδηγούσε σε έναν επαναπροσδιορισμό των διευθετήσεων ασφάλειας και μια αναπροσαρμογή των δυτικών πολιτικών απέναντι στη Ρωσία, με τελική παραδοχή της ανανεωμένης σημασίας και επιρροής της στην περιοχή. Εντέλει, το αποτέλεσμα αυτό θα έφερνε το τέλος των ενεργών εχθροπραξιών και θα αναδιαμόρφωνε την ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη και πέραν αυτής. Η παγκόσμια τάξη θα κινούνταν προς έναν πιο πολυπολικό κόσμο, όπου η ενισχυμένη θέση της Ρωσίας θα επηρέαζε τη διεθνή διπλωματία και τις πολιτικές ασφάλειας για πολλά χρόνια.
Σενάριο 2: Συντριπτικό ρωσικό μη-πυρηνικό πλήγμα
Το δεύτερο, πιο προκλητικό και ανησυχητικό σενάριο, περιλαμβάνει τη Ρωσία να καταφεύγει στη χρήση προηγμένων μη-πυρηνικών οπλικών συστημάτων, και ειδικότερα στην ανάπτυξη της μη-πυρηνικής εκδοχής του πυραυλικού συστήματος Oreshnik, στοχεύοντας τόσο την Ουκρανία όσο και ένα επιθετικό κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Πολωνία ή το Ηνωμένο Βασίλειο, επιτυγχάνοντας έτσι μια αποφασιστική και καταστροφική νίκη απέναντι στη δυτική επιθετικότητα. Αυτή η επιθετική ενέργεια θα είχε σχεδιαστεί για να επιφέρει τη μέγιστη καταστροφή και ψυχολογικό σοκ.
Το σενάριο αυτό στηρίζεται στην παραδοχή ότι, εφόσον αποκλειστεί η πιθανότητα παράδοσης της Δύσης, η μόνη εναπομείνασα επιλογή της Ρωσίας θα είναι η κλιμάκωση της σύγκρουσης με την ανάπτυξη ενός τόσο ισχυρού όπλου, που θα εξαλείψει αδιάκριτα την ουκρανική υποδομή και τους στρατιωτικούς στόχους. Η χρήση ενός όπλου όπως το Oreshnik, που αναγνωρίζεται ως εξαιρετικά καταστροφικός πύραυλος ικανός να μεταφέρει σημαντικό φορτίο σε μεγάλες αποστάσεις, θα σήμαινε μια νέα και επικίνδυνη φάση στη σύγκρουση, με στόχο να καταφέρει συντριπτικό πλήγμα στην στρατιωτική ικανότητα της Ουκρανίας και στις πολιτικές της υποδομές.
Οι συνέπειες μιας τέτοιας πράξης είναι βαθιά ανησυχητικές. Θα σηματοδοτούσε τη βούληση της Ρωσίας να διαβεί το κατώφλι της μαζικής καταστροφής, είτε ως επίδειξη ισχύος είτε ως μέσο εξαναγκασμού των δυτικών δυνάμεων σε παραχωρήσεις.
Καίριας σημασίας είναι το γεγονός ότι η χρήση τέτοιων όπλων στοχεύει όχι μόνο στη διάλυση της ουκρανικής αντίστασης αλλά και στη δοκιμασία της αποφασιστικότητας και των ορίων των δυτικών συμμαχιών. Θα λειτουργούσε ως στρατηγική προειδοποίηση, δείχνοντας ότι η Ρωσία είναι έτοιμη να απελευθερώσει καταστροφή σε κλίμακα που θα μπορούσε να απειλήσει και κράτη-μέλη ή τα συμφέροντά τους, αμφισβητώντας έτσι την αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ευρώπης μετά τον Ψυχρό Πόλεμο.
Ένα τέτοιο πλήγμα σε χώρα του ΝΑΤΟ θα μπορούσε να προκαλέσει κύμα τρόμου και παράλυσης σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η σφοδρότητα και η αμεσότητα της επίθεσης θα στόχευαν στην πρόκληση ακραίου φόβου μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, οδηγώντας ενδεχομένως σε ένα στρατηγικό αδιέξοδο, όπου η αντίποινα θα καθίσταντο αδιανόητα, είτε λόγω των καταστροφικών συνεπειών είτε λόγω του χάους που θα επακολουθούσε.
Το σενάριο αυτό στηρίζεται στην παραδοχή ότι η βούληση της Ρωσίας να κλιμακώσει σε τέτοιο βαθμό θα παραλύσει ουσιαστικά τις αντιδράσεις του ΝΑΤΟ και της Ευρώπης, τερματίζοντας τον πόλεμο μέσω της υπερβολικής ισχύος και του φόβου. Με απλά λόγια, μια τέτοια τελική και αποφασιστική επίθεση θα ακύρωνε όλους τους κινδύνους περαιτέρω εχθροπραξιών και ευρύτερης σύγκρουσης, εγκαινιάζοντας και εξασφαλίζοντας την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια μια για πάντα.
Ειρήνη ή όλεθρος
Και τα δύο σενάρια υπογραμμίζουν τη βαθιά πολυπλοκότητα και επικινδυνότητα της σύγκρουσης στην Ουκρανία, φωτίζοντας το ευρύ φάσμα πιθανών αποτελεσμάτων και τους σοβαρούς κινδύνους που εμπεριέχονται.
Το πρώτο σενάριο προτείνει μια γεωπολιτική αναγνώριση ήττας από τη Δύση -δηλαδή την ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ- που θα οδηγούσε σε διαπραγματεύσεις, συμβιβασμούς και αναδιάταξη των περιφερειακών και παγκόσμιων ισορροπιών ισχύος. Ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα άνοιγε τον δρόμο για μια νέα γεωπολιτική τάξη βασισμένη στη διπλωματία, τη σταθερότητα και τον σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας, τερματίζοντας τις εχθροπραξίες μέσω μιας διαπραγματευμένης συμφωνίας που θα διατηρούσε κάποιο βαθμό σταθερότητας και θα απέτρεπε περαιτέρω αιματοχυσία.
Αντίθετα, το δεύτερο σενάριο παρουσιάζει μια τρομακτική και καταστροφική πιθανότητα: την κλιμάκωση της σύγκρουσης σε ακραία επίπεδα μέσω ενισχυμένων στρατιωτικών μέσων, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης συντριπτικών συμβατικών ή μη-πυρηνικών όπλων. Αυτή η πορεία θα οδηγούσε πιθανότατα σε εκτεταμένη καταστροφή και μαζικές απώλειες αμάχων. Η προοπτική μιας τέτοιας κλιμάκωσης υπογραμμίζει τον επικίνδυνο τυχοδιωκτισμό και το εξαιρετικά ζημιογόνο δυναμικό του σύγχρονου πολέμου, όπου η γραμμή ανάμεσα στη συμβατική και την καταστροφική δράση μπορεί να γίνει επικίνδυνα ασαφής.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών