Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Κάνουν λάθος Δεξιά και Αριστερά - Το «παραμύθι» με την ανάπτυξη μέσω ΑΙ και μετανάστευσης έχει δράκο – Χωρίς υγιή δημοσιονομικά, χρεοκοπία

Κάνουν λάθος Δεξιά και Αριστερά - Το «παραμύθι» με την ανάπτυξη μέσω ΑΙ και μετανάστευσης έχει δράκο – Χωρίς υγιή δημοσιονομικά, χρεοκοπία
Η Αριστερά τείνει να προτιμά μεγαλύτερη μετανάστευση, ως φυσική απάντηση στη γήρανση του πληθυσμού - Η δεξιά τονίζει την παραγωγικότητα, μέσω φορολογικών μειώσεων, απορρύθμισης και τεχνολογικών προόδων -  Δυστυχώς, όμως, ούτε ο πληθυσμός ούτε η παραγωγικότητα είναι πιθανό να σώσουν τους σημερινούς προϋπολογισμούς
Είναι ένα συνηθισμένο κόλπο των πολιτικών να υπόσχονται οικονομική ανάπτυξη για να στηρίξουν τις προβλέψεις των προϋπολογισμών τους.
Το χρέος είναι μόνο το μισό της σχέσης χρέους προς ΑΕΠ και  η αύξηση του παραγόμενου προϊόντος μπορεί να είναι εξίσου καλή με τη μείωση του χρέους.
Στις μέσες δεκαετίες του 20ού αιώνα, η ανάκαμψη των κατεστραμμένων από τον πόλεμο οικονομιών, η εκτόξευση των γεννήσεων, η είσοδος των γυναικών στην αγορά εργασίας και η επέκταση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στήριξαν την αποπληρωμή των χρεών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στις πλούσιες χώρες.
Οι αναδυόμενες οικονομίες, που επωφελήθηκαν από την ανάκαμψη ή από πλεονάσματα εμπορευμάτων, κατά καιρούς ξεπέρασαν το χρέος με ανάπτυξη αντί να το αναδιαρθρώσουν ή να το αντιμετωπίσουν μέσω πληθωρισμού.
Σήμερα, οι ευκολες λύσεις έχουν εξαντληθεί.
Παρ’ όλα αυτά, πολιτικοί τόσο της αριστεράς όσο και της δεξιάς εναποθέτουν ελπίδες στην ανάπτυξη για να στηρίξουν τα δημόσια οικονομικά.
Η αριστερά τείνει να προτιμά μεγαλύτερη μετανάστευση, ως φυσική απάντηση στη γήρανση του πληθυσμού. Η δεξιά τονίζει την παραγωγικότητα, μέσω φορολογικών μειώσεων, απορρύθμισης και τεχνολογικών προόδων. Δυστυχώς, ούτε ο πληθυσμός ούτε η παραγωγικότητα είναι πιθανό να σώσουν τους σημερινούς προϋπολογισμούς.
Μοντέλο που συνδέει την αυξηση του ΑΕΠ με την τεχνολογική καινοτομία


Αύξηση του εργατικού δυναμικού

«Η μετανάστευση [είναι] μία από τις απαντήσεις στη δημογραφική γήρανση της Ευρώπης», δήλωσε η Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης φέτος.
Στο ετήσιο συνέδριο των κεντρικών τραπεζών στο Jackson Hole, τόσο ο Ueda Kazuo, διοικητής της Τράπεζας της Ιαπωνίας, όσο και η Christine Lagarde, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πρότειναν ότι οι ξένοι εργαζόμενοι είναι η φυσική λύση στο πρόβλημα της δημογραφικής επιβράδυνσης.
Η ελκυστικότητα της λύσης  είναι εμφανής.
Η μετανάστευση τεχνικά αυξάνει το ΑΕΠ, κατανέμοντας το υπάρχον χρέος σε περισσότερα άτομα.
Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, τα ελλείμματα μειώνονται καθώς αυξάνονται τα φορολογικά έσοδα.
Επιπλέον, οι μετανάστες φαίνονται συχνά καλύτερη επιλογή (δημοσιονομικά μιλώντας) από τα παιδιά, που δεν είναι άμεσα έτοιμα να εργαστούν.
Στιγμιότυπο_οθόνης_2025-10-19_154553.png
Το πρόβλημα είναι ότι οι νέοι γερνούν....

Οι baby boomers μετατράπηκαν από ενισχυτές του προϋπολογισμού σε βάρος.
Η αναμενόμενη διάρκεια ζωής αυξάνεται, πράγμα που σημαίνει ότι η προσθήκη μεταναστών ή παιδιών καθυστερεί αλλά δεν εμποδίζει την αύξηση της μέσης ηλικίας του πληθυσμού.
Τελικά, το ίδιο πρόβλημα επανεμφανίζεται σε μεγαλύτερη κλίμακα.
«Η αύξηση του πληθυσμού που χρειάζεται για να αντισταθμίσει πλήρως τη γήρανση… είναι πολύ μεγάλη και διευρύνεται με τον χρόνο», γράφει ο David Miles από το Office for Budget Responsibility του Ηνωμένου Βασιλείου, προειδοποιώντας για ένα «σχήμα Ponzi» στην κοινωνική πολιτική.
Σε κάποιες χώρες, αυτό μπορεί να ακούγεται λιγότερο σαν προειδοποίηση και περισσότερο σαν κίνητρο.
Ιαπωνία και Ιταλία έχουν τόσο χαμηλά ποσοστά γεννήσεων που ο πληθυσμός τους συρρικνώνεται.
Περισσότεροι μετανάστες θα αποτρέψουν την κατάρρευση του πληθυσμού και θα καθυστερήσουν μια δημοσιονομική καταστροφή.
Στιγμιότυπο_οθόνης_2025-10-19_155025.png
Ούτε ο πληθυσμός ούτε η παραγωγικότητα σώζουν τους προϋπολογισμούς

Ωστόσο, πολλοί δυτικοί ψηφοφόροι ανησυχούν όλο και περισσότερο για συνωστισμό, ειδικά γύρω από αναπτυγμένες πόλεις και το συναφές πολιτισμικό χάος - ο πολυπολιτισμός δεν έπιασε...
Οι κανονισμοί συχνά αποτρέπουν την επαρκή δόμηση κατοικιών.
Οι υποδομές και οι δημόσιες υπηρεσίες σε πολλά μέρη δεν μπόρεσαν να συμβαδίσουν με τις αφίξεις τη δεκαετία του 2020, προκαλώντας αντιδράσεις.
Έρευνα της Τράπεζας του Καναδά δείχνει ότι σε ορισμένες περιοχές, μια αύξηση 1% στον αριθμό των εξειδικευμένων μεταναστών προκαλεί άνοδο 6–8% στις τιμές κατοικιών.
Η Βρετανία έχει επτά φορές μεγαλύτερη πυκνότητα πληθυσμού από τον μέσο όρο των πλούσιων χωρών και σοβαρή έλλειψη κατοικιών στην πιο παραγωγική περιοχή γύρω από το Λονδίνο - φαίνεται λιγότερο ικανή από όλες τις πλούσιες χώρες να καλύψει ένα δημοσιονομικό κενό με περισσότερους ανθρώπους.
Οι ΗΠΑ διαθέτουν χώρο συνολικά, αλλά τοπικά σημεία συμφόρησης στην προσφορά κατοικιών στις πιο αναπτυγμένες περιοχές τους εμποδίζουν τους μετανάστες.
Στιγμιότυπο_οθόνης_2025-10-19_154651.png
Οι μετανάστες και η ψευδαίσθηση της ανάπτυξης

Οι χώρες έχουν αποδειχθεί εφεκτικές στο να επιλέξουν τους πιο δημοσιονομικά ωφέλιμους μετανάστες.
Η προοδευτική φορολογία και τα κράτη πρόνοιας σημαίνουν ότι υπάρχει χάσμα ανάμεσα στο δημοσιονομικό αποτύπωμα ενός υψηλής εξειδίκευσης και ενός χαμηλής εξειδίκευσης μετανάστη.
Ο μέσος μετανάστης που φτάνει στις ΗΠΑ σε ηλικία 25-34 ετών με πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης προσφέρει στη ομοσπονδιακή κυβέρνηση εκτιμώμενα 2,3 εκατομμύρια δολάρια σε προεξοφλημένα δημοσιονομικά οφέλη καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του (χωρίς τα απογόνους), σύμφωνα με τον David Bier του Cato Institute, ενός φιλελεύθερου think-tank.
Αντίθετα, ένας μετανάστης της ίδιας ηλικίας χωρίς απολυτήριο λυκείου φέρνει λιγότερα από 15.000 δολάρια.
Παρόμοια στοιχεία από τις Κάτω Χώρες δείχνουν ότι οι μετανάστες χρειάζονται τουλάχιστον πτυχίο για να έχουν θετικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα.
Δυστυχώς, το κύμα μετανάστευσης που γνώρισε ο ανεπτυγμένος κόσμος από το 2020 είχε ασυνήθιστα υψηλή αναλογία χαμηλής εξειδίκευσης, συμπεριλαμβανομένων αιτούντων άσυλο.
Ακόμα και αν στρεφόμασταν στους πιο εξειδικευμένους, οι αριθμοί που απαιτούνται για να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό είναι απίστευτα μεγάλοι.
Αν ένα νέο, υψηλής εξειδίκευσης άτομο φέρνει όφελος 2,3 εκατ. δολ., συγκριτικά με το προβλεπόμενο δημοσιονομικό κενό των ΗΠΑ ύψους 163 τρισ. δολ. με βάση το Penn Wharton Budget Model, θα χρειάζονταν 71 εκατ. τέτοιοι μετανάστες για να κλείσει το κενό.
Η ψευδαίσθηση της παραγωγικότητας
Τι γίνεται με το όνειρο της ταχύτερης ανάπτυξης της παραγωγικότητας;
Ο γερουσιαστής Ron Johnson από το Wisconsin δήλωσε τον Ιούνιο ότι μπορεί να δούμε μια επανάσταση στην παραγωγικότητα τα επόμενα δέκα χρόνια που δεν μπορεί κανείς να προβλέψει. Σενάριο του Congressional Budget Office δείχνει ότι αν η ετήσια αύξηση παραγωγικότητας ήταν μισή ποσοστιαία μονάδα υψηλότερη, το δημοσιονομικό χρέος προς ΑΕΠ το 2055 θα ήταν 113% αντί 156 με αδιαφοροποίητα τα άλλα μεγέθη .
Ο Torsten Slok από την Apollo δήλωσε τον Ιούλιο ότι «η AI θα μπορούσε να λύσει το δημοσιονομικό πρόβλημα των ΗΠΑ»
.

Δεν θα ξεφύγεις με την ανάπτυξη

Ακόμα και η ανάπτυξη μέσω της τεχνολογικής καινοτομίας αντιμετωπίζει μειονεκτήματα.
Τα δημόσια συνταξιοδοτικά προγράμματα, όπως το Social Security, συνδέονται με τους μισθούς, οι οποίοι αυξάνονται με την παραγωγικότητα, περιορίζοντας το γενικότερο δημοσιονομικό όφελος.
Σημαντικότερο είναι ότι για να βελτιώσεις τη βιωσιμότητα του χρέους δεν αρκεί να αυξήσεις την ανάπτυξη• αλλά πρέπει να αυξήσεις την ανάπτυξη σε σχέση με τα επιτόκια.
Από τη στιγμή που ο Frank Ramsey ανέπτυξε το κλασικό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης το 1928, οι οικονομολόγοι υποστηρίζουν (αν και δύσκολα αποδεικνύεται) ότι παραγωγικότητα και επιτόκια αυξάνονται μαζί.
Συνεπώς, όπως γράφει ο Jason Furman από το Harvard, η ταχύτερη ανάπτυξη μπορεί να μη μειώσει καθόλου το χάσμα μεταξύ επιτοκίου και ανάπτυξης.
Η ταχύτερη ανάπτυξη θα «ενθαρρύνει πρόσθετες επενδύσεις, πιέζοντας ανοδικά τα πραγματικά επιτόκια», προειδοποιούν οι Serkan Arslanalp του ΔΝΤ και Barry Eichengreen από το UC Berkeley.
Ακόμα και αν τα στοιχεία είναι διάσπαρτα, κάποιες μελέτες δείχνουν ότι όταν αυξάνεται η ανάπτυξη, τα επιτόκια αυξάνονται ακόμη περισσότερο, επιδεινώνοντας τη βιωσιμότητα του χρέους.

H συνέπεια των τεράστιων επενδύσεων

Ακόμα και αν η AI εκτοξεύσει την παραγωγικότητα, η ζήτηση για επενδύσεις είναι ήδη λαίμαργη.
Οι δαπάνες σε data centers, servers και chips θα φτάσουν περίπου 500 δισ. δολάρια παγκοσμίως το 2025, σύμφωνα με τη Morgan Stanley.
Όσο πιο αισιόδοξοι είμαστε για την ανάπτυξη της AI, τόσο μεγαλύτερες θα πρέπει να είναι οι επενδύσεις.

Ένα υπεραισιόδοξο μοντέλο από το think-tank Epoch AI υποδεικνύει ότι η βέλτιστη επένδυση σε AI το 2025 θα ήταν 25 τρισ. δολάρια, σχεδόν όσο ολόκληρη η οικονομία των ΗΠΑ. Ακόμα και για την Αμερική, που μπορεί να εισάγει άφθονο κεφάλαιο, η αυξανόμενη ζήτηση για επενδύσεις τελικά σπρώχνει τα επιτόκια προς τα πάνω.
Σύμφωνα με το μοντέλο του Ramsey, η ταχύτερη ανάπτυξη κάνει επίσης τις αποταμιεύσεις να μειώνονται, γιατί οι άνθρωποι πιστεύουν ότι θα είναι πλουσιότεροι αύριο, επιδεινώνοντας την έλλειψη κεφαλαίου.

Παγκόσμιες επιπτώσεις

Η επίδραση είναι παγκόσμια και μπορεί να είναι οδυνηρή όταν οι χώρες αναπτύσσονται με διαφορετικούς ρυθμούς, σύμφωνα με τον Neil Mehrotra της Federal Reserve Bank of Minneapolis.
Οι διεθνείς κεφαλαιακές ροές κρατούν τα επιτόκια στενά συσχετισμένα μεταξύ χωρών.
Η ταχεία ανάπτυξη στην Αμερική μπορεί να αυξήσει το κόστος κεφαλαίου για όλους, ακόμη κι αν κανείς άλλος δεν συμμετέχει στο αναπτυξιακό boom.
Η Ευρώπη, με τους ρυθμιστικούς περιορισμούς και την έλλειψη τεχνολογικής δυναμικής, πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτική.
Η εναλλακτική στην επιτυχία της AI είναι η “εισαγωγή υψηλότερων επιτοκίων ενώ η παραγωγικότητα παραμένει στάσιμη”, προειδοποιεί ο Luis Garicano από το LSE.

Η προοπτική της αναδιανομής

Τέλος, η AI μπορεί να αυξήσει τη ζήτηση για αναδιανομή.
Στην Silicon Valley, όπου πολλοί εργαζόμενοι υποστηρίζουν ένα καθολικό βαρικό εισόδημα Universal Basic Income (UBI), αναμένουν ότι η πλειονότητα της εργασίας στο πλαίσιο της κοινωνίας της γνώσης θα γίνει περιττή.
Ακόμα και αν έχουν άδικο για το UBI, μια εποχή οικονομικής αναστάτωσης πιθανότατα θα οδηγήσει σε μεγαλύτερες απαιτήσεις από τα κράτη πρόνοιας.
Μία μεγαλύτερη οικονομική “πίτα” μπορεί να διευκολύνει τα πράγματα—οι Arslanalp και Eichengreen διαπιστώνουν ότι η ταχύτερη οικονομική ανάπτυξη πράγματι προβλέπει επιτυχημένες δημοσιονομικές προσαρμογές, εν μέρει επειδή διευκολύνει τη δημιουργία πλεονασμάτων. Αλλά με μια αναστάτωση τόσο βαθιά όσο η AI, υπάρχουν πολλοί λόγοι να προσέχει κάποιος τι εύχεται.

Σχεδόν καμία πλούσια και ισχυρή χώρα δεν έχει αποπληρώσει το χρέος της

Πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι χρεοκοπίες μεγάλων οικονομιών δεν ήταν ασυνήθιστες. Το 1848, η Γαλλία μετέτρεψε υποχρεώσεις βραχυπρόθεσμου χρέους σε διαρκείς.
Η Βρετανία δεν αποπλήρωσε ορισμένα χρέη της από τον Μεγάλο Πόλεμο προς τις ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ υιοθέτησαν νόμο το 1933 που ακύρωνε το δικαίωμα των πιστωτών να απαιτούν αποπληρωμή ίση με συγκεκριμένο βάρος χρυσού, μετά την κατάργηση του χρυσού κανόνα από τον Πρόεδρο Franklin Roosevelt — επρόκειτο για μια τεχνική χρεοκοπία.
Πολλές ευρωπαϊκές δυνάμεις χρεοκόπησαν κατά τη διάρκεια ή λίγο μετά τον πόλεμο.
Μετά τον πόλεμο, δημιουργήθηκε ένας κανόνας: οι ανεπτυγμένες οικονομίες πάντα αποπληρώνουν τους ομολογιούχους τους—παραβιάστηκε μόνο από Ελλάδα και Κύπρο τη δεκαετία του 2010.
Παρ’ όλα αυτά, οι πιστωτές συχνά χάνουν.
Στις ανεπτυγμένες οικονομίες, οι κυβερνήσεις ξόδευαν περίπου το ήμισυ του χρόνου μεταξύ 1945 και 1980 κερδίζοντας περισσότερο από το να «διαγράψουν» χρέος μέσω πληθωρισμού απ’ ό,τι πλήρωναν σε τόκους, γράφουν οι Carmen Reinhart (Harvard) και Maria Belen Sbrancia (ΔΝΤ).
Η μέση ετήσια εξοικονόμηση τόκων κυμαινόταν από 1 έως 5% του ΑΕΠ.
Η μεγαλύτερη μεμονωμένη περίοδος μείωσης χρέους που εντοπίστηκε σε 220 χρόνια δεδομένων, σύμφωνα με τους Barry Eichengreen (UC Berkeley) και Rui Esteves (Geneva Graduate Institute), συνέβη στη Βρετανία μεταξύ 1947 και 1956.
Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε κατά 131 ποσοστιαίες μονάδες. Περίπου το ήμισυ της πτώσης οφειλόταν στο ότι ο πληθωρισμός υπερέβαινε τα επιτόκια, ενώ οι ίδιοι επισημαίνουν ότι η παράλληλη μείωση χρέους στις ΗΠΑ, περίπου στο μισό μέγεθος, βασίστηκε περισσότερο στην οικονομική ανάπτυξη.

Ιστορικά παραδείγματα μείωσης χρέους μέσω πλεονασμάτων

Για να βρούμε μεγάλες οικονομίες που μείωσαν το χρέος τους κυρίως μέσω πλεονασμάτων προϋπολογισμού, πρέπει να επιστρέψουμε πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τότε – να σημειωθεί - ο χρυσός κανόνας δεν επέτρεπε τη μείωση χρέους μέσω πληθωρισμού.
Από το 1896 έως το 1913, η Γαλλία μείωσε τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ από 96% σε 51%.
• Η Βρετανία κατάφερε να τρέξει εννέα δεκαετίες πλεονασμάτων μετά τους Ναπολεόντειους Πολέμους, μειώνοντας τον λόγο χρέους από 194% το 1822 σε 28% το 1913.
Οι ΗΠΑ σχεδόν εξαφάνισαν το χρέος τους, που αντιστοιχούσε στο 30% του ΑΕΠ, με πλεονάσματα μεταξύ 1867 και 1913.
Από τις 30 κορυφαίες περιόδους συγκέντρωσης χρέους που εντόπισαν οι Eichengreen και Esteves, η μόνη περίπτωση μετά τον πόλεμο όπου ένα κράτος του G7 πέτυχε μείωση χρέους κυρίως μέσω δημοσιονομικής προσαρμογής ήταν ο Καναδάς μεταξύ 1997 και 2006. Ο Καναδάς είναι επίσης μέλος μιας μικρής ομάδας ανεπτυγμένων οικονομιών που έχουν αποφύγει τη μεγάλη αύξηση χρέους σήμερα.

Το σίγουρο είναι ότι καμία από τις προτεινόμενες λύσεις δεν έχει λειτουργήσει... βρισκόμαστε σε αχαρτογράφητα νερά. 

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης