Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Mises Institute: Τι θα συμβεί στην Ευρωζώνη, όταν επιβραδυνθεί η οικονομία της Γερμανίας;

tags :
Mises Institute: Τι θα συμβεί στην Ευρωζώνη, όταν επιβραδυνθεί η οικονομία της Γερμανίας;
Οι οικονομικές προοπτικές της Γερμανίας, αυξάνουν τις ανησυχίες για τις ενδεχόμενες επιπτώσεις σε ολόκληρη τη νομισματική ένωση
Η Γερμανία μέχρι πρόσφατα αποτελούσε τον φαινομενικά άθικτο άξονα, που κρατούσε δυνατή  την ευρωπαϊκή οικονομία και τη διέσωζε από πλήθος εσωτερικών και εξωτερικών πιέσεων καθώς και πολιτικές κρίσεις την τελευταία δεκαετία, σημειώνει σε ανάλυσή του για την «ατμομηχανή» της Ευρωζώνης το Mises Institute. 
Ως αναμφισβήτητος ηγέτης της ΕΕ, η Γερμανία έχει εκπονήσει και υποστηρίξει σχέδια διάσωσης για τους ασθενέστερους κρίκους της Ευρωζώνης, καθώς και μια σειρά από αμφιλεγόμενες πολιτικές που κατατείνουν στην περαιτέρω συγκεντροποίηση της Ένωσης.
Ωστόσο τα «σύννεφα» που τώρα απλώνονται στις οικονομικές προοπτικές της Γερμανίας, αυξάνουν τις ανησυχίες για τις ενδεχόμενες επιπτώσεις σε ολόκληρη τη νομισματική ένωση.
Οι εμπορικές εντάσεις, η απειλή ενός σκληρού Brexit και η ασθενέστερη ανάπτυξη των αναδυόμενων αγορών έχουν όλα συμβάλει στην άμβλυνση της εννιάχρονης οικονομικής ανάκαμψης της Γερμανίας.
Το 2018 ήταν μια δοκιμαστική χρονιά για τον τρίτο μεγαλύτερο εξαγωγέα στον κόσμο, καθώς η Γερμανία είδε να συρρικνώνεται το εμπορικό της πλεόνασμα.
Με τις εισαγωγές να αυξάνονται ταχύτερα από τις εξαγωγές, οι επιπτώσεις των εμπορικών διαφορών μεταξύ των ΗΠΑ, της Κίνας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν γίνει αισθητές από τους ηγέτες της βιομηχανίας.
Τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα άφηναν μεγάλες σκιές πάνω από τον εξαιρετικό μεταποιητικό τομέα της Γερμανίας, με τη βιομηχανική παραγωγή πολύ χαμηλότερη από την αναμενόμενη. Το Νοέμβριο 2018, η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε κατά 1,9%, ενώ η ετήσια πτώση ήταν στο 4,7%.
Οι αριθμοί αυτοί, οι χειρότεροι από το τέλος της κρίσης του 2008, προφανώς προκαλούν φόβους ανάμεσα στους επενδυτές και τους αναλυτές που προβλέπουν μία ύφεση  που πλησιάζει.
Επιπλέον, το 2019 είναι απίθανο να φέρει την ανατροπή της κατάστασης για τη γερμανική οικονομία, καθώς προβλέπεται να επεκταθεί με ρυθμό κάτω από 1,5%, μια εκτίμηση που αναθεωρείται προς τα κάτω από τον Μάρτιο.
Ταυτόχρονα, επενδυτές και οικονομικοί αναλυτές εμφανίζονται από επιφυλακτικοί έως απαισιόδοξοι για το εγγύς μέλλον.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της βιομηχανίας του BVMW, το 53% των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στη Γερμανία πιστεύουν ότι η χώρα θα περάσει σε ύφεση το επόμενο έτος.



Επιβαρυντικοί παράγοντες

Η προβλεπόμενη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες και από μόνη της, ωστόσο, η κατάσταση θα επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο, χάρη σε μια σειρά εξωτερικών και εσωτερικών εξελίξεων που θα αυξήσουν τις πιέσεις.
Αφενός, καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προσπαθεί να ομαλοποιήσει και να ενισχύσει τη νομισματική της κατεύθυνση, το εξαιρετικά ευνοϊκό περιβάλλον που οι αγορές και οι επιχειρήσεις λειτουργούσαν τα τελευταία χρόνια θα καταστεί μία μακρινή ανάμνηση.
Η αγορά εργασίας της χώρας είναι επίσης ένα από τα βασικά προβλήματα.
Η αυξανόμενη σοβαρή έλλειψη ειδικευμένων εργαζομένων που αντιμετωπίζουν οι εργοδότες παρουσιάζει τεράστια εμπόδια στην ανάπτυξή  και έχει επιζήμιες συνέπειες για τις επιχειρήσεις τους.
Κατά μέσο όρο, χρειάζονται 100 ημέρες για μια εταιρεία να καλύψει μια κενή θέση, με τους τομείς που πλήττονται περισσότερο να αφορούν στις νέες  τεχνολογίες, τις κατασκευές και την υγειονομική περίθαλψη.
Όπως δείχνει μια νέα έκθεση του Ινστιτούτου Οικονομικής Έρευνας Prognos, το πρόβλημα πρόκειται μόνο να επιδεινωθεί.
Η έκθεση προβλέπει έλλειψη περίπου 3 εκατομμυρίων ειδικευμένων εργαζομένων έως το 2030, που αναμένεται να αυξηθεί σε 3,3 εκατομμύρια μέχρι το 2040.
Τα δημογραφικά στοιχεία της Γερμανίας, και ιδιαίτερα τα χαμηλά ποσοστά γεννήσεων, πρέπει να ενοχοποιηθούν για αυτή την αναντιστοιχία, καθώς η επόμενη γενιά εργαζομένων δεν αρκεί να αντικαταστήσει τον ενεργό πληθυσμό που μετατοπίζεται πλέον στη συνταξιοδότηση.
Το κύμα μετανάστευσης που ξεκίνησε το 2015, παρά τις προβλέψεις για το αντίθετο, δεν  πέτυχε επίσης να καλύψει αυτό το κενό, καθώς η ενσωμάτωση στο εργατικό δυναμικό έχει αποτύχει σε μεγάλο βαθμό και οι περισσότεροι υποψήφιοι δεν διαθέτουν τις γλωσσικές και τεχνικές δεξιότητες που απαιτούνται για να καλύψουν τις κενές θέσεις εργασίας.
Σε μεγάλο βαθμό, η έλλειψη εργατικού δυναμικού είναι μια αυτοεπιβαλλόμενη πληγή για τη Γερμανία, όπως και τα προβλήματα στον τομέα των διοικητικών υπηρεσιών.
Οι υπερβολικές ρυθμίσεις, οι εκτεταμένες παρεμβάσεις και η αναπόφευκτη αναποτελεσματικότητα μιας κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας δημιουργούν σημαντικά εμπόδια που εμποδίζουν την ανάπτυξη και τη συνολική ανταγωνιστικότητα.
Οι υπερβολικά περιοριστικές, επιβαλλόμενες από το κράτος απαιτήσεις για πρόσβαση σε διάφορα επαγγέλματα μειώνουν δραματικά την ομάδα των επιλέξιμων υποψηφίων, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολο για τους εργοδότες να καλύψουν τις κενές θέσεις εργασίας.
Εκτός αυτού, οι υπερβολικά υψηλές δαπάνες για την κοινωνική ασφάλιση και άλλους φόρους, καθώς και οι αυστηροί περιορισμοί στις συνθήκες απόλυσης των εργαζομένων, επιβαρύνουν ιδιαίτερα τις επιχειρήσεις, ιδίως εκείνες που προσπαθούν να επιβιώσουν στον διεθνή ανταγωνισμό.
Τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό είναι ότι το προφίλ της ίδιας της γερμανικής οικονομίας καθίσταται προβληματικό για το μέλλον.
Παρά τις καινοτομίες η χώρα δεν κατάφερε να επωφεληθεί από τα ακμάζοντα έτη για να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα του τομέα των υπηρεσιών, να εκσυγχρονίσει και να ψηφιοποιήσει βασικές πτυχές του βιομηχανικού της τομέα, να προωθήσει τη φορολογική μεταρρύθμιση ή να επιβάλει οποιαδήποτε ουσιαστικά μέτρα για το συνταξιοδοτικό.
Με άλλα λόγια, χάνοντας την ευκαιρία να προετοιμάσει το μέλλον ενώ θα μπορούσε ακόμα, αυτή η εξέλιξη θα μπορούσε να δυσχεράνει τις προσπάθειες της Γερμανίας να αντέξει στην επόμενη οικονομική ύφεση που πλησιάζει.
Ο ρόλος της Γερμανίας ως κινητήριος μοχλός και οικονομική ηγέτιδα της Ένωσης είχε καθοριστική σημασία την τελευταία δεκαετία και δεν μπορούσε η χρονική συγκυρία να είναι χειρότερη για να εμφανιστούν οι ρωγμές στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.
Η Ευρωζώνη στο σύνολό της βρίσκεται ήδη σε υποτονικούς ρυθμούς ανάπτυξης, με τις εκτιμήσεις να προβλέπουν  νέα χαμηλά επίπεδα.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα των οικονομολόγων από την Consensus Economics, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ για το 2019 προβλέπεται να είναι κάτω από 1,6% ή 0,4% χαμηλότερος από τις προηγούμενες πιο αισιόδοξες προβλέψεις τον Μάρτιο.
Αυτή θα είναι η δεύτερη συνεχής ετήσια πτώση, ενώ τα ποσοστά ανάπτυξης για το 2018 αναμένεται να φθάσουν στο 1,9%, πολύ κάτω από το ισχυρό 2,4% που καταγράφηκε το 2017.
Οι περιφερειακές πιέσεις, τόσο οικονομικές όσο και πολιτικές, επίσης αφθονούν.
Η Γαλλία, που αποτελεί αξιόπιστο πολιτικό σύμμαχο της Γερμανίας και ισχυρή οικονομική παρουσία στην Ένωση, εξασθενεί σοβαρά από τις εγχώριες αναταραχές και την απουσία λαϊκής στήριξης  στην κυβέρνηση ενώ ο ιδιωτικός της τομέας έχει αρχίσει να συρρικνώνεται για πρώτη φορά μετά το 2016.
Η Αυστρία , επίσης πρώην υποστηρικτής των γερμανικών πρωτοβουλιών στην ΕΕ, έχει μετατοπιστεί εδώ και καιρό σε μια πιο επικριτική στάση, αντιτιθέμενη έντονα στις μεταναστευτικές προτάσεις της Γερμανίας, όπως ήδη πράττουν Ουγγαρία, Πολωνία και άλλα κράτη της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης.
Η προοπτική μιας «μη συμφωνίας» για το Brexit, έρχεται αργά και βασανιστικά στο επίκεντρο, όπως και οι οικονομικές επιπτώσεις της για την ΕΕ.
Στο πλαίσιο των κοινωνικών και πολιτικών εντάσεων που εκτείνονται σε όλη την Ευρώπη για περισσότερο από δύο χρόνια, οι εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που θα διεξαχθούν τον Μάιο του 2019 δημιουργούν επίσης φόβους για μια «επιστροφή» στον ευρωσκεπτικισμό.
Οι βαθιές διαιρέσεις και η χρόνια έλλειψη ανοιχτού διαλόγου έχουν αποδυναμώσει σημαντικά την κοινωνική συνοχή στην Ευρώπη, εμποδίζοντας την ατομική πρωτοβουλία και μετατοπίζοντας την εξουσία στις ομαδικές δομές και καλλιεργώντας εκ νέου συλλογικές ταυτότητες.
Οι συζητήσεις πάνω σε ζωτικά πολιτικά και οικονομικά ζητήματα έχουν περιχαρακωθεί σε ένα απλοϊκό εθνικό επίπεδο καθώς το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων για την  πολιτική και η εμπιστοσύνη στους πολιτικούς έχει καταρρεύσει.
Η πρόσφατη έκρηξη, των  «Κίτρινων Γιλέκων» ενέπνευσε διαμαρτυρίες που ξεκίνησαν στη Γαλλία αλλά εξαπλώθηκαν σε όλη την ήπειρο και πιστοποιούν την εν λόγω δυσαρέσκεια.
Συνολικά, φαίνεται ότι η Γερμανία ενεργεί ως ο κρίκος που συγκρατεί την ΕΕ ενιαία  και εάν σπάσει, θα μπορούσαν να προκληθούν πολλαπλές προκλήσεις, απειλώντας το μέλλον της Ευρωζώνης και τη συνοχή της ΕΕ.
Ως αποτέλεσμα των αυξανόμενων πολιτικών τριβών και της προβλεπόμενης οικονομικής επιβράδυνσης, οι προοπτικές για τις ευρωπαϊκές αγορές και για το ευρώ απέχουν πολύ από το να είναι ενθαρρυντικές.
 

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης