Άρθρο από το Alcimos * στο bankingnews
Το γνωμικό είναι παλιό:
Αν μια αρκούδα κυνηγάει την παρέα σου, δε χρειάζεται να τρέξεις πιο γρήγορα απ’ αυτήν για να γλυτώσεις.
Αρκεί να τρέξεις πιο γρήγορα απ’ τον προτελευταίο.
Αυτό ακριβώς γίνεται στη χώρα:
Υπάρχει μια αρκούδα η οποία τρώει όποιον βρει μπροστά της.
Οι επιχειρηματίες και γενικά η οικονομική και κοινωνική ηγεσία της χώρας παλεύουν με κάθε τρόπο να γλυτώσουν από την αρκούδα. Στην προσπάθεια αυτή κάνουν τα πάντα, διαγκωνίζονται, βάζουν τρικλοποδιές στους μπροστινούς τους.
Αναρίθμητα είναι τα πρώην κραταιά ονόματα που «τα έφαγε η αρκούδα», με τον έναν ή τον άλλον τρόπο,
Το κακό είναι ότι αυτή η αρκούδα είναι αχόρταγη.
Αυτό δεν πρέπει να εκπλήσσει κανέναν: η αρκούδα, που είναι βέβαια το τέρας της διαπλοκής, γιγαντώθηκε με πακέτα Ντελόρ, μίζες εξοπλιστικών, τα μαύρα ταμεία της Siemenς, λαθρεμπόριο καυσίμων και τσιγάρων και άλλα παρόμοια ων ουκ έστι αριθμός. Όταν τα κρατικά ταμεία που τάιζαν την αρκούδα άδειασαν, αυτή στράφηκε εναντίον των πάσης φύσεως αφεντικών της, αυτών που τη χρησιμοποιούσαν για να ληστεύουν και να κατακλέβουν.
Και τους τρώει έναν-έναν, ονόματα δε χρειάζεται να λέμε.
Οι πιο τυχεροί, απλά χρεοκοπούν.
Οι λιγότερο τυχεροί (η αυτοί που είναι πιο «σκληροί» κι άρα προβάλλουν περισσότερες αντιστάσεις) περνάνε κι από τον Κορυδαλλό.
Να θυμίσουμε ότι, παραδοσιακά, η αρκούδα έτρωγε τους φτωχούς.
Γιατί βέβαια, οι φτωχοί επιβαρύνονταν (αναλογικά) περισσότερο από την τιμή του γάλακτος στο super market, το τέλος ΑΠΕ στην τιμή του ρεύματος και την υποχρεωτική παράσταση δικηγόρου στις μεταβιβάσεις ακινήτων.
Τη μέση τάξη δεν την ένοιαζε πολύ το όλο πράγμα, εξάλλου μάλλον ευνοημένη ήταν από την κατάσταση αυτή.
Γι αυτό και, τα πρώτα χρόνια τουλάχιστον, η μέση τάξη ήταν υπέρ του μνημονίου κι οι οικονομικά ασθενέστεροι κατά (με τη λογική «μη μου τους κύκλους τάραττε» για τους μεν, και «εμείς χαμένοι για χαμένοι είμαστε» για τους δε).
Όμως, με την κρίση η φτωχοί αδυνάτισαν κι η αρκούδα δε χόρταινε πια μ’ αυτούς.
Αναγκάστηκε να στραφεί και σε ανώτερα στρώματα.
Οπότε είδαμε και τη μέση τάξη να κατεβαίνει στους δρόμους—κατά αστείο τρόπο, πολλοί που συμμετείχαν στα συλλαλητήρια υπέρ του «Ναι», εν συνεχεία κατέβηκαν σε συλλαλητήρια κατά των μέτρων-απόρροια του μνημονίου που αφορούσαν τον κλάδο τους.
Εν τω μεταξύ, οι πολιτικοί μας (που εκτελούν χρέη αρκουδιάρη), όσο είναι στην απέξω υπόσχονται ότι «εγώ θα εξημερώσω την αρκούδα και δε θα τρώει πια» (ή «θα τρώει τους άλλους, όχι εσάς», λες κι η αρκούδα νοιάζεται για το ποιον τρώει), ενώ όταν είναι στην εξουσία λένε «λίγο ακόμη να φάει η αρκούδα, μην την ενοχλείτε, θα χορτάσει και θα φύγει».
Στους ψηφοφόρους - υποψήφια γεύματα δεν τους κόβει βέβαια να ρωτήσουν:
«καλά ρε μεγάλε, κι αν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, σταματήσει να τρώει η αρκούδα, εσύ δηλαδή θα αρχίσεις να ζεις από το μισθό σου;».
Αυτά τα φαινόμενα, βέβαια, δεν είναι αποκλειστικά ελληνικά. Υπάρχει στα οικονομικά η έννοια του resource curse, η λεγόμενη «κατάρα των πλουτοπαραγωγικών πηγών».
Έχει παρατηρηθεί ότι στα κράτη που ανακαλύπτονται πλουτοπαραγωγικές πηγές (όπως πετρέλαιο, χρυσός, διαμάντια κ.λπ.) αντί να υπάρχει ευμάρεια και ανάπτυξη, παρατηρείται υπανάπτυξη κι έλλειμμα δημοκρατίας.
Ο λόγος είναι ότι, όταν αρχίζει να βρέχει λεφτά (από την ανακάλυψη των κοιτασμάτων πρώτων υλών), κάποιοι «μάγκες» συνασπίζονται για να κονομήσουν (γεννιέται έτσι η «αρκούδα») κρατώντας για πάρτη τους των το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων. Όσο ανακαλύπτονται νέα κοιτάσματα και ρέει το χρήμα, η αρκούδα δε χρειάζεται να είναι ιδιαίτερα αιμοσταγής: είναι εκεί απλά για να φοβίζει το πόπολο, στο οποίο πετάει που-και-που και κανένα ψίχουλο (το οποίο πόπολο είναι πανευτυχές γιατί μέχρι χτες δεν είχε να φάει).
Όταν όμως πέσει η τιμή του πετρελαίου και μικρύνει η πίττα, η αρκούδα δε θα αλλάξει τη δίαιτά της.
Αυτή όσο έτρωγε, θα τρώει—κι αν δε φτάνουν τα λεφτά από το πετρέλαιο, αρχίζει να τρώει ό,τι βρει μπροστά της.
Έτσι εξηγείται , π.χ., ότι ανακαλύπτονται ξαφνικά τεράστιες «τρύπες» στα κρατικά ταμεία πετρελαϊκών εσόδων της Νιγηρίας και της Αγκόλας ($20 δις στην πρώτη περίπτωση και $50 δις στη δεύτερη).
Όχι, δεν έγιναν πιο αποτελεσματικοί οι ελεγκτικοί και διωκτικοί μηχανισμοί: οι αποκαλύψεις αυτές είναι προϊόν πάλης αντικρουόμενων συμφερόντων.
Η αρκούδα τρώει τα παιδιά της.
Η ανάλυση αυτή μπορεί να εφαρμοστεί και στην περίπτωση της Ελλάδας μετά το 1981 (με την τότε ΕΟΚ στο ρόλο της πλουτοπαραγωγικής πηγής, αφού οι επιδοτήσεις για χρόνια ανέχονταν περίπου σε 10% του ΑΕΠ ετησίως και με τον Ανδρέα Παπανδρέου στο ρόλο του πρώτου «αρκουδιάρη»).
Αργότερα, το ρόλο της πετρελαιοπηγής έπαιξαν για την Ελλάδα οι κεφαλαιοαγορές—με τα γνωστά αποτελέσματα.
Στην Ελλάδα του σήμερα, οι επιχειρηματικές κόντρες είναι προϊόν αυτής ακριβώς της κατάστασης:
το φαγητό δεν αρκεί για την αρκούδα.
Πιστεύει δηλαδή κανείς ότι έγινε ξαφνικά πιο αποτελεσματική η δικαιοσύνη στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια κι έτσι σκάνε το ένα μετά το άλλο τα σκάνδαλα ή εξαρθρώνονται συνεχώς κυκλώματα προστασίας και τοκογλυφίας;
Απλά, η πίτα μίκρυνε και δεν επαρκεί για όλους.
Η «ηγεσία» της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας (τόσο η «παραδοσιακή» όσο και τα «νέα τζάκια») δε θέλει να καταλάβει ότι οι εποχές άλλαξαν κι ότι η αρκούδα ανασαίνει στο σβέρκο της. Παραμένει κοντόφθαλμη, αρνούμενη να δει ότι ακόμη κι αν ξεπεράσεις τον προτελευταίο (βάζοντάς του, πιθανόν, και τρικλοποδιά) τελικά η αρκούδα θα σε προλάβει κι εσένα και θα σε φάει.
Όμως, τι να πεθάνεις Σάββατο, τι Κυριακή πρωί.
Δευτέρα θα σε θάψουνε.
Η μόνη λύση είναι να σκοτώσει κανείς την αρκούδα.
Από μόνος του όμως, κανείς δεν είναι αρκετά ισχυρός:
αυτό απαιτεί συνεργασία.
Δυστυχώς, η κοινωνία μας δεν είναι μαθημένη στη συνεργασία: όσο βρέχει λεφτά, δεν έχεις κανένα λόγο να συνεργαστείς με το διπλανό σου.
Αυτό που θες να κάνεις είναι να τον βγάλεις από τη μέση με κάθε τρόπο, ώστε να πάρεις εσύ όλη την πίτα.
Κι επειδή πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι, τη βλέπω την αρκούδα να μακροημερεύει—και τα θύματά της να πληθύνονται.
Η αρκούδα βέβαια είμαστε όλοι εμείς, κατά το Καβαφικό «Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις, αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου, αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου».
Ουδείς αναμάρτητος.
Ειλικρινά τώρα, ποιος από εμάς δεν έχει φοροδιαφύγει ή φοροαποφύγει, εκμεταλλευόμενος κατάφωρα άδικες διατάξεις που ψήφισε το πάντα εξυπηρετικό σε πάσης φύσεως συμφέροντα και συντεχνίες ελληνικό κοινοβούλιο;
Η διαφορά είναι ότι οι φτωχοί, μη έχοντας τις άκρες και την τεχνογνωσία, φοροδιέφευγαν.
Η μέση και ανώτερη τάξη φοροαπέφευγε και μετά κούναγε το δάχτυλο στην κατώτερη τάξη που δεν τηρούσε τους κανόνες που θεσμοθετήθηκαν προς όφελος των πλουσιοτέρων.
Δεν έχει άδικο ο Πάγκαλος, «μαζί τα φάγαμε», απλά ξέχασε να μας πει ότι κάποιοι (οι πιο ικανοί ίσως, και άρα ομοτράπεζοι των εκάστοτε πρωθυπουργών) έφαγαν περισσότερο κι άλλοι λιγότερο.
Το έχει περιγράψει όλο αυτό αριστοτεχνικά ο Θωμάς Μητρόπουλος σε μία από τις κασέτες της πρώτης παράγκας σε μια αποστροφή που θα έπρεπε κατά τη γνώμη μου να διδάσκεται στις σχολές κοινωνιολογίας:
«Παίρνεις χαμπάρι τι λέμε, ρε περίεργε;
Απλά είναι τα πράγματα.
Το ζητούμενο είναι ότι όλοι θέλουν ακριβοδίκαια διαιτησία [διάβαζε: κοινωνική δικαιοσύνη] όταν είναι στην απ' έξω.
Είναι σαν να μου λες ότι ο κόσμος μπορεί να υπάρξει χωρίς πουτάνες.
Δε γίνεται αδελφέ».
Μπορεί να έχει δίκιο ο Θωμάς, όμως όποιος αποφασίζει να ασκήσει αυτό το επάγγελμα, θα πρέπει τουλάχιστον να γνωρίζει ότι πιθανότατα θα πέσει θύμα εκμετάλλευσης από νταβατζήδες. Τουλάχιστον να μην παριστάνει τον έκπληκτο μετά.
*To Alcimos είναι private equity fund και στελεχώνεται από ικανά ελληνικά και ξένα τραπεζικά στελέχη
(Πρώτη ενημέρωση 02:00, 18 Μαϊου 2017)
www.bankingnews.gr
Αν μια αρκούδα κυνηγάει την παρέα σου, δε χρειάζεται να τρέξεις πιο γρήγορα απ’ αυτήν για να γλυτώσεις.
Αρκεί να τρέξεις πιο γρήγορα απ’ τον προτελευταίο.
Αυτό ακριβώς γίνεται στη χώρα:
Υπάρχει μια αρκούδα η οποία τρώει όποιον βρει μπροστά της.
Οι επιχειρηματίες και γενικά η οικονομική και κοινωνική ηγεσία της χώρας παλεύουν με κάθε τρόπο να γλυτώσουν από την αρκούδα. Στην προσπάθεια αυτή κάνουν τα πάντα, διαγκωνίζονται, βάζουν τρικλοποδιές στους μπροστινούς τους.
Αναρίθμητα είναι τα πρώην κραταιά ονόματα που «τα έφαγε η αρκούδα», με τον έναν ή τον άλλον τρόπο,
Το κακό είναι ότι αυτή η αρκούδα είναι αχόρταγη.
Αυτό δεν πρέπει να εκπλήσσει κανέναν: η αρκούδα, που είναι βέβαια το τέρας της διαπλοκής, γιγαντώθηκε με πακέτα Ντελόρ, μίζες εξοπλιστικών, τα μαύρα ταμεία της Siemenς, λαθρεμπόριο καυσίμων και τσιγάρων και άλλα παρόμοια ων ουκ έστι αριθμός. Όταν τα κρατικά ταμεία που τάιζαν την αρκούδα άδειασαν, αυτή στράφηκε εναντίον των πάσης φύσεως αφεντικών της, αυτών που τη χρησιμοποιούσαν για να ληστεύουν και να κατακλέβουν.
Και τους τρώει έναν-έναν, ονόματα δε χρειάζεται να λέμε.
Οι πιο τυχεροί, απλά χρεοκοπούν.
Οι λιγότερο τυχεροί (η αυτοί που είναι πιο «σκληροί» κι άρα προβάλλουν περισσότερες αντιστάσεις) περνάνε κι από τον Κορυδαλλό.
Να θυμίσουμε ότι, παραδοσιακά, η αρκούδα έτρωγε τους φτωχούς.
Γιατί βέβαια, οι φτωχοί επιβαρύνονταν (αναλογικά) περισσότερο από την τιμή του γάλακτος στο super market, το τέλος ΑΠΕ στην τιμή του ρεύματος και την υποχρεωτική παράσταση δικηγόρου στις μεταβιβάσεις ακινήτων.
Τη μέση τάξη δεν την ένοιαζε πολύ το όλο πράγμα, εξάλλου μάλλον ευνοημένη ήταν από την κατάσταση αυτή.
Γι αυτό και, τα πρώτα χρόνια τουλάχιστον, η μέση τάξη ήταν υπέρ του μνημονίου κι οι οικονομικά ασθενέστεροι κατά (με τη λογική «μη μου τους κύκλους τάραττε» για τους μεν, και «εμείς χαμένοι για χαμένοι είμαστε» για τους δε).
Όμως, με την κρίση η φτωχοί αδυνάτισαν κι η αρκούδα δε χόρταινε πια μ’ αυτούς.
Αναγκάστηκε να στραφεί και σε ανώτερα στρώματα.
Οπότε είδαμε και τη μέση τάξη να κατεβαίνει στους δρόμους—κατά αστείο τρόπο, πολλοί που συμμετείχαν στα συλλαλητήρια υπέρ του «Ναι», εν συνεχεία κατέβηκαν σε συλλαλητήρια κατά των μέτρων-απόρροια του μνημονίου που αφορούσαν τον κλάδο τους.
Εν τω μεταξύ, οι πολιτικοί μας (που εκτελούν χρέη αρκουδιάρη), όσο είναι στην απέξω υπόσχονται ότι «εγώ θα εξημερώσω την αρκούδα και δε θα τρώει πια» (ή «θα τρώει τους άλλους, όχι εσάς», λες κι η αρκούδα νοιάζεται για το ποιον τρώει), ενώ όταν είναι στην εξουσία λένε «λίγο ακόμη να φάει η αρκούδα, μην την ενοχλείτε, θα χορτάσει και θα φύγει».
Στους ψηφοφόρους - υποψήφια γεύματα δεν τους κόβει βέβαια να ρωτήσουν:
«καλά ρε μεγάλε, κι αν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, σταματήσει να τρώει η αρκούδα, εσύ δηλαδή θα αρχίσεις να ζεις από το μισθό σου;».
Αυτά τα φαινόμενα, βέβαια, δεν είναι αποκλειστικά ελληνικά. Υπάρχει στα οικονομικά η έννοια του resource curse, η λεγόμενη «κατάρα των πλουτοπαραγωγικών πηγών».
Έχει παρατηρηθεί ότι στα κράτη που ανακαλύπτονται πλουτοπαραγωγικές πηγές (όπως πετρέλαιο, χρυσός, διαμάντια κ.λπ.) αντί να υπάρχει ευμάρεια και ανάπτυξη, παρατηρείται υπανάπτυξη κι έλλειμμα δημοκρατίας.
Ο λόγος είναι ότι, όταν αρχίζει να βρέχει λεφτά (από την ανακάλυψη των κοιτασμάτων πρώτων υλών), κάποιοι «μάγκες» συνασπίζονται για να κονομήσουν (γεννιέται έτσι η «αρκούδα») κρατώντας για πάρτη τους των το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων. Όσο ανακαλύπτονται νέα κοιτάσματα και ρέει το χρήμα, η αρκούδα δε χρειάζεται να είναι ιδιαίτερα αιμοσταγής: είναι εκεί απλά για να φοβίζει το πόπολο, στο οποίο πετάει που-και-που και κανένα ψίχουλο (το οποίο πόπολο είναι πανευτυχές γιατί μέχρι χτες δεν είχε να φάει).
Όταν όμως πέσει η τιμή του πετρελαίου και μικρύνει η πίττα, η αρκούδα δε θα αλλάξει τη δίαιτά της.
Αυτή όσο έτρωγε, θα τρώει—κι αν δε φτάνουν τα λεφτά από το πετρέλαιο, αρχίζει να τρώει ό,τι βρει μπροστά της.
Έτσι εξηγείται , π.χ., ότι ανακαλύπτονται ξαφνικά τεράστιες «τρύπες» στα κρατικά ταμεία πετρελαϊκών εσόδων της Νιγηρίας και της Αγκόλας ($20 δις στην πρώτη περίπτωση και $50 δις στη δεύτερη).
Όχι, δεν έγιναν πιο αποτελεσματικοί οι ελεγκτικοί και διωκτικοί μηχανισμοί: οι αποκαλύψεις αυτές είναι προϊόν πάλης αντικρουόμενων συμφερόντων.
Η αρκούδα τρώει τα παιδιά της.
Η ανάλυση αυτή μπορεί να εφαρμοστεί και στην περίπτωση της Ελλάδας μετά το 1981 (με την τότε ΕΟΚ στο ρόλο της πλουτοπαραγωγικής πηγής, αφού οι επιδοτήσεις για χρόνια ανέχονταν περίπου σε 10% του ΑΕΠ ετησίως και με τον Ανδρέα Παπανδρέου στο ρόλο του πρώτου «αρκουδιάρη»).
Αργότερα, το ρόλο της πετρελαιοπηγής έπαιξαν για την Ελλάδα οι κεφαλαιοαγορές—με τα γνωστά αποτελέσματα.
Στην Ελλάδα του σήμερα, οι επιχειρηματικές κόντρες είναι προϊόν αυτής ακριβώς της κατάστασης:
το φαγητό δεν αρκεί για την αρκούδα.
Πιστεύει δηλαδή κανείς ότι έγινε ξαφνικά πιο αποτελεσματική η δικαιοσύνη στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια κι έτσι σκάνε το ένα μετά το άλλο τα σκάνδαλα ή εξαρθρώνονται συνεχώς κυκλώματα προστασίας και τοκογλυφίας;
Απλά, η πίτα μίκρυνε και δεν επαρκεί για όλους.
Η «ηγεσία» της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας (τόσο η «παραδοσιακή» όσο και τα «νέα τζάκια») δε θέλει να καταλάβει ότι οι εποχές άλλαξαν κι ότι η αρκούδα ανασαίνει στο σβέρκο της. Παραμένει κοντόφθαλμη, αρνούμενη να δει ότι ακόμη κι αν ξεπεράσεις τον προτελευταίο (βάζοντάς του, πιθανόν, και τρικλοποδιά) τελικά η αρκούδα θα σε προλάβει κι εσένα και θα σε φάει.
Όμως, τι να πεθάνεις Σάββατο, τι Κυριακή πρωί.
Δευτέρα θα σε θάψουνε.
Η μόνη λύση είναι να σκοτώσει κανείς την αρκούδα.
Από μόνος του όμως, κανείς δεν είναι αρκετά ισχυρός:
αυτό απαιτεί συνεργασία.
Δυστυχώς, η κοινωνία μας δεν είναι μαθημένη στη συνεργασία: όσο βρέχει λεφτά, δεν έχεις κανένα λόγο να συνεργαστείς με το διπλανό σου.
Αυτό που θες να κάνεις είναι να τον βγάλεις από τη μέση με κάθε τρόπο, ώστε να πάρεις εσύ όλη την πίτα.
Κι επειδή πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι, τη βλέπω την αρκούδα να μακροημερεύει—και τα θύματά της να πληθύνονται.
Η αρκούδα βέβαια είμαστε όλοι εμείς, κατά το Καβαφικό «Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις, αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου, αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου».
Ουδείς αναμάρτητος.
Ειλικρινά τώρα, ποιος από εμάς δεν έχει φοροδιαφύγει ή φοροαποφύγει, εκμεταλλευόμενος κατάφωρα άδικες διατάξεις που ψήφισε το πάντα εξυπηρετικό σε πάσης φύσεως συμφέροντα και συντεχνίες ελληνικό κοινοβούλιο;
Η διαφορά είναι ότι οι φτωχοί, μη έχοντας τις άκρες και την τεχνογνωσία, φοροδιέφευγαν.
Η μέση και ανώτερη τάξη φοροαπέφευγε και μετά κούναγε το δάχτυλο στην κατώτερη τάξη που δεν τηρούσε τους κανόνες που θεσμοθετήθηκαν προς όφελος των πλουσιοτέρων.
Δεν έχει άδικο ο Πάγκαλος, «μαζί τα φάγαμε», απλά ξέχασε να μας πει ότι κάποιοι (οι πιο ικανοί ίσως, και άρα ομοτράπεζοι των εκάστοτε πρωθυπουργών) έφαγαν περισσότερο κι άλλοι λιγότερο.
Το έχει περιγράψει όλο αυτό αριστοτεχνικά ο Θωμάς Μητρόπουλος σε μία από τις κασέτες της πρώτης παράγκας σε μια αποστροφή που θα έπρεπε κατά τη γνώμη μου να διδάσκεται στις σχολές κοινωνιολογίας:
«Παίρνεις χαμπάρι τι λέμε, ρε περίεργε;
Απλά είναι τα πράγματα.
Το ζητούμενο είναι ότι όλοι θέλουν ακριβοδίκαια διαιτησία [διάβαζε: κοινωνική δικαιοσύνη] όταν είναι στην απ' έξω.
Είναι σαν να μου λες ότι ο κόσμος μπορεί να υπάρξει χωρίς πουτάνες.
Δε γίνεται αδελφέ».
Μπορεί να έχει δίκιο ο Θωμάς, όμως όποιος αποφασίζει να ασκήσει αυτό το επάγγελμα, θα πρέπει τουλάχιστον να γνωρίζει ότι πιθανότατα θα πέσει θύμα εκμετάλλευσης από νταβατζήδες. Τουλάχιστον να μην παριστάνει τον έκπληκτο μετά.
*To Alcimos είναι private equity fund και στελεχώνεται από ικανά ελληνικά και ξένα τραπεζικά στελέχη
(Πρώτη ενημέρωση 02:00, 18 Μαϊου 2017)
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών