Η αμερικανική στρατιωτική τεχνολογία μπαίνει σε νέα εποχή, με τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ να επενδύουν συστηματικά στην ανάπτυξη όπλων κατευθυνόμενης ενέργειας, όπως laser και μικροκύματα υψηλής ισχύος.
Σύμφωνα με τον Keith Krapels, επικεφαλής του Τεχνικού Κέντρου της Διαστημικής και Αντιπυραυλικής Διοίκησης του Στρατού (Space and Missile Defense Command), οι τεχνολογίες αυτές είναι πλέον ώριμες και «αρκεί να φτάσουμε στη μαζική παραγωγή».
Η δήλωση έγινε στο ετήσιο Συμπόσιο Διαστημικής και Πυραυλικής Άμυνας, όπου παρουσιάστηκε το πλάνο εξέλιξης του εξοπλιστικού προγράμματος που πολλοί συνδέουν με τον «Χρυσό Θόλο» (Golden Dome) — το φιλόδοξο σχέδιο αντιπυραυλικής άμυνας της διοίκησης Trump.
Αν και οι αναφορές στο πρόγραμμα απαγορεύτηκαν επίσημα από το Πεντάγωνο, η συζήτηση περί νέων διαστημικών και αντιπυραυλικών συστημάτων το υπαινίχθηκε ξεκάθαρα.
Από πειραματικά συστήματα σε επιχειρησιακές δοκιμές
Ήδη έχουν αναπτυχθεί πρωτότυπα όπλα laser και μικροκυμάτων, όπως το Directed Energy Maneuver Short-Range Air Defense (DE M-SHORAD), αν και οι πρώτες δοκιμές έδειξαν ότι δεν είναι ακόμα κατάλληλα για πεδίο μάχης.
Ο αντιστράτηγος Robert Rash, επικεφαλής του Γραφείου Κρίσιμης Τεχνολογίας (RCCTO), ανακοίνωσε τη μετάβαση σε μόνιμο πρόγραμμα με στόχο την ενσωμάτωση ισχυρών λέιζερ στις επιχειρησιακές μονάδες.
Οι ισχύουσες τεχνολογίες καλύπτουν φάσμα από:
• laser ισχύος 10 kW για μικρούς στόχους (Iron Pallet),
• έως και 300 kW για εξουδετέρωση βαλλιστικών απειλών,
• αλλά και μικροκύματα υψηλής ισχύος (HPM) για αντιμετώπιση drones και ηλεκτρονικών συστημάτων.
«Δοκιμάσαμε τα όπλα σε πολεμικά σενάρια και, με εντολή του επιτελείου, τα στείλαμε στην πρώτη γραμμή για δοκιμές σε συνθήκες μάχης», δήλωσε ο Rash, υπογραμμίζοντας τη μετάβαση από την έρευνα στην πράξη.
Παραγωγική υποδομή και μηχανικοί
Παρά την πρόοδο, σύμφωνα με τον Krapels, το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η απουσία εξειδικευμένης βιομηχανικής υποδομής:
«Σε αντίθεση με τα ραντάρ ή τις τηλεπικοινωνίες, δεν έχουμε ακόμα μηχανικούς με εμπειρία στα συστήματα laser μεγάλης ισχύος. Πρέπει να χτίσουμε αυτή τη βάση από το μηδέν.»
Τα συστήματα μικροκυμάτων, αν και σε πιο πρώιμο στάδιο, δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον: έχουν τη δυνατότητα να εξουδετερώνουν στόχους από μεγαλύτερες αποστάσεις και θα μπορούσαν να αλλάξουν τους κανόνες του παιχνιδιού, καθιστώντας τα υπάρχοντα όπλα και συστήματα του αντιπάλου ξεπερασμένα.
Η «μη-κινητική» αντιπυραυλική άμυνα και το στρατηγικό μήνυμα
Η κατεύθυνση αυτή εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική των ΗΠΑ για «μη-κινητική άμυνα» — δηλαδή εξουδετέρωση απειλών χωρίς εκρηκτικά μέσα, μέσω ενέργειας ή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων.
Η προσέγγιση αυτή προσφέρει μειωμένο κόστος ανά στόχο, άμεση δράση, και σχεδόν απεριόριστο αριθμό «πυρομαχικών» εφόσον υπάρχει ισχύς.
«Αν καταφέρουμε να επιδείξουμε αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα, θα μπορέσουμε να πείσουμε το πολιτικό και στρατιωτικό σύστημα να αλλάξει προτεραιότητες — και αυτό θα καταστήσει άχρηστες τις επενδύσεις των αντιπάλων μας», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Krapels.
Επόμενο βήμα - Χρηματοδότηση και παραγωγή
Το επόμενο μεγάλο ορόσημο είναι η έγκριση κονδυλίων για το οικονομικό έτος 2026, ώστε να ξεκινήσει η μαζική παραγωγή των συστημάτων αυτών.
Με την είσοδο σε φάση εφαρμογής, οι ΗΠΑ σκοπεύουν να διαμορφώσουν νέους κανόνες εμπλοκής, να ελέγξουν το πεδίο μάχης — επίγειο και διαστημικό — και να αποκτήσουν ένα στρατηγικό τεχνολογικό πλεονέκτημα απέναντι σε ανταγωνιστικές δυνάμεις όπως η Κίνα και η Ρωσία.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών