Τελευταία Νέα
Τραπεζικά νέα

Το 2019 στηρίχθηκε στην προσδοκία, το 2020 θα απαιτήσει έργα – Η βιωσιμότητα του χρέους, η Τουρκία και οι τράπεζες η δοκιμασία Μητσοτάκη

Το 2019 στηρίχθηκε στην προσδοκία, το 2020 θα απαιτήσει έργα – Η βιωσιμότητα του χρέους, η Τουρκία και οι τράπεζες η δοκιμασία Μητσοτάκη
Η βιωσιμότητα του χρέους πρέπει να καταστεί η βασική προτεραιότητα της κυβέρνησης της ΝΔ γιατί ξεκλειδώνει όλα τα ανοικτά ζητήματα.
Το 2019 τελείωσε και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η χρονιά που άλλαξε την ψυχολογία, επενδυτική, καταναλωτική καθώς η έλευση της ΝΔ στην εξουσία αποδείχθηκε ζωογόνος.
Το 2019 ήταν χρονιά που στηρίχθηκε στην προσδοκία, ότι θα έρθουν καλύτερες ημέρες στην οικονομία και στην αγορά, στο χρηματιστήριο και στα ομόλογα.
Το 2019 ήταν χρονιά όπου κυριάρχησε η αντίληψη ότι η Ελλάδα μπορεί να επιστρέψει στην κανονικότητα, χωρίς αιφνιδιασμούς ή αρνητικές εκπλήξεις για τους επενδυτές ή την οικονομία.
Το 2020 θα είναι μια διαφορετική χρονιά.
Οι προσδοκίες δεν μπορούν να συντηρήσουν το κλίμα, απαιτούνται πλέον έργα και αποτελεσματικότητα στην διακυβέρνηση.
Θα είναι μια μεγάλη δοκιμασία για τον Μητσοτάκη καθώς η Τουρκία κλιμακώνει την ένταση και μέσω προσφυγικού και διεκδικήσεων στην ενέργεια και στο Αιγαίο αποδεικνύεται σταθερά ασταθής και προκλητικός γείτονας.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα αξιολογηθεί στην πράξη για τις επιλογές και τις αποφάσεις που θα λάβει
Το 2020 θα είναι μεγάλη δοκιμασία για την οικονομία και τις τράπεζες, θα πρέπει η κυβέρνηση να αποδείξει στην οικονομία ότι μπορεί να συντηρήσει ανοδικούς ρυθμούς ανάπτυξης στο ΑΕΠ παρά τα σημάδια κόπωσης – να όχι ύφεσης – στην διεθνή οικονομία.
Θα πρέπει οι επενδυτές να αρχίσουν να βλέπουν φως από τις τράπεζες, θα έχουν παρέλθει 11 χρόνια χωρίς μέρισμα, 11 χρόνια προβλήματα.
Το 2020 θα είναι χρονιά δοκιμασίας όπου η κυβέρνηση θα κριθεί από την αποτελεσματικότητα των αποφάσεων που θα λάβει.

Μητσοτάκης – Τουρκία – Αιγαίο – Ενέργεια

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Τουρκία παίζει ένα παιχνίδι κλιμάκωσης της έντασης με απώτερο στόχο να κερδίσει κάτι από αυτά που δεν έχει.
Ξεκίνησε με την Γαλάζια Πατρίδα όπου η Τουρκία εμφανίζεται να διεκδικεί το μισό Αιγαίο, συνεχίστηκε με την εκμετάλλευση κατά το δοκούν των προσφυγικών ροών και κατέληξε στην ανεδαφική και ανεφάρμοστη συμφωνία με την Λιβύη και την διεκδίκηση ΑΟΖ Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης.
Η Τουρκία έχει ρίξει όλα τα χαρτιά της στο διπλωματικό και όχι μόνο τερέν και περιμένει τις αντιδράσεις.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα κριθεί στην πράξη όχι για το πώς θα πάρει την υποστήριξη των ευρωπαίων ηγετών αλλά το πώς θα καταφέρει να βάλλει ένα οριστικό φρένο στις τουρκικές διεκδικήσεις.
Τα εθνικά θέματα ευνοούν την εκάστοτε κυβέρνηση καθώς η κοινωνία αντιμετωπίζει την κυβέρνηση ως εθνική.
Όμως οποιαδήποτε ενέργεια που θα επιτρέψει στην Τουρκία να κερδίσει κάτι περισσότερο από αυτό που ήδη έχει θα δημιουργήσει σοβαρή πολιτική κρίση στο εσωτερικό της χώρας.
Η Ελλάδα πρέπει να επιδείξει αποφασιστικότητα και η ανακήρυξη ΑΟΖ θα πρέπει να υπάρχει στο τραπέζι των διπλωματικών μέσων πίεσης προς την Τουρκία.
Δεν μπορεί μόνο η Τουρκία να πιέζει την Ελλάδα κάποια στιγμή πρέπει να ξεφύγουμε ως χώρα από το αμυντικό δόγμα και να λειτουργήσουμε ως κράτος που υπερασπίζεται τα εθνικά του συμφέροντα.
Η Τουρκία βλέπει ευκαιρίες στην ενέργεια στην Ανατολική Μεσόγειο και Αιγαίο και από την άλλη η Τουρκία έχει βλέψεις διεκδικήσεων, η κυβέρνηση Μητσοτάκη πρέπει να ξεκαθαρίσει αυτό το γκρίζο τοπίο και η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είναι μια λύση αρκεί το αποτέλεσμα των αποφάσεων… να μην βάλλει στο παιχνίδι της συνεκμετάλλευσης την Τουρκία.
Το δικαστήριο της Χάγης δεν αλλάζει τα σύνορα όμως με όρους ΑΟΖ Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης ίσως αφήσει παράθυρο για συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.
Απαιτούνται λεπτοί χειρισμοί.

Δοκιμασία για οικονομία και την βιωσιμότητα του χρέους

Το 2020 θα είναι μια χρονιά δοκιμασίας για την ελληνική οικονομία και τις τράπεζες.
Για την οικονομία τα βασικά μεγάλα θέματα δεν είναι τα διαδικαστικά.
Π.χ. οι θεσμοί έρχονται στην Αθήνα 20 Ιανουαρίου 2020 για να ξεκινήσει η νέα αξιολόγηση της εθνικής οικονομίας.
Τα βασικά είναι ανάπτυξη, πρωτογενή πλεονάσματα και επενδύσεις που συνδέονται με μεταρρυθμίσεις.
 Σε αυτούς τους τρεις τομείς θα κριθεί η κυβέρνηση.
Η ανάπτυξη δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί από το πλαίσιο των βασικών εκτιμήσεων στο 2,5% καθώς η δυναμική της ελληνικής οικονομίας είναι οριοθετημένη.
Τα πρωτογενή πλεονάσματα εάν δηλαδή μειωθούν από 3,5% στο 2,2% από το 2021 θα εξαρτηθεί από τις τελικές αποφάσεις για το χρέος.
Τα πρωτογενή πλεονάσματα συνδέονται με το χρέος και την βιωσιμότητα του.
Δεν μπορεί το χρέος να παραμείνει μη βιώσιμο και να μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Και χωρίς να έχει ξεκαθαρίσει το ζήτημα του χρέους που με βάση DSA δηλαδή εκθέσεις βιωσιμότητας είναι μη βιώσιμο η Ελλάδα δεν μπορεί να αναβαθμιστεί σε επενδυτική βαθμίδα.
Για να αλλάξουν όλα αυτά θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ο πυρήνας του προβλήματος που ονομάζεται μη βιώσιμο χρέος.
Η μείωση των αποδόσεων των ομολόγων σε ιστορικά χαμηλά π.χ. 10ετές στο 1,45% δεν συνεπάγεται και μετατροπή του μη βιώσιμου χρέους σε βιώσιμο.
Έχουν βελτιωθεί οι όροι για την εξυπηρέτηση του όχι όμως και η βιωσιμότητα γιατί τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων – αυτό ισχύει και για όλα τα κράτη της ΕΕ – δεν αντικατοπτρίζουν πραγματικές αξίες έχουν χειραγωγηθεί από την ποσοτική χαλάρωση.
Σε οποιαδήποτε ανατροπή, αλλαγή της νομισματικής πολιτικής όλα θα αλλάξουν προς το χειρότερο.
Η αξία των ελληνικών ομολόγων στο 1,45% το 10ετές αλλά στο 3% και αυτό το γνωρίζουν όλοι.
Σε ένα περιβάλλον εικονικών επιτοκίων στα ομόλογα δεν μπορεί να μιλήσει για βιωσιμότητα του χρέους.
Δεν μπορεί το χρέος των 356 δισεκ. και με ρυθμό ανάπτυξης 2,5% να μετατραπεί σε βιώσιμο επειδή τα επιτόκια στα ομόλογα μειώθηκαν.
Η βιωσιμότητα του χρέους πρέπει να καταστεί η βασική προτεραιότητα της κυβέρνησης της ΝΔ γιατί ξεκλειδώνει όλα τα ανοικτά ζητήματα.
Εάν το χρέος καταστεί βιώσιμο, τότε και η Ελλάδα θα ενταχθεί σε πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και θα αναβαθμιστεί σε επενδυτική βαθμίδα και θα μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος, χωρίς βιωσιμότητας χρέους η Ελλάδα θα αποτύχει σε όλες τις επιδιώξεις και στόχους της.

Οι τράπεζες εξίσου μεγάλη δοκιμασία

Οι τράπεζες θα αποτελέσουν μεγάλη δοκιμασία για την ελληνική κυβέρνηση.
Οι τράπεζες έχουν δύο βασικές αδυναμίες, όχι δεν είναι το ζήτημα εάν χορηγούν δάνεια ή εάν υπάρχει ζήτηση για δάνεια, αυτά είναι θέματα που αφορούν την επόμενη φάση.
Τα βασικά ερωτήματα που θα απαντηθούν στις ελληνικές τράπεζες το 2020 είναι μπορούν να εξυγιανθούν επιθετικά με στόχο να φθάσουν στο 5% NPEs και έχουν κεφαλαιακή επάρκεια για να πετύχουν τον στόχο αυτό;
Επειδή εξυγίανση πραγματική χωρίς κεφάλαια δεν υφίσταται η βασική ερώτηση είναι πότε οι τράπεζες θα αναζητήσουν νέα κεφάλαια μέσω αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου.
Ο χρόνος υλοποίησης αυξήσεων κεφαλαίου θα είναι η απαρχή της πραγματικής αλλαγής σελίδας στην ελληνική οικονομία.
Μέχρι να φθάσουμε εκεί είναι αναγκαίες οι θυσίες από όλους ειδικά τους μετόχους αλλά χωρίς νέα κεφάλαια οι τράπεζες δεν θα μπορέσουν να επιτελέσουν το έργο τους.
Έως σήμερα η ΕΚΤ και ο SSM ως Εποπτικός Μηχανισμός των Τραπεζών έδιναν συνεχώς παρατάσεις στις ελληνικές τράπεζες, δεν ήθελαν να τις πιέσουν να βρουν νέα κεφάλαια ή να πιέσουν τους μετόχους τους.
Όμως η ΕΚΤ και ο SSM γνωρίζουν ότι οι ελληνικές τράπεζες χρειάζονται κεφάλαια όταν μάλιστα τα 5 δισεκ. του κεφαλαιακού μαξιλαριού που διαθέτουν μηδενίζεται λόγω της εξυγίανσης των προβληματικών ανοιγμάτων NPEs.
Από την στιγμή της ολοκλήρωσης των αυξήσεων κεφαλαίου θα ξεκινήσει μια πραγματικά νέα περίοδος για την Ελλάδα, οι τράπεζες θα είναι θωρακισμένες, θα καταστούν πιο φθηνές σε σχέση με την τωρινή τους χρηματιστηριακή αξία με όρους P/BV.
Οι τράπεζες χρειάστηκε να περάσουν 4 χρόνια για να μπορέσουν να ξαναπιάσουν τις τιμές των αυξήσεων κεφαλαίου του 2015, αυτό δεν το λες και επιτυχία.
Οι τράπεζες πρέπει να είναι στην πράξη επενδύσιμες, σήμερα είναι κερδοσκοπικό παιχνίδι λίγων ξένων funds που ποντάρουν στην έλλειψη βάθους της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς και ακολουθεί η αγέλη των μικροεπενδυτών.
Να τονίσουμε ότι οι τράπεζες πριν 12-14 χρόνια είχαν βασικούς μετόχους τους μικρομετόχους σε ποσοστά 35% με 50% σήμερα οι μικροεπενδυτές κατέχουν ποσοστά αστείας μειοψηφίας στις τράπεζες.
Χρειάζεται μια ποιοτική αναβάθμιση των τραπεζών ένα νέο ξεκίνημα που θα δώσει ώθηση στην οικονομία.
Οι επενδύσεις σε assets π.χ. Ελληνικό έχουν τιμολογηθεί στον ελληνικό κίνδυνο το CDS το Credit Default Swaps βρίσκεται στις 113 μονάδες βάσης, πριν σχεδόν 10 χρόνια ήταν σε αυτά τα επίπεδα.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης