Τελευταία Νέα
Απόψεις - Άρθρα

Σαράντος Λέκκας (Οικονομολόγος): Η Ιαπωνία αντίθετα στο ρεύμα

Σαράντος Λέκκας (Οικονομολόγος):  Η Ιαπωνία αντίθετα στο ρεύμα
Άρθρο του οικονομολόγου Σαράντου Λέκκα

Η επιτοκιακή συγκυρία από την Άνοιξη του 2022 έχει διαμορφώσει μια νέα πραγματικότητα για την διεθνή οικονομία.
Η εποχή των χαμηλών επιτοκίων (σε πολλές περιπτώσεις και αρνητικών) που καταγράφηκε ειδικά μετά την χρηματοοικονομική κρίση πλέον ανήκει στο παρελθόν.
Από το αποτυχημένο πείραμα των αρνητικών επιτοκίων μόνη πλέον η Ιαπωνία αντιστέκεται και το ερώτημα είναι γιατί επιμένει εκεί που όλοι οι άλλοι, αλλά και η ίδια, απέτυχαν.
Η απάντηση είναι εύκολη δεδομένου ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος εξόδου από μια παρατεταμένη περίοδο ισχνών ρυθμών ανάπτυξης.
Στην βιβλιογραφία μια τέτοια περίοδος θεωρείται από τις πιο εύθραυστες δεδομένου ότι η ανάπτυξη δεν ενισχύει την απασχόληση, ούτε λειτουργεί πολλαπλασιαστικά σε ότι αφορά τις ιδιωτικές επενδύσεις, ενώ από την άλλη πλευρά αδρανοποιεί δυνάμεις που επαφίενται σε χαμηλές πτήσεις δραστηριότητας.
Εφόσον έχει γίνει κοινά αποδεκτό ότι η ανάπτυξη στην Ιαπωνία περνά μέσα από την πορεία των εξαγωγών και δει εξαγωγών που κατευθύνονται στην Κίνα τότε κάθε μεταβολή προς τα χείρω των εξαγωγικών επιδόσεων λόγω μείωσης της εξωτερικής ζήτησης δημιουργεί τεράστια προβλήματα.
Η ζήτηση για εξαγωγές είναι αυτή που οδηγεί σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, έστω και οριακά θετικούς που καταγράφονται κατά διαστήματα.
Διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα πού παρατηρούμε από το 2020 και μετά ως αποτέλεσμα της πανδημίας αρχικά και των εμπόλεμων καταστάσεων στην συνέχεια , για κράτη όπως η Ιαπωνία λειτουργούν με τρόπο διπλά αρνητικό , αφού πέρα από την μείωση των εξαγωγών και οι εισαγωγές γίνονται ακριβότερες.
Στην Ιαπωνία ο ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού βρίσκεται πλέον στο 3% (Σεπτέμβριος 2023)αισθητά χαμηλότερος από το υψηλό 25ετίας του 4,3% του Ιανουαρίου 2023 που είχε εκτοξευτεί λόγω αύξησης των τιμών στα τρόφιμα και στην ενέργεια δηλαδή στους τομείς που η Ιαπωνική οικονομία στηρίζεται στις εισαγωγές.
Φυσικά ενίσχυση στις τιμές δρομολογείται και ως αποτέλεσμα της διολίσθησης του γιεν, το οποίο χάνει καθημερινά και συνεχώς με μεγαλύτερους ρυθμούς έδαφος σε σχέση όχι μόνο με τα θεωρητικά ισχυρά νομίσματα αλλά και με τα νομίσματα των Ασιατικών κρατών .
Η επιμονή της κεντρικής τράπεζας να διατηρεί το βασικό επιτόκιο του γιεν σε αρνητικό περιβάλλον δημιουργεί εκ των πραγμάτων εφόσον το επιτοκιακό χάσμα με τα άλλα νομίσματα μεγαλώνει λόγω της γενικότερης τάσης αύξησης των επιτοκίων, ισχυρό υπόβαθρο περαιτέρω αποδυνάμωσης του γιεν.
Σε αυτό το σημείο ξεκινούν όλα τα προβλήματα γι αυτό και η κεντρική τράπεζα επεμβαίνει στην αγορά συναλλάγματος με αγορές γιεν , για να αποτρέψει την διολίσθηση του πέρα από το όριο των 145 γιεν ανά δολάριο.
Να θυμίσουμε ότι στις 22 Σεπτεμβρίου υπήρξε η πρώτη  παρέμβαση στην αγορά συναλλάγματος μετά από 24 ολόκληρα χρόνια διότι ακριβώς τα επίπεδα των 145 γιεν ανά δολάριο είχαν να εμφανιστούν από το 1998.
Εκ νέου παρέμβαση έγινε και στις 21 Οκτωβρίου 2022 όταν το γιέν βυθίστηκε στα επίπεδα των 152 περίπου γιέν ανά δολάριο , δηλαδή στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων  32 ετών.
Ακολούθησε μια περίοδος ενίσχυσης του με αποκορύφωμα τα 128 γιεν ανά δολάριο, στις 9 Ιανουαρίου 2023, για να ξεκινήσει μια νέα περίοδος αποδυνάμωσης που σήμερα εντοπίζεται γύρω στα 150 γιεν ανά δολάριο.
Όμως η  περαιτέρω διολίσθηση του γιεν πέρα των πληθωριστικών πιέσεων που δημιουργεί, ανοίγει τις κερκόπορτες των ανταγωνιστικών υποτιμήσεων με τα υπόλοιπα ασιατικά νομίσματα.

Ειδικά με την Κίνα αλλά και τις άλλες ασιατικές χώρες όπως τη Ν. Κορέα ένας νομισματικός πόλεμος υποτιμήσεων μόνο πληθωρισμό θα αποφέρει χωρίς να δημιουργεί προστιθέμενη αξία για κανένα εμπλεκόμενο νόμισμα .

Η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας γνωρίζει ότι με τα χαμηλά επιτόκια επιτυγχάνει δυο πράγματα, πρώτον ενισχύει τον εξαγωγικό προσανατολισμό προϊόντων και υπηρεσιών όπως ο τουρισμός και από την άλλη δίνει την δυνατότητα στις Ιαπωνικές επιχειρήσεις να έχουν φθηνή χρηματοδότηση .

Το παρελθόν έχει δείξει ότι η μείωση των εξαγωγών οδηγεί τις επιχειρήσεις στην μείωση της παραγωγής τους και στην μείωση του προσωπικού τους , πράγμα που καθιστά το έργο της ανάπτυξης δύσκολο.

Και μόνο το γεγονός ότι η κεντρική τράπεζα αγοράζει ανεξασφάλιστους βραχυπρόθεσμους τίτλους που έχουν εκδώσει οι επιχειρήσεις για την στήριξη της ρευστότητας τους δείχνει ότι μπρος στον στόχο της ανάπτυξης κάθε μέσο είναι αποδεκτό όσο και εάν η νομισματική ορθοδοξία το απορρίπτει.
Βεβαίως η αύξηση του επιτοκιακού χάσματος ενέχει έναν ακόμη  κίνδυνο την επανέναρξη  του carry trade  με νόμισμα χρηματοδότησης το γιεν όπως συνέβη κατά διαστήματα στο παρελθόν , ξεκινώντας από τα τέλη της δεκαετές του 80.
Η πολιτική της Ιαπωνικής κεντρικής τράπεζας να κρατά χαμηλά τα επιτόκια και το νόμισμα της με σκοπό την ώθηση της ανάπτυξης σε υψηλοτέρα επίπεδα ή να αποφύγει την ύφεση όταν το εξωτερικό περιβάλλον χειροτερεύει , σε περιόδους αυξήσεις των επιτοκίων των λοιπών νομισμάτων διαμορφώνει όρους μετατροπής του γιεν σε νόμισμα δανεισμού.
Από την άλλη πλευρά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών δείχνει ξεκάθαρα τις προοπτικές της εξωτερικής αξίας του νομίσματος στο οποίο αναφέρεται.
Το πλεόνασμα , περίπτωση Ιαπωνικού ισοζυγίου για τις περισσότερες χρονιές δείχνει τον δρόμο τα ανατίμησης του γιεν , ενώ αντίθετα το ενδεχόμενο έλλειμμα δείχνει την πιθανή υποτίμηση του .
Ο κίνδυνος της πρακτικής του carry trade εντοπίζεται στο ενδεχόμενο υποτίμησης του νομίσματος στόχου σε επίπεδα υψηλοτέρα από την διαφορά των επιτοκίων .
Φυσικά τα νομίσματα χρηματοδότης ,συνήθως  το γιεν και το ελβετικό φράγκο , όπως έχει δείξει η εμπειρική εφαρμογή της πρακτικής του carry trade, υποτιμώνται σε σχέση με τα νομίσματα στόχους (δηλαδή τα νομίσματα που απολαμβάνουν υψηλότερα επιτόκια) παρά το γεγονός ότι τα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών τους προϊδεάζουν για πιθανή ανατίμηση τους .
Στην βάση αυτή ακόμη και η πρακτική του carry trade θα οδηγήσει στην περαιτέρω διολίσθηση του γιεν , εάν επαναληφθεί στο εύρος του παρελθόντος, και σε ένα επιπλέον πρόβλημα για την κεντρική τράπεζα της χώρας.
Η περίπτωση της Ιαπωνίας είναι ιδιάζουσα, η γήρανση του πληθυσμού, η κουλτούρα της αποταμίευσης , η ανάδειξη των προβλημάτων που δημιουργεί η παρατεταμένη χρονικά δημοσιονομική και νομισματική στήριξη, η συντριβή του θαύματος όπως έχει αποκληθεί η Ιαπωνική αναπτυξιακή πορεία στις δεκαετίες 60,70 και 80 και η απογοήτευση της κατάρρευσης που δεν είχε μόνο οικονομικό αντίκτυπο αλλά και ψυχολογικό και ηθικό.
Η κατάρρευση του Nikkei που τον Δεκέμβριο του 1989 είχε  φθάσει στα επίπεδα ρεκόρ των 38.915,87 μονάδων (σήμερα βρίσκεται στις 33.518 μονάδες) δεν σηματοδότησε μια απλή κατάρρευση ενός δείκτη αλλά την κατάρρευση μιας ιδέας.
Η σημερινή αποστροφή για κάθε τι που έχει σχέση με ριψοκίνδυνες χρηματοοικονομικές πρακτικές είναι απότοκος πρακτικών που γελοιοποίησαν την ανθρώπινη ύπαρξη.
Σήμερα η απουσία αυτοτροφοδοτούμενης ανάπτυξης, οι χαμηλοί αναπτυξιακοί ρυθμοί των χωρών υποδοχής των Ιαπωνικών εξαγωγών, η αδυναμία αποτελεσματικής στήριξης μέσω δημοσιονομικών και νομισματικών παρεμβάσεων προεξοφλούν για μία περίοδο χαμηλών προσδοκιών .
Τα Ιαπωνικά επιτόκια θα παραμείνουν κοντά στο μηδέν (άλλοτε όπως σήμερα με αρνητικό πρόσημο), όμως όσο θα βρίσκονται  στο μηδέν ανάλογη θα είναι και η γενικότερη κατάσταση της Ιαπωνικής οικονομίας.

www.bankingnews.gr 

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης