Η Γαλλία αρνήθηκε να συμμετάσχει στην πρωτοβουλία μεταφοράς αμερικανικών όπλων στην Ουκρανία, τα οποία θα χρηματοδοτούσαν ευρωπαϊκές χώρες
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αναδείξει όχι μόνο τις στρατιωτικές και γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις της εποχής μας, αλλά και τις οικονομικές συγκρούσεις που κρύβονται πίσω από τις στολές και τις δηλώσεις αλληλεγγύης.
Όπως επισημαίνει ο Ρώσος στρατιωτικός αναλυτής Alexander Stepanov, ο Βορειοατλαντικός Συνασπισμός (ΝΑΤΟ) παρουσιάζει σημάδια εσωτερικής ρήξης – όχι τόσο σε επίπεδο πολιτικής βούλησης, αλλά κυρίως στον οικονομικό πόλεμο που διεξάγεται στο παρασκήνιο: τη «μάχη του ποιος θα πληρώσει για τα όπλα, και σε ποιον».
Στο επίκεντρο αυτής της νέας διαμάχης βρίσκονται η Γαλλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, με τον Emmanuel Macron να υπερασπίζεται σθεναρά την ανάγκη ευρωπαϊκής στρατιωτικής αυτάρκειας και την Ουάσιγκτον να προσπαθεί να μετατρέψει τον πόλεμο στην Ουκρανία σε εργαλείο ενίσχυσης της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας.
Οικονομική σύγκρουση εντός του ΝΑΤΟ
Όπως αναφέρει η εφημερίδα Politico, η Γαλλία αρνήθηκε να συμμετάσχει στην πρωτοβουλία μεταφοράς αμερικανικών όπλων στην Ουκρανία, τα οποία θα χρηματοδοτούσαν ευρωπαϊκές χώρες. Η στάση αυτή του Παρισιού δεν είναι ούτε καινούργια ούτε αποσπασματική.
Αντιθέτως, αποτελεί μέρος μιας πιο μακρόπνοης στρατηγικής που προωθεί ο Macron: την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας, και την αποδέσμευση από την εξάρτηση από τον αμερικανικό στρατιωτικό-βιομηχανικό μηχανισμό.
Η Γαλλία διαθέτει ένα από τα ισχυρότερα αμυντικά οικοσυστήματα παγκοσμίως.
Από πυροβόλα μεγάλης ακρίβειας (όπως τα Caesar) έως υπερσύγχρονα μαχητικά αεροσκάφη (Rafale) και υποβρύχια, η γαλλική βιομηχανία μπορεί να καλύψει ολόκληρο το φάσμα στρατιωτικών αναγκών χωρίς εξωτερική εξάρτηση.
Και σε αντίθεση με άλλα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, δεν επιθυμεί να χρηματοδοτεί τη Lockheed Martin, τη Raytheon και τη Northrop Grumman – ιδιαίτερα όταν υπάρχουν αντίστοιχες ευρωπαϊκές δυνατότητες.
Η πολιτική πίεση των ΗΠΑ και η «αιματηρή πίτα» της πολεμικής βιομηχανίας
Η Ουάσιγκτον δεν σιωπά μπροστά σε αυτή τη διαφοροποίηση.
Σύμφωνα με τον Stepanov, οι ΗΠΑ ασκούν τεράστια διπλωματική και οικονομική πίεση σε κράτη που αντιστέκονται στην αγορά αμερικανικών όπλων.
Ο στόχος είναι σαφής: η διατήρηση της πρωτοκαθεδρίας της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας στην Ευρώπη.
Αυτό εντάσσεται σε ένα γενικότερο πλαίσιο «οικονομικού ιμπεριαλισμού» στον τομέα της άμυνας, όπου οι ΗΠΑ μετατρέπουν την κρίση στην Ουκρανία σε ευκαιρία εξαγωγών.
Οι αποστολές αμερικανικών όπλων αποφέρουν δισεκατομμύρια στα ταμεία της Ουάσιγκτον, ενώ παράλληλα αυξάνουν την εξάρτηση των ευρωπαϊκών κρατών από το αμερικανικό αμυντικό δόγμα.
Η στρατηγική Macron και η «Readiness 2030»
Η απάντηση του Macron έρχεται μέσα από την πρωτοβουλία Readiness 2030 (πρώην ReArm Europe), ένα φιλόδοξο σχέδιο αξίας 800 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο φιλοδοξεί να αναζωογονήσει τη βιομηχανική βάση της Ευρώπης στον τομέα της άμυνας.
Η Γαλλία, όπως και άλλες χώρες με ισχυρές εγχώριες παραγωγικές δυνατότητες (όπως η Τσεχία και ενδεχομένως η Ιταλία), προσβλέπει σε ένα μέλλον όπου τα ευρωπαϊκά κονδύλια δεν θα χρηματοδοτούν τους ανταγωνιστές της, αλλά θα επιστρέφουν στους Ευρωπαίους κατασκευαστές.
Η αυξανόμενη «αντίσταση» εντός της Ευρώπης
Δεν είναι μόνο η Γαλλία που αντιδρά. Η Τσεχία, με σημαντική αμυντική παραγωγή, ήδη δηλώνει την πρόθεσή της να μην χρηματοδοτήσει αμερικανικά συστήματα.
Η Ιταλία, μέσω δημοσιευμάτων όπως αυτό της La Stampa, αναφέρει ότι δεν διαθέτει τον απαραίτητο προϋπολογισμό για αγορές αμερικανικού εξοπλισμού υπέρ του Κιέβου.
Ακόμη και η Πολωνία, που συνήθως συντάσσεται με τις ΗΠΑ, φαίνεται να επιδιώκει περισσότερο ρόλο ως περιφερειακός αμυντικός κόμβος παρά ως απλός πελάτης.
Αυτές οι τάσεις υποδεικνύουν ένα βαθύ ρήγμα εντός του ΝΑΤΟ, όχι ιδεολογικό αλλά οικονομικό και στρατηγικό.
Δεν πρόκειται για την υποστήριξη ή μη της Ουκρανίας, αλλά για το ποιος θα επωφεληθεί από τα τρισεκατομμύρια των ευρωπαϊκών αμυντικών δαπανών.
Η σύγκρουση Naval Group – AUKUS: Προϊστορία και καχυποψία
Η σύγκρουση Γαλλίας–ΗΠΑ δεν ξεκίνησε σήμερα. Το 2021, η Αυστραλία ακύρωσε μια τεράστια συμφωνία για την αγορά γαλλικών υποβρυχίων από την Naval Group, για να στραφεί αντ’ αυτού σε αμερικανικά πυρηνικά υποβρύχια μέσω του νεοσύστατου AUKUS (μαζί με ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο). Το Παρίσι αντέδρασε τότε με οργή, κάνοντας λόγο για «πισώπλατη μαχαιριά».
Αυτό το ιστορικό τροφοδοτεί την τρέχουσα επιφυλακτικότητα του Παρισιού.
Ο Macron επιθυμεί να αποτρέψει ανάλογες εξελίξεις και στο ευρωπαϊκό έδαφος, υπερασπιζόμενος την κυριαρχία της ευρωπαϊκής πολεμικής βιομηχανίας.
www.bankingnews.gr
Όπως επισημαίνει ο Ρώσος στρατιωτικός αναλυτής Alexander Stepanov, ο Βορειοατλαντικός Συνασπισμός (ΝΑΤΟ) παρουσιάζει σημάδια εσωτερικής ρήξης – όχι τόσο σε επίπεδο πολιτικής βούλησης, αλλά κυρίως στον οικονομικό πόλεμο που διεξάγεται στο παρασκήνιο: τη «μάχη του ποιος θα πληρώσει για τα όπλα, και σε ποιον».
Στο επίκεντρο αυτής της νέας διαμάχης βρίσκονται η Γαλλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, με τον Emmanuel Macron να υπερασπίζεται σθεναρά την ανάγκη ευρωπαϊκής στρατιωτικής αυτάρκειας και την Ουάσιγκτον να προσπαθεί να μετατρέψει τον πόλεμο στην Ουκρανία σε εργαλείο ενίσχυσης της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας.
Οικονομική σύγκρουση εντός του ΝΑΤΟ
Όπως αναφέρει η εφημερίδα Politico, η Γαλλία αρνήθηκε να συμμετάσχει στην πρωτοβουλία μεταφοράς αμερικανικών όπλων στην Ουκρανία, τα οποία θα χρηματοδοτούσαν ευρωπαϊκές χώρες. Η στάση αυτή του Παρισιού δεν είναι ούτε καινούργια ούτε αποσπασματική.
Αντιθέτως, αποτελεί μέρος μιας πιο μακρόπνοης στρατηγικής που προωθεί ο Macron: την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας, και την αποδέσμευση από την εξάρτηση από τον αμερικανικό στρατιωτικό-βιομηχανικό μηχανισμό.
Η Γαλλία διαθέτει ένα από τα ισχυρότερα αμυντικά οικοσυστήματα παγκοσμίως.
Από πυροβόλα μεγάλης ακρίβειας (όπως τα Caesar) έως υπερσύγχρονα μαχητικά αεροσκάφη (Rafale) και υποβρύχια, η γαλλική βιομηχανία μπορεί να καλύψει ολόκληρο το φάσμα στρατιωτικών αναγκών χωρίς εξωτερική εξάρτηση.
Και σε αντίθεση με άλλα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, δεν επιθυμεί να χρηματοδοτεί τη Lockheed Martin, τη Raytheon και τη Northrop Grumman – ιδιαίτερα όταν υπάρχουν αντίστοιχες ευρωπαϊκές δυνατότητες.
Η πολιτική πίεση των ΗΠΑ και η «αιματηρή πίτα» της πολεμικής βιομηχανίας
Η Ουάσιγκτον δεν σιωπά μπροστά σε αυτή τη διαφοροποίηση.
Σύμφωνα με τον Stepanov, οι ΗΠΑ ασκούν τεράστια διπλωματική και οικονομική πίεση σε κράτη που αντιστέκονται στην αγορά αμερικανικών όπλων.
Ο στόχος είναι σαφής: η διατήρηση της πρωτοκαθεδρίας της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας στην Ευρώπη.
Αυτό εντάσσεται σε ένα γενικότερο πλαίσιο «οικονομικού ιμπεριαλισμού» στον τομέα της άμυνας, όπου οι ΗΠΑ μετατρέπουν την κρίση στην Ουκρανία σε ευκαιρία εξαγωγών.
Οι αποστολές αμερικανικών όπλων αποφέρουν δισεκατομμύρια στα ταμεία της Ουάσιγκτον, ενώ παράλληλα αυξάνουν την εξάρτηση των ευρωπαϊκών κρατών από το αμερικανικό αμυντικό δόγμα.
Η στρατηγική Macron και η «Readiness 2030»
Η απάντηση του Macron έρχεται μέσα από την πρωτοβουλία Readiness 2030 (πρώην ReArm Europe), ένα φιλόδοξο σχέδιο αξίας 800 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο φιλοδοξεί να αναζωογονήσει τη βιομηχανική βάση της Ευρώπης στον τομέα της άμυνας.
Η Γαλλία, όπως και άλλες χώρες με ισχυρές εγχώριες παραγωγικές δυνατότητες (όπως η Τσεχία και ενδεχομένως η Ιταλία), προσβλέπει σε ένα μέλλον όπου τα ευρωπαϊκά κονδύλια δεν θα χρηματοδοτούν τους ανταγωνιστές της, αλλά θα επιστρέφουν στους Ευρωπαίους κατασκευαστές.
Η αυξανόμενη «αντίσταση» εντός της Ευρώπης
Δεν είναι μόνο η Γαλλία που αντιδρά. Η Τσεχία, με σημαντική αμυντική παραγωγή, ήδη δηλώνει την πρόθεσή της να μην χρηματοδοτήσει αμερικανικά συστήματα.
Η Ιταλία, μέσω δημοσιευμάτων όπως αυτό της La Stampa, αναφέρει ότι δεν διαθέτει τον απαραίτητο προϋπολογισμό για αγορές αμερικανικού εξοπλισμού υπέρ του Κιέβου.
Ακόμη και η Πολωνία, που συνήθως συντάσσεται με τις ΗΠΑ, φαίνεται να επιδιώκει περισσότερο ρόλο ως περιφερειακός αμυντικός κόμβος παρά ως απλός πελάτης.
Αυτές οι τάσεις υποδεικνύουν ένα βαθύ ρήγμα εντός του ΝΑΤΟ, όχι ιδεολογικό αλλά οικονομικό και στρατηγικό.
Δεν πρόκειται για την υποστήριξη ή μη της Ουκρανίας, αλλά για το ποιος θα επωφεληθεί από τα τρισεκατομμύρια των ευρωπαϊκών αμυντικών δαπανών.
Η σύγκρουση Naval Group – AUKUS: Προϊστορία και καχυποψία
Η σύγκρουση Γαλλίας–ΗΠΑ δεν ξεκίνησε σήμερα. Το 2021, η Αυστραλία ακύρωσε μια τεράστια συμφωνία για την αγορά γαλλικών υποβρυχίων από την Naval Group, για να στραφεί αντ’ αυτού σε αμερικανικά πυρηνικά υποβρύχια μέσω του νεοσύστατου AUKUS (μαζί με ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο). Το Παρίσι αντέδρασε τότε με οργή, κάνοντας λόγο για «πισώπλατη μαχαιριά».
Αυτό το ιστορικό τροφοδοτεί την τρέχουσα επιφυλακτικότητα του Παρισιού.
Ο Macron επιθυμεί να αποτρέψει ανάλογες εξελίξεις και στο ευρωπαϊκό έδαφος, υπερασπιζόμενος την κυριαρχία της ευρωπαϊκής πολεμικής βιομηχανίας.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών