Τελευταία Νέα
Άμυνα – Διπλωματία

Σοκ από Τουρκία: Ο Erdogan μετατρέπει την ιστορική Μονή της Χώρας σε τζαμί – Νέα Αγία Σοφία στα σκαριά

Σοκ από Τουρκία: Ο Erdogan μετατρέπει την ιστορική Μονή της Χώρας σε τζαμί – Νέα Αγία Σοφία στα σκαριά
Η απόφαση, που ελήφθη ομόφωνα από το 10ο Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, απέρριψε τόσο τις τυπικές όσο και τις ουσιαστικές ενστάσεις που προέβαλε ομάδα εναγόντων
Συνεχίζει τη μετατροπή ιστορικών μουσείων σε τζαμιά, στο πλαίσιο της κυβερνητικής στρατηγικής για ικανοποίηση της ισλαμιστικής και εθνικιστικής βάσης που του εξασφαλίζει τη σταθερότερη εκλογική του στήριξη, το ισλαμιστικό καθεστώς του Τούρκου προέδρου Recep Tayyip Erdogan, σύμφωνα με τη γνωστή ιστοσελίδα Nordic Monitor...
Τελευταίο παράδειγμα αυτής της σειράς μετατροπών αποτελεί το Μουσείο της Μονής της Χώρας (Kariye), γνωστό και ως Ναός της Χώρας.
Η δικαστική προσφυγή που επιχείρησε να μπλοκάρει την κυβερνητική απόφαση απορρίφθηκε – γεγονός αναμενόμενο, καθώς η τουρκική δικαιοσύνη ελέγχεται πλήρως από το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) και τον ακροδεξιό σύμμαχό του, το Κόμμα Εθνικιστικού Κινήματος (MHP).
Στις 25 Νοεμβρίου 2024, το Συμβούλιο της Επικρατείας (Danıştay), το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της Τουρκίας, απέρριψε αγωγή που ζητούσε την ακύρωση της απόφασης του 2020 για την εκ νέου μετατροπή του ιστορικού Μουσείου της Χώρας σε τζαμί, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για τη συνέχιση της διαχείρισής του από τη Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων (Diyanet).
Η απόφαση, που ελήφθη ομόφωνα από το 10ο Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, απέρριψε τόσο τις τυπικές όσο και τις ουσιαστικές ενστάσεις που προέβαλε ομάδα εναγόντων, αποτελούμενη από Τούρκους πολίτες αλλά και ξένους ακαδημαϊκούς ειδικούς στη βυζαντινή ιστορία και την χριστιανική κληρονομιά.
Kariye Camii ibadete açıldı
H Ιστορία του ναού

Ο ναός οικοδομήθηκε τον 11ο αιώνα ως Μονή της Χώρας της βυζαντινής περιόδου και, μετά την οθωμανική κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, μετατράπηκε σε τζαμί, λειτουργώντας ως τέτοιο μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα.
Το 1945, με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου, ο χώρος πέρασε στο υπουργείο Παιδείας και λειτούργησε ως μουσείο από το 1958, έπειτα από εκτενείς αναστηλώσεις που χρηματοδοτήθηκαν από το Dumbarton Oaks Center for Byzantine Studies στην Ουάσιγκτον.
Ωστόσο, το 2019, το Συμβούλιο της Επικρατείας –ενεργώντας προφανώς υπό πολιτικές εντολές της κυβέρνησης Erdogan– ακύρωσε την απόφαση του 1945, υποστηρίζοντας ότι το μνημείο, ως vakıf hayrat (βακουφικό κληροδότημα), δεν μπορούσε νομίμως να χρησιμοποιείται για άλλους σκοπούς πέραν εκείνων που είχαν οριστεί από τον ιδρυτή του.
Κατόπιν αυτής της απόφασης, τον Αύγουστο του 2020, ο Erdogan εξέδωσε προεδρικό διάταγμα με το οποίο το μνημείο παραχωρήθηκε στη Diyanet και άνοιξε ξανά για λατρεία.
Η αγωγή κατατέθηκε από οκτώ ενάγοντες με διαφορετική προέλευση. Μεταξύ αυτών ήταν η Ιόλη Καλαβρέζου, Αμερικανίδα πολίτης και καθηγήτρια βυζαντινής τέχνης στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, με συνεργασία στο Dumbarton Oaks, η οποία υποστήριξε ότι η απόφαση περιόριζε τα ακαδημαϊκά και πολιτιστικά της δικαιώματα, δεδομένης της μακροχρόνιας έρευνάς της για τα ψηφιδωτά και τις τοιχογραφίες της Χώρας.
Ενάγων ήταν και ένας Βρετανός πολίτης, μέλος της Ορθόδοξης κοινότητας, που ισχυρίστηκε ότι η μετατροπή εμπόδιζε το δικαίωμά του να έχει ελεύθερη πρόσβαση και μελέτη της ορθόδοξης θρησκευτικής κληρονομιάς στην Κωνσταντινούπολη, το ιστορικό κέντρο της Ανατολικής Ορθοδοξίας.
Στην υπόθεση συμμετείχε και Έλληνας πολίτης, γεννημένος στην Κωνσταντινούπολη, που φοίτησε μέχρι την ηλικία των 14 ετών σε μειονοτικά σχολεία της πόλης.
Δήλωσε πρώην μέλος της τοπικής ελληνορθόδοξης κοινότητας και υποστήριξε ότι οι προσωπικοί και πολιτιστικοί δεσμοί του με τα θρησκευτικά μνημεία της Κωνσταντινούπολης του έδιναν δικαίωμα να αμφισβητήσει το διάταγμα.
inside_Kariye_museum-1024x683.jpg
Επίσης, Ιταλός πολίτης, καθολικός θεολόγος και καθηγητής χριστιανικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Μοντένα-Ρέτζιο Εμίλια, διευθυντής του Ινστιτούτου Θεολογίας «Ιωάννης ΚΓ΄» στην Μπολόνια και κάτοχος της έδρας UNESCO για τη Θρησκευτική Πολυμορφία και την Ειρήνη, υποστήριξε ότι η απώλεια της ιδιότητας του μουσείου μείωνε την παγκόσμια προσβασιμότητα του μνημείου ως χριστιανικής και βυζαντινής κληρονομιάς.
Στην αγωγή συμμετείχαν ακόμη τέσσερις Τούρκοι πολίτες, μεταξύ των οποίων και μέλη της ελληνορθόδοξης κοινότητας.
Τόνισαν ότι το Μουσείο της Χώρας αποτελούσε κοινή πολιτιστική κληρονομιά ολόκληρης της τουρκικής κοινωνίας και ότι η μετατροπή του σε τζαμί υπονόμευε τον ρόλο του ως κέντρου διαπολιτισμικού διαλόγου, τουρισμού και εκπαίδευσης.

Τι υποστήριξαν οι ενάγοντες

Οι ενάγοντες υποστήριξαν ότι η μετατροπή παραβίαζε τόσο το τουρκικό όσο και το διεθνές δίκαιο, χαρακτηρίζοντας τη Χώρα «κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας» που προστατεύεται από τη Σύμβαση Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, τη Σύμβαση για τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το Διεθνές Σύμφωνο Αστικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων και άλλες συνθήκες για την πολιτιστική και αρχαιολογική προστασία.
Οι ξένοι ενάγοντες υποστήριξαν ότι η απόφαση περιόριζε τα επαγγελματικά και πολιτιστικά τους δικαιώματα πρόσβασης στα ψηφιδωτά και τις τοιχογραφίες του μνημείου, αριστουργήματα της βυζαντινής τέχνης. Οι Τούρκοι ενάγοντες, συμπεριλαμβανομένων μελών της τοπικής ελληνορθόδοξης κοινότητας, τόνισαν ότι η μετατροπή σε τζαμί υπονόμευε τον ρόλο του ως μουσείου που προωθούσε τη διαπολιτισμική κατανόηση και απέφερε έσοδα από τον τουρισμό.
Η τουρκική κυβέρνηση αντέτεινε ότι το προεδρικό διάταγμα δεν αποτελούσε πολιτική επιλογή, αλλά νομική υποχρέωση για συμμόρφωση με την απόφαση του 2019 του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία είχε ακυρώσει το διάταγμα του 1945.
Υποστήριξε ότι ως βακουφικό ακίνητο αφιερωμένο στη θρησκευτική χρήση, η εκ νέου μετατροπή της Χώρας σε τζαμί ήταν επιβεβλημένη από το Σύνταγμα και το διοικητικό δίκαιο.
Η κυβέρνηση πρόσθεσε ότι οι ξένοι ενάγοντες δεν είχαν νομικό έννομο συμφέρον, καθώς η απόφαση δεν επηρέαζε άμεσα τα προσωπικά τους δικαιώματα. Το δικαστήριο συμφώνησε, κρίνοντας ότι δεν υπήρχε «προσωπικό, έννομο ή τρέχον νομικό συμφέρον» που να τους συνδέει με το προεδρικό διάταγμα.
Οι ισχυρισμοί και των Τούρκων εναγόντων απορρίφθηκαν επίσης.
Το δικαστήριο έκρινε ότι το διάταγμα του 2020 συμμορφωνόταν με την προηγούμενη δεσμευτική απόφασή του και δεν αλλοίωνε τον χαρακτηρισμό του μνημείου ως προστατευόμενης πολιτιστικής κληρονομιάς. Υπογράμμισε ότι τα ψηφιδωτά και οι τοιχογραφίες εξακολουθούσαν να προστατεύονται από τους τουρκικούς νόμους περί πολιτιστικής κληρονομιάς.
«Η προεδρική απόφαση εκδόθηκε στο πλαίσιο δεσμευτικών δικαστικών αποφάσεων και δεν συνιστά παραβίαση της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς», αναφερόταν χαρακτηριστικά.
opening_ceremony_Kariye_mosque-750x500.jpeg
Όπως και με Αγία Σοφία

Η υπόθεση θυμίζει εκείνη της Αγίας Σοφίας, η οποία το 2020 μετατράπηκε επίσης εκ νέου σε τζαμί έπειτα από απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας και με πρωτοβουλία του ίδιου του Erdogan.
Και οι δύο κινήσεις προκάλεσαν έντονη διεθνή κριτική από πολιτιστικούς οργανισμούς, χριστιανικές κοινότητες και κυβερνήσεις, που κατηγορούν την Άγκυρα ότι πολιτικοποιεί μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς, υπονομεύοντας την οικουμενική τους αξία.
Οι υποστηρικτές των μετατροπών, αντιθέτως, τις παρουσιάζουν ως «διόρθωση ιστορικών αδικιών» και ως επιβεβαίωση της τουρκικής κυριαρχίας επί των πολιτιστικών της μνημείων.
Τις θεωρούν επαναβεβαίωση της μουσουλμανικής ταυτότητας της χώρας, γεγονός που έχει προσφέρει σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο στον Erdogan στους συντηρητικούς κύκλους.
Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας παγιοποιεί το νομικό καθεστώς του Τζαμιού της Χώρας, υπογραμμίζοντας την ευρύτερη στρατηγική της κυβέρνησης Erdogan να «ανακτά» οθωμανικά θρησκευτικά μνημεία για ισλαμική λατρεία — μια πολιτική που υπηρετεί όχι μόνο ιδεολογικούς στόχους, αλλά και την ενίσχυση της πολιτικής του ισχύος απέναντι στη βασική ισλαμιστική εκλογική του βάση.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης