Ανησυχητικά είναι τα μηνύματα από τις ευρωπαϊκές αγορές ομολόγων. Οι αποδόσεις των 30ετών γαλλικών ομολόγων είναι οι υψηλότερες από την κρίση του ευρώ το 2011, με της Γερμανίας να απέχουν ελάχιστα από αυτά τα ιλιγγιώδη επίπεδα. Οι επενδυτές είναι ξαφνικά πολύ λιγότερο πρόθυμοι να αγοράσουν μακροπρόθεσμα ομόλογα, κάτι που είναι βέβαιο ότι θα εντείνει την έντονη δημοσιονομική πίεση που αισθάνονται οι κυβερνήσεις.
Ο πιο πρόσφατος καταλύτης για υψηλότερες αποδόσεις μακροπρόθεσμων λήξεων στην Ευρώπη ήταν ένα άρθρο των Financial Times την περασμένη εβδομάδα σχετικά με πιθανές πωλήσεις από ολλανδικά συνταξιοδοτικά ταμεία τον επόμενο χρόνο. Όπως τόνισε ο επικεφαλής ευρωπαϊκός στρατηγικός αναλυτής της Jefferies Financial Group Inc., Mohit Kumar, δεν πρόκειται για νέα πληροφορία καθώς έχει ανακοινωθεί εγκαίρως, αλλά οι «bond vigilantes» (εκδικητές ομολόγων) είναι σε εγρήγορση για σημάδια δημοσιονομικής επιδείνωσης.
Όπως και στο Ηνωμένο Βασίλειο, το ολλανδικό σύστημα συνταξιοδότησης μεταβαίνει από ένα εταιρικό σύστημα τελικού μισθού σε ένα σύστημα ατομικά διαχειριζόμενων εισφορών. Αυτό σημαίνει ότι οι υποχρεώσεις δεν θα συμπεριφέρονται πλέον ως μακροπρόθεσμα ομόλογα. Έτσι, τα ολλανδικά συνταξιοδοτικά ταμεία, τα οποία επενδύουν σε μεγάλο βαθμό σε γερμανικές, γαλλικές και άλλες αγορές, πιθανότατα θα μειώσουν τις συμμετοχές τους από το 30ετές στο 10ετές μέρος της καμπύλης κυρίαρχου χρέους του ευρώ, μαζί με μια ευρύτερη κατανομή σε μετοχές και εναλλακτικές επενδύσεις.
Αυτό είναι πιθανό να ασκήσει περαιτέρω πίεση για απότομη αύξηση των αποδόσεων, ειδικά καθώς κι άλλοι επενδυτές θα ακολουθήσουν το παράδειγμα. Η καμπύλη απόδοσης των γερμανικών ομολόγων αναφοράς έχει αυξηθεί κατά 125 μονάδες βάσης φέτος, με τις αποδόσεις της αγοράς χρήματος να μειώνονται λόγω των μειώσεων επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αλλά αυτές των μακροπρόθεσμων ομολόγων να αυξάνονται έως και 60 μονάδες βάσης. Το επίπεδο του 30ετούς γερμανικού ομολόγου ξεπέρασε το 3,25% τη Δευτέρα, με της Γαλλίας στο 4,2%.
Αυτή η απότομη αύξηση είναι ακόμα πιο ανησυχητική καθώς η ΕΚΤ κάθε άλλο παρά αδρανεί, έχοντας μειώσει το επιτόκιο καταθέσεων στο μισό, στο 2% τον τελευταίο χρόνο. Με τον πληθωρισμό της ευρωζώνης να αναμένεται να πέσει περαιτέρω κάτω από τον στόχο, είναι πιθανές και άλλες μειώσεις. Προφανώς οι ανησυχίες της αγοράς ομολόγων είναι μεγαλύτερες από οτιδήποτε μπορεί να επιλύσει η συμβατική νομισματική πολιτική.
Ο βασικός καθοριστικός παράγοντας μιας ρευστής αγοράς κρατικών ομολόγων είναι η ικανότητα δανεισμού ελεύθερα σε όλο το φάσμα των λήξεων: Δεν υπάρχει ακόμη σοβαρός κίνδυνος για την Ευρώπη, αλλά γίνεται πολύ πιο ακριβό να αντληθούν χρήματα σε υπερμακροπρόθεσμες λήξεις. Με μαζικές δαπάνες για επανεξοπλισμό και υποδομές που έχουν προγραμματιστεί, πρόκειται για μια ενοχλητική και δαπανηρή αλλαγή. Μόνο η Γερμανία έχει μια δημοσιονομική δαπάνη ύψους 1 τρισεκατομμυρίου ευρώ (1,17 τρισεκατομμύρια δολάρια) να χρηματοδοτήσει τα επόμενα πέντε χρόνια.
Η ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων με τις καλύτερες επιδόσεις σε μακροπρόθεσμες λήξεις φέτος ήταν η Ιταλία, έχοντας αυξηθεί μόνο κατά περίπου 20 μονάδες βάσης, κυρίως επειδή μείωσε τις εκδόσεις πέραν των 10 ετών κατά 19 δισεκατομμύρια ευρώ (22 δισεκατομμύρια δολάρια) το πρώτο εξάμηνο σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2024. Το «Lo Spread» -το ασφάλιστρο που πληρώνει η Ιταλία σε σχέση με τα 10ετή γερμανικά ομόλογα- έχει συρρικνωθεί κατά σχεδόν 50 μονάδες βάσης από τις αρχές Απριλίου, όχι λόγω κάποιας θαυμάσιας βελτίωσης των οικονομικών της, αλλά λόγω της αναμενόμενης επιδείνωσης της Γερμανίας.
Το απλό πράγμα που πρέπει να γίνει είναι να μειωθούν οι λήξεις των ομολόγων εκδίδοντας περισσότερα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου ή ομόλογα διάρκειας κάτω των 10 ετών, όπως τόνισε ο Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Scott Bessent ότι έχει νόημα — απηχώντας μια προσέγγιση που επέκρινε την προκάτοχό του Janet Yellen. Η αποχώρηση των επενδυτών από πολύ μακροπρόθεσμο χρέος είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, που φάνηκε πιο έντονα όταν οι αποδόσεις των 40ετών ιαπωνικών κρατικών ομολόγων εκτινάχθηκαν πάνω από 100 μονάδες βάσης τον Απρίλιο και τον Μάιο. Η απόδοση του 30ετούς JGB είναι κοντά στο ιστορικό υψηλό του Μαΐου, 3,19%. Αυτό που συμβαίνει στη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά ομολόγων στον κόσμο θα πρέπει να αποτελεί προειδοποίηση για όλους.
Ο δανεισμός για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα είναι η θεμελιώδης βάση του τρόπου λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο κυβερνητικός τομέας είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένος με πολύ μακροπρόθεσμο χρέος, με 340 δισεκατομμύρια ευρώ σε νέα συνδικαλιστικά ομόλογα φέτος με λήξεις που υπερβαίνουν τα 10 έτη. Έχει πραγματικά σημασία αν οι αποδόσεις αποκολληθούν. Η Αυστρία πούλησε 12 δισεκατομμύρια ευρώ σε 100ετή ομόλογα τα τελευταία χρόνια, μερικές φορές με αποδόσεις κάτω του 1%. Αυτές οι εποχές φαίνονται να ανήκουν σθεναρά στο παρελθόν, με μια έκδοση να διαπραγματεύεται περίπου στο 30% της ονομαστικής αξίας για απόδοση 3,2%.
Το μέγεθος της προσφοράς που επιβάλλεται στις αγορές κρατικών ομολόγων αρχίζει να επηρεάζει με ανησυχητικό τρόπο, ιδιαίτερα στις υπερμακροπρόθεσμες λήξεις. Οι επενδυτές φοβούνται την επισφαλή θέση των ισολογισμών των κυβερνήσεων, πράγμα που σημαίνει ότι τα χαμηλότερα επίσημα επιτόκια μίας ημέρας έχουν μικρή επίδραση καθώς οι καμπύλες αποδόσεων αυξάνονται παγκοσμίως. Το μήνυμα είναι σαφές: H Ευρώπη πρέπει είτε να δαπανήσει λιγότερα είτε να δανειστεί για μικρότερο χρονικό διάστημα — κατά προτίμηση και τα δύο.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών