Τελευταία Νέα
Απόψεις - Άρθρα

Αυξάνονται οι πιέσεις στην ΕΕ μετά την εμπορική συμφωνία ΗΠΑ και Κίνας – Οι δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν οι Βρυξέλλες

Αυξάνονται οι πιέσεις στην ΕΕ μετά την εμπορική συμφωνία ΗΠΑ και Κίνας – Οι δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν οι Βρυξέλλες
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται υπό μεγαλύτερη πίεση σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες
Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων εβδομάδων έλαβαν χώρα διάφορα γεγονότα που σχετίζονται με τον τομέα του παγκόσμιου εμπορίου και τις διαφορές που είχαν οι Ηνωμένες Πολιτείες με αρκετούς εταίρους τους.
Στις αρχές του Οκτωβρίου, οι ΗΠΑ κατέληξαν σε μία περιορισμένη εμπορική συμφωνία, αντικαθιστώντας το Σύμφωνο Συνεργασίας των Δύο Πλευρών του Ειρηνικού, από το οποίο η Ουάσιγκτον αποσύρθηκε το 2017.
Μέσω της σχετικής συμφωνίας, η Ιαπωνία μείωσε τους δασμούς στις εισαγωγές αμερικανικών αγροτικών προϊόντων συνολικής αξίας 7 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ αντίστοιχα η Ουάσιγκτον προχώρησε σε μείωση των δασμών στις εισαγωγές ιαπωνικών βιομηχανικών αγαθών.
Παρά το γεγονός τα ζητήματα που αφορούν τον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας δεν επιλύθηκαν στην παρούσα φάση της εμπορικής συμφωνίας, οι σχετικές εξελίξεις έχουν αμβλύνει τις ανησυχίες στις τάξεις των επενδυτών της Ανατολικής Ασίας, αναφορικά με την πορεία της οικονομίας στην περιοχή.
Την ίδια στιγμή, η Ουάσιγκτον βρίσκεται κοντά στην ολοκλήρωση της πρώτης φάσης μίας εμπορικής συμφωνίας με το Πεκίνο, η οποία θα αποτελέσει το πρώτο βήμα για την επίλυση της διαμάχης που είχε τη μεγαλύτερη επίδραση στις αγορές κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών.
Ενδεχομένως το σημαντικότερο χαρακτηριστικό της πρώτης φάσης είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δε θα προχωρήσουν σε περαιτέρω αύξηση των δασμών στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων, οδηγώντας το Πεκίνο να προχωρήσει σε σχετικά αντίμετρα.
Πλέον, οι δύο πλευρές βρίσκονται σε αναζήτηση τοποθεσίας όπου ο Αμερικανός πρόεδρος, Donald Trump, και ο Κινέζος ομόλογός του, Xi Jinping, θα συναντηθούν προκειμένου να υπογράψουν την πρώτη φάση της εμπορικής συμφωνίας.
Αντίθετα, η κατάσταση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ευρωπαϊκής Ένωσης δείχνει να παραμένει ακόμα «στάσιμη» αναφορικά με το ενδεχόμενο επίτευξης εμπορικής συμφωνίας, μετά την απόφαση της Ουάσιγκτον να επιβάλει νέους δασμούς στις εισαγωγές ευρωπαϊκών οχημάτων τον περασμένο μήνα.
Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Olaf Scholz, δήλωσε ότι οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης εργάζονται για την υλοποίηση μίας ευρύτερης εμπορικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ, η οποία θα αποτρέψει περαιτέρω δασμούς στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα, που θα μπορούσαν να αποδειχθούν «καταστροφικοί».
Μάλιστα, ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ είχε ταχθεί υπέρ μίας «ξεκάθαρης και αποφασιστικής προσέγγισης», η οποία δε θα οδηγήσει σε περαιτέρω κλιμάκωση της κατάστασης, ενώ παράλληλα είχε εκφράσει την αισιοδοξία του ότι θα υπάρξει επίλυση των σχετικών ζητημάτων.
Παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να προχωρήσει σε αντίμετρα εις βάρος των αμερικανικών αγαθών, έχει επιλέξει μέχρι στιγμής μίας στάση η οποία είναι περισσότερο «αμυντική», αναζητώντας τρόπους επίλυσης του ζητήματος χωρίς να υπάρξει νέα αύξηση των δασμών.
Μέχρι στιγμής, οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν οδηγήσει σε κάποια συμφωνία, με του αναλυτές να εκτιμούν ότι δεν πρόκειται να υπάρξει άμεση επίλυση του ζητήματος, παρά τις προθέσεις ΕΕ και ΗΠΑ.
Οι νέοι δασμοί των ΗΠΑ αναμένεται να πλήξουν σημαντικά τους παραγωγούς προϊόντων με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης, όπως είναι το σκωτσέζικο ουίσκι και το τυρί παρμεζάνα, τα οποία απαιτούν συγκεκριμένη μέθοδο παραγωγής και γεωγραφική προέλευση ώστε να πωληθούν με τη συγκεκριμένη ονομασία.
Παράλληλα, η ολλανδική τράπεζα Rabobank ανέφερε ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να αυξήσουν κατά 15% τις τιμές γαλλικών και ισπανικών κρασιών που εξάγονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, γεγονός που θα αποτελέσει πλήγμα τόσο για τις δύο χώρες της Μεσογείου όσο και για τους Αμερικανούς καταναλωτές.
«Οι δασμοί θα αναγκάσουν τα οινοποιεία να επιλέξουν ανάμεσα στο να θυσιάσουν τα περιθώρια απορροφώντας την αύξηση ή να επιτρέψουν το κόστος χάνοντας ένα μερίδιο της αγοράς που κέρδισαν με προσπάθειες και μπορεί να είναι δύσκολο να το ανακτήσουν», ανέφερε μεταξύ άλλων η ολλανδική τράπεζα.
Από την πλευρά της, η επικεφαλής αναλύτρια της τράπεζας, Maria Castroviejo, τόνισε ότι ο αρνητικός αντίκτυπος των αμερικανικών δασμών στα ισπανικά οινοποιεία θα μπορούσε να αποδειχθεί σημαντικός, επηρεάζοντας πάνω από το 60% των εξαγωγών.
«Οι πωλητές έχουν δύο επιλογές: να αφήσουν τις τιμές αμετάβλητες και να αντιμετωπίσουν τους δασμούς ως ένα επιπλέον κόστος, επηρεάζοντας άμεσα τα κέρδη τους, ή να αυξήσουν τι τιμές, γεγονός που θα καθιστούσε τα προϊόντα τους λιγότερο ελκυστικά», τόνισε η κα Castroviejo, διευκρινίζοντας ότι «οι αγοραστές μπορεί να στραφούν σε άλλα προϊόντα, γεγονός που θα είχε επίσης άμεσα αντίκτυπο στην κερδοφορία των ισπανικών οινοποιείων».
Ωστόσο, την προηγούμενη εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε σε επίσημο αίτημα προς τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, το οποίο αφορά την απόσυρση των δασμών που επέβαλε η Ουάσιγκτον στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου το 2018.
Ειδικότερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση κατήγγειλε ενώπιον τριμελούς επιτροπής του ΠΟΕ το συγκεκριμένο μέτρο της Ουάσιγκτον, προκειμένου να ανακληθεί, με την επιτροπή να δηλώνει ότι δεν θα εκδώσει απόφαση για το σχετικό ζήτημα πριν από το τελευταίο τρίμηνο του 2020.
Παρά το γεγονός ότι η Ευρώπη αποφεύγει την επιβολή δασμών στα αμερικανικά προϊόντα, επιχειρεί να βρει τρόπους ώστε να περιορίσει τον αντίκτυπο που έχουν τα μέτρα των ΗΠΑ στις επιχειρήσεις της, και κατ’ επέκταση στην οικονομία της.
Την ίδια στιγμή ευελπιστεί ότι η Ουάσιγκτον δε θα προχωρήσει σε αύξηση των δασμών στις εισαγωγές ευρωπαϊκών οχημάτων, δεδομένου ότι αυτό που επιθυμούν οι ΗΠΑ δεν είναι ένας νέος εμπορικός πόλεμος, αλλά μία συμφωνία.
Μέσα στις επόμενες ημέρες η αμερικανική κυβέρνηση θα αποφασίσει εάν σκοπεύει να προχωρήσει στην επιβολή των σχετικών δασμών, με τον υπουργό Εμπορίου της χώρας, Wilbur Ross, να δηλώνει ωστόσο πριν από μερικές ημέρες ότι εάν υπάρξει πρόοδος στις συνομιλίες μέχρι εκείνη τη χρονική στιγμή, οι δασμοί μπορούν να αποφευχθούν.
«Η ελπίδα μας είναι ότι οι διαπραγματεύσεις θα αποδώσει καρπούς ώστε να μην είναι απαραίτητο να τεθεί πλήρως σε ισχύ το τμήμα 232 του εμπορικού νόμου του 1962», ανέφερε μεταξύ άλλων ο Wilbur Ross.
Παράλληλα, ο Αμερικανός υπουργός αναφέρθηκε στις επιλογές του Donald Trump, αναφέροντας ότι «μία επιλογή θα ήταν να μην κάνει τίποτα, μία δεύτερη θα ήταν να επιβάλει δασμούς σε μερικές χώρες και μία Τρίτη θα ήταν κάποια μορφή διαπραγμάτευσης».
Ωστόσο, ο ίδιος απέρριψε την κριτική που δέχεται η Ουάσιγκτον για τους πρόσφατους δασμούς σε ευρωπαϊκά προϊόντα συνολικής αξίας 7,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, διευκρινίζοντας ότι οι δασμοί δεν επιβλήθηκαν μονομερώς και ότι το σχετικό μέτρο ελήφθη με την «πλήρη στήριξη» του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.
Από την πλευρά του, ο απερχόμενος πρόεδρος της Κομισιόν, Jean Claude Juncker, μέσω συνέντευξής του στη γερμανική εφημερίδα Sueddeutsche Zeitung εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι η Ουάσιγκτον δε θα προχωρήσει στην επιβολή νέων δασμών στα οχήματα, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «ο Trump θα κατακρίνει λιγάκι, αλλά δεν θα υπάρξουν τελωνειακοί δασμοί στα αυτοκίνητα ευρωπαϊκής προέλευσης που εισάγονται στις ΗΠΑ».
Μπορεί λοιπόν οι δύο πλευρές να εμφανίζονται περισσότερο διατεθειμένες να πραγματοποιήσουν συμβιβασμούς, παρά να αυξήσουν τις διαφορές τους, ωστόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνει να βρίσκεται υπό μεγαλύτερη πίεση σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η πολιτική που έχει ακολουθήσει μέχρι στιγμής η Ουάσιγκτον με του εταίρους της  ανά την υφήλιο την έχει οδηγήσει σε νέες συμφωνίες, οι οποίες αποδεικνύονται ότι λειτουργούν υπέρ της.
Και εάν λάβει κανείς υπόψιν ότι οι Βρυξέλλες έχουν διάφορα ζητήματα που πρέπει να διαχειριστούν πέραν των εμπορικών διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ, δεν αποκλείεται η ζυγαριά να γείρει υπέρ της Ουάσιγκτον και σε αυτήν την περίπτωση.

Μενέλαος Μπέλλος
www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης