Τελευταία Νέα
Διεθνή

Foreign Affairs: Έφθασε στο τέλος της η απόλυτη παντοδυναμία του Erdogan;

Foreign Affairs: Έφθασε στο τέλος της η απόλυτη παντοδυναμία του Erdogan;
Μία διαφορετική προσέγγιση στο «φαινόμενο» Erdogan αλλά και στο μέλλον της Τουρκίας
Μία διαφορετική θεώρηση των τουρκικών προεδρικών και βουλευτικών εκλογών της 24ης Ιουνίου 2018 δημοσιεύει το Foreign Policy, με τον αρθρογράφο Aaron Stein* να υποστηρίζει ότι η εν λόγω διαδικασία μπορεί να αποτελέσει ακόμη και την αρχή του τέλους για τον Erdogan.
Ο Stein στην εκτενή ανάλυσή του σημειώνει όλα τα γεγονότα που έλαβαν χώρα έως την προκήρυξη των πρόωρων εκλογών, αλλά και τις συμμαχίες που μπορούν να δημιουργηθούν, ακόμη και κατ' ανάγκη, μετά από αυτές.
Σημειώνεται ότι το άρθρο του Stein δημοσιεύεται τόσο στην ελληνική όσο και στην αγγλική έκδοση του Foreign Affairs, ενώ σε αυτόν τονίζει τα ακόλουθα: «Την Κυριακή, οι Τούρκοι θα πάνε στις κάλπες για προεδρικές και βουλευτικές εκλογές.
Θα είναι οι πρώτες εκλογές μετά το συνταγματικό δημοψήφισμα του Απριλίου, το οποίο προσέδωσε στο αξίωμα της Προεδρίας σημαντικές εξουσίες και το απελευθέρωσε από τους περισσότερους ελέγχους επί της εξουσίας του.
Για το σχεδόν μισό εκλογικό σώμα που υποστηρίζει την αντιπολίτευση, το στοίχημα δεν θα μπορούσε να είναι υψηλότερο: Αυτές οι εκλογές μπορεί να είναι η τελευταία ευκαιρία για να νικήσουν τον Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν, τον ισχυρό πρόεδρο της χώρας, και να αποτρέψουν την πλήρη κατάρρευση των τουρκικών κυβερνητικών θεσμών.
Αν και ο Ερντογάν και το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) παραμένουν τα μεγάλα φαβορί για να κερδίσουν, είναι πιο ευάλωτοι τώρα από όσο ποτέ άλλοτε.
Η βάση του Ερντογάν έχει περιοριστεί, και μετά από τέσσερις εκλογές τα τελευταία πέντε χρόνια, το εκλογικό σώμα είναι κουρασμένο.
Για πρώτη φορά σε μια δεκαετία, το AKP έχει χάσει τον έλεγχο του αφηγήματος και δεν κατάφερε να ενθουσιάσει τους ψηφοφόρους που είναι δεσμευμένοι στην επιτυχία του κόμματος.
Ενόψει αυτών των εκλογών, εν τω μεταξύ, η κατακερματισμένη αντιπολίτευση της Τουρκίας έχει τελικά ενωθεί, χάρη εν μέρει στις πρόσφατες αλλαγές στους εκλογικούς νόμους της Τουρκίας, που αρχικά αποσκοπούσαν στην εδραίωση της εξουσίας του Ερντογάν. Επιτρέποντας σε πολλά κόμματα να λειτουργήσουν ως ενιαία εκλογική συμμαχία -μια κίνηση που επεδίωκε να επισημοποιήσει την συμμαχία του ΑΚΡ με το ακροδεξιό Κόμμα Εθνικιστικού Κινήματος (MHP)- ο νέος νόμος έχει διευκολύνει την αντιπολίτευση να συνδυάσει τις δυνάμεις της, στήνοντας μια αποφασιστική αναμέτρηση μεταξύ αντιπολιτευτικών και κυβερνητικών συνασπισμών.
Αυτό με την σειρά του οδήγησε σε έναν τελικό ελιγμό: Με τους δύο μεγάλους συνασπισμούς σχεδόν ίσους, το κλειδί για τις επικείμενες εκλογές θα είναι η απόδοση του κουρδικής πλειοψηφίας Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος (HDP) και του προεδρικού υποψηφίου του, Selahattin Demirtas. Μετά από χρόνια που ο Ερντογάν και το ΑΚΡ σκλήραιναν την στάση τους απέναντι στους Τούρκους Κούρδους και τους Σύρους Κούρδους, η μοίρα τους μπορεί ειρωνικά να βρίσκεται σε κουρδικά χέρια.

Πάρτυ συνασπισμών

Η αντιπολίτευση της Τουρκίας ακολουθεί μια διττή στρατηγική που αποσκοπεί στο να αρνηθεί στο ΑΚΡ και τους συμμάχους του μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αποτρέποντας έτσι τον Ερντογάν από το να κερδίσει περισσότερο από το 50% της προεδρικής ψηφοφορίας, γεγονός που θα του επέτρεπε να αναλάβει καθήκοντα χωρίς να αντιμετωπίσει έναν δεύτερο γύρο.
Οι κοινοβουλευτικές εκλογές θα είναι ένας διαγωνισμός μεταξύ δύο εκλογικών ομάδων.
Το AKP έχει επισημοποιήσει τον συνασπισμό με το MHP, που ονομάστηκε Λαϊκή Συμμαχία. Το αντιπολιτευόμενο μπλοκ, η Εθνική Συμμαχία, περιλαμβάνει το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης, το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), καθώς και το εθνικιστικό Καλό Κόμμα (IYI) και το ισλαμιστικό Κόμμα της Ευδαιμονίας (Saadet).
Οι δύο συμμαχίες έχουν συγκεντρώσει μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος -η Λαϊκή Συμμαχία κυμαίνεται στις δημοσκοπήσεις μεταξύ 43% και 51%, ενώ η Εθνική Συμμαχία αναμένεται να λάβει μεταξύ 40% και 45% των ψήφων. Το HDP, εν τω μεταξύ, αναμένεται να κερδίσει σχεδόν το 10%.
Εάν το HDP υπο-αποδώσει και κερδίσει λιγότερο από 10%, δεν θα πληροί το ελάχιστο όριο για να εισέλθει στο κοινοβούλιο, ωφελώντας την Λαϊκή Συμμαχία.
Το κουρδικό HDP δεν είναι επίσημο μέλος καμίας από τις δύο συμμαχίες. Δεν έχει μια σταθερή εκλογική πελατεία έξω από τον πυρήνα του, τις περιοχές κουρδικής πλειοψηφίας στο νοτιοανατολικό τμήμα της Τουρκίας, και μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος της Τουρκίας δεν συμπαθεί στην αριστερίστικη πλατφόρμα του κόμματος και την σύνδεσή του με το «Κουρδικό Ζήτημα», τον ευφημισμό που περιγράφει την 35ετή εξέγερση στην οποία ηγήθηκε το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (PKK).
Ωστόσο, οι επιτυχίες του HDP τα τελευταία χρόνια έχουν θέσει σε κίνηση μια σειρά γεγονότων που έχουν διαβρώσει την υποστήριξη του AKP και ανάγκασαν τον Ερντογάν να προβεί σε νομικές αλλαγές που τον άφησαν ευάλωτο σε μια ενωμένη αντιπολιτευτική εκστρατεία.
Μετά τις εκλογές του Ιουνίου του 2015, όταν το HDP έλαβε πάνω από το 13% των ψήφων, το AKP έχασε για λίγο την κοινοβουλευτική του πλειοψηφία, κάτι που το ανάγκασε να στραφεί προς το MHP προκειμένου να επεκτείνει την βάση του. Τα δύο κόμματα συνεργάστηκαν για την σύνταξη του νέου τουρκικού συντάγματος και στην συνέχεια διεξήγαγαν εκστρατεία με μια de facto συμμαχία για να εξασφαλίσουν την υπερψήφισή του στο δημοψήφισμα του Απριλίου του 2017.
Στην συνέχεια, τον Φεβρουάριο του 2018, το AKP και το MHP συμφώνησαν σε μια νομοθετική αλλαγή που επέτρεπε στα κόμματα να λειτουργήσουν ως επίσημος συνασπισμός ενώ στα ψηφοδέλτια εξακολουθούσαν να εμφανίζονται ξεχωριστά. Ο νέος νόμος διατήρησε το όριο του 10% στην Τουρκία για την είσοδο στο κοινοβούλιο, αλλά στην πράξη θα ισχύει μόνο για μεμονωμένα κόμματα, όπως το HDP -και όχι για εκείνα που λειτουργούν ως μέρος ενός μεγαλύτερου συνασπισμού.
Ο Ερντογάν σκόπευε να επωφεληθεί από την στήριξη του MHP προκειμένου να κερδίσει την πλειοψηφία στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών και, με αυτόν τον τρόπο, κατέληξε σε συμφωνία με την ηγεσία του MHP για να διασφαλίσει ότι θα διατηρήσει την κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση, ακόμη και αν το μερίδιό του στην βουλή μειωθεί κάτω από το 10%. Ο Ερντογάν φαίνεται επίσης ότι πίστευε ότι η ιδεολογικά διχασμένη αντιπολίτευση δεν θα ήταν σε θέση να ενωθεί και να σχηματίσει μια δική της συμμαχία. Υπήρχε κάποια λογική σε αυτό το παιχνίδι: Η Εθνική Συμμαχία περιλαμβάνει το ισλαμικό Saadet, το νεοεθνικιστικό κόμμα IYI και το CHP, το οποίο είναι διχασμένο ανάμεσα σε παλαιότερους κεμαλιστές και νεαρότερους σοσιαλδημοκράτες.
Ωστόσο, ο Ερντογάν φαίνεται να έχει υποτιμήσει τον αντίκτυπο του δημοψηφίσματος του Απριλίου 2017, το οποίο δημιούργησε μια εκτελεστική προεδρία με λίγους ελέγχους στην εξουσία της. Παρά τις διαφορές τους, τα μέλη της Εθνικής Συμμαχίας μοιράζονται μια ανησυχία για το μέλλον της χώρας και έναν φόβο ότι ο Ερντογάν θα αναλάβει τον έλεγχο του θώκου που δημιούργησε για τον εαυτό του. Ήταν έτσι σε θέση να παραμερίσουν τις τεράστιες ιδεολογικές διαφορές τους και κάνουν [προεκλογική] εκστρατεία στο όνομα της τουρκικής δημοκρατίας.
Ο νόμος περί συνασπισμού του AKP-MHP, με την σειρά του, έχει καταστήσει την Εθνική Συμμαχία πιο ανταγωνιστική, επειδή έχει κάνει αμφισβητήσιμη την προϋπόθεση ότι τα κόμματα πρέπει να λάβουν τουλάχιστον 10% των ψήφων για να εισέλθουν στο κοινοβούλιο. Σύμφωνα με το νέο σύστημα, τα κόμματα θα λειτουργήσουν ως μέρος ενός συνασπισμού, αλλά κάθε μεμονωμένο κόμμα θα είναι στις εκλογές και θα πάρει έδρες στο κοινοβούλιο ανάλογα με τις επιδόσεις του. Αυτό σημαίνει ότι ένα μικρό κόμμα που ανήκει σε μια μεγαλύτερη συμμαχία, όπως το Saadet, θα πάρει λίγες θέσεις στο κοινοβούλιο παρά το γεγονός ότι θα κερδίσει λιγότερο από το 5% των ψήφων. Το όφελος για την Εθνική Συμμαχία είναι ότι οι υποστηρικτές του Saadet δεν χρειάζεται να ανησυχούν ότι θα σπαταλήσουν την ψήφο τους ή ότι θα αποστατήσουν και θα ψηφίσουν το ισλαμιστικό ΑΚΡ -γνωρίζουν ότι οι ψήφοι τους έχουν σημασία επειδή κάθε εταίρος του συνασπισμού θα πάρει έδρες.

Προσκαλώντας τους Κούρδους

Παρόλο που οι βουλευτικές εκλογές είναι σημαντικές, το πραγματικό βραβείο είναι η προεδρία.
Η Λαϊκή Συμμαχία εργάζεται σκληρά για να εξασφαλίσει ότι ο Ερντογάν θα κερδίσει μια καθαρή πλειοψηφία προκειμένου να αποφύγει έναν δεύτερο γύρο με τον δεύτερο σε ψήφους.
Αντί να διακινδυνεύσει έναν μοναδικό συναινετικό υποψήφιο για να ανταγωνιστεί τον Ερντογάν στον πρώτο γύρο, κάθε κόμμα της Εθνικής Συμμαχίας έχει ορίσει τον δικό του υποψήφιο για την προεδρία. Η στρατηγική της αντιπολίτευσης εξαρτάται από το ότι κάθε κόμμα διεξάγει μια έντονη εκστρατεία υπέρ του κάθε υποψηφίου προκειμένου να προσελκύσει τους ψηφοφόρους και να αποτρέψει διχασμούς στην βάση του κάθε κόμματος. Η ελπίδα είναι ότι αυτό θα αρνηθεί στον Ερντογάν την πλειοψηφία στον πρώτο γύρο, αναγκάζοντάς τον έναν δεύτερο γύρο στον οποίο η Εθνική Συμμαχία θα συσπειρωθεί γύρω από τον πιο δημοφιλή υποψήφιο της αντιπολίτευσης.
Αυτός ο υποψήφιος είναι πιθανό να είναι ο Muharrem Ince (Μουχαρέμ Ιντσέ) του CHP. Επί του παρόντος, με τις δημοσκοπήσεις να του δίνουν μεταξύ 27% και 32%, ο Ιντσέ αναδείχθηκε ως ο δεύτερος πιο δημοφιλής υποψήφιος της Τουρκίας και αυτός που είναι ο πλέον κατάλληλος για να αμφισβητήσει τον Ερντογάν σε έναν θεωρητικό δεύτερο γύρο. Έχει γοητεύσει τα πλήθη με παραδοσιακούς λαϊκούς χορούς, αμφισβήτησε την οικονομική διαχείριση του Ερντογάν και έκανε άμεσα ανοίγματα στην κουρδική μειονότητα της Τουρκίας, η οποία αποτελεί περίπου το 15% με 20% του εκλογικού σώματος της χώρας.
Ο Ερντογάν, αντιθέτως, δεν μπορεί πλέον να υπολογίζει στην κουρδική υπεραξία στα νοτιοανατολικά. Το ΑΚΡ εξακολουθεί να είναι το δεύτερο ισχυρότερο κόμμα στις κουρδικές περιοχές μετά το HDP και οι θρησκευόμενοι Κούρδοι αποτελούν ένα από τα βασικά εκλογικά σώματα του κόμματος. Ωστόσο, η επιθετική εκστρατεία αντιεξέγερσης του Ερντογάν κατά του ΡΚΚ και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις [6] εναντίον των Κούρδων μαχητών στην Afrin της Συρίας αποξένωσαν τους μετριοπαθείς Κούρδους, οι οποίοι προηγουμένως του είχαν πιστώσει την διεξαγωγή των ειρηνευτικών συνομιλιών με το ΡΚΚ. Η πολεμοχαρής, αντι-Κουρδική στάση του Ερντογάν άνοιξε την πόρτα για την αντιπολίτευση ώστε να φλερτάρει τους Κούρδους ψηφοφόρους ως τμήμα της διττής εκλογικής εκστρατείας της.
Το HDP δεν είναι μέλος της Εθνικής Συμμαχίας, αλλά η επιτυχία του είναι κρίσιμη για την κοινοβουλευτική στρατηγική του μπλοκ. Το HDP θα πρέπει να ξεπεράσει το όριο του 10%, προκειμένου να εμποδίσει το AKP να διατηρήσει την κοινοβουλευτική του πλειοψηφία. Το HDP κέρδισε το 13% των ψήφων το 2015, αλλά αυτό το αποτέλεσμα μπορεί να είναι δύσκολο να επαναληφθεί -ο υποψήφιος για την προεδρία, ο Demirtas, βρίσκεται στην φυλακή με την κατηγορία της διάδοσης προπαγάνδας υπέρ του PKK και εξαρτάται από αναπληρωτές του για να κάνουν προεκλογική εκστρατεία εκ μέρους του.
Η Εθνική Συμμαχία έχει επενδύσει πολύ στην επιτυχία του Demirtas, επειδή η υποστήριξη για την προεκλογική εκστρατεία του είναι στενά συνδεδεμένη με την γενική δημοτικότητα του κόμματος. Η Εθνική Συμμαχία χρειάζεται μεγάλη συμμετοχή από τους ψηφοφόρους του HDP προκειμένου να εμποδίσει τον Ερντογάν και την συμμαχία του να κερδίσουν απόλυτη πλειοψηφία, και ο Demirtas φέρνει τους ανθρώπους στις κάλπες. Ο Ερντογάν, από την άλλη πλευρά, θα επωφεληθεί από μια χαμηλή προσέλευση HDP και θα κάνει ό, τι μπορεί για να εξασφαλίσει αυτό το αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, η κυβέρνηση αποφάσισε πρόσφατα να μετακινήσει τις κάλπες από ορισμένα χωριά που πρόσκεινται στο HDP, σε χωριά που ελέγχονται από το AKP, επικαλούμενη θέματα ασφάλειας. Αυτό θα μπορούσε να μειώσει την προσέλευση του HDP και να έχει εθνικές επιπτώσεις για τον προεδρικό και κοινοβουλευτικό αγώνα.
Ο Ντεμιρτάς, ο οποίος επί του παρόντος τοποθετείται από τις δημοσκοπήσεις στο περίπου 10%, δεν θα τα καταφέρει να φτάσει στον προεδρικό δεύτερο γύρο. Εντούτοις, η πιθανή επικύρωσή του ως δεύτερου [στον πρώτο γύρο] είναι εξαιρετικά σημαντική για την Εθνική Συμμαχία.
Αν ο Ερντογάν δεν κερδίσει αμέσως, πιθανότατα θα αντιμετωπίσει τον Ιντσέ στον δεύτερο γύρο. Το HDP έχει σηματοδοτήσει ότι θα υποστηρίξει τον Ince, όπως έχει κάνει και η Meral Aksener, η προεδρική υποψήφια και επικεφαλής του κόμματος IYI. Δυο εναπομείναντα ερωτήματα θα καθορίσουν τη μοίρα του Ince σε έναν δεύτερο γύρο. Το πρώτο είναι αν οι εθνικιστές ψηφοφόροι του κόμματος IYI θα αποστατήσουν και θα ψηφίσουν για τον Ερντογάν αντί του Ιντσέ, τον οποίο ίσως να δουν ως υποθάλποντα τον κουρδικό εθνικισμό. Το δεύτερο είναι αν οι ψηφοφόροι του HDP θα εμφανιστούν στον δεύτερο γύρο, όταν ο Demirtas δεν θα είναι στην ψηφοφορία.

Το τέλος του Erdogan;

Το αποτέλεσμα των εκλογών της Τουρκίας παραμένει αβέβαιο.
Ο Ερντογάν έχει το ευκολότερο μονοπάτι για να κερδίσει την προεδρία, είτε στον πρώτο γύρο είτε σε έναν δεύτερο γύρο απέναντι στον δεύτερο αναδειχθέντα.
Ωστόσο, οι προσπάθειές του να ενισχύσει τον εαυτό του, έχουν ανοίξει την πόρτα στην αντιπολίτευση ώστε να αμφισβητήσει την λαβή του κόμματός του στην εξουσία, ενώ αυτός και η εξωτερική πολιτική του κόμματός του και η δέσμευσή του στην επαναστρατιωτικοποίηση του κουρδικού ζητήματος έχουν υπονομεύσει την υποστήριξή του από τους Κούρδους.
Κατά ειρωνικό τρόπο, ήταν οι αρχικές συζητήσεις του Ερντογάν με το ΡΚΚ, που συνεχίστηκαν μεταξύ 2006 και 2015, οι οποίες μείωσαν το στίγμα για τους Τούρκους πολιτικούς που φλερτάρουν ανοιχτά την κουρδική ψήφο -μια στρατηγική που επιδιώκει τώρα ο κύριος αντίπαλός του, ο Ince.
Οι Τούρκοι θα ξυπνήσουν με ένα νέο κοινοβούλιο στις 25 Ιουνίου. Πιθανώς, θα πρέπει να περιμένουν άλλες δύο εβδομάδες για να μάθουν ποιος θα είναι ο πρόεδρός τους. Το ΑΚΡ και ο Ερντογάν παραμένουν η ισχυρότερη και δημοφιλέστερη πολιτική δύναμη της Τουρκίας. Αλλά τα σημάδια της παρακμής είναι προφανή, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο η αντιπολίτευση να εκμεταλλευτεί τις νόμιμες αλλαγές που έφερε το AKP, ώστε να ανατρέψει τον ισχυρότερο άνθρωπο της Τουρκίας.

*Ο Aaron Stein είναι εσωτερικός ανώτερος συνεργάτης στο Κέντρο Rafik Hariri για τη Μέση Ανατολή στο Atlantic Institute.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης