Η στάση του Trump προκαλεί ανησυχία στο Ισραήλ ότι οι ΗΠΑ μπορεί να μην ανταποκριθούν στις ανησυχίες και στις απαιτήσεις τους για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα
Η διαχείριση της πυρηνικής απειλής από το Ιράν παραμένει ένα από τα πιο περίπλοκα και αμφιλεγόμενα ζητήματα στη διεθνή πολιτική σκηνή, με την κυβέρνηση του Donald Trump να καταβάλλει μια σημαντική, αν όχι πρωτόγνωρη ακόμα και για δικά του δεδομένα, προσπάθεια για την επίτευξη μιας συμφωνίας που θα αποτρέπει την Τεχεράνη από την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων.
Ο Αμερικανός πρόεδρος κατέστησε σαφή την προτίμηση του σε μια διπλωματική λύση... αγνοώντας έντονες τις πιέσεις των Ισραηλινών για επίθεση, αν και προειδοποιήσε ότι οι ΗΠΑ είναι προετοιμασμένες για όλα τα σενάρια… ακόμα και για στρατιωτική δράση αν οι διαπραγματεύσεις με το Ιράν αποτύχουν.
Πρωταρχικός στόχος του Trump είναι να αναγκάσει - μέσω της διπλωματίας - το Ιράν να αποδεχτεί αυστηρούς όρους σχετικά με το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Και αυτό αποτελεί μια σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με την πρώτη του προεδρική θητεία, όταν και είχε υιοθετήσει μια εξαιρετικά σκληρή στάση απέναντι στην Τεχεράνη, αποσύροντας τις ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα και επιβάλλοντας αυστηρές οικονομικές κυρώσεις.
Διαπραγματεύσεις σε εξέλιξη
Αυτή τη στιγμή οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Αμερικανών και Ιρανών αξιωματούχων είναι σε πλήρη εξέλιξη.
Ήδη έχουν πραγματοποιηθεί τρεις γύροι συνομιλιών - η τελευταία στις 26 Απριλίου στο Ομάν -, με αναλυτές να επισημαίνουν ότι υπάρχουν ελπίδες για την πιθανότητα μιας νέας συμφωνίας, αν και η διαδικασία είναι ακόμα σε πρώιμο στάδιο.
Φαίνεται πως ο Trump έχει συνειδητοποιήσει ότι η προηγούμενη στρατηγική της «μέγιστης πίεσης» που εφάρμοσε το 2015 αφενός προκάλεσε μεγάλες εντάσεις αφετέρου αποδείχθηκε αναποτελεσματική, μια και απέτυχε να σταματήσει την πρόοδο του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος.
Προφανώς και ο Αμερικανός πρόεδρος παραμένει εχθρικός απέναντι στην Τεχεράνη, ωστόσο δείχνει πρόθυμος για διαπραγματεύσεις, οι οποίες μάλιστα - σύμφωνα με τα διεθνή ΜΜΕ - εξελίσσονται ικανοποιητικά, καθώς προχωρούν σε πιο τεχνικά ζητήματα.
Μοναδική ευκαιρία
Ειδικοί υποστηρίζουν ότι η στροφή προς τη διπλωματία επαναφέρει τις σχέσεις Ιράν - ΗΠΑ στο σημείο που είχαν ξεκινήσει κατά τη διάρκεια της προεδρίας Obama, αν και αναφέρουν ότι ο Trump έχει μια μοναδική ευκαιρία όχι μόνο να επαναφέρει μια παρόμοια πυρηνική συμφωνία με αυτή που απέρριψε, αλλά και να διαμορφώσει μια πιο περιεκτική συμφωνία – και να ενισχύσει τις σχέσεις με το Ιράν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.
Υπάρχουν πραγματικά σημάδια ότι ένα πιθανό deal μπορεί να είναι εφικτό, και είναι σαφές ότι στον Trump αρέσει η εικόνα του διαπραγματευτή συμφωνιών.
Αλλά μια συμφωνία δεν είναι σε καμία περίπτωση δεδομένη, τουλάχιστον μέχρι στιγμής.
Αποστάσεις από Ισραήλ
Η επιλογή αυτή του Trump είχε ως… παράπλευρη απώλεια να προκληθεί έντονη δυσαρέσκεια στο Ισραήλ, όπου το τελευταίο διάστημα ήταν κυρίαρχη η τάση για επίθεση στις πυρηνικές εγκαταστάσεις και υποδομές, προκειμένου με αυτόν τον τρόπο να καθυστερήσουν για πολλά χρόνια την πρόοδο των Ιρανών στο πυρηνικό πεδίο.
Είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του Trump στο περιοδικό Time, όπου και σημείωσε ότι δεν θα επιτρέψει στον Ισραηλινό πρωθυπουργό, Benjamin Netanyahu, να «σύρει» τις ΗΠΑ σε έναν πόλεμο με το Ιράν.
Ωστόσο, στο πλαίσιο της στραηγικής του, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο στρατιωτικής εμπλοκής εάν οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν, διαβεβαιώνοντας ότι αν χρειαστεί, οι ΗΠΑ θα ηγηθούν μιας κοινής στρατιωτικής επιχείρησης με το Ισραήλ για να αποτρέψουν το Ιράν από την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων.
«Εάν δεν μπορέσουμε να κάνουμε συμφωνία, θα είμαι από τους πρώτους», δήλωσε ο Trump ξεκαθαρίζοντας τη διάθεσή του να φτάσει μέχρι το τέλος της διαδικασίας για την αποτροπή της πυρηνικής απειλής του Ιράν.
Αντιπαράθεση με Netanyahu
Αντίθετα, ο Netanyahu, ο οποίος έχει επανειλημμένα εκφράσει την έντονη αντίθεσή του στην πολιτική του Trump, τόνισε ότι το Ιράν πρέπει να αποποιηθεί πλήρως οποιαδήποτε δυνατότητα εμπλουτισμού ουρανίου και παραγωγής πυρηνικών όπλων.
Σε ομιλία του στην πολιτική διάσκεψη του Jewish News Syndicate στην Ιερουσαλήμ, υποστήριξε ότι οποιαδήποτε συμφωνία που δεν περιλαμβάνει την πλήρη διάλυση του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος θα είναι «κακή συμφωνία».
Δήλωσε μάλιστα ότι η μόνη «καλή συμφωνία» είναι αυτή που θα παραπέμπει στο μοντέλο της Λιβύης του 2003, όπου το σύνολο του πυρηνικού προγράμματος της χώρας αποδομήθηκε πλήρως.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Netanyahu επανέλαβε την ανάγκη για τη συμμετοχή του Ιράν στην πλήρη αποδόμηση των πυρηνικών του υποδομών και ζήτησε η συμφωνία να επεκταθεί και στο ζήτημα των βαλλιστικών πυραύλων του Ιράν, που επίσης εγείρουν έντονες ανησυχίες στην περιοχή.
Παράπονα
Και ενώ οι ΗΠΑ προσπαθούν να εξασφαλίσουν μια συμφωνία με το Ιράν που θα περιορίσει τον εμπλουτισμό ουρανίου και θα προλαμβάνει την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων, ο Netanyahu φαίνεται να θεωρεί τη συμφωνία της Βιέννης του 2015 πολύ ελαστική και επικίνδυνη.
Μάλιστα οι Ισραηλινοί αναφέρουν ότι οι ΗΠΑ δεν μοιράζονται αρκετές πληροφορίες για τις διαπραγματεύσεις, γεγονός που προκαλεί ανησυχία ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να καταλήξουν σε μια συμφωνία που δεν καλύπτει τις απαιτήσεις του Ισραήλ για την πλήρη αποτροπή του πυρηνικού εξοπλισμού του Ιράν.
Συμφωνία αντί για βόμβες
Ο Donald Trump, από την πλευρά του, υποστηρίζει ότι οι διαπραγματεύσεις είναι σε «πολύ καλό δρόμο», διαβεβαιώνοντας ότι η αποφυγή μιας στρατιωτικής λύσης παραμένει προτεραιότητα για τις ΗΠΑ.
Στη συνέντευξή του στο Time, ανέφερε πως δεν αντέτεινε άμεση αντίσταση στα σχέδια του Ισραήλ για πιθανές επιθέσεις κατά των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων, αλλά διευκρίνισε ότι δεν το έκανε «εύκολο» για το Ισραήλ να προχωρήσει.
«Δεν είπα όχι, αλλά είπα ότι προτιμώ μια συμφωνία από τα βόμβες», δήλωσε ο Trump, καταδεικνύοντας τη στρατηγική του προτίμηση για την εξάντληση των διπλωματικών προσπαθειών πριν καταφύγει σε στρατιωτικά μέτρα.
Αλλαγή στάσης
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο Trump έχει κατηγορήσει την κυβέρνηση του Joe Biden για την «ήπια» στάση της απέναντι στο Ιράν, ειδικά μετά την άρση των κυρώσεων που είχαν επιβληθεί στην Τεχεράνη κατά την πρώτη του θητεία, γεγονός που, κατά τον ίδιο, έχει επιτρέψει στο Ιράν να χρηματοδοτήσει τρομοκρατικές οργανώσεις όπως η Hamas και η Hezbollah.
«Η κυβέρνηση Biden έδωσε ξανά χρήματα στο Ιράν, και γι’ αυτό η Hamas επανήλθε», κατήγγειλε ο Τραμπ, αναφερόμενος στο κύμα βίας που εκδηλώθηκε στη Γάζα μετά την αφαίρεση των κυρώσεων.
Το βαρύ παρελθόν
Πάντως, το βαρύ ιστορικό των σχέσεων των δύο κρατών είναι ένας ακόμα παράγοντας απαισιοδοξίας.
Η ιστορία των σχέσεων ΗΠΑ-Ιράν είναι γεμάτη με ένταση και καχυποψία, με τα πρώτα σημάδια αυτών των σχέσεων να εντοπίζονται πίσω στο 1953, όταν και οι CIA (ΗΠΑ) και MI6 (Ηνωμένο Βασίλειο) ανέτρεψαν τον δημοκρατικά εκλεγμένο πρωθυπουργό του Ιράν, Mohammad Mosaddegh.
Από τότε, οι δύο χώρες βρίσκονται σε συνεχιζόμενη σύγκρουση, με κορυφαία στιγμή την Ιρανική Επανάσταση του 1979 και την κατάληψη της αμερικανικής πρεσβείας στην Τεχεράνη.
Το 1979 οι διπλωματικές σχέσεις διακόπηκαν, και έκτοτε, οι εντάσεις δεν έχουν μειωθεί.
Η περιοχή της Μέσης Ανατολής έχει αποτελέσει σημείο διαμάχης, με το Ιράν να υποστηρίζει ομάδες όπως τις Hamas, Hezbollah και Houthis, προκαλώντας την αντίδραση των ΗΠΑ και των συμμάχων τους.
Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες για διάλογο, οι πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν και η επιμονή του να διατηρήσει την στρατηγική του στον εμπλουτισμό ουρανίου παραμένουν μεγάλες αιτίες σύγκρουσης.
Η συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν (JCPOA) το 2015, με την υπογραφή της Ουάσινγκτον, του Ιράν, και άλλων διεθνών δυνάμεων, θεωρήθηκε ως μεγάλη επιτυχία για τη διπλωματία.
Ωστόσο, η αποχώρηση του Trump από τη συμφωνία το 2018 και η επαναφορά των αμερικανικών κυρώσεων ενίσχυσαν τις εντάσεις και δεν έφεραν την επιθυμητή αλλαγή στην πολιτική του Ιράν.
Ερωτήματα
Η κατάσταση εξακολουθεί να παραμένει εύθραυστη, και η αβεβαιότητα γύρω από το μέλλον του Ιράν, εν μέσω ενός προγράμματος πυρηνικής ανάπτυξης που συνεχώς εξελίσσεται, εγείρει ερωτήματα για το κατά πόσο η συμφωνία που θα επιτευχθεί θα είναι αρκετά αυστηρή ώστε να περιορίσει τις δυνατότητες του Ιράν να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα.
Ωστόσο, η επαναφορά της διπλωματίας, και ιδιαίτερα της διαπραγμάτευσης μέσω διμερών επαφών, δίνει την ευκαιρία για αλλαγές στην αμερικανική πολιτική, παρά τις εσωτερικές αντιφάσεις και τις αντιστάσεις από ορισμένα ισχυρά στελέχη της κυβέρνησης Trump, όπως από τον υπουργό Εξωτερικών Marco Rubio και τον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας Mike Waltz.
Επιπλέον, το Ιράν, παρά τις εσωτερικές πολιτικές εντάσεις και την αβεβαιότητα γύρω από τη διαδοχή του ηλικιωμένου ayatollah Ali Khamenei, φαίνεται να έχει σοβαρή πρόθεση για την επίτευξη μιας συμφωνίας, χωρίς ωστόσο να υποχωρήσει από τα βασικά του συμφέροντα.
Ταυτόχρονα, οι εσωτερικές αντιφάσεις στη διακυβέρνηση του Ιράν και η υποστήριξη σε εξτρεμιστικές ομάδες στην περιοχή, παραμένουν σημεία διαφωνίας με τη Δύση, καθιστώντας τις διαπραγματεύσεις ακόμα πιο περίπλοκες.
Εν μέσω αυτών των εξελίξεων, το ερώτημα παραμένει:
Θα μπορέσουν οι πολιτικοί με τη διάθεση για ρεαλισμό να πετύχουν μια συμφωνία που να συμφέρει και τις δύο πλευρές, ή θα επικρατήσουν οι σφοδρές αντιπαραθέσεις και ο πόλεμος συμφερόντων, όπως συνέβη σε προηγούμενες διαπραγματεύσεις, όπως π.χ. με τη Βόρεια Κορέα;
Το μέλλον της συμφωνίας παραμένει αβέβαιο, και οι πολιτικές πιέσεις σε αμφότερες τις πλευρές καθιστούν την επίτευξη μιας μόνιμης λύσης ακόμη πιο δύσκολη.
Και η αδυναμία συμφωνίας… ανοίγει το δρόμο σε μια προοπτική πραγματικού ολέθρου στη Μέση Ανατολή.
www.bankingnews.gr
Ο Αμερικανός πρόεδρος κατέστησε σαφή την προτίμηση του σε μια διπλωματική λύση... αγνοώντας έντονες τις πιέσεις των Ισραηλινών για επίθεση, αν και προειδοποιήσε ότι οι ΗΠΑ είναι προετοιμασμένες για όλα τα σενάρια… ακόμα και για στρατιωτική δράση αν οι διαπραγματεύσεις με το Ιράν αποτύχουν.
Πρωταρχικός στόχος του Trump είναι να αναγκάσει - μέσω της διπλωματίας - το Ιράν να αποδεχτεί αυστηρούς όρους σχετικά με το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Και αυτό αποτελεί μια σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με την πρώτη του προεδρική θητεία, όταν και είχε υιοθετήσει μια εξαιρετικά σκληρή στάση απέναντι στην Τεχεράνη, αποσύροντας τις ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα και επιβάλλοντας αυστηρές οικονομικές κυρώσεις.
Διαπραγματεύσεις σε εξέλιξη
Αυτή τη στιγμή οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Αμερικανών και Ιρανών αξιωματούχων είναι σε πλήρη εξέλιξη.
Ήδη έχουν πραγματοποιηθεί τρεις γύροι συνομιλιών - η τελευταία στις 26 Απριλίου στο Ομάν -, με αναλυτές να επισημαίνουν ότι υπάρχουν ελπίδες για την πιθανότητα μιας νέας συμφωνίας, αν και η διαδικασία είναι ακόμα σε πρώιμο στάδιο.
Φαίνεται πως ο Trump έχει συνειδητοποιήσει ότι η προηγούμενη στρατηγική της «μέγιστης πίεσης» που εφάρμοσε το 2015 αφενός προκάλεσε μεγάλες εντάσεις αφετέρου αποδείχθηκε αναποτελεσματική, μια και απέτυχε να σταματήσει την πρόοδο του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος.
Προφανώς και ο Αμερικανός πρόεδρος παραμένει εχθρικός απέναντι στην Τεχεράνη, ωστόσο δείχνει πρόθυμος για διαπραγματεύσεις, οι οποίες μάλιστα - σύμφωνα με τα διεθνή ΜΜΕ - εξελίσσονται ικανοποιητικά, καθώς προχωρούν σε πιο τεχνικά ζητήματα.
Μοναδική ευκαιρία
Ειδικοί υποστηρίζουν ότι η στροφή προς τη διπλωματία επαναφέρει τις σχέσεις Ιράν - ΗΠΑ στο σημείο που είχαν ξεκινήσει κατά τη διάρκεια της προεδρίας Obama, αν και αναφέρουν ότι ο Trump έχει μια μοναδική ευκαιρία όχι μόνο να επαναφέρει μια παρόμοια πυρηνική συμφωνία με αυτή που απέρριψε, αλλά και να διαμορφώσει μια πιο περιεκτική συμφωνία – και να ενισχύσει τις σχέσεις με το Ιράν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.
Υπάρχουν πραγματικά σημάδια ότι ένα πιθανό deal μπορεί να είναι εφικτό, και είναι σαφές ότι στον Trump αρέσει η εικόνα του διαπραγματευτή συμφωνιών.
Αλλά μια συμφωνία δεν είναι σε καμία περίπτωση δεδομένη, τουλάχιστον μέχρι στιγμής.
Αποστάσεις από Ισραήλ
Η επιλογή αυτή του Trump είχε ως… παράπλευρη απώλεια να προκληθεί έντονη δυσαρέσκεια στο Ισραήλ, όπου το τελευταίο διάστημα ήταν κυρίαρχη η τάση για επίθεση στις πυρηνικές εγκαταστάσεις και υποδομές, προκειμένου με αυτόν τον τρόπο να καθυστερήσουν για πολλά χρόνια την πρόοδο των Ιρανών στο πυρηνικό πεδίο.
Είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του Trump στο περιοδικό Time, όπου και σημείωσε ότι δεν θα επιτρέψει στον Ισραηλινό πρωθυπουργό, Benjamin Netanyahu, να «σύρει» τις ΗΠΑ σε έναν πόλεμο με το Ιράν.
Ωστόσο, στο πλαίσιο της στραηγικής του, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο στρατιωτικής εμπλοκής εάν οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν, διαβεβαιώνοντας ότι αν χρειαστεί, οι ΗΠΑ θα ηγηθούν μιας κοινής στρατιωτικής επιχείρησης με το Ισραήλ για να αποτρέψουν το Ιράν από την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων.
«Εάν δεν μπορέσουμε να κάνουμε συμφωνία, θα είμαι από τους πρώτους», δήλωσε ο Trump ξεκαθαρίζοντας τη διάθεσή του να φτάσει μέχρι το τέλος της διαδικασίας για την αποτροπή της πυρηνικής απειλής του Ιράν.
Αντιπαράθεση με Netanyahu
Αντίθετα, ο Netanyahu, ο οποίος έχει επανειλημμένα εκφράσει την έντονη αντίθεσή του στην πολιτική του Trump, τόνισε ότι το Ιράν πρέπει να αποποιηθεί πλήρως οποιαδήποτε δυνατότητα εμπλουτισμού ουρανίου και παραγωγής πυρηνικών όπλων.
Σε ομιλία του στην πολιτική διάσκεψη του Jewish News Syndicate στην Ιερουσαλήμ, υποστήριξε ότι οποιαδήποτε συμφωνία που δεν περιλαμβάνει την πλήρη διάλυση του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος θα είναι «κακή συμφωνία».
Δήλωσε μάλιστα ότι η μόνη «καλή συμφωνία» είναι αυτή που θα παραπέμπει στο μοντέλο της Λιβύης του 2003, όπου το σύνολο του πυρηνικού προγράμματος της χώρας αποδομήθηκε πλήρως.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Netanyahu επανέλαβε την ανάγκη για τη συμμετοχή του Ιράν στην πλήρη αποδόμηση των πυρηνικών του υποδομών και ζήτησε η συμφωνία να επεκταθεί και στο ζήτημα των βαλλιστικών πυραύλων του Ιράν, που επίσης εγείρουν έντονες ανησυχίες στην περιοχή.
Παράπονα
Και ενώ οι ΗΠΑ προσπαθούν να εξασφαλίσουν μια συμφωνία με το Ιράν που θα περιορίσει τον εμπλουτισμό ουρανίου και θα προλαμβάνει την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων, ο Netanyahu φαίνεται να θεωρεί τη συμφωνία της Βιέννης του 2015 πολύ ελαστική και επικίνδυνη.
Μάλιστα οι Ισραηλινοί αναφέρουν ότι οι ΗΠΑ δεν μοιράζονται αρκετές πληροφορίες για τις διαπραγματεύσεις, γεγονός που προκαλεί ανησυχία ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να καταλήξουν σε μια συμφωνία που δεν καλύπτει τις απαιτήσεις του Ισραήλ για την πλήρη αποτροπή του πυρηνικού εξοπλισμού του Ιράν.
Συμφωνία αντί για βόμβες
Ο Donald Trump, από την πλευρά του, υποστηρίζει ότι οι διαπραγματεύσεις είναι σε «πολύ καλό δρόμο», διαβεβαιώνοντας ότι η αποφυγή μιας στρατιωτικής λύσης παραμένει προτεραιότητα για τις ΗΠΑ.
Στη συνέντευξή του στο Time, ανέφερε πως δεν αντέτεινε άμεση αντίσταση στα σχέδια του Ισραήλ για πιθανές επιθέσεις κατά των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων, αλλά διευκρίνισε ότι δεν το έκανε «εύκολο» για το Ισραήλ να προχωρήσει.
«Δεν είπα όχι, αλλά είπα ότι προτιμώ μια συμφωνία από τα βόμβες», δήλωσε ο Trump, καταδεικνύοντας τη στρατηγική του προτίμηση για την εξάντληση των διπλωματικών προσπαθειών πριν καταφύγει σε στρατιωτικά μέτρα.
Αλλαγή στάσης
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο Trump έχει κατηγορήσει την κυβέρνηση του Joe Biden για την «ήπια» στάση της απέναντι στο Ιράν, ειδικά μετά την άρση των κυρώσεων που είχαν επιβληθεί στην Τεχεράνη κατά την πρώτη του θητεία, γεγονός που, κατά τον ίδιο, έχει επιτρέψει στο Ιράν να χρηματοδοτήσει τρομοκρατικές οργανώσεις όπως η Hamas και η Hezbollah.
«Η κυβέρνηση Biden έδωσε ξανά χρήματα στο Ιράν, και γι’ αυτό η Hamas επανήλθε», κατήγγειλε ο Τραμπ, αναφερόμενος στο κύμα βίας που εκδηλώθηκε στη Γάζα μετά την αφαίρεση των κυρώσεων.
Το βαρύ παρελθόν
Πάντως, το βαρύ ιστορικό των σχέσεων των δύο κρατών είναι ένας ακόμα παράγοντας απαισιοδοξίας.
Η ιστορία των σχέσεων ΗΠΑ-Ιράν είναι γεμάτη με ένταση και καχυποψία, με τα πρώτα σημάδια αυτών των σχέσεων να εντοπίζονται πίσω στο 1953, όταν και οι CIA (ΗΠΑ) και MI6 (Ηνωμένο Βασίλειο) ανέτρεψαν τον δημοκρατικά εκλεγμένο πρωθυπουργό του Ιράν, Mohammad Mosaddegh.
Από τότε, οι δύο χώρες βρίσκονται σε συνεχιζόμενη σύγκρουση, με κορυφαία στιγμή την Ιρανική Επανάσταση του 1979 και την κατάληψη της αμερικανικής πρεσβείας στην Τεχεράνη.
Το 1979 οι διπλωματικές σχέσεις διακόπηκαν, και έκτοτε, οι εντάσεις δεν έχουν μειωθεί.
Η περιοχή της Μέσης Ανατολής έχει αποτελέσει σημείο διαμάχης, με το Ιράν να υποστηρίζει ομάδες όπως τις Hamas, Hezbollah και Houthis, προκαλώντας την αντίδραση των ΗΠΑ και των συμμάχων τους.
Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες για διάλογο, οι πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν και η επιμονή του να διατηρήσει την στρατηγική του στον εμπλουτισμό ουρανίου παραμένουν μεγάλες αιτίες σύγκρουσης.
Η συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν (JCPOA) το 2015, με την υπογραφή της Ουάσινγκτον, του Ιράν, και άλλων διεθνών δυνάμεων, θεωρήθηκε ως μεγάλη επιτυχία για τη διπλωματία.
Ωστόσο, η αποχώρηση του Trump από τη συμφωνία το 2018 και η επαναφορά των αμερικανικών κυρώσεων ενίσχυσαν τις εντάσεις και δεν έφεραν την επιθυμητή αλλαγή στην πολιτική του Ιράν.
Ερωτήματα
Η κατάσταση εξακολουθεί να παραμένει εύθραυστη, και η αβεβαιότητα γύρω από το μέλλον του Ιράν, εν μέσω ενός προγράμματος πυρηνικής ανάπτυξης που συνεχώς εξελίσσεται, εγείρει ερωτήματα για το κατά πόσο η συμφωνία που θα επιτευχθεί θα είναι αρκετά αυστηρή ώστε να περιορίσει τις δυνατότητες του Ιράν να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα.
Ωστόσο, η επαναφορά της διπλωματίας, και ιδιαίτερα της διαπραγμάτευσης μέσω διμερών επαφών, δίνει την ευκαιρία για αλλαγές στην αμερικανική πολιτική, παρά τις εσωτερικές αντιφάσεις και τις αντιστάσεις από ορισμένα ισχυρά στελέχη της κυβέρνησης Trump, όπως από τον υπουργό Εξωτερικών Marco Rubio και τον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας Mike Waltz.
Επιπλέον, το Ιράν, παρά τις εσωτερικές πολιτικές εντάσεις και την αβεβαιότητα γύρω από τη διαδοχή του ηλικιωμένου ayatollah Ali Khamenei, φαίνεται να έχει σοβαρή πρόθεση για την επίτευξη μιας συμφωνίας, χωρίς ωστόσο να υποχωρήσει από τα βασικά του συμφέροντα.
Ταυτόχρονα, οι εσωτερικές αντιφάσεις στη διακυβέρνηση του Ιράν και η υποστήριξη σε εξτρεμιστικές ομάδες στην περιοχή, παραμένουν σημεία διαφωνίας με τη Δύση, καθιστώντας τις διαπραγματεύσεις ακόμα πιο περίπλοκες.
Εν μέσω αυτών των εξελίξεων, το ερώτημα παραμένει:
Θα μπορέσουν οι πολιτικοί με τη διάθεση για ρεαλισμό να πετύχουν μια συμφωνία που να συμφέρει και τις δύο πλευρές, ή θα επικρατήσουν οι σφοδρές αντιπαραθέσεις και ο πόλεμος συμφερόντων, όπως συνέβη σε προηγούμενες διαπραγματεύσεις, όπως π.χ. με τη Βόρεια Κορέα;
Το μέλλον της συμφωνίας παραμένει αβέβαιο, και οι πολιτικές πιέσεις σε αμφότερες τις πλευρές καθιστούν την επίτευξη μιας μόνιμης λύσης ακόμη πιο δύσκολη.
Και η αδυναμία συμφωνίας… ανοίγει το δρόμο σε μια προοπτική πραγματικού ολέθρου στη Μέση Ανατολή.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών