Τελευταία Νέα
Κοινωνία

ΙΜΕ – ΓΣΕΒΕΕ: Για 1 στα 2 νοικοκυριά το μηνιαίο εισόδημα επαρκεί για 19 ημέρες!

tags :
ΙΜΕ – ΓΣΕΒΕΕ: Για 1 στα 2 νοικοκυριά το μηνιαίο εισόδημα επαρκεί για 19 ημέρες!
Το 61,1% των νοικοκυριών χρειάζεται να κάνει περικοπές για να καλύψει τις βασικές του ανάγκες αναφέρει η έρευνα
Την εξαιρετικά προβληματική κατάσταση με την οποία είναι αντιμέτωπα τα ελληνικά νοικοκυριά στην καθημερινότητα τους και ως προς την κάλυψη των βασικών τους αναγκών αποτυπώ νει η έρευνα του ΙΜΕ – ΓΣΕΒΕΕ για το εισόδημα και τις δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών.
Τα ευρήματα, αν και καταγράφουν μια βελτίωση στους περισσότερους από τους δείκτες προσδιορισμού της κατάστασης των νοικοκυριών, γεγονός που ακολουθεί την γενικότερη βελτίωση που καταγράφουν οι κύριοι δείκτες της ελληνικής οικονομίας, αποτυπώνουν με ξεκάθαρο τρόπο τις οικονομικές δυσχέρειες με τις οποίες είναι αντιμέτωπες πολλές ελληνικοί οικογένειες.
Είναι χαρακτηριστικό πως για 1 στα 2 νοικοκυριά το μηνιαίο εισόδημα δεν επαρκεί για όλο το μήνα.
Σύμφωνα με την έρευνα, για αυτά τα νοικοκυριά το μηνιαίο εισόδημα επαρκεί κατά μέσο όρο για 19 ημέρες, ενώ όπως αναφέρεται, το μεγαλύτερο πρόβλημα καταγράφεται στα πολυμελή νοικοκυριά όπου το μηναίο εισόδημα δεν επαρκεί για όλο το μήνα σε ποσοστό 62,6%.
 


Ανάμεσα στα ενδιαφέροντα ευρήματα της έρευνας είναι ότι:
- 3 στα 10 νοικοκυριά διαβιούν με ετήσιο εισόδημα λιγότερο από 10.000 €
- για 1 στα 2 νοικοκυριά το μηνιαίο εισόδημα δεν επαρκεί για όλο τον μήνα
- 9 στα 10 νοικοκυριά δεν μπορούν να αποταμιεύσουν
- 2 στα 10 νοικοκυριά έχουν τουλάχιστον 1 άνεργο μέλος
- για 1 στα 2 νοικοκυριά η κύρια πηγή εισοδήματος είναι η σύνταξη
- περισσότερα από 2 στα 10 νοικοκυριά έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία ή τις τράπεζες.
Επιπλέον, αναφέρεται ότι το 43,9% των νοικοκυριών δήλωσε μείωση των εισοδημάτων το 2018 σε σχέση με το 2017, ότι το 61,1% υποστήριξε ότι χρειάζεται να κάνει περικοπές για να καλύψει τις βασικές του ανάγκες, την ώρα που το 12,7% των νοικοκυριών δήλωσε ότι τα εισοδήματα του δεν επαρκούν για να καλύψουν ούτε τις βασικές τους ανάγκες.


Όπως είναι αναμενόμενο, μεγάλος βραχνάς για τα ελληνικά νοικοκυριά είναι οι οφειλές σε εφορία, τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία.
Είναι χαρακτηριστικό πως το 18,9% των νοικοκυριών έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία.
Το 44% αυτών των οφειλετών έχει υπαχθεί σε κάποια ρύθμιση, ενώ το 6,1% είχε αλλά την έχασε.
Περισσότεροι από 1 στους 2 οφειλέτες δεν έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους, γεγονός που αποτελεί ένδειξη ότι βρίσκονται σε πάγια αδυναμία εξυπηρέτησης οφειλών και αναζητά λύσεις παρατείνοντας τους χρόνους αποπληρωμής.
Την ίδια στιγμή, το 12,9% των νοικοκυριών έχει καθυστερημένες οφειλές προς τις τράπεζες για το στεγαστικό του δάνειο, ενώ το 24,1% καταβάλει τις δόσεις του με κάποια καθυστέρηση.
Περίπου 1 στα 2 νοικοκυριά (45,2%) που έχουν στεγαστικό δάνειο έχει κάνει διακανονισμό με τις τράπεζες για μικρότερες δόσεις.
Από τα ενδιαφέροντα στοιχεία της έρευνας είναι ο δείκτης ανησυχίας απώλειας ακινήτου παραμένει σταθερά υψηλός καθώς 1 στα 5 νοικοκυριά (19,9%) δηλώνει φόβο ότι θα χάσει το ιδιόκτητο σπίτι του λόγω αδυναμίας καταβολής δόσεων ή και φόρων.
Το 36,7% των νοικοκυριών δήλωσε ότι έχει δανειακές υποχρεώσεις προς τράπεζες (κάρτες δανείων, καταναλωτικά, στεγαστικά δάνεια), ενώ από αυτά τα νοικοκυριά σχεδόν 1 στα 3 (27,7%) έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές.

Η έρευνα υποστηρίζει ότι για την έξοδο των νοικοκυριών από τον κίνδυνο φτώχειας απαιτούνται πολιτικές ενίσχυσης των εισοδημάτων τους, που σημαίνει, μεταξύ άλλων, ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας, άρα δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και νέου πλούτου.

«Η πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού ανταποκρίνεται στην παραπάνω ανάγκη.
Ωστόσο η αύξηση αυτή δεν θα έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα εάν δεν συνοδευτεί με κάποια επιπρόσθετα μέτρα που: α) επηρεάζουν το τελικό καθαρό μισθό και β) επηρεάζουν την επιχειρηματική συμπεριφορά εν γένει.
Ως προς το πρώτο, παρόλο που δεν είναι άμεσης προτεραιότητας, απαιτείται η κατάργηση της μείωσης του αφορολόγητου που έχει προβλεφθεί να ισχύσει από το 2020.
Σημειώνουμε ότι το μέτρο αυτό δεν θα επηρεάσει μόνο τους κατώτατους μισθούς αλλά συνολικά τους μισθούς, καθώς όλοι οι μισθωτοί θα υποστούν την σχετική μείωση στα εισοδήματα τους.
Ως προς το δεύτερο, που είναι άμεσης προτεραιότητας, σχετίζεται με το τρόπο υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των μη μισθωτών.
Δεδομένου ότι οι ασφαλιστικές εισφορές των μη μισθωτών υπολογίζονται με βάση τον εκάστοτε κατώτατο μισθό η πρόσφατη αύξηση του οδηγεί και σε επαύξηση της κατώτατης ασφαλιστικής εισφοράς των μη μισθωτών, κάτι που ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης μπορεί να επηρεάσει λιγότερο ή περισσότερο την επιχειρηματική δραστηριότητα και συμπεριφορά.
Ως εκ τούτου θα πρέπει άμεσα το ζήτημα αυτό να διευθετηθεί.
Σημειώνουμε επίσης ότι η μη διευθέτηση του μπορεί να επηρεάσει και τις μελλοντικές διαβουλεύσεις για το ύψος του κατώτατου μισθού» αναφέρει η έρευνα, τονίζοντας ότι σε κάθε περίπτωση η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν επαρκεί για την ικανοποιητική αύξηση των εισοδημάτων και την δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης