Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Άρθρο Κ Μελλά: Το ελλειμματικό ισοζύγιο των ΗΠΑ ως προς την Κίνα και οι προστατευτικές πολιτικές Trump

Άρθρο Κ Μελλά: Το ελλειμματικό ισοζύγιο των ΗΠΑ ως προς την Κίνα και οι προστατευτικές πολιτικές Trump
Άρθρο του Καθηγητή Οικονομικών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Κώστα Μελλά 
Το εμπορικό ισοζύγιο των ΗΠΑ είναι ελλειμματικό ως προς τους κύριους εμπορικούς εταίρους της, όπως δείχνουν τα στοιχεία του παρακάτω Πίνακα.
Το εμπορικό έλλειμμα προς την Κίνα είναι πολύ υψηλό και έχει σχεδόν το ίδιο ύψος με το προερχόμενο έλλειμμα από τις υπόλοιπες χώρες που παρουσιάζονται στον Πίνακα 1.
Επομένως, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι στο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου με την Κίνα εδράζονται οι νέο προστατευτικές προτάσεις του Trump.
Τα τελευταία χρόνια το εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ των δύο χωρών χειροτέρευε εις βάρος των ΗΠΑ.
Το 2010 οι αμερικάνικες εξαγωγές προς την Κίνα ήταν 91 δις δολάρια και οι εισαγωγές 364 δις δολάρια, και το έλλειμμα 273 δις δολάρια.
Το 2015, αντίστοιχα 116 και 483 δις δολάρια, και το έλλειμμα 367 δις δολάρια.
Σύμφωνα με τον Trump μια καθαρή μεταφορά πλούτου (εκτός από τις χαμένες θέσεις εργασίας) από τις ΗΠΑ στην Κίνα.



Όμως αν πάμε σε λεπτομέρειες στις εξαγωγές συμπεριλαμβάνονται γιαπωνέζικα και νοτιοκορεάτικα προϊόντα που απλά συναρμολογούνται στην Κίνα, αλλά και πολλά αμερικάνικα προϊόντα, όπως τα iPhone που σχεδιάζονται στην Καλιφόρνια αλλά παράγονται και συναρμολογούνται από τις κινέζικες εταιρείες Foxconn και Shenzhen.
Η μεταφορά των «κινέζικων» προϊόντων χαμηλού κόστους (ρούχα, ηλεκτρονικά και βιομηχανικές μηχανές) πραγματοποιείται κυρίως από τις ίδιες τις αμερικάνικες εταιρείες με στόχο (πέρα από τα κέρδη τους) την ωφέλεια των καταναλωτών και των αποταμιεύσεών τους. Δίνοντας ένα παράδειγμα ,την περίοδο 2001-2013 η Walmart πούλησε προϊόντα, αυτού του είδους, made in China, ύψους 49 δις δολάρια.
Δεν είναι εύκολο να πραγματοποιηθεί ολική αλλαγή σε αυτή τη διαδικασία και να λειτουργήσει υπέρ της ευημερίας των Αμερικανών πολιτών.
Από τη μελέτη και των υπολοίπων στοιχείων του Πίνακα 1, απορρέει και η γνωστή θέση του Trump , αναφορικά με τη διάλυση της NAFTA.
Τα εμπορικά ελλείμματα των ΗΠΑ με τον Καναδά και το Μεξικό ανέρχονται, περίπου σε 190 δις δολάρια τον χρόνο.
Ο κ. Trump έχει υποσχεθεί να «επιτεθεί» άμεσα στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες, τουλάχιστον σε όσες συμμετέχουν χώρες που θεωρεί ότι χειραγωγούν καταστάσεις.
Στο συγκεκριμένο πεδίο οι Αμερικανοί πρόεδροι έχουν αυξημένη εξουσία να δρουν μονομερώς, και ο κ. Trump επιμένει ότι θα επιβάλει δασμούς 35% στις εισαγωγές από το Μεξικό και 45% σε εκείνες της Κίνας.
Το μεγάλο πρόβλημα με το σχέδιο του Trump, να επαναφέρει στις ΗΠΑ, ένα σημαντικό αριθμό μεταποιητικών επιχειρήσεων με υψηλούς μισθούς δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί.
Η Κίνα, πρωταρχικά, αλλά και η Ινδία είναι πλέον ενσωματωμένες στην παγκόσμια οικονομία.
Η τεχνολογία έχει τόσο πολύ προχωρήσει με αποτέλεσμα οι θέσεις στη μεταποίηση να βρίσκονται σε κάμψη.
Το αποτέλεσμα είναι ότι μπορεί να υπάρξει επιστροφή ορισμένων επιχειρήσεων , οι οποίες μπορούν να προσφέρουν υψηλούς μισθούς αλλά οι προσφερόμενες θέσεις εργασίας θα είναι πολύ λίγες για να αλλάξουν τα δεδομένα στις ΗΠΑ.
Από την άλλη μεριά όλες οι υπόλοιπες θέσεις εργασίας που θα προκύψουν, θεωρητικά, με την επιστροφή ορισμένων επιχειρήσεων θα είναι χαμηλού μισθολογικού κόστους.
Επίσης, τα τελευταία έτη οι αμερικάνικες πολυεθνικές επιχειρήσεις έχουν επενδύσει σημαντικά κεφάλαια στην Κίνα, μια αγορά ενός δισεκατομμυρίου καταναλωτών και μια από τις λίγες οικονομίες που μπόρεσε να μεγεθύνεται, εν μέσω παγκόσμιας κρίσης, με ρυθμούς πάνω από 6,0%.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις συμβουλευτικών οίκων ειδικευμένων στις αγορές της Άπω Ανατολής (Rhodium Group), οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) των ΗΠΑ στην Κίνα την περίοδο 1990-2015 ανέρχονται σε 228 δις δολάρια, τρεις φορές περισσότερο από τα επίσημα στοιχεία.
Από το 2012, όμως η ροή μικραίνει, λόγω του ότι η κινέζικη κυβέρνηση «στένευσε» τα περιθώρια κινήσεων των ξένων επιχειρήσεων προκειμένου να δώσει κίνητρα στην ανάπτυξη των «εθνικών πρωταθλητών».
Πολλές ξένες επιχειρήσεις έχουν μειώσει τις δραστηριότητές τους ή τις έχουν πουλήσει σε εγχώριες (π.χ η αποχώρηση της Uber με ταυτόχρονη πώληση των δραστηριοτήτων της στην εγχώρια αντίπαλό της Didi).
Στην ίδια χρονική περίοδο, όμως, αυξάνονται οι κινέζικες ΑΞΕ στις ΗΠΑ.
Μόνο το 2016 οι κινέζικες επιχειρήσεις απέκτησαν αμερικανικές επιχειρήσεις έναντι ποσού πάνω από 70 δις δολάρια σε στρατηγικούς τομείς.
Τον Αύγουστο η επιχείρηση Zhongwang αγόρασε την επιχείρηση παραγωγό αλουμινίου Cleveland Aleris.
Ενώ η Wanda, η επιχείρηση κολοσσός στον χώρο των ΜΜΕ, ιδιοκτησίας του δισεκατομμυριούχου Wang Jianlin, απέκτησε έναντι 1 δις δολαρίων, την επιχείρηση Dick Clark Productions, που παράγει τις εκπομπές Miss America και Golden Globe.
Σε περίπτωση εμπορικού πολέμου όλες αυτές οι ροές πιθανά θα μειωθούν δραματικά.
Το Ακαθάριστο Δημόσιο Χρέος των ΗΠΑ (Αύγουστος 2016) ανέρχεται σε 18,250 τρις δολάρια.
Οι αλλοδαποί παρακρατούν χρέος ύψους 6,2 δις τρις ή το 47,0% του χρέους που βρίσκεται στα χέρια των ιδιωτών (12,8 τρις δολάρια) ή το 34,0% του συνολικού χρέους (18,250 δις τρις).
Οι χώρες που παρακρατούν το μεγαλύτερο ποσοστό του δημόσιου χρέους των ΗΠΑ είναι οι ακόλουθες:
Η Κίνα διακρατεί ένα μεγάλο κομμάτι του χρέους των ΗΠΑ, κυρίως με τη μορφή ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου.
Αυτό σημαίνει ότι οι κινέζοι έχουν στα χέρια τους ένα όπλο, μέσω του οποίου μπορούν να επηρεάσουν την ισοτιμία δολαρίου με του γουάν, αλλά και τις αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων.
Επομένως, υπάρχει στο προσκήνιο ,αν υποθέσουμε ότι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ εφαρμόζει τις αναγγελίες του, εκτός από τον εμπορικό πόλεμο και ένας συναλλαγματικός πόλεμος που σε συνδυασμό με τον πρώτο δημιουργεί μεγάλες αβεβαιότητες στην παγκόσμια οικονομία.
Επιπλέον, η αποτυχία του Αμερικανικού ονείρου παρήγαγε τα τελευταία χρόνια μια αντίδραση εκ μέρους σημαντικότατης μερίδας των Αμερικανών πολιτών σημαντικών διαστάσεων, εντός ενός μετανεωτερικού κοινωνικού πλαισίου, όπου πολιτικά, κοινωνικά ,οικονομικά και πρωτίστως πολιτιστικά έχουν συμβεί τεράστιες ανατροπές την περίοδο της παγκοσμιοποίησης.
Στην καρδιά του προβλήματος υπάρχει η στασιμότητα των πραγματικών μισθών και η αδυναμία της κινητικότητας προς τα υψηλά κοινωνικά στρώματα καθώς τα κόστη για την υψηλή μόρφωση εκτινάχθηκαν σε πολύ μεγάλο ύψος.
Τα δεδομένα είναι αποκαλυπτικά:
Μεταξύ 1948 και 1973, η παραγωγικότητα αυξήθηκε κατά 96,7% και οι πραγματικοί μισθοί αντίστοιχα κατά 91,3%, διατηρώντας περίπου τον ίδιο βηματισμό.
Ήταν οι εποχές των σκληρά εργαζομένων στα εργοστάσια χάλυβα και στις αυτοκινητοβιομηχανίες που όμως τους έδιναν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν τα έξοδα της εκπαίδευσης των παιδιών τους η οποία θα τους οδηγούσε στη μεσαία κοινωνική τάξη.
Από το 1973 μέχρι το 2015, την εποχή της παγκοσμιοποίησης, περίοδο που οι περισσότερες θέσεις χάθηκαν ή μεταφέρθηκαν στο εξωτερικό, η παραγωγικότητα αυξήθηκε κατά 73,4% ενώ οι μισθοί μόνο κατά 11,1%.
Ο Trump υποστηρίζει ότι η συγκεκριμένη μείωση των πραγματικών μισθών οφείλεται στην παράνομη μετανάστευση και στις εξωχώριες δραστηριότητες – υπεργολαβίες.
Όμως , αυτό είναι μόνο μέρος της αλήθειας: η εξαφάνιση των εργατικών ενώσεων και η μη συνδικαλιστική ένταξη των εργαζομένων , σύμφωνα με διάφορες μελέτες, ευθύνεται για πάνω από το 30,0% της μείωσης του μισθού.
Τα 11 εκατομμύρια των παράνομων μεταναστών – εργαζομένων αποτελούν μόνο μέρος της εργασίας που δεν είναι συνδικαλισμένη.



Από το 2000 μέχρι το 2014 ο διάμεσος του εισοδήματος των αποφοίτων λυκείου έπεσε κατά 13,0%.
Επίσης την ίδια περίοδο οι μισθοί των αποφοίτων κολλεγίων βαθμιαία έπεσαν.
Η κατάσταση χειροτέρεψε στα κατώτατα επίπεδα της κλίμακας: το χειρότερα αμειβόμενο 10,0% του πληθυσμού υπέστη τη μεγαλύτερη μείωση μισθού μεταξύ 1979 και 2013.
Στην αντίθετη πλευρά έχουμε τρομακτικές αυξήσεις στα στελέχη πολυεθνικών, χρηματοπιστωτικού τομέα, celebrities κτλ.
Η ανισότητα στην κατανομή του εισοδήματος οδηγήθηκε στα άκρα.
Σύμφωνα λοιπόν με το οικονομικό σχέδιο του Trump, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μια μεγάλη μείωση φόρων.
Ο Trump υποστηρίζει , ότι η μείωση των φόρων θα δώσει μεγάλη ώθηση στην οικονομική μεγέθυνση, παρότι ότι και επί εποχής προεδρίας George W. Bush το ίδιο σχέδιο είχε αποτύχει.
Σύμφωνα με το σχέδιο η μείωση των φόρων αυτή καθ’ αυτή θα μειώσει τα έσοδα τουλάχιστον κατά 2,6 τρις δολάρια σε βάθος δεκαετίας.
Υποστηρίζεται ότι αυτές οι απώλειες μπορούν να αντισταθμιστούν από ένα αναπτυξιακό θαύμα οδηγούμενο από την αποκανονικοποίηση της οικονομίας.
Δηλαδή την περαιτέρω απορρύθμισή της.
Όμως όλες αυτές οι υποθέσεις είναι άκρως υπερβολικές.
Τόσο η World Bank όσο και ο ΟΟΣΑ, υποστηρίζουν ότι η αμερικανική οικονομία δεν έχει τόσες ρυθμίσεις στο μη χρηματοπιστωτικό τομέα που αν αρθούν, θα δώσουν ώθηση στη μεγέθυνση.
Την ίδια στιγμή, η χρηματοπιστωτική απορρύθμιση είναι αυτή που οδήγησε στην κρίση του 2008 , σε μικρότερη μεγέθυνση του ΑΕΠ, σε υψηλότερη ανεργία και σε μεγαλύτερα ελλείμματα.
Ο Trump κινδυνεύει να πάθει ότι ακριβώς και ο George W. Bush, αλλά και όλοι οι παλαιοί υποστηρικτές των οικονομικών της προσφοράς.
Παράλληλα στο σχέδιο προβλέπεται, σε πρώτο πλάνο, την έκρηξη επενδύσεων έτσι ώστε να ενδυναμώσει η μακροπρόθεσμη μεγέθυνση του ΑΕΠ.
Δίνεται έμφαση στις δαπάνες για υποδομές και για έρευνα.
Τις δαπάνες αυτές υπόσχεται να χρηματοδοτήσει κυρίως μέσω ιδιωτικών funds. Όμως δεν κρύβει ότι η δημιουργία περαιτέρω δημοσιονομικού ελλείμματος είναι σίγουρη.
Στο σημείο αυτό δημιουργείται το ερώτημα πως θα πείσει του ρεπουμπλικάνους γερουσιαστές και βουλευτές να ψηφίσουν για τη δημιουργία ελλείμματος και δημοσίου χρέους.
Ο Trump δεν προτείνει τεράστιες φοροαπαλλαγές για τους πλούσιους και τις επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να εκτινάξουν το δημόσιο χρέος βραχυπρόθεσμα.
Ωστόσο, αυτές που προτείνει θα αυξήσουν το δημόσιο χρέος κατά 4,5 τρισ. δολάρια μέσα στην επόμενη δεκαετία – δηλαδή θα είναι πενταπλάσιο σε σύγκριση με τα επίπεδα που ίσχυαν τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης Ομπάμα, όταν εφαρμόζονταν μέτρα στήριξης στην οικονομία.
Όσον αφορά τα προνοιακά προγράμματα περίθαλψης και κοινωνικής ασφάλισης (Μedicare & Medicaid), ο Trump δεσμεύθηκε να μην τα πειράξει, αν και αυτό αντιβαίνει στις προτάσεις του προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων και επίσης Ρεπουμπλικανού Πολ Ράιαν.
Ο τελευταίος δεν αναμένεται να αποδεχθεί φοροαπαλλαγές που δεν συνδέονται από γενναίες μειώσεις δαπανών.
Κάτι τέτοιο πιθανώς να σημάνει περικοπές στα ομοσπονδιακά προγράμματα δαπανών, όπως η εκπαίδευση, η έρευνα και ανάπτυξη – δηλαδή δραστηριότητες ζωτικής σημασίας για να εδραιωθεί η ανάπτυξη.
Για να είμαστε σίγουροι, η μείωση των φόρων θα προσφέρει στους Αμερικανούς περισσότερο ρευστό να ξοδέψουν.
Εντούτοις, σύμφωνα με το Κέντρο Φορολογικής Πολιτικής, έως το 2025 το 51% των μειώσεων του Trump θα καταλήξει στα χέρια του πλουσιότερου 1%, το οποίο ούτε τις χρειάζεται ούτε και θα τις «μεταφράσει» σε αγοραστικές δαπάνες.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης