Τελευταία Νέα
Τραπεζικά νέα

Ιωάννου (Eurobank): Προαπαιτούμενο για την οικονομία η ολοκλήρωση της αξιολόγησης - Οι τράπεζες δεν υποκαθιστούν τις αρχές

Ιωάννου (Eurobank): Προαπαιτούμενο για την οικονομία η ολοκλήρωση της αξιολόγησης - Οι τράπεζες δεν υποκαθιστούν τις αρχές
Ύφεση -1% το 2016 και επιστροφή στην ανάπτυξη (+2,7%) το 2017 προβλέπει για την ελληνική οικονομία η Eurobank 
«Προαπαιτούμενο για τη σταθεροποίηση της οικονομίας μας αποτελεί η ταχεία ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης του τρίτου προγράμματος, μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2016 το αργότερο», υποστήριξε ο κ. Σταύρος Ιωάννου, αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank, στο πλαίσιο ομιλίας του στο 2ο Ναυτιλιακό Συνέδριο της Ναυτεμπορικής.
Ο κ. Ιωάννου τόνισε πως η ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα επιτρέψει την επανέναρξη χρήσης των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου ως ενέχυρου από τις τράπεζες για χορήγηση ρευστότητας από την ΕΚΤ, τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ σηματοδοτώντας με αυτό τον τρόπο ότι η χώρα επιστρέφει σε συνθήκες κανονικότητας, αλλά και τη συνεπή εφαρμογή του προγράμματος και ένα σταθερό φιλοευρωπαϊκό πολιτικό περιβάλλον σε συνδυασμό με μια δραστική θετική αλλαγή της αντίληψης των αγορών και των προσδοκιών που αφορούν το μέλλον της χώρας, αποτελούν τους βασικούς παράγοντες για τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος, την προσέλκυση ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων, την αύξηση της απασχόλησης και την πλήρη άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων που θα διευκολύνει την επιστροφή των καταθέσεων και τη βελτίωση της ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα, ώστε να διευκολυνθεί η χρηματοδότηση της οικονομίας και των επιχειρήσεων.
Αναφερθείς στις ελληνικές τράπεζες, σημείωσε ότι αντιμετωπίζουν σήμερα σημαντικές εγχώριες αλλά και παγκόσμιες προκλήσεις, ειδικότερα τεράστιες απώλειες στα οργανικά αποτελέσματά τους, μεγάλη απόσυρση καταθέσεων, μεγάλα χαρτοφυλάκια μη εξυπηρετούμενων δανείων, αδυναμία πρόσβασης σε διεθνείς αγορές και σημαντική απώλεια της διαπραγματευτικής θέσης, του διεθνούς τους κύρους, αλλά και του διεθνούς χαρακτήρα στην περιοχή μας.
Παράλληλα κατέστησε σαφές πως «αυτή η οδυνηρή εμπειρία δεν είναι αποτέλεσμα των υπερβολικών ρίσκων που πήραν οι ελληνικές τράπεζες ή της υπερβολικής µόχλευσης, αλλά κυρίως είναι αποτέλεσμα των δυσμενών πολιτικών και μακροοικονομικών εξελίξεων στην Ελλάδα, χωρίς βέβαια να αποποιούμαι των ευθυνών των τραπεζών σε μία σειρά ανάπτυξης εργασιών πολλές φορές χωρίς μέτρο».
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο κ. Ιωάννου υποστήριξε πως «ασφαλώς ο ρόλος του τραπεζικού συστήματος και η συμβολή του στην προσπάθεια πάταξης της φοροδιαφυγής και ελέγχου της παραοικονομίας είναι σημαντικός, όμως οι τράπεζες δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τις εποπτικές και ελεγκτικές αρχές του κράτους, επωμιζόμενες μάλιστα πλήρως το μεγάλο λειτουργικό κόστος που αυτό συνεπάγεται».
Αξίζει να αναφερθεί ακόμα ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Eurobank, τις οποίες παρέθεσε ο κ. Ιωάννου, και υπό την προϋπόθεση ότι η πρώτη αξιολόγηση του τρέχοντος προγράμματος θα ολοκληρωθεί εγκαίρως και θετικά, ο ρυθμός ανάπτυξης θα διαμορφωθεί κοντά στο -0.3% του ΑΕΠ για το 2015, στο -1.0% για το 2016 και στο 2,7% για το 2017.

Ακολουθεί αναλυτικά η ομιλία του κ. Ιωάννου:


«Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,
Κυρίες και Κύριοι Εκπρόσωποι Φορέων
Αγαπητοί Σύνεδροι,
Κυρίες και κύριοι,

Είναι τιμή μου που έχω την ευκαιρία να βρίσκομαι σήμερα εδώ, εκπροσωπώντας την Eurobank, σε ένα κοινό ιδιαίτερης σημασίας και μεγάλης βαρύτητας, τόσο για το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα όσο και ευρύτερα για την ελληνική οικονομία.
Η ναυτιλία αποτελούσε πάντα ένα πολύτιμο asset για τη χώρα μας και κυρίως ήταν αδιαφιλονίκητα το επιτυχέστερο παράδειγμα εξωστρέφειας ακόμη και σε συνθήκες εξαιρετικά δυσμενείς για την οικονομία.
Η σημερινή εκδήλωση πραγματοποιείται σε μια συγκυρία που παραμένει δύσκολη για την πορεία της οικονομίας μας προς την ομαλότητα και την ανάπτυξη, ενώ και το διεθνές περιβάλλον ενέχει στοιχεία αβεβαιότητας κυρίως λόγω της Κίνας και των τιμών του πετρελαίου, θέματα όμως για τα οποία υπάρχουν άλλοι, πιο αρμόδιοι από μένα να αναλύσουν.
Το 2016, μετρούμε ήδη 9 χρόνια από το ξέσπασμα της μεγάλης διεθνούς κρίσης που πυροδοτήθηκε από τις ΗΠΑ το 2008 και εξαπλώθηκε στην Ευρώπη και την Ευρωζώνη, συμπαρασύροντας στη δίνη της και την Ελλάδα με τις γνωστές σε όλους μας συνέπειες.
Η εφαρμογή των τριών Προγραμμάτων Δημοσιονομικής Προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας, τα Μνημόνια δηλαδή, βασίσθηκαν κατά κύριο λόγο, προς την κατεύθυνση συνολικής μείωσης της ζήτησης που στηρίχθηκε στην αύξηση της φορολογίας, χωρίς να τηρήσει τις αναγκαίες ισορροπίες για στήριξη της ανάπτυξης και προστασία των ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων.
Αποτέλεσμα των πολιτικών αυτών, ήταν την περίοδο 2008-2015, το πραγματικό ΑΕΠ να καταγράψει συνολικά πτώση μεγαλύτερη του 25% παρά το σύντομο διάλλειμα της επιστροφής σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2014.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζάς μας και υπό την προϋπόθεση ότι η πρώτη αξιολόγηση του τρέχοντος προγράμματος θα ολοκληρωθεί εγκαίρως και θετικά, αναμένουμε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα διαμορφωθεί κοντά στο -0.3% του ΑΕΠ για το 2015, στο -1.0% για το 2016 και στο 2,7% για το 2017.
Ωστόσο, παρά τις σημαντικές παραλείψεις και καθυστερήσεις στην εφαρμογή των συμφωνηθέντων με τους εταίρους μας μέχρι τώρα, που υπονόμευσαν την αξιοπιστία μας και την εμπιστοσύνη των αγορών, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι από το 2010 μέχρι σήμερα, έχει σημειωθεί και σημαντική πρόοδος στην επίλυση βασικών διαχρονικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας που νοσούσε επί χρόνια, με μεγάλες θυσίες, όπως γνωρίζουμε, της κοινωνίας μας και βέβαια συνεχίζουμε την προσπάθεια δημοσιονομικής σύγκλισης, η οποία μόνο εύκολη δεν είναι.
Σε ότι αφορά τώρα την εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού προγράμματος, έχουν γίνει βήματα προόδου, όμως, όπως διαπιστώνουμε όλοι μαζί, ακόμη δεν έχει δημιουργηθεί εκείνη η κρίσιμη μάζα μεταρρυθμίσεων που θα επιτρέψει την επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας, θα προσελκύσει ξένες επενδύσεις, θα επιτρέψει την ανάπτυξη θα μειώσει την ανεργία και βέβαια θα αποκαταστήσει την κοινωνική συνοχή, η οποία βάλλεται συνεχώς.
Ασφαλώς έχουμε ακόμη να καλύψουμε πολύ δρόμο και μάλιστα το δυσκολότερο μέρος αυτού του δρόμου που είναι η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, η μόνη ασφαλής μέθοδος προς την πρόοδο και την ευημερία.
Προαπαιτούμενο για τη σταθεροποίηση της οικονομίας μας αποτελεί η ταχεία ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης του Τρίτου Προγράμματος (μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2016 το αργότερο) που θα επιτρέψει :
1ον. Την επανέναρξη χρήσης των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου ως ενέχυρου από τις τράπεζες για χορήγηση ρευστότητας από την ΕΚΤ.
2ον. Τη συμμετοχή της Ελλάδας στο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης της ΕΚΤ σηματοδοτώντας με αυτό τον τρόπο ότι η χώρα επιστρέφει σε συνθήκες κανονικότητας.
3ον. Η συνεπής εφαρμογή του προγράμματος και ένα σταθερό φιλοευρωπαϊκό πολιτικό περιβάλλον σε συνδυασμό με μια δραστική θετική αλλαγή της αντίληψης των αγορών και των προσδοκιών που αφορούν το μέλλον της χώρας, αποτελούν τους βασικούς παράγοντες για τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος, την προσέλκυση ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων, την αύξηση της απασχόλησης και την πλήρη άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων που θα διευκολύνει την επιστροφή των καταθέσεων και τη βελτίωση της ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα, ώστε να διευκολυνθεί η χρηματοδότηση της οικονομίας και των επιχειρήσεων.
Επιτρέψτε μου τώρα να αναφερθώ στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα και να προσπαθήσω να απαριθμήσω τα θέματα και να απαντήσω σε κάποια από αυτά.
Οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν σήμερα σημαντικές εγχώριες αλλά και παγκόσμιες προκλήσεις:
• Τεράστιες απώλειες στα οργανικά αποτελέσματά τους
• Μεγάλη απόσυρση καταθέσεων
• Μεγάλα χαρτοφυλάκια μη εξυπηρετούμενων δανείων
• Αδυναμία πρόσβασης σε διεθνείς αγορές και
• Σημαντική απώλεια της διαπραγματευτικής θέσης, του διεθνούς τους κύρους, αλλά και του διεθνούς χαρακτήρα στην περιοχή μας.
Θα ήθελα όμως να σημειώσω, ότι αυτή η οδυνηρή εμπειρία δεν είναι αποτέλεσμα των υπερβολικών ρίσκων που πήραν οι ελληνικές τράπεζες ή της υπερβολικής µόχλευσης, αλλά κυρίως είναι αποτέλεσμα των δυσμενών πολιτικών και μακροοικονομικών εξελίξεων στην Ελλάδα, χωρίς βέβαια να αποποιούμαι των ευθυνών των τραπεζών σε μία σειρά ανάπτυξης εργασιών πολλές φορές χωρίς μέτρο.
Οι τέσσερεις συστημικές Ελληνικές τράπεζες σήμερα, μετά την τελευταία επιτυχή ανακεφαλαιοποίησή τους, με συνολικά κεφάλαια ύψους 14,4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 5,4 δισ. ευρώ από τις διεθνείς αγορές, διαθέτουν υπερεπάρκεια κεφαλαίων καθώς και πολύ υψηλό ποσοστό προβλέψεων έναντι των επισφαλών απαιτήσεων, που είναι βασικές προϋποθέσεις για τη σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών και των αγορών στην προοπτική της χώρας και τη φερεγγυότητα του τραπεζικού μας συστήματος.
Ειδικότερα, όσον αφορά στη δική μας Τράπεζα, η διαδικασία του τελευταίου stress test και της ανακεφαλαιοποίησης αποτέλεσαν ορόσημα που σηματοδοτούν την αρχή μιας νέας εποχής για την Eurobank, η οποία αναδείχθηκε ως η ανθεκτικότερη ελληνική τράπεζα, με τις μικρότερες κεφαλαιακές ανάγκες στο δυσμενές σενάριο του stress test, βάσει του οποίου έγινε και η ανακεφαλαιοποίησή της.
Με βάση τις επιδόσεις της, τη ριζική αλλαγή της σχετικής θέσης της και το γεγονός ότι αυτή συντελέστηκε σε μικρό διάστημα, η Eurobank υπερκάλυψε την αύξηση κεφαλαίου κατά 2 δισ. ευρώ αποκλειστικά με ιδιωτικά κεφάλαια των κύριων μετόχων της, της Fairfax που αύξησε το ποσοστό της από 12,5% σε 17%, της Highfield, της Wilbur Ross, της Brookfield αλλά και πλειάδας νέων κορυφαίων, μακροπρόθεσμων διεθνών επενδυτών συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) καθώς και της Παγκόσμιας Τράπεζας (IFC), ενώ είχαμε επίσης ισχυρότατη συμμετοχή Ελλήνων πελατών μας με νέα κεφάλαια που ξεπέρασαν τα 300 εκ. ευρώ.
Για εμάς αυτό αποτελεί δείγμα της εμπιστοσύνης των επενδυτών στις προοπτικές της Τράπεζας, στο επιχειρηματικό της σχέδιο και στη δυνατότητά της να επιστρέψει σε σύντομο χρονικό διάστημα σε σταθερή και αυξανόμενη κερδοφορία, ώστε να μπορούμε να στηρίζουμε και να χρηματοδοτούμε τους πελάτες μας.
Ωστόσο, θα εθελοτυφλούσαμε αν δεν αναγνωρίζαμε ότι οι τράπεζες σήμερα, με μεγάλο μέρος των καταθέσεων εκτός τραπεζικού συστήματος και περιορισμένη ρευστότητα, υπό καθεστώς capital controls και με ανοιχτό το θέμα της διαχείρισης των προβληματικών δανείων, δεν μπορούν να ασκήσουν τον πραγματικό τους ρόλο, που είναι η επαρκής και απρόσκοπτη χρηματοδότηση της οικονομίας.
Ασφαλώς ο ρόλος του τραπεζικού συστήματος και η συμβολή του στην προσπάθεια πάταξης της φοροδιαφυγής και ελέγχου της παραοικονομίας είναι σημαντικός, όμως οι τράπεζες δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τις εποπτικές και ελεγκτικές αρχές του κράτους, επωμιζόμενες μάλιστα πλήρως το μεγάλο λειτουργικό κόστος που αυτό συνεπάγεται.
Νομίζω μπορεί να γίνει αντιληπτό, ότι αν οι τράπεζες παίξουν αυτό το ρόλο, τότε ποιος θα παίξει το ρόλο του τραπεζικού συστήματος, που είναι να χρηματοδοτεί την ανάπτυξη, να δημιουργεί προοπτικές για τις επιχειρήσεις, να δίνει ευκαιρίες στη νεανική εξωστρεφή και καινοτόμο επιχειρηματικότητα;
Μετά από μια ταραχώδη περίοδο, οι ελληνικές τράπεζες διδαγμένες και οι ίδιες από τα λάθη και τις υπερβολές του παρελθόντος, είναι σήμερα πανέτοιμες να συνδράμουν στη συνολική προσπάθεια της χώρας να ξεπεράσει την κρίση. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η θετική ολοκλήρωση της αξιολόγησης το συντομότερο δυνατόν και η αποκατάσταση της ομαλότητας και της εμπιστοσύνης. Μόνον έτσι θα μπορέσουν σταδιακά να επιστρέψουν οι καταθέσεις και να βελτιωθεί η ρευστότητα, να διευκολυνθεί η έξοδος στις αγορές, να δημιουργηθούν ευνοϊκότερες συνθήκες για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των προβληματικών δανείων και βεβαίως να χαλαρώσουν έως ότου αρθούν πλήρως οι περιορισμοί των capital controls.
Κυρίες και κύριοι,
Η Eurobank έχει ηγετική θέση στην τραπεζική επιχειρήσεων (μεγάλων, μεσαίων και μικρών) και αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη στήριξη της υγιούς ελληνικής επιχειρηματικότητας, συμβάλλοντας στην ενίσχυση της εξωστρέφειας, της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας τους.
Η ναυτιλία έχει ιδιαίτερη σημασία για την τράπεζά μας και η παρουσία μας στην ελληνική ναυτιλιακή χρηματοδότηση αριθμεί περισσότερα από 20 χρόνια με πελατολόγιο εταιρείες ελληνικών συμφερόντων.
Προσφέρουμε ένα ολοκληρωμένο φάσμα εργασιών για τη λειτουργία των ναυτιλιακών εταιρειών μέσα από την εξειδικευμένη Ναυτιλιακή μας Μονάδα.
Με βάση τη στρατηγική μας δίνουμε έμφαση στην πελατοκεντρική προσέγγιση με σκοπό τη δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης και ανάπτυξης παράλληλων εργασιών, σύμφωνα και με τις δυνατότητες και υπηρεσίες που προσφέρει ο όμιλος της Eurobank στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Το ύψος του χαρτοφυλακίου μας ανέρχεται σε USD 1.2 δισ. (31/12/2015), με ισομερή διασπορά στους 3 βασικούς τομείς της ποντοπόρου ναυτιλίας (ξηρού φορτίου, εμπορευματοκιβωτίων, δεξαμενόπλοια).
Στόχος μας παραμένει η διατήρηση και η περαιτέρω ανάπτυξη ενός ποιοτικού δανειακού χαρτοφυλακίου, στο πλαίσιο της συνεπούς και συντηρητικής πιστωτικής πολιτικής που ακολουθούμε και η οποία αποδείχθηκε ιδιαίτερα αποτελεσματική και επωφελής μέχρι σήμερα.
Είμαστε ιδιαίτερα ικανοποιημένοι από το γεγονός ότι το 2015, κάτω από αντίξοες οικονομικές συνθήκες και πρωτοφανείς δυσκολίες για το τραπεζικό σύστημα, αναπτύξαμε το πελατολόγιό μας, με περισσότερες από 15 νέες πελατειακές σχέσεις, αξιοποιώντας εν μέρει και την συγκυριακή λόγω των εξελίξεων, αποχώρηση μεγάλων τραπεζικών οργανισμών του εξωτερικού από την ελληνική ναυτιλία. Το αποτέλεσμα ήταν, μέσα σ’ αυτόν τον χρόνο, να συνάψουμε νέα δάνεια άνω των $ 150 εκ. υποστηρίζοντας τα επενδυτικά σχέδια των πελατών μας.
Λαμβάνοντας υπόψη τις πρωτόγνωρες συνθήκες που επικρατούν, κυρίως στην αγορά ξηρού φορτίου, συνεργαζόμαστε στενά με τους πελάτες μας ώστε να προσαρμόσουμε τις αποπληρωμές των δανειακών τους υποχρεώσεων, υποστηρίζοντας αφενός τους ίδιους και τις ανάγκες τους και αφετέρου χωρίς να παρεκκλίνουμε από τα πλαίσια της πιστωτικής πολιτικής της Τράπεζας και της γενικότερης τραπεζικής πρακτικής. Θα ήταν παράλειψή μου να μην αναφέρω ότι αρωγός στην ανάπτυξη του ναυτιλιακού μας πελατολογίου, υπήρξε και η Eurobank Private Bank Lux και η Eurobank Cyprus οι οποίες προσφέρουν συμπληρωματικές υπηρεσίες, διευρύνοντας τις επιλογές των πελατών μας και οι οποίες και το 2016 θα σταθούν αρωγοί σε αυτή την προσπάθεια.
Κλείνοντας, θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω πως η πρόθεσή μας είναι να στηρίζουμε τους πελάτες μας και μέσω αυτών την ανάκαμψη συνολικά της οικονομίας μας.
Αναγνωρίζοντας ότι η συμβολή της ελληνικής ναυτιλίας στην προσπάθεια αυτή είναι σημαίνουσα, δίνουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στην εξυπηρέτηση των πελατών μας με συνέπεια και υπευθυνότητα και να είσαστε σίγουροι ότι θα παραμείνουμε παρόντες.
Για μας στην Eurobank, η διαχρονική στήριξη του Ελληνικού εφοπλισμού αποτελεί στρατηγική επιλογή. Πιστεύουμε, στηρίζουμε και «Επενδύουμε στη Ναυτιλία»
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας».

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης