Παραμύθι η αισιοδοξία που καλλιεργείται για τις προοπτικές της οικονομίας.... Παραμύθι και η ανάκαμψη...
Παραμύθι με δράκους το εφήμερο, όπως χαρακτηρίζεται, success story της ελληνικής οικονομίας –και όχι– σύμφωνα με έκθεση της γερμανικής Commerzbank για τον Νότο της Ευρωζώνης, την οποία σας παρουσιάζει το Banking News.
Όπως επισημαίνεται, ναι μεν διαπιστώνεται υπεραπόδοση, αλλά η βάση εκκίνησης μετά την Covid ήταν πάρα πολύ χαμηλή.
Η όποια πρόοδος έχει επιτευχθεί, παρά τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οφείλεται σε δύο δράκους: στα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ κίνδυνο αποτελεί η υπερβολική εξάρτηση από τον Τουρισμό και τις υπηρεσίες – εξαιρουμένων αυτών των δύο τομέων, υπεραπόδοση δεν υφίσταται.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την Commerzbank, oι χώρες του Νότου της ευρωζώνης έχουν σημειώσει σημαντικά ταχύτερη ανάπτυξη από τις υπόλοιπες χώρες-μέλη τα τελευταία χρόνια.
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί στο μέλλον.
Ειδικά στην Ισπανία και την Ιταλία, έχουν γίνει ελάχιστες δομικές βελτιώσεις τα τελευταία χρόνια, οι οποίες, σε διαφορετική περίπτωση, θα μπορούσαν να ανοίξουν τον δρόμο για διατηρήσιμη ισχυρότερη ανάπτυξη.
Αντίθετα, σημαντικό μέρος της ισχυρότερης ανάπτυξης απλώς αντιστάθμισε την γενικά πολύ βαθύτερη ύφεση που υπήρξε κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού.
Επιπλέον, υπήρξαν άνω του μέσου όρου συνεισφορές από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και μια μαζική επιδότηση για τον κατασκευαστικό τομέα στην Ιταλία, η επίδραση των οποίων πιθανότατα θα εξασθενήσει έως το 2026 το αργότερο.
Αυτό αναμένεται να τερματίσει και την υπεραπόδοση αυτών των χωρών.
Η περιφέρεια ως ο νέος αστέρας ανάπτυξης;
Με την οικονομία της Γερμανίας να παραμένει στάσιμη για περισσότερα από πέντε χρόνια, πολλοί εναποθέτουν τις ελπίδες τους για την ευρωζώνη στις χώρες του Νότου της νομισματικής ένωσης.
Άλλωστε, οι οικονομίες αυτών των τεσσάρων χωρών (Ελλάδα, Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία) έχουν σημειώσει πρόσφατα πολύ ισχυρότερη ανάπτυξη από την υπόλοιπη ευρωζώνη.
Στο πρώτο εξάμηνο του έτους, το πραγματικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν σε αυτές τις χώρες ήταν μεταξύ 15% και 20% υψηλότερο σε σύγκριση με το έτος της πανδημίας, το 2020, ενώ η οικονομία στην υπόλοιπη ευρωζώνη αυξήθηκε μόλις κατά 8% (Διάγραμμα 1).
Αυτή η τάση συνεχίζεται. Για παράδειγμα, η οικονομία της Ισπανίας αναμένεται να αυξηθεί πάνω από 2½% φέτος, ενώ η οικονομική παραγωγή θα αυξηθεί λιγότερο από 1% στην Ευρωζώνη και θα μειωθεί ελαφρώς στη Γερμανία.
Καμία δομική πρόοδος στην Ιταλία και την Ισπανία...
Για διάφορους λόγους, είμαστε επιφυλακτικοί ως προς το αν αυτή η άνω του μέσου όρου ανάπτυξη των χωρών του Νότου της νομισματικής ένωσης θα συνεχιστεί για πολύ ακόμα.
Για παράδειγμα, δεν βλέπουμε ποιες δομικές αλλαγές έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια, ώστε μια χώρα με πολλά χρόνια πολύ χαμηλής ανάπτυξης, όπως η Ιταλία, να μετατραπεί σε υπεραποδίδουσα.
Στην ανάλυση του ZEW για το Ίδρυμα Γερμανικών Οικογενειακών Επιχειρήσεων, η Ιταλία είχε τη χειρότερη επίδοση από τις 21 χώρες που εξετάστηκαν στην τελευταία μελέτη του 2022, όπως και στις τρεις προηγούμενες μελέτες (Διάγραμμα 2).
Καμία βελτίωση δεν σημειώθηκε ούτε στην Ισπανία. Η χώρα ήταν ξανά στην προτελευταία θέση το 2022, ακριβώς μπροστά από την Ιταλία.
Η τάση είναι καλύτερη στην Πορτογαλία, η οποία από το 2016 ανέβηκε από τη 17η στη 14η θέση, καθώς οι επιχειρηματικές συνθήκες βελτιώθηκαν σε σύγκριση με τις άλλες 20 χώρες, κυρίως στους τομείς της «φορολογίας» και της «ενέργειας».
Η μελέτη δεν εξετάζει την Ελλάδα, όπου έχουν υπάρξει σημαντικές δομικές βελτιώσεις την τελευταία δεκαετία – εν μέρει λόγω της πίεσης από τα προγράμματα βοήθειας.
...μόνο μερική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των τιμών
Η κατάσταση έχει επίσης βελτιωθεί μόνο μερικώς όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα των τιμών.
Τα τελευταία έξι χρόνια, το μοναδιαίο κόστος εργασίας έχει αυξηθεί με πιο αργό ρυθμό από τον μέσο όρο της ευρωζώνης μόνο στην Ιταλία και την Ελλάδα (Διάγραμμα 3).
Αντίθετα, στην Ισπανία και την Πορτογαλία, το μοναδιαίο κόστος εργασίας έχει αυξηθεί πολύ πάνω από τον μέσο όρο, εν μέρει λόγω της σημαντικής αύξησης του κατώτατου μισθού.
Δεν προκαλεί, λοιπόν, έκπληξη το γεγονός ότι οι εξαγωγές αγαθών από την Ιταλία και την Πορτογαλία δεν έχουν αποδώσει καλύτερα από τον υπόλοιπο μέσο όρο της ευρωζώνης από το 2018.
Στην Ισπανία, οι εξαγωγές βρίσκονται ακόμη πιο πίσω (Διάγραμμα 4). Μόνο η Ελλάδα είναι ξεκάθαρα υπεραποδίδουσα σε αυτόν τον τομέα.
Ισχυρή ανάπτυξη αρχικά ως αντίδραση στην απότομη πτώση κατά την περίοδο του κορωνοϊού...
Ως αποτέλεσμα, το οικονομικό περιβάλλον μπορεί να έχει βελτιωθεί στην Ελλάδα και, σε μικρότερο βαθμό, στην Πορτογαλία.
Ωστόσο, στην Ιταλία και την Ισπανία, η συγκριτικά καλή ανάπτυξη των τελευταίων ετών πιθανότατα οφείλεται κυρίως σε μια σειρά από ειδικούς παράγοντες.
Συγκρίνοντας την ανάπτυξη των τελευταίων ετών, συχνά παραβλέπεται ότι οι οικονομίες αυτών των χωρών επλήγησαν πολύ πιο σκληρά από την πανδημία σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης.
Ως αποτέλεσμα, η ισχυρότερη ανάπτυξη που καταγράφηκε από το 2020 και μετά αρχικά απλώς κάλυψε το έλλειμμα που προκλήθηκε. Αυτή η φάση ανάκαμψης ολοκληρώθηκε μόλις στις αρχές του περασμένου έτους (Διάγραμμα 5).
...και στη συνέχεια λόγω άνθησης του τουρισμού...
Και τα δύο, η μεγάλη πτώση όσο και η επακόλουθη ισχυρότερη οικονομική ανάκαμψη αποδίδονται σε μεγάλο βαθμό στον Τουρισμό για τις οικονομίες των τεσσάρων χωρών.
Εάν εξαιρεθούν οι εξαγωγές υπηρεσιών –στις οποίες ο Τουρισμός πιθανότατα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και στις τέσσερις χώρες– η πτώση του 2020 είναι πολύ μικρότερη, ενώ η υπόλοιπη οικονομία δεν έχει αναπτυχθεί περισσότερο από τον υπόλοιπο μέσο όρο της ευρωζώνης από το 2018 (Διάγραμμα 5).
Αυτό σημαίνει ότι η πρόσφατη υπεραπόδοση οφείλεται πιθανότατα κυρίως σε έναν τομέα, αν και σημαντικό για αυτές τις χώρες.
Αντίθετα, η υπόλοιπη οικονομία έχει αποδώσει παρόμοια (αδύναμα) με την υπόλοιπη ευρωζώνη κατά τα τελευταία 1½ χρόνια.
...εκτεταμένη βοήθεια από το Ταμείο Ανάκαμψης...
Κατά την ίδια περίοδο, οι χώρες του Νότου έχουν λάβει σημαντικά μεγαλύτερες επιχορηγήσεις από το λεγόμενο «Ταμείο Ανάκαμψης» (NGEU), οι οποίες πιθανώς ενίσχυσαν την ανάπτυξη.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι επιχορηγήσεις αυτές έχουν φτάσει έως τώρα σχεδόν το 4% του ΑΕΠ (Διάγραμμα 6).
Η Ιταλία, παρότι επωφελήθηκε λιγότερο από αυτές τις τέσσερις χώρες, λαμβάνοντας επιχορηγήσεις που ανέρχονται σε λίγο πάνω από το 2% του οικονομικού της προϊόντος, έχει επίσης λάβει σημαντικά υψηλότερες επιχορηγήσεις σε σχέση με το ΑΕΠ της σε σύγκριση με τον μέσο όρο των υπόλοιπων χωρών της ευρωζώνης (0,5% του ΑΕΠ).
...και μαζικές επιδοτήσεις οικοδομών στην Ιταλία
Σε σχέση με τις εξελίξεις στην Ιταλία, πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο τομέας των κατασκευών έχει επωφεληθεί μαζικά τα τελευταία χρόνια από το γεγονός ότι το κράτος κάλυψε το πλήρες κόστος ενεργειακής αναβάθμισης κτιρίων.
Ως αποτέλεσμα, η επένδυση σε κατοικίες, προσαρμοσμένη στις τιμές, κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους ήταν περισσότερο από 80% υψηλότερη από το 2018.
Άλλες κατασκευαστικές επενδύσεις, οι οποίες έχουν αυξηθεί σχεδόν κατά 50% τα τελευταία έξι χρόνια, επωφελήθηκαν επίσης από την αύξηση των κρατικών δαπανών, οι οποίες πιθανότατα χρηματοδοτήθηκαν τουλάχιστον εν μέρει από τις επιχορηγήσεις του Tαμείου Ανάκαμψης.
Χωρίς τη μαζική αύξηση στις κατασκευαστικές επενδύσεις, η οικονομική παραγωγή της Ιταλίας θα ήταν 5% χαμηλότερη απ' ό,τι ήταν το δεύτερο τρίμηνο (Διάγραμμα 7).
Η υπεραπόδοση του Νότου δεν είναι μόνιμο φαινόμενο
Η ελληνική οικονομία μπορεί, επομένως, να συνεχίσει να υπεραποδίδει σε σχέση με τον υπόλοιπο νομισματικό χώρο τα επόμενα χρόνια, καθώς έχει υπάρξει πράγματι πρόοδος όσον αφορά τις δομικές αδυναμίες και η οικονομία απέχει πολύ από το να έχει ανακτήσει την πτώση που προκλήθηκε μετά την κρίση χρέους.
Ωστόσο, το προβάδισμα σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης πιθανότατα θα μειωθεί λόγω της λήξης των επιχορηγήσεων από το ταμείο ανάκαμψης.
Οι δομικές βελτιώσεις στην Πορτογαλία δείχνουν επίσης υπεραπόδοση. Ένας παράγοντας κινδύνου εδώ, ωστόσο, είναι η απότομη αύξηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα.
Εάν αυτή η τάση συνεχιστεί, πιθανότατα θα βάλει τέλος στην υπεραπόδοση της χώρας μακροπρόθεσμα.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι πιο αδύναμες αναπτυξιακές ποσοστώσεις του 0,2% τόσο στο δεύτερο όσο και στο τρίτο τρίμηνο μπορεί να αποτελούν προειδοποιητικό σημάδι.
Στην Ισπανία, επίσης, η ώθηση από το ταμείο ανάκαμψης πιθανότατα θα γίνει λιγότερο σημαντική και η άνθηση του τουριστικού τομέα θα επιβραδυνθεί τουλάχιστον.
Ως αποτέλεσμα, το χάσμα μεταξύ της Ισπανίας και των αναπτυξιακών ποσοστών των άλλων χωρών της ευρωζώνης πιθανότατα θα περιοριστεί σημαντικά.
Στην Ιταλία, το αναμενόμενο τέλος της άνθησης στον κατασκευαστικό τομέα λόγω της λήξης των επιδοτήσεων θα έχει ιδιαίτερα αρνητική επίδραση. Ως αποτέλεσμα, η οικονομική ανάπτυξη στην Ιταλία αναμένεται να επιβραδυνθεί σημαντικά από το 2026 και μετά.
www.bankingnews.gr
Όπως επισημαίνεται, ναι μεν διαπιστώνεται υπεραπόδοση, αλλά η βάση εκκίνησης μετά την Covid ήταν πάρα πολύ χαμηλή.
Η όποια πρόοδος έχει επιτευχθεί, παρά τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οφείλεται σε δύο δράκους: στα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ κίνδυνο αποτελεί η υπερβολική εξάρτηση από τον Τουρισμό και τις υπηρεσίες – εξαιρουμένων αυτών των δύο τομέων, υπεραπόδοση δεν υφίσταται.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την Commerzbank, oι χώρες του Νότου της ευρωζώνης έχουν σημειώσει σημαντικά ταχύτερη ανάπτυξη από τις υπόλοιπες χώρες-μέλη τα τελευταία χρόνια.
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί στο μέλλον.
Ειδικά στην Ισπανία και την Ιταλία, έχουν γίνει ελάχιστες δομικές βελτιώσεις τα τελευταία χρόνια, οι οποίες, σε διαφορετική περίπτωση, θα μπορούσαν να ανοίξουν τον δρόμο για διατηρήσιμη ισχυρότερη ανάπτυξη.
Αντίθετα, σημαντικό μέρος της ισχυρότερης ανάπτυξης απλώς αντιστάθμισε την γενικά πολύ βαθύτερη ύφεση που υπήρξε κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού.
Επιπλέον, υπήρξαν άνω του μέσου όρου συνεισφορές από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και μια μαζική επιδότηση για τον κατασκευαστικό τομέα στην Ιταλία, η επίδραση των οποίων πιθανότατα θα εξασθενήσει έως το 2026 το αργότερο.
Αυτό αναμένεται να τερματίσει και την υπεραπόδοση αυτών των χωρών.
Η περιφέρεια ως ο νέος αστέρας ανάπτυξης;
Με την οικονομία της Γερμανίας να παραμένει στάσιμη για περισσότερα από πέντε χρόνια, πολλοί εναποθέτουν τις ελπίδες τους για την ευρωζώνη στις χώρες του Νότου της νομισματικής ένωσης.
Άλλωστε, οι οικονομίες αυτών των τεσσάρων χωρών (Ελλάδα, Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία) έχουν σημειώσει πρόσφατα πολύ ισχυρότερη ανάπτυξη από την υπόλοιπη ευρωζώνη.
Στο πρώτο εξάμηνο του έτους, το πραγματικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν σε αυτές τις χώρες ήταν μεταξύ 15% και 20% υψηλότερο σε σύγκριση με το έτος της πανδημίας, το 2020, ενώ η οικονομία στην υπόλοιπη ευρωζώνη αυξήθηκε μόλις κατά 8% (Διάγραμμα 1).
Αυτή η τάση συνεχίζεται. Για παράδειγμα, η οικονομία της Ισπανίας αναμένεται να αυξηθεί πάνω από 2½% φέτος, ενώ η οικονομική παραγωγή θα αυξηθεί λιγότερο από 1% στην Ευρωζώνη και θα μειωθεί ελαφρώς στη Γερμανία.
Καμία δομική πρόοδος στην Ιταλία και την Ισπανία...
Για διάφορους λόγους, είμαστε επιφυλακτικοί ως προς το αν αυτή η άνω του μέσου όρου ανάπτυξη των χωρών του Νότου της νομισματικής ένωσης θα συνεχιστεί για πολύ ακόμα.
Για παράδειγμα, δεν βλέπουμε ποιες δομικές αλλαγές έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια, ώστε μια χώρα με πολλά χρόνια πολύ χαμηλής ανάπτυξης, όπως η Ιταλία, να μετατραπεί σε υπεραποδίδουσα.
Στην ανάλυση του ZEW για το Ίδρυμα Γερμανικών Οικογενειακών Επιχειρήσεων, η Ιταλία είχε τη χειρότερη επίδοση από τις 21 χώρες που εξετάστηκαν στην τελευταία μελέτη του 2022, όπως και στις τρεις προηγούμενες μελέτες (Διάγραμμα 2).
Καμία βελτίωση δεν σημειώθηκε ούτε στην Ισπανία. Η χώρα ήταν ξανά στην προτελευταία θέση το 2022, ακριβώς μπροστά από την Ιταλία.
Η τάση είναι καλύτερη στην Πορτογαλία, η οποία από το 2016 ανέβηκε από τη 17η στη 14η θέση, καθώς οι επιχειρηματικές συνθήκες βελτιώθηκαν σε σύγκριση με τις άλλες 20 χώρες, κυρίως στους τομείς της «φορολογίας» και της «ενέργειας».
Η μελέτη δεν εξετάζει την Ελλάδα, όπου έχουν υπάρξει σημαντικές δομικές βελτιώσεις την τελευταία δεκαετία – εν μέρει λόγω της πίεσης από τα προγράμματα βοήθειας.
...μόνο μερική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των τιμών
Η κατάσταση έχει επίσης βελτιωθεί μόνο μερικώς όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα των τιμών.
Τα τελευταία έξι χρόνια, το μοναδιαίο κόστος εργασίας έχει αυξηθεί με πιο αργό ρυθμό από τον μέσο όρο της ευρωζώνης μόνο στην Ιταλία και την Ελλάδα (Διάγραμμα 3).
Αντίθετα, στην Ισπανία και την Πορτογαλία, το μοναδιαίο κόστος εργασίας έχει αυξηθεί πολύ πάνω από τον μέσο όρο, εν μέρει λόγω της σημαντικής αύξησης του κατώτατου μισθού.
Δεν προκαλεί, λοιπόν, έκπληξη το γεγονός ότι οι εξαγωγές αγαθών από την Ιταλία και την Πορτογαλία δεν έχουν αποδώσει καλύτερα από τον υπόλοιπο μέσο όρο της ευρωζώνης από το 2018.
Στην Ισπανία, οι εξαγωγές βρίσκονται ακόμη πιο πίσω (Διάγραμμα 4). Μόνο η Ελλάδα είναι ξεκάθαρα υπεραποδίδουσα σε αυτόν τον τομέα.
Ισχυρή ανάπτυξη αρχικά ως αντίδραση στην απότομη πτώση κατά την περίοδο του κορωνοϊού...
Ως αποτέλεσμα, το οικονομικό περιβάλλον μπορεί να έχει βελτιωθεί στην Ελλάδα και, σε μικρότερο βαθμό, στην Πορτογαλία.
Ωστόσο, στην Ιταλία και την Ισπανία, η συγκριτικά καλή ανάπτυξη των τελευταίων ετών πιθανότατα οφείλεται κυρίως σε μια σειρά από ειδικούς παράγοντες.
Συγκρίνοντας την ανάπτυξη των τελευταίων ετών, συχνά παραβλέπεται ότι οι οικονομίες αυτών των χωρών επλήγησαν πολύ πιο σκληρά από την πανδημία σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης.
Ως αποτέλεσμα, η ισχυρότερη ανάπτυξη που καταγράφηκε από το 2020 και μετά αρχικά απλώς κάλυψε το έλλειμμα που προκλήθηκε. Αυτή η φάση ανάκαμψης ολοκληρώθηκε μόλις στις αρχές του περασμένου έτους (Διάγραμμα 5).
...και στη συνέχεια λόγω άνθησης του τουρισμού...
Και τα δύο, η μεγάλη πτώση όσο και η επακόλουθη ισχυρότερη οικονομική ανάκαμψη αποδίδονται σε μεγάλο βαθμό στον Τουρισμό για τις οικονομίες των τεσσάρων χωρών.
Εάν εξαιρεθούν οι εξαγωγές υπηρεσιών –στις οποίες ο Τουρισμός πιθανότατα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και στις τέσσερις χώρες– η πτώση του 2020 είναι πολύ μικρότερη, ενώ η υπόλοιπη οικονομία δεν έχει αναπτυχθεί περισσότερο από τον υπόλοιπο μέσο όρο της ευρωζώνης από το 2018 (Διάγραμμα 5).
Αυτό σημαίνει ότι η πρόσφατη υπεραπόδοση οφείλεται πιθανότατα κυρίως σε έναν τομέα, αν και σημαντικό για αυτές τις χώρες.
Αντίθετα, η υπόλοιπη οικονομία έχει αποδώσει παρόμοια (αδύναμα) με την υπόλοιπη ευρωζώνη κατά τα τελευταία 1½ χρόνια.
...εκτεταμένη βοήθεια από το Ταμείο Ανάκαμψης...
Κατά την ίδια περίοδο, οι χώρες του Νότου έχουν λάβει σημαντικά μεγαλύτερες επιχορηγήσεις από το λεγόμενο «Ταμείο Ανάκαμψης» (NGEU), οι οποίες πιθανώς ενίσχυσαν την ανάπτυξη.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι επιχορηγήσεις αυτές έχουν φτάσει έως τώρα σχεδόν το 4% του ΑΕΠ (Διάγραμμα 6).
Η Ιταλία, παρότι επωφελήθηκε λιγότερο από αυτές τις τέσσερις χώρες, λαμβάνοντας επιχορηγήσεις που ανέρχονται σε λίγο πάνω από το 2% του οικονομικού της προϊόντος, έχει επίσης λάβει σημαντικά υψηλότερες επιχορηγήσεις σε σχέση με το ΑΕΠ της σε σύγκριση με τον μέσο όρο των υπόλοιπων χωρών της ευρωζώνης (0,5% του ΑΕΠ).
...και μαζικές επιδοτήσεις οικοδομών στην Ιταλία
Σε σχέση με τις εξελίξεις στην Ιταλία, πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο τομέας των κατασκευών έχει επωφεληθεί μαζικά τα τελευταία χρόνια από το γεγονός ότι το κράτος κάλυψε το πλήρες κόστος ενεργειακής αναβάθμισης κτιρίων.
Ως αποτέλεσμα, η επένδυση σε κατοικίες, προσαρμοσμένη στις τιμές, κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους ήταν περισσότερο από 80% υψηλότερη από το 2018.
Άλλες κατασκευαστικές επενδύσεις, οι οποίες έχουν αυξηθεί σχεδόν κατά 50% τα τελευταία έξι χρόνια, επωφελήθηκαν επίσης από την αύξηση των κρατικών δαπανών, οι οποίες πιθανότατα χρηματοδοτήθηκαν τουλάχιστον εν μέρει από τις επιχορηγήσεις του Tαμείου Ανάκαμψης.
Χωρίς τη μαζική αύξηση στις κατασκευαστικές επενδύσεις, η οικονομική παραγωγή της Ιταλίας θα ήταν 5% χαμηλότερη απ' ό,τι ήταν το δεύτερο τρίμηνο (Διάγραμμα 7).
Η υπεραπόδοση του Νότου δεν είναι μόνιμο φαινόμενο
Η ελληνική οικονομία μπορεί, επομένως, να συνεχίσει να υπεραποδίδει σε σχέση με τον υπόλοιπο νομισματικό χώρο τα επόμενα χρόνια, καθώς έχει υπάρξει πράγματι πρόοδος όσον αφορά τις δομικές αδυναμίες και η οικονομία απέχει πολύ από το να έχει ανακτήσει την πτώση που προκλήθηκε μετά την κρίση χρέους.
Ωστόσο, το προβάδισμα σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης πιθανότατα θα μειωθεί λόγω της λήξης των επιχορηγήσεων από το ταμείο ανάκαμψης.
Οι δομικές βελτιώσεις στην Πορτογαλία δείχνουν επίσης υπεραπόδοση. Ένας παράγοντας κινδύνου εδώ, ωστόσο, είναι η απότομη αύξηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα.
Εάν αυτή η τάση συνεχιστεί, πιθανότατα θα βάλει τέλος στην υπεραπόδοση της χώρας μακροπρόθεσμα.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι πιο αδύναμες αναπτυξιακές ποσοστώσεις του 0,2% τόσο στο δεύτερο όσο και στο τρίτο τρίμηνο μπορεί να αποτελούν προειδοποιητικό σημάδι.
Στην Ισπανία, επίσης, η ώθηση από το ταμείο ανάκαμψης πιθανότατα θα γίνει λιγότερο σημαντική και η άνθηση του τουριστικού τομέα θα επιβραδυνθεί τουλάχιστον.
Ως αποτέλεσμα, το χάσμα μεταξύ της Ισπανίας και των αναπτυξιακών ποσοστών των άλλων χωρών της ευρωζώνης πιθανότατα θα περιοριστεί σημαντικά.
Στην Ιταλία, το αναμενόμενο τέλος της άνθησης στον κατασκευαστικό τομέα λόγω της λήξης των επιδοτήσεων θα έχει ιδιαίτερα αρνητική επίδραση. Ως αποτέλεσμα, η οικονομική ανάπτυξη στην Ιταλία αναμένεται να επιβραδυνθεί σημαντικά από το 2026 και μετά.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών