Η Ρωσία έχει καταστήσει σαφές πως δεν πρόκειται να δεχθεί συμφωνία ειρήνης που κρίνει ασύμβατη με τα «θεμελιώδη συμφέροντα ασφαλείας» της
Ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας έχει καταστεί η πιο ανθεκτική και περίπλοκη διεθνής πρόκληση που αντιμετώπισε η κυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου Donald Trump από την αρχή της θητείας της.
Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες για κατάπαυση πυρός ή διπλωματικό συμβιβασμό, το χάσμα μεταξύ των μεταπολεμικών ανησυχιών ασφαλείας των δύο πλευρών παραμένει αγεφύρωτο.
Για το Κίεβο, η απόλυτη προτεραιότητα είναι η απόκτηση αξιόπιστων εγγυήσεων κατά μελλοντικής ρωσικής επίθεσης.
Αυτές οι εγγυήσεις θα μπορούσαν να λάβουν δύο μορφές: αφενός, μέσω ένταξης στο ΝΑΤΟ και εφαρμογής του Άρθρου 5 της συλλογικής άμυνας• αφετέρου, μέσω του λεγόμενου «steel porcupine» δόγματος, όπου η Ουκρανία θα εξοπλίζεται και θα ενισχύεται σε τέτοιο βαθμό ώστε να καθίσταται από μόνη της απρόσβλητη σε κάθε ρωσική επίθεση.
Ωστόσο, και οι δύο προσεγγίσεις είναι παγιδευμένες μέσα στο κλασικό δίλημμα ασφαλείας: όσο περισσότερο εξοπλίζεται η Ουκρανία, τόσο περισσότερο απειλείται η Ρωσία –με βάση την αντίληψη της Μόσχας.
Και ενώ οι Δυτικοί αναλυτές συχνά υποστηρίζουν ότι η Ρωσία δεν έχει λόγο να αισθάνεται απειλούμενη, η πραγματικότητα των διεθνών σχέσεων δεν επιτρέπει να αγνοηθούν οι υποκειμενικές αντιλήψεις περί απειλής.
Το πρόβλημα της ασφάλειας
Η Ρωσία έχει καταστήσει σαφές πως δεν πρόκειται να δεχθεί συμφωνία ειρήνης που κρίνει ασύμβατη με τα «θεμελιώδη συμφέροντα ασφαλείας» της.
Διατηρεί πλεονεκτήματα στο μέτωπο, στρατηγικό βάθος, και δυνατότητα κλιμάκωσης που της επιτρέπουν να πιέζει μέχρι τέλους.
Από την άλλη, η Ουκρανία δεν μπορεί να αποδεχθεί μια συμφωνία που θα την αφήσει αδύναμη ή εκτεθειμένη στον επόμενο γύρο μίας επίθεσης.
Η ανάγκη λοιπόν είναι μία: δημιουργία ενός πλαισίου εγγυήσεων που να εξασφαλίζει την άμυνα της Ουκρανίας χωρίς να προκαλεί άμεσα τη Ρωσία.
Και εδώ εμφανίζεται μια εξαιρετικά δημιουργική πρόταση: η εγκατάσταση δυτικών απομακρυσμένων αποθεμάτων οπλικών συστημάτων, εκτός ουκρανικού εδάφους, που θα ενεργοποιούνται αυτόματα σε περίπτωση νέας ρωσικής στρατιωτικής επιχείρησης.

Οπλικά συστήματα εκτός Ουκρανίας
Η ιδέα είναι απλή στην αρχή, αλλά γεμάτη στρατηγική σοφία. Όπλα όπως Patriot, ATACMS, HIMARS, Leopard 2, Storm Shadow, F-16 κ.ά., θα αποθηκεύονται σε χώρες-μέλη της ΕΕ κοντά στην Ουκρανία (π.χ. Πολωνία, Ρουμανία, Τσεχία, χώρες της Βαλτικής).
Αυτά τα όπλα δεν θα βρίσκονται υπό ουκρανικό έλεγχο εν καιρώ ειρήνης, ούτε θα αποθηκεύονται στην Ουκρανία.
Σε περίπτωση νέας ρωσικής επίθεσης, μετά από σύντομη περίοδο διαβουλεύσεων, τα αποθέματα θα «ξεκλειδώνουν» και θα παραδίδονται στον ουκρανικό στρατό.
Τα συστήματα θα διαχειρίζεται ειδική επιτροπή της ΕΕ και όχι μεμονωμένα κράτη. Θα είναι δεσμευτικά και όχι απλώς δηλώσεις προθέσεων όπως το αποτυχημένο Μνημόνιο της Βουδαπέστης. Η επιστροφή των όπλων στους αποθηκευτικούς χώρους θα γίνεται με το τέλος των εχθροπραξιών.
Συνεχής εκπαίδευση των Ουκρανών στρατιωτών στα όπλα
Οι Ουκρανοί στρατιώτες θα εκπαιδεύονται συνεχώς ώστε να είναι έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν τα αποθέματα με ελάχιστη καθυστέρηση.
Η στρατιωτική υποδομή για τη συντήρηση και λειτουργία αυτών των συστημάτων θα προϋπάρχει.
Για το Κίεβο, το μοντέλο των απομακρυσμένων οπλικών συστημάτων προσφέρει μια αξιόπιστη, άμεση, και μαζική γραμμή ενίσχυσης.
Οι μεταφορές όπλων δεν θα γίνονται με ρυθμό «σταγόνα – σταγόνα» όπως μέχρι τώρα, αλλά με έτοιμα αποθέματα που μπορούν να φτάσουν γρήγορα στο μέτωπο.
Οι αμυντικές δυνατότητες της Ουκρανίας θα αυξηθούν δραστικά, χωρίς να χρειαστεί να μετατραπεί σε ένα «οχυρωμένο κράτος» που θα προκαλούσε ανησυχία στη Μόσχα.
Για τις χώρες της Δύσης, η αποθήκευση όπλων εντός των δικών τους συνόρων επιτρέπει μεγαλύτερο πολιτικό έλεγχο, διαφάνεια, και αποφυγή εσωτερικών αντιδράσεων.
Οι επενδύσεις σε αυτά τα αποθέματα θα μπορούν να συμψηφίζονται με τους στόχους δαπανών του ΝΑΤΟ (5% του ΑΕΠ), ενισχύοντας έτσι το κοινό αμυντικό μέτωπο της Ευρώπης.

Γιατί το σχέδιο ΗΠΑ ευνοεί τη Ρωσία
Ακόμη και η Ρωσία, όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, έχει λόγο να προτιμήσει αυτήν τη λύση έναντι άλλων.
Η γνώση ότι τα αποθέματα δεν θα βρίσκονται στην Ουκρανία μειώνει την άμεση αντίληψη απειλής.
Η Μόσχα θα έχει γενική εικόνα του είδους των οπλικών συστημάτων, χωρίς ακριβείς καταλόγους, και θα μπορεί να επιθεωρεί – υπό διεθνή επίβλεψη – ότι αυτά δεν χρησιμοποιούνται πριν υπάρξει επίθεση.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η Ρωσία θα γνωρίζει πως οποιαδήποτε επίθεση σε αυτά τα αποθέματα (π.χ. σε Πολωνία ή Ρουμανία) θα θεωρείται επίθεση κατά χώρας-μέλους του ΝΑΤΟ και θα ενεργοποιεί το Άρθρο 5.
Αυτό προσθέτει ένα αποτρεπτικό φίλτρο χωρίς να απειλεί άμεσα τη ρωσική επικράτεια επισημαίνει ο καθηγητής Ιστορίας και αναλυτής στο Quincy Institute Mark Episkopos.
Η πολιτική διάσταση - Δεσμεύσεις και όχι λόγια
Μία από τις μεγαλύτερες αποτυχίες του παρελθόντος ήταν η αδυναμία εγγυήσεων, όπως φάνηκε με το Μνημόνιο της Βουδαπέστης.
Το νέο μοντέλο προβλέπει νομικά δεσμευτικές συμφωνίες που δεν θα μπορούν να παρακαμφθούν από τις πολιτικές εναλλαγές των κρατών.
Αν κάποιο κράτος-υποδοχέας αρνηθεί να παραδώσει τα όπλα σε ώρα ανάγκης, θα υπόκειται σε κυρώσεις από την ΕΕ.
Έτσι, το σύστημα δεν εξαρτάται από τη βούληση μιας μεμονωμένης κυβέρνησης ή τις ιδιοτροπίες ενός εκάστοτε αρχηγού κράτους.

Ρεαλισμός και αναγνώριση περιορισμών
Το σχέδιο αυτό δεν είναι μαγική λύση για την ειρήνη. Δεν μπορεί από μόνο του να τερματίσει τον πόλεμο.
Πρέπει να ενταχθεί σε μια ευρύτερη συμφωνία Δύσης –Ρωσίας που θα καλύπτει τη μεταπολεμική ουδετερότητα της Ουκρανίας, την άρση κυρώσεων, την επιτήρηση της εκεχειρίας και την ανοικοδόμηση.
Ωστόσο, το μοντέλο των αποθεμάτων προσφέρει κάτι μοναδικό: ουσιαστικές εγγυήσεις χωρίς πρόκληση.
Θεωρητικά προστατεύει την Ουκρανία χωρίς να την οπλίζει εσωτερικά, καθησυχάζει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες χωρίς να τις αφοπλίζει, και μειώνει τους φόβους της Ρωσίας χωρίς να της δίνει δικαίωμα στο βέτο.
Μία πραγματική και βιώσιμη ειρήνη προϋποθέτει μηχανισμούς ασφαλείας που να λειτουργούν και για τις δύο πλευρές. Το πρότυπο των απομακρυσμένων οπλικών αποθεμάτων αποτελεί ίσως τη μοναδική μέχρι στιγμής σοβαρή και καινοτόμο πρόταση που προσπαθεί να υπερβεί το αδιέξοδο του διλήμματος ασφαλείας.
Η ερώτηση πλέον δεν είναι εάν αυτό το σύστημα είναι τέλειο.
Είναι αν το status quo – με εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και διαρκή πόλεμο φθοράς – είναι πιο βιώσιμο.
Και η απάντηση είναι ξεκάθαρη.
www.bankingnews.gr
Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες για κατάπαυση πυρός ή διπλωματικό συμβιβασμό, το χάσμα μεταξύ των μεταπολεμικών ανησυχιών ασφαλείας των δύο πλευρών παραμένει αγεφύρωτο.
Για το Κίεβο, η απόλυτη προτεραιότητα είναι η απόκτηση αξιόπιστων εγγυήσεων κατά μελλοντικής ρωσικής επίθεσης.
Αυτές οι εγγυήσεις θα μπορούσαν να λάβουν δύο μορφές: αφενός, μέσω ένταξης στο ΝΑΤΟ και εφαρμογής του Άρθρου 5 της συλλογικής άμυνας• αφετέρου, μέσω του λεγόμενου «steel porcupine» δόγματος, όπου η Ουκρανία θα εξοπλίζεται και θα ενισχύεται σε τέτοιο βαθμό ώστε να καθίσταται από μόνη της απρόσβλητη σε κάθε ρωσική επίθεση.
Ωστόσο, και οι δύο προσεγγίσεις είναι παγιδευμένες μέσα στο κλασικό δίλημμα ασφαλείας: όσο περισσότερο εξοπλίζεται η Ουκρανία, τόσο περισσότερο απειλείται η Ρωσία –με βάση την αντίληψη της Μόσχας.
Και ενώ οι Δυτικοί αναλυτές συχνά υποστηρίζουν ότι η Ρωσία δεν έχει λόγο να αισθάνεται απειλούμενη, η πραγματικότητα των διεθνών σχέσεων δεν επιτρέπει να αγνοηθούν οι υποκειμενικές αντιλήψεις περί απειλής.
Το πρόβλημα της ασφάλειας
Η Ρωσία έχει καταστήσει σαφές πως δεν πρόκειται να δεχθεί συμφωνία ειρήνης που κρίνει ασύμβατη με τα «θεμελιώδη συμφέροντα ασφαλείας» της.
Διατηρεί πλεονεκτήματα στο μέτωπο, στρατηγικό βάθος, και δυνατότητα κλιμάκωσης που της επιτρέπουν να πιέζει μέχρι τέλους.
Από την άλλη, η Ουκρανία δεν μπορεί να αποδεχθεί μια συμφωνία που θα την αφήσει αδύναμη ή εκτεθειμένη στον επόμενο γύρο μίας επίθεσης.
Η ανάγκη λοιπόν είναι μία: δημιουργία ενός πλαισίου εγγυήσεων που να εξασφαλίζει την άμυνα της Ουκρανίας χωρίς να προκαλεί άμεσα τη Ρωσία.
Και εδώ εμφανίζεται μια εξαιρετικά δημιουργική πρόταση: η εγκατάσταση δυτικών απομακρυσμένων αποθεμάτων οπλικών συστημάτων, εκτός ουκρανικού εδάφους, που θα ενεργοποιούνται αυτόματα σε περίπτωση νέας ρωσικής στρατιωτικής επιχείρησης.

Οπλικά συστήματα εκτός Ουκρανίας
Η ιδέα είναι απλή στην αρχή, αλλά γεμάτη στρατηγική σοφία. Όπλα όπως Patriot, ATACMS, HIMARS, Leopard 2, Storm Shadow, F-16 κ.ά., θα αποθηκεύονται σε χώρες-μέλη της ΕΕ κοντά στην Ουκρανία (π.χ. Πολωνία, Ρουμανία, Τσεχία, χώρες της Βαλτικής).
Αυτά τα όπλα δεν θα βρίσκονται υπό ουκρανικό έλεγχο εν καιρώ ειρήνης, ούτε θα αποθηκεύονται στην Ουκρανία.
Σε περίπτωση νέας ρωσικής επίθεσης, μετά από σύντομη περίοδο διαβουλεύσεων, τα αποθέματα θα «ξεκλειδώνουν» και θα παραδίδονται στον ουκρανικό στρατό.
Τα συστήματα θα διαχειρίζεται ειδική επιτροπή της ΕΕ και όχι μεμονωμένα κράτη. Θα είναι δεσμευτικά και όχι απλώς δηλώσεις προθέσεων όπως το αποτυχημένο Μνημόνιο της Βουδαπέστης. Η επιστροφή των όπλων στους αποθηκευτικούς χώρους θα γίνεται με το τέλος των εχθροπραξιών.
Συνεχής εκπαίδευση των Ουκρανών στρατιωτών στα όπλα
Οι Ουκρανοί στρατιώτες θα εκπαιδεύονται συνεχώς ώστε να είναι έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν τα αποθέματα με ελάχιστη καθυστέρηση.
Η στρατιωτική υποδομή για τη συντήρηση και λειτουργία αυτών των συστημάτων θα προϋπάρχει.
Για το Κίεβο, το μοντέλο των απομακρυσμένων οπλικών συστημάτων προσφέρει μια αξιόπιστη, άμεση, και μαζική γραμμή ενίσχυσης.
Οι μεταφορές όπλων δεν θα γίνονται με ρυθμό «σταγόνα – σταγόνα» όπως μέχρι τώρα, αλλά με έτοιμα αποθέματα που μπορούν να φτάσουν γρήγορα στο μέτωπο.
Οι αμυντικές δυνατότητες της Ουκρανίας θα αυξηθούν δραστικά, χωρίς να χρειαστεί να μετατραπεί σε ένα «οχυρωμένο κράτος» που θα προκαλούσε ανησυχία στη Μόσχα.
Για τις χώρες της Δύσης, η αποθήκευση όπλων εντός των δικών τους συνόρων επιτρέπει μεγαλύτερο πολιτικό έλεγχο, διαφάνεια, και αποφυγή εσωτερικών αντιδράσεων.
Οι επενδύσεις σε αυτά τα αποθέματα θα μπορούν να συμψηφίζονται με τους στόχους δαπανών του ΝΑΤΟ (5% του ΑΕΠ), ενισχύοντας έτσι το κοινό αμυντικό μέτωπο της Ευρώπης.
Γιατί το σχέδιο ΗΠΑ ευνοεί τη Ρωσία
Ακόμη και η Ρωσία, όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, έχει λόγο να προτιμήσει αυτήν τη λύση έναντι άλλων.
Η γνώση ότι τα αποθέματα δεν θα βρίσκονται στην Ουκρανία μειώνει την άμεση αντίληψη απειλής.
Η Μόσχα θα έχει γενική εικόνα του είδους των οπλικών συστημάτων, χωρίς ακριβείς καταλόγους, και θα μπορεί να επιθεωρεί – υπό διεθνή επίβλεψη – ότι αυτά δεν χρησιμοποιούνται πριν υπάρξει επίθεση.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η Ρωσία θα γνωρίζει πως οποιαδήποτε επίθεση σε αυτά τα αποθέματα (π.χ. σε Πολωνία ή Ρουμανία) θα θεωρείται επίθεση κατά χώρας-μέλους του ΝΑΤΟ και θα ενεργοποιεί το Άρθρο 5.
Αυτό προσθέτει ένα αποτρεπτικό φίλτρο χωρίς να απειλεί άμεσα τη ρωσική επικράτεια επισημαίνει ο καθηγητής Ιστορίας και αναλυτής στο Quincy Institute Mark Episkopos.
Η πολιτική διάσταση - Δεσμεύσεις και όχι λόγια
Μία από τις μεγαλύτερες αποτυχίες του παρελθόντος ήταν η αδυναμία εγγυήσεων, όπως φάνηκε με το Μνημόνιο της Βουδαπέστης.
Το νέο μοντέλο προβλέπει νομικά δεσμευτικές συμφωνίες που δεν θα μπορούν να παρακαμφθούν από τις πολιτικές εναλλαγές των κρατών.
Αν κάποιο κράτος-υποδοχέας αρνηθεί να παραδώσει τα όπλα σε ώρα ανάγκης, θα υπόκειται σε κυρώσεις από την ΕΕ.
Έτσι, το σύστημα δεν εξαρτάται από τη βούληση μιας μεμονωμένης κυβέρνησης ή τις ιδιοτροπίες ενός εκάστοτε αρχηγού κράτους.

Ρεαλισμός και αναγνώριση περιορισμών
Το σχέδιο αυτό δεν είναι μαγική λύση για την ειρήνη. Δεν μπορεί από μόνο του να τερματίσει τον πόλεμο.
Πρέπει να ενταχθεί σε μια ευρύτερη συμφωνία Δύσης –Ρωσίας που θα καλύπτει τη μεταπολεμική ουδετερότητα της Ουκρανίας, την άρση κυρώσεων, την επιτήρηση της εκεχειρίας και την ανοικοδόμηση.
Ωστόσο, το μοντέλο των αποθεμάτων προσφέρει κάτι μοναδικό: ουσιαστικές εγγυήσεις χωρίς πρόκληση.
Θεωρητικά προστατεύει την Ουκρανία χωρίς να την οπλίζει εσωτερικά, καθησυχάζει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες χωρίς να τις αφοπλίζει, και μειώνει τους φόβους της Ρωσίας χωρίς να της δίνει δικαίωμα στο βέτο.
Μία πραγματική και βιώσιμη ειρήνη προϋποθέτει μηχανισμούς ασφαλείας που να λειτουργούν και για τις δύο πλευρές. Το πρότυπο των απομακρυσμένων οπλικών αποθεμάτων αποτελεί ίσως τη μοναδική μέχρι στιγμής σοβαρή και καινοτόμο πρόταση που προσπαθεί να υπερβεί το αδιέξοδο του διλήμματος ασφαλείας.
Η ερώτηση πλέον δεν είναι εάν αυτό το σύστημα είναι τέλειο.
Είναι αν το status quo – με εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και διαρκή πόλεμο φθοράς – είναι πιο βιώσιμο.
Και η απάντηση είναι ξεκάθαρη.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών